Πολλοί λένε ότι η εργασία σε υπερβολικούς ρυθμούς κάνει κακό. Από την άλλη πλευρά ειδικοί εκτιμούν ότι η δουλειά βοηθά άτομα με ψυχικές ασθένειες να ισορροπήσουν και να έχουν μια καλύτερη ποιότητα ζωής.

Ads

Ο Ντίτμαρ Λίνε έψαχνε έναν φύλακα για την εταιρεία του. Τα βιογραφικά που έλαβε ήταν πολλά, ξεχώρισε όμως ένα. Όταν το διάβασε πιο προσεκτικά σκάλωσε σε ένα σημείο: υπήρχε ιατρική γνωμάτευση ότι ο αιτών έπασχε από ψυχική νόσο. Ο γερμανός επιχειρηματίας μολονότι αρχικά είχε έντονους ενδοιασμούς, κι αυτό διότι ήθελε κάποιον «αξιόπιστο», τελικά αποφάσισε να προσλάβει τον συγκεκριμένο υποψήφιο. Δεν το μετάνιωσε.

Αυτό το περιστατικό αποτελεί εξαίρεση στην αγορά εργασίας. Κατά κανόνα οι ψυχικά ασθενείς είναι αποκλεισμένοι από την αγορά και μόλις ένα ποσοστό της τάξεως του 10 – 20% των ανθρώπων με διαγνωσμένη ψυχική νόσο καταφέρνει να βρει μια θέση εργασίας. Τα στοιχεία επιβεβαιώνει η Ίρις Χάουτ από τη Γερμανική Εταιρεία Ψυχιατρικής και Ψυχοθεραπείας. Σε πολλές περιπτώσεις η διάγνωση μιας ψυχικής νόσου συμπίπτει με την περίοδο που πολλοί από τους πάσχοντες εισέρχονται στην αγορά εργασίας. Με τον τρόπο αυτό η διάγνωση και γνωστοποίηση της νόσου δρα ανασταλτικά για την επίτευξη προσωπικών φιλοδοξιών αναφορικά με την επαγγελματική σταδιοδρομία.

Ένα ταμπού που δεν ανταποκρίνεται πλήρως στην πραγματικότητα

Ads

Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία το 1-2 % των ενηλίκων στη Γερμανία πάσχει από κάποια ψυχική νόσο. Ο αριθμός αυτός αγγίζει το ένα εκατομμύριο ανθρώπους. Συχνή είναι η διάγνωση κατάθλιψης αλλά και βαρύτερων νόσων όπως η μανιοκατάθλιψη και η σχιζοφρένεια. Ωστόσο, μολονότι η τάση στην αγορά εργασίας είναι ο «a priori » αποκλεισμός αυτών των ατόμων, ειδικοί εκτιμούν πως πρόκειται για μια λάθος τακτική. Σύμφωνα με έρευνα επιστημόνων από τη Λειψία τα άτομα με διαγνωσμένες ψυχικές νόσους μπορούν να απορροφηθούν σε θέσεις εργασίας και μάλιστα όχι μόνο σε χαμηλόμισθες, όπως είθισται, αλλά και σε καλύτερα αμειβόμενες θέσεις.

«Η ανάγκη για εργασία στους ψυχικά ασθενείς είναι πολύ μεγάλη» αναφέρει η Στέφι Ρίνρελ Χέλερ, γιατρός στην Επιθεώρηση Εργασίας. Ωστόσο, παρά τα θεραπευτικά αποτελέσματα που έχει αποδεδειγμένα η μισθωτή εργασία σε ψυχικά πάσχοντες, οι περισσότεροι εργοδότες παραμένουν διστακτικοί. «Ανησυχούν ότι ένας τέτοιος εργαζόμενος δεν θα είναι αποδοτικός» αναφέρει η Κριστίνα Ραμπ από τον Σύνδεσμο Γερμανών Εργοδοτών.

Σύμφωνα πάντως με τη βερολινέζα ψυχολόγο Κάτριν Τσέντις, η οποία ειδικεύεται σε διάφορά προγράμματα αποκατάστασης ψυχικά ασθενών, πολλά από αυτά τα άτομα έχουν ιδιαίτερες ικανότητες και υψηλή συναισθηματική νοημοσύνη. «Πολλοί μπορεί πράγματι να μην τα καταφέρνουν σε προσωπικό επίπεδο αλλά στη δουλειά τους δίνουν το 100% και παραπάνω. Δίνουν συνεχώς μάχες», λέει η Τσέντις. Σύμφωνα με τους ειδικούς πρέπει βέβαια να λαμβάνεται μια ειδική μέριμνα για τους εργαζομένους με ψυχικές ασθένειες, που συνδυάζει την ευελιξία με τον σεβασμό στις ιδιαίτερες ανάγκες τους εργαζομένου.