Όταν, πριν από πάρα πολλά χρόνια, οργανώθηκα πολιτικά επιδιώκοντας να αλλάξω προς το καλύτερο την κοινωνία και τον εαυτό μου μέσα από την συμμετοχή μου στο, ας πούμε, ανατρεπτικό κίνημα, θεωρούσα αυτονόητο ότι το κίνημα αυτό  ήταν ένα κίνημα της ηθικής ενάντια στην ανηθικότητα. Η ηθική δεν ήταν για μένα μια έννοια σχετική, δηλ. μια έννοια που εξαρτιόταν από τις ιστορικές εποχές, τα ήθη και τα έθιμα. Οι ήδη υπάρχουσες διακηρύξεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων για μένα αποτελούσαν ακλόνητες βάσεις, όπου ο καθένας μπορούσε να στηρίξει την ηθική του συγκρότηση, έχοντας πάντα απάντηση στο τι είναι ηθικό και τι ανήθικο. Αν και η εποχή που οργανώθηκα πολιτικά ήταν μια εποχή όπου στο ανατρεπτικό κίνημα ήταν συνηθισμένο να χρησιμοποιούνται κακά μέσα για την επίτευξη καλών σκοπών, όπως π.χ. ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός, η σιδερένια πειθαρχία, η χρήση απλουστευτικής συνθηματολογίας, η οποία όμως γινόταν κατανοητή από το πλήθος, η κολακεία του όχλου κλπ., εγώ ποτέ δεν πείστηκα ότι η αξία μιας πολιτικής οργάνωσης υπερείχε των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των μελών της και του κόσμου στον οποίο αυτή απευθυνόταν. Έτσι, αν και ξεκίνησα την δράση μου από μια μαρξιστική οργάνωση, γρήγορα πήρα διαζύγιο από κάθε είδους εξουσιαστικές ιδέες. Διαχώρισα την θέση μου από τις εξουσιαστικές ιδέες που αποσκοπούσαν στην επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας, γιατί έβλεπα ότι κατέληγαν σε αυτό, για το οποίο οι αντίπαλοί τους τις επέκριναν: Στην επιλογή κακών μέσων για την επίτευξη καλών σκοπών ( δηλ. αν και δεν το παραδεχόντουσαν, γι αυτούς που επεδίωκαν μια επαναστατική ανατροπή της κοινωνίας σύμφωνα με την παραδοσιακή στρατηγική και τακτική των κομμουνιστικών κινημάτων, ο σκοπός αγίαζε τα μέσα). Πίσω από την άρνησή μου να δεχτώ κακά μέσα για την επίτευξη καλών σκοπών ήταν η ακλόνητη πίστη μου στην ηθικότητα που κατά την γνώμη μου έπρεπε να χαρακτηρίζει το οποιοδήποτε κίνημα, για να είναι αυτό ανατρεπτικό.
 

Ads

Με τέτοιες απόψεις, όπως οι παραπάνω, ποτέ δεν μπόρεσα και δεν θα μπορέσω να αναγνωρίσω άλλοθι σε αυτούς, οι οποίοι στηρίζουν πολιτικές οργανώσεις ή παρατάξεις που κατάφωρα καταπατούν κάθε έννοια δικαίου και ηθικής, όπως ο φασισμός και η πιο «σοσιαλιστική» εκδοχή του: O ναζισμός. Όσο και αν η πλειοψηφία των επικριτών τους, τους αναγνωρίζει το άλλοθι της διάψευσης τους από τις υπάρχουσες δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις, της οικονομικής δυσπραγίας τους, ακόμα και της υλικής τους εξαθλίωσης. Οι πλειοψηφία των επικριτών των ψηφοφόρων του ναζισμού δηλαδή αναγνωρίζει στους τελευταίους ελαφρυντικά για τις επιλογές τους, επειδή η Ελλάδα διανύει περίοδο οικονομικής κρίσης. Θεωρείται δηλαδή από τέτοιους επικριτές, στην πλειοψηφία τους αριστερούς, ότι όταν κανενός το εισόδημα μειώνεται, καταλήγει στην ανεργία, αντιμετωπίζει δυσκολίες στην επιβίωση, είναι αυτονόητο να επιδιώκει να καταστρέψει τις ζωές των άλλων, όπως π.χ. των μεταναστών, των ευάλωτων κοινωνικά ομάδων και, αναπόφευκτα, και των συμπαραστατών των προηγουμένων. Θεωρείται δηλ. αυτονόητο ότι αν τα λεφτά κάποιου μειώνονται λόγω κρίσης, είναι φυσικό αυτός να στηρίξει εγκληματικές πολιτικές θεωρίες όπως ο φασισμός και να επικροτήσει κάθε είδους έγκλημα στο οποίο οι ομάδες κρούσης των ναζιστών επιδίδονται. Τέτοιου είδους επικριτές του ναζισμού, αθωώνουν τους υποστηρικτές των φασιστών εγκληματιών, αναγνωρίζοντάς τους το ελαφρυντικό ότι ζουν σε ένα περιβάλλον όπου «ο θάνατός σου είναι η ζωή μου», ένα περιβάλλον πολέμου όλων εναντίων όλων, όπου επικρατεί ο ισχυρότερος. Και γι’ αυτό, τέτοιοι επικριτές των ψηφοφόρων του ναζισμού, επικεντρώνουν την προπαγάνδα τους προς τους ψηφοφόρους του ναζισμού, στο να τους πείσουν ότι άλλοι, π.χ. το μεγάλο κεφάλαιο, οι τραπεζίτες, η «τρόικα» κλπ. φταίνε για τα οικονομικά τους προβλήματα και όχι οι μετανάστες ή οι ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.
 

Γιατί όμως να θεωρείται αυτονόητη η επιλογή του εγκλήματος και η υποστήριξη των εγκληματιών από αυτούς των οποίων το εισόδημα μειώνεται; Από που κι ως που απαλλάσσεται από την ευθύνη των εγκληματικών του επιλογών ένας άνθρωπος που έχει οικονομικά και επιβιωτικά προβλήματα, όπως υποτίθεται ότι έχουν πολλοί ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής; Αν ήταν έτσι, τότε γιατί να καταδικάζονται όσοι διαπράττουν σχετικά αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας, όπως αρκετοί από αυτούς που βρίσκονται στις φυλακές; Δηλαδή ο χρυσαυγίτης και ο υποστηρικτής της Χρυσής Αυγής απαλλάσσεται από την ευθύνη των εγκληματικών του επιλογών, επειδή έχει οικονομικά προβλήματα, ενώ ο συνηθισμένος κλέφτης, ληστής, πλαστογράφος, απατεώνας κλπ. δεν απαλλάσσεται κι ας έχει τα ίδια και συνήθως πολύ περισσότερα οικονομικά προβλήματα από τον ψηφοφόρο της Χρυσής Αυγής;
 

Τέτοιου είδους διπλά μέτρα και σταθμά που για το ίδιο πράγμα απαλλάσσουν τους ψηφοφόρους και γενικότερα υποστηρικτές του ναζισμού, ενώ καταδικάζουν τους παραβάτες των νόμων περί ιδιοκτησίας, στηρίζονται κατά την άποψή μου στην περιφρόνηση της ηθικής και στην άρνηση να αποτελέσει αυτή κριτήριο για την συμπεριφορά των ανθρώπων. Όταν ο αριστερός επικριτής των ναζιστών απευθύνεται στους ψηφοφόρους του ναζισμού για να τους πείσει ότι δεν φταίνε οι μετανάστες για τα οικονομικά του προβλήματα, έμμεσα αναγνωρίζει ότι τα οικονομικά προβλήματα δικαιολογούν το έγκλημα, αν προσδιοριστεί ο υπεύθυνος γι αυτά. Το ότι το έγκλημα κατά της ζωής και της περιουσίας παραμένει έγκλημα, για οποιονδήποτε λόγο και να διαπράττεται, και γι’ αυτό τα δικαστήρια καταδικάζουν τους δράστες τέτοιων εγκληματών (όταν αυτοί δεν είναι μέλη φασιστικών συμμοριών που η ελληνική δικαιοσύνη τους αναγνωρίζει δικαίωμα στην ατιμωρησία), δεν φαίνεται να απασχολεί τον αριστερό επικριτή του ναζισμού που προσπαθεί να πείσει τους ρατσιστές και τους ναζιστές ότι για την κρίση δεν φταίνε οι μετανάστες.
 

Ads

Αν πιστεύουμε ότι το ανατρεπτικό, ή έστω το ριζοσπαστικό κίνημα, δεν μπορεί να είναι τέτοιο χωρίς ηθική, τότε το κίνημα αυτό πρέπει να απευθύνεται στην ηθική του κοινού, το οποίο επιδιώκει να πλησιάσει. Και η ηθική, με  την μορφή του σεβασμού προς τα ανθρώπινα δικαιώματα των άλλων, δικαιώματα που κατοχυρώνουν και διεθνείς συμβάσεις, δεν αναγνωρίζει σε κανέναν το δικαίωμα να εγκληματεί επικαλούμενος οικονομικά προβλήματα. Αν κάποιοι επικροτούν το ατιμώρητο φασιστικό έγκλημα, επικαλούμενοι τα οικονομικά τους προβλήματα, ο αριστερός που θα απευθυνθεί σε αυτούς λέγοντάς τους ότι γι’ αυτά δεν φταίνε οι μετανάστες, τους αναγνωρίζει το δικαίωμα να εγκληματούν σε βάρος  των μεταναστών, στην περίπτωση που οι μετανάστες φταίνε για αυτά τα οικονομικά προβλήματα. Αυτούς τους αριστερούς τους χαρακτηρίζει λίγο-πολύ η υποβάθμιση της σημασίας της ηθικής στην πολιτική, για να μην πω η περιφρόνηση.

Δεν έρχεται, όμως, σε αντίθεση με την δικαιολόγηση της βίας, που οφείλεται σε οικονομικά προβλήματα, η παραδοσιακή αριστερή ιδεολογία, αν αυτή την δούμε σαν ιδεολογία του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, όπως αυτό έχει καταγραφεί στην ιστορία. Σύμφωνα με αυτήν, οι καταπιεζόμενες και εκμεταλλευόμενες μάζες, δεν εγκληματούν όταν τα θύματα της βίας ή της ληστείας είναι οι πλούσιοι καταπιεστές τους και εκμεταλλευτές τους. Έτσι, εκατομμύρια άνθρωποι έχουν γίνει στόχοι της επαναστατικής βίας και τους έχει αφαιρεθεί η όποια ιδιοκτησία τους, μόνο και μόνο γιατί θεωρήθηκαν εκμεταλλευτές και καταπιεστές των φτωχών, οι οποίοι επαναστάτησαν. Και αυτές τις μορφές βίας επικροτούσαν πάντα τα επαναστατικά κομμουνιστικά κινήματα. Τέτοιου είδους βία κατά ανθρώπων που θεωρήθηκαν εχθροί του λαού, και υπεύθυνοι των οικονομικών του προβλημάτων, πήρε τις μεγαλύτερες διαστάσεις που γνώρισε ποτέ στην ιστορία, κατά την διάρκεια της λεγόμενης Πολιτιστικής Επανάστασης της Κίνας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι όπου επικρατήσανε σοσιαλιστικές επαναστάσεις  δεν είχαν σαν συνέπεια την απαλλοτρίωση των περιουσιών των κάθε είδους ιδιοκτητών. Βλέπουμε δηλαδή ότι η ηθική, ήταν πάντα κάτι ξένο προς την κομμουνιστική ιδεολογία. Και επαναλαμβάνω, για να μην ξεχνιόμαστε, ότι σαν ηθική θεωρώ τον σεβασμό προς τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως, τουλάχιστον, έχουν καταγραφεί στις διεθνείς συμβάσεις. 
 

Δυστυχώς, για την πλειοψηφία των κατοίκων αυτής της χώρας, οι οποίοι έχουν την ελληνική ιθαγένεια, η έννοια ανθρώπινα δικαιώματα ή είναι ξένη ή είναι τελείως άγνωστη. Γι αυτούς, η οικονομική τους άνεση έχει πάντα μεγαλύτερη σημασία από τα ανθρώπινα δικαιώματα. Γι’ αυτό και οι κάθε είδους πολιτικοί, από την άκρα δεξιά ως την άκρα αριστερά, υπόσχονται στους ψηφοφόρους τους ή γενικά στους υποστηρικτές τους, επίλυση των οικονομικών τους προβλημάτων και ποτέ δεν βάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα στο επίκεντρο της πολιτικής τους. Έτσι, ακόμα και οι ψηφοφόροι και οι υποστηρικτές των κομμάτων και των οργανώσεων της αριστεράς, θεωρούν πολυτέλεια κατά κάποιον τρόπο τον σεβασμό προς τα ανθρώπινα δικαιώματα, τον σεβασμό προς την ηθική θα έλεγα εγώ.  Γι’ αυτό και τα ανθρώπινα και, πολύ περισσότερο, τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα των εθνικών μειοψηφιών της Ελλάδας, όπως των εθνικά Μακεδόνων, των Τούρκων, των Βλάχων, των Ρομά (τσιγγάνων), ή άλλων μειοψηφιών, όπως οι ομοφυλόφιλοι, τα παιδιά, κλπ. βρίσκονται πάντα στο τελευταίο, κατά σειρά προτεραιότητας σκαλοπάτι των ενδιαφερόντων των κομμάτων, κοινοβουλευτικών ή εξωκοινοβουλευτικών. Μερικές φορές δεν περιλαμβάνονται καθόλου στα ενδιαφέροντα αυτά. Πόσα κόμματα ή εξωκοινοβουλευτικές οργανώσεις, π.χ. αναγνωρίζουν στους εθνικά Μακεδόνες ή στους Τούρκους της Ελλάδας, το δικαίωμα να αυτοκαθορίζονται σαν Μακεδόνες ή Τούρκοι; 
 

Με τέτοια, λίγο-πολύ, αποξένωση της πλειοψηφίας των Ελλήνων προς τα ανθρώπινα δικαιώματα, είναι φυσικό επόμενο η αδιαφορία ή η σιωπή τους απέναντι στα εγκλήματα των φασιστικών συμμοριών και των πογκρομιστών. Το αν άνθρωποι σφάζονται, μαχαιρώνονται, κακοποιούνται βάναυσα, βιάζονται, καίγονται, είναι κάτι μικρής ή καθόλου σημασίας, μπροστά στα δικά τους οικονομικά προβλήματα. Αν μάλιστα τα θύματα αυτών των εγκλημάτων θεωρούνται υπεύθυνοι των οικονομικών προβλημάτων των Ελλήνων, όπως πιστεύουν οι περισσότεροι Έλληνες για τους μετανάστες, για πολλούς Έλληνες είναι δικαιολογημένα. Και προπαντός είναι δικαιολογημένα για την αστυνομία και την ελληνική δικαιοσύνη, η οποίες εξασφαλίζουν στους εγκληματίες των φασιστικών συμμοριών και στους πογκρομιστές καθεστώς ατιμωρησίας. Η ελληνική ορθόδοξη εκκλησία, μάλιστα, ευλογεί με πολλούς δεσπότες της την Χρυσή Αυγή, το ναζιστικό κόμμα που βρίσκεται πίσω από αυτά τα εγκλήματα κατά των μεταναστών και υπόσχεται στο εκλογικό του πρόγραμμα ότι θα θεσμοποιήσει με νόμο την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των μεταναστών.
 

Από τα παραπάνω, έχω, νομίζω, κάνει σαφές το ότι για οποίον διαθέτει στοιχειώδη ηθική, δηλ. σέβεται, τουλάχιστον, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα εγκλήματα που οι φασιστικές συμμορίες διαπράττουν κατά των μεταναστών και των συμπαραστατών τους (όπως π.χ. τα μέλη αντιρατσιστικών οργανώσεων και οι αντιεξουσιαστές), δεν έχουν κανένα άλλοθι. Και όσοι σε αυτά τα εγκλήματα προτάσσουν σαν ελαφρυντικό την οικονομική κρίση, δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να διαιωνίζουν την περιφρόνηση προς την ηθική που έδειξαν στη διάρκεια της ιστορίας ολοκληρωτικές θεωρίες σαν αυτές που εφαρμόστηκαν στην φασιστική Ιταλία, στην ναζιστική Γερμανία και στις χώρες του εφαρμοσμένου σοσιαλισμού (Σοβιετική Ένωση, Κίνα, Κούβα, Βόρειος Κορέα, χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας κλπ.). Και απέναντι σε αυτούς που διαπράττουν αυτά τα εγκλήματα ή στους υποστηρικτές τους, όπως οι ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής, θα πρέπει να αντιτάξουμε την ίδια και πιο πεισματική άμυνα από αυτήν που αντιτάσσουμε σε αυτούς που θεωρούμε ότι μας απειλούν και τα δικαστήρια χαρακτηρίζουν εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου. Και λέω πιο πεισματική άμυνα, γιατί από τους τελευταίους μας «προστατεύει» η αστυνομία και τα δικαστήρια, ενώ από τους πρώτους δεν μας προστατεύει κανένας. Πρέπει να αυτοπροστατευθούμε από μόνοι μας.
 

Και για να αποφύγω κάθε παρεξήγηση από κάποιους που θα βρουν στα λεγόμενά μου μια ευθυγράμμιση των απόψεών μου με τις επικρατούσες απόψεις περί κοινού εγκλήματος, διευκρινίζω ότι εγώ σε όσους οι νόμοι και τα δικαστήρια αποδίδουν τον χαρακτηρισμό του εγκληματία του κοινού ποινικού δικαίου, εγώ όχι μόνο αναγνωρίζω ελαφρυντικά, όταν η προσφυγή τους στο έγκλημα γίνεται επειδή δεν υπάρχει άλλος τρόπος να επιβιώσουν, όπως π.χ. οι κλέφτες και οι ληστές που αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα επιβίωσης, αλλά τάσσομαι και υπέρ της αντικατάστασης της φυλάκισής τους με ένα καθεστώς επιτήρησης, το οποίο, πριν από όλα, θα τους εξασφαλίζει την επιβίωση και θα τους δίνει την δυνατότητα να αναπτύξουν τις γνώσεις και τις δεξιότητες που θα τους επιτρέψουν να λύσουν στο μέλλον τα επιβιωτικά τους προβλήματα χωρίς προσφυγή στο έγκλημα. Δεν θεωρώ επίσης εγκληματίες αυτούς που τα δικαστήρια καταδικάζουν με τον νόμο περί ναρκωτικών, γιατί τάσσομαι υπέρ της νομιμοποίησης όλων των απαγορευμένων ουσιών. Ακόμα και αρκετούς από αυτούς που καταδικάζονται για ανθρωποκτονία, τους θεωρώ λιγότερο επικίνδυνους και πολύ πιο αθώους από τα μέλη των εγκληματικών φασιστικών συμμοριών και τους υποστηρικτές τους, γιατί τουλάχιστον οι ένοχοι ανθρωποκτονιών, όταν δεν είναι επαγγελματίες του οργανωμένου εγκλήματος, διαπράττουν ανθρωποκτονίες σε βάρος ατόμων που γνωρίζουν και θεωρούν ότι τους έχουν κάνει ή θα τους κάνουν πάρα πολύ κακό. Ενώ οι φασιστικές συμμορίες διαπράττουν εγκλήματα ενάντια σε ανθρώπους που ούτε τους ξέρουν ούτε τους έχουν κάνει κακό ούτε φοβούνται μην τους κάνουν. Και οι εκούσιοι ή ακούσιοι υποστηρικτές των φασιστικών συμμοριών, όπως οι ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής, γίνονται ηθικοί αυτουργοί των εγκλημάτων των οποίων οι φασιστικές συμμορίες είναι φυσικοί αυτουργοί.
 

Τελειώνω, απαντώντας στο ερώτημα που θα μπορούσε να δημιουργηθεί σε κάποιον αναγνώστη αυτού του άρθρου: Σε ποιον απευθύνομαι, αν δεν απευθύνομαι στην αριστερά, όταν αυτή δείχνει κατανόηση απέναντι στους υποστηρικτές του ναζισμού, στην περίπτωση που αυτοί πλήττονται από την οικονομική κρίση; Απευθύνομαι σε αυτούς που, όπως κι εγώ, προτάσσουν την ηθική, τουλάχιστον σαν σεβασμό προς τα ανθρώπινα δικαιώματα, απέναντι στην πολιτική επιτυχία. Επιτυχία στην οποία αποσκοπεί η επίδειξη κατανόησης προς τους ψηφοφόρους του ναζισμού. Αν και οι άνθρωποι που προτάσσουν την ηθική και αγωνίζονται για τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι λίγοι σε αυτήν την χώρα, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν. Εγώ μάλιστα είχα την τύχη να γνωρίσω και να συνεργαστώ με αρκετούς από αυτούς και συνεχίζω να κινούμαι στην ίδια «συχνότητα».