[…] Πρέπει να αλλάξουμε νου΄ να αλλάξουμε νου. Ή απλά, να τον  ξυπνήσουμε. Να απορρίψουμε όλα εκείνα τα κοινωνικά και πολιτικά  ταμπού που μας έχουν επιβληθεί. Η κοινωνία  δε θέλει ανεξάρτητους  ανθρώπους, ξύπνιους, με  κοφτερό νού, επαναστάτες, μιας και μπορούν αυτοί οι ανένταχτοι να γρεμίσουν το κοινωνικό μοντέλο” Ο σκηνοθέτης και ηθοποιός Αντώνης Διαμαντής απαντά στην Κρυσταλία Πατούλη, με βάση το ερώτημα “Ποιές αιτίες μας έφεραν ως εδώ και κυρίως τί πρέπει να κάνουμε;” συμμετέχοντας στην ακτιβιστική Έρευνα για την Κρίση που δημοσιεύεται στο tvxs από το 2010.

Ads

Προχθές  το πρωί  είδα να περνά από μπρός μου μια κηδεία’ ένα  φέρετρο με  έναν  άγνωστο μέσα. Αναρωτιέμαι τι είδους  εντύπωση μας  προκαλεί ένα νεκρό σώμα. Γιατί υπάρχει φθορά; Γιατί φθείρετε το σώμα; Αλλά και γιατί  φθείρεται κι ο νούς;

Το περίεργο είναι ότι ο νούς μπορεί ήδη να είναι νεκρός, μέσα σε ένα  ζωντανό σώμα. Κι ενώ το σώμα  φθείρεται και πεθαίνει, μιας και το χρησιμοποιούμε σαν εργαλείο, αναρωτιέμαι γιατί πρέπει να φθείρεται κι ο νούς να  γίνεται νωθρός, “βαρύς”, αναίσθητος.

Στην αρχή, όταν ο νους μας δεν  έχει αποβλακωθεί από την κοινωνία, τους γονείς ή τις περιστάσεις, όταν είναι φρέσκος, γεμάτος περιέργεια και θέλει να ξέρει γιατί υπάρχουν τ’αστέρια, γιατί πεθαίνουν τα πουλιά, γιατί πέφτουν τα  φύλλα και πώς  πετάνε τα  αεροπλάνα.

Ads

Δυστυχώς όμως αυτή η  έντονη  επιθυμία σταματά κάποτε. Από το βάρος της παράδοσης, τα κοινωνικά ταμπού, το θάψιμο της ευαισθησίας  μας αλλά και των  ίδιων των ονείρων μας.

Είναι και ένας  άλλος λόγος. Η μίμηση. Να κάνουμε και να σκεφτόμαστε τα ίδια και τα ίδια, με τον ίδιο τρόπο, γενιές και γενιές ανθρώπων, να υποτάσσουν το νου τους, στο όνομα της σιγουριάς. 

Κι όσο  μεγαλώνουμε ηλικιακά δε θέλουμε τίποτα να  ενοχλεί το  νου. Να σκέφτεται  ακολουθώντας ένα συγκεκριμένο μοντέλο, να  ακολουθεί ένα  “ιδανικό”  ένα  “παράδειγμα”. Να ‘χει την “ησυχία”  του. Εκείνη τη νεκρική ησυχία που δεν έχει να κάνει τίποτα με τη πραγματική ηρεμία του νου.

Έτσι διαβάζουμε για  ηγέτες, ιδέες, αγίους, πολεμιστές, μεγάλους πολιτικούς, θέλουμε τόσο να τους μοιάσουμε.

Αυτός λοιπόν είναι ένας σημαντικός λόγος της  φθοράς του νου μας, επειδή μπαίνει σε  ένα καλούπι.

“Πως  φτάσαμε  ως  εδώ; “. Το θέμα  για μένα  δεν  είναι το “πώς”  αλλά  το ότι  “φτάσαμε”.

Πώς  γίνετε  μια κοινωνία  που πιστεύει ότι έχει  αντοχές  μυθολογικού  ήρωα -μια  μυθολογία, που τόσο πολύ έχει ποτίσει τη  σκέψη μας, αλλά και  το μοντέλο του ήρωα που  συστηματικά  επωάζει μέσα  μας-να  φτάσει ,- δεκαετίες  τώρα ,-  να  δέχεται, την  αφασία, τον συντηρητισμό, τον νεοπλουτισμό, τη  διαφθορά, το πνεύμα της  άρνησης, την  αποκτήνωση, την απληστία, την υποδούλωση, τις αυταπάτες, την υπεροψία, την ασέβεια,την παραφροσύνη, τους λογικευμένους  εκφοβισμούς, τις  νευρώσεις,  την απουσία  ειλικρίνειας, τις ξουρείες, τον ορθό λόγο που ατιμωρητί επιδοκιμάζεται, τις αηδίες, τις κάθε  είδους εξαρτήσεις, την εγκατάλειψη, την υποκρισία, τη εκκωφαντική σιωπή των διανοουμένων, τη συναλλαγή με την εξουσία, τη διαπλοκή, τη διαφθορά, το σύνδρομο της συνωμοσιολογίας, την έλλειψη κάθε  είδους οράματος, τον πόνο του  διπλανού μας, τον εθισμό στην εξουσία, τον άκρατο καταναλωτισμό, την εκποίηση της ευαισθησίας μας, τον εθνικισμό, το ρατσισμό, τον ολοκληρωτισμό, τη  θρησκευτική λαγνεία, το ακατάπαυστο μπούρου-μπούρου, το κίτς, τη ξενοφοβία, την αμάθεια, τον άκρατο χαπάκωμα φαρμάκων, την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος, της πολεοδομικής αναρχίας, την αντικατάσταση του έρωτα με  το εγώ μας;

Όλα αυτά για να συμβούν, που συνέβησαν, και συμβαίνουν, (ακόμα και τώρα που  γράφω , και μετά), χρειάζονται ένα λαό, που είναι μαραθωνοδρόμος και πρωταθλητής στην ανοχή, που καθημερινά  φωνάζει “νενικήκαμεν” στη καταστροφή (αρκεί να συμβαίνει έξω  από το  σπίτι μας), προσκολημένος έν είδη ναρκωτικού, στο δόγμα “ολα μπορούμε να  τα ξεπεράσουμε”.

Τί απόγονοι δα είμαστε των Κολοκοτροναίων, των Καραισκάκηδων και των Μεγάλων Αλέξανδρων; “Η  Ελλάδα ποτέ δε πεθαίνει, δε  τη σκιάζει  φοβέρα καμμιά” άλλωστε. Μόνο που πεθαίνουν τα παιδιά  της. 

Ακόμα και τώρα αυτή  τη  στιγμή που ήδη έχει αρχίσει και  ηχεί στα  αυτιά μας ο  επιθανάτιος ρόγχος  του “σώματος”  της  κοινωνίας μας, ο νούς μας  αρνείται να δεχτεί ότι είναι “νεκρός”, έτσι που λειτουργεί και συνεχίζει αφάσιος και άνευρος, χωρίς αντίδραση καμμιά  να “εμπιστεύεται”  τις  δυνάμεις  του, και να  λέει… “κι αυτό θα περάσει”.

Τί κι αν γύρω  τα κορμιά εξαφανίζονται, τι κι αν  αφανίζονται οι επόμενες  γενιές; Αδυνατεί να καταλάβει αυτός ο νούς, ότι οι παληές επιλογές, πολιτικές, κοινωνικές ή πνευματικές, επιστρέφουν σήμερα σαν ερινύες ζητώντας δικαίωση.

Είναι πολύ σημαντικό να δούμε την αλήθεια ενός πράγματος και  όχι να ρωτάμε πώς θα την  εφαρμόσουμε, που σημαίνει ότι ακόμα δεν την κατέχουμε.

Πρέπει να αλλάξουμε νου’ να αλλάξουμε νου. Ή απλά, να τον ξυπνήσουμε. Να απορρίψουμε όλα εκείνα τα κοινωνικά και πολιτικά ταμπού που μας έχουν επιβληθεί. Η κοινωνία  δε θέλει ανεξάρτητους  ανθρώπους, ξύπνιους, με  κοφτερό νού, επαναστάτες, μιας και μπορούν αυτοί οι ανένταχτοι να γρεμίσουν το κοινωνικό μοντέλο.

Γι’ αυτό και η κοινωνία επιδιώκει να λειτουργεί όπως ο νούς  μας. Ακόμα και η εκπαίδευση μας ενθαρύνει στη μίμηση, στη προσαρμογή.

Μπορεί ό  νούς  μας να σταματήσει να  δημιουργεί συνήθειες; Ναι μπορεί. Έτσι θα παραμείνει  φρέσκος και θα έχει απεριόριστη κατανόηση. Για έναν τέτοιο νού δεν υπάρχει  θάνατος γιατί δεν υπάρχει συσσώρευση, που  δημιουργεί τη συνήθεια , τη μίμηση, τη  φθορά, το θάνατο.

Η κοινωνία βρίσκεται σε έναν ασφυκτικό κλοιό. Η ζωή, η επιβίωση, γίνεται όλο και πιο δύσκολη, μέρα με τη μέρα, άνθρωποι απελπισμένοι όλων των ηλικιών, αναζητούν διέξοδο, πέφτοντας σε μεγαλύτερη απελπισία μιάς και δε διαφαίνεται πουθενά κάποια ελπίδα καλυτέρευσης.

Σε αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα, πιστεύω, ότι η  και Τέχνη του θεάτρου πρέπει να απαντήσει δυναμικά, παρουσιάζοντας εκείνα τα θέματα που απασχολούν τους ανθρώπους, χωρίς καμία διάθεση “στρογγυλέματος της αλήθειας”.
 
Το θέατρο, όπως και ολόκληρη η καλλιτεχνική κοινότητα, έχει χρέος εδώ και τώρα, να αφήσει την “ηχηρή της σιωπή και αποστασιοποίηση” και να ενταχθεί συνειδητά, δίπλα στη κοινωνία που αγωνίζεται να υπάρξει.

Μέσα και από το καλλιτεχνικό μας δημιούργημα πρέπει να βροντοφωνάξουμε την αντίθεσή μας στον ανθρώπινο αφανισμό, τον ολοκληρωτισμό, τη βία και την εξαθλίωση, εμψυχώνοντας μέσα από τη ζωντανή τέχνη του θεάτρου, τους θεατές, δημιουργώντας δράσεις αλληλεγγύης μέσα στα θέατρα και παρουσιάζοντας τους, τον κόσμο, όπως θα ‘πρεπε να είναι.

Σύμμαχος μας, σε αυτόν τον αγώνα, τα θεατρικά κείμενα που αφυπνίζουν, που αναπτύσσουν το αίσθημα της αντίστασης, της ανθρώπινης επικοινωνίας και της ανυπακοής. Κοιτάζοντας τη πραγματικότητα στο θέατρο συνειδητοποιούμε τη δική μας θέση μέσα σε αυτήν.-

 

Ο Αντώνης Διαμαντής είναι απόφοιτος  της  Ανώτερης  Σχολής Δραματικής τέχνης  του  Ωδείου Αθηνών. Σπούδασε  Βιβλιοθηκονομία (ΚΑΤΕΕ Αθηνών) και Φιλοσοφία (Φιλοσοφική Αθηνών). Έχει εκπαιδευτεί στο θέατρο ΟΝΤΙΝ της Δανίας  του Εουτζένιο Μπάρμπα, με  τους  ηθοποιούς Ρομπέρτα  Καρέρι,Τόργκειρ  Βέταλ,Τζούλια  Βάρλευ. Επίσης έχει δουλέψει  με τον Τόμας Ρίτσαρντς  και Μάριο Μπιατζίνι, Πσέμεκ Βασιλκόβσκι, Πέρε Σάις, Φερνάντο Μόντες, Ντομένικο Καστάλδο, Μόντ Ρομπάρ,  από το Κέντρο Έρευνας  Γιέρζυ Γκροτόφκι και Τόμας  Ρίτσαρντς (Ποντεντέρα  Ιταλίας  και αλλού).

Έχει προσκαλέσει και δουλέψει  στο θέατρο ΟΜΜΑ ΣΤΟΥΝΤΙΟ με  την ηθοποιό  του Θεατρικού Εργαστηρίου του Γιέρζυ Γκροτόφσκι, Ρένα Μιρέτσκα, και  έχει  δουλέψει  με  τους  ηθοποιούς  του ίδιου εργαστηρίου Ζίγκμουντ  Μόλικ και Ρίσαρντ  Τσίσλακ. Έχει διδάξει  σε εργαστήριο  για  ηθοποιούς  στη Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου όπου επίσης  έλαβε  μέρος σε παραστάσεις  ως  ηθοποιός . Είναι ιδρυτής  του θεάτρου ΟΜΜΑ  ΣΤΟΥΝΤΙΟ(1996) το οποίο  από το 2000 έχει επιλέξει ως  έδρα  του το Ηράκλειο Κρήτης μιας και  πιστεύει ότι η  θεατρική άνοιξη  θα  έρθει από την περιφέρεια.