Ένα ιδιαίτερο πρόβλημα που συχνά εντοπίζεται στα θεατρικά κείμενα, είναι ότι σπάνια δύνανται να διαβαστούν εκτός σκηνής (ως βιβλία). Η κειμενική αφαιρετικότητα, που επιβάλλεται συγγραφικά ώστε να επιτρέπεται στο σκηνοθέτη και το σκηνογράφο να κινούνται ελεύθερα, καθίσταται συχνά ανυπέρβλητο εμπόδιο για τον αναγνώστη λογοτεχνικών έργων, που έχει συνηθίσει σε λεπτομερείς περιγραφές και αφηγήσεις (αναδρομικές ή εγκιβωτισμένες). Αντίθετα, το θεατρικό κείμενο απαιτεί την άμεση παρέμβαση του αναγνώστη ώστε εκείνος να συμπληρώσει το περιβάλλον πλαίσιο και να φανταστεί τα σκηνικά. Έτσι, όμως το θεατρικό λειτουργεί με την ενεργητική συμμετοχή του αναγνώστη.

Ads

Σε μια εποχή μάλιστα που τα κύρια θεατρικά κείμενα κινούνται μεταξύ ηθογραφίας και κωμωδίας (επιθεωρησιακού ύφους), η Ασημίνα Ξηρογιάννη με το σπονδυλωτό μονόπρακτο “οντισιόν” (vakxikon.gr, 2015) επιλέγει τη μέση οδό. Τολμά να μιλήσει για τις παθογένειες του σύγχρονου θεάτρου, της κριτικής και των ανθρώπων του. Με δηκτικό ύφος (που γεννά χαμόγελα στον αναγνώστη/θεατή) καυτηριάζει τα κακώς κείμενα μέσα από μία εποικοδομητική κριτική.

Στο επίκεντρο του θεατρικού κειμένου, που απλά διασπάται σε διακριτά μονόπρακτα, τίθεται το ίδιο το θέατρο και η ηθοποιία. Μονόλογοι ή διάλογοι γύρω από την ουσία του θεάτρου, τους συντελεστές του, τους ανθρώπους του. Αυτό, άλλωστε, και είναι και το κοινό μεταξύ ενός τραπεζικού υπαλλήλου, μιας ψυχολογικής εκτόνωσης σε ακρόαση, της συζύγου ενός ηθοποιού, ενός ημίτρελου επίδοξου θεατρικού συγγραφέα και μιας διαμαρτυρόμενης ηθοποιού-χορεύτριας.

Στη δική της “οντιστιόν” προς το αναγνωστικό και θεατρικό κοινό, η Ξηρογιάννη εμφανίζεται με θέμα τα πάθη του θεάτρου και τους ανθρώπους του. Το “ψώνισμα” και η δηθενιά είναι αυτά που καυτηριάζει περισσότερο. Η φυγή μερικές φορές είναι πραγματική λύτρωση από την τρέλα της αναγνώρισης (σταρ κατά λάθος) και της εκμετάλλευσης (στο φουαγιέ, οντισιόν).

Ads

Θίγει το δηθενισμό στις θεατρικές διαδρομές (στο παγκάκι) στον οποίο επενδύουν ορισμένοι (κριτικοί, υποκριτές, σκηνοθέτες) προκειμένου να γίνουν γνωστοί. Δραματικές προσεγγίσεις δίχως καλλιτεχνική αξία με μόνο στόχο την πρόκληση -ως αυτοσκοπό συχνά- που ερμηνεύεται ως καινοτομία. Χαμένα όνειρα σε σχολές (στο φουαγιέ) εκτίθενται και σεμινάρια -ως νέος τρόπος αποκόμισης οικονομικού κέρδους.

Οι διάλογοι της Ξηρογιάννη διαβάζονται “μονορούφι”. Είναι εύπεπτοι και άμεσοι. Η συγγραφέας αξιοποιεί στο έπακρο τη θεατρική ζωντάνια σε μία λιτή, μίνιμαλ, σκηνή φέρνοντας στο προσκήνιο τους ανθρώπους είτε στην προσωπική τους ζωή είτε στην ανάγκη να πρωτοτυπήσουν και ακόμα και με αφόδευση επί σκηνής.

Μιλώντας για το θέατρο -χωρίς να ξεπερνά η άποψή μας εκείνη του οποιουδήποτε θεατή- παρατηρούμε ότι αντί να προάγει τον καλλιτεχνικό ριζοσπαστισμό και να γίνεται κριτικό κι επιδραστικό (κι αλληλεπιδραστικό) με το κοινό του, τούτο τυποποιείται και ομογενοποιείται.

Στο όνομα του πειραματισμού πέρα από ακατανόητες παρεμβάσεις (που υποστηρίζονται από δημοσιογράφους και κριτικούς), εντύπωση προκαλεί το γυμνό. Αν κάποτε όμως το γυμνό και η πρόκληση στα συντηρητικά ήθη, ενείχε κάποιο ριζοσπαστισμό (και συνείσφερε στην ηθική νομιμοποίησή του στη λαϊκή συνείδηση), σήμερα που το γυμνό κυριαρχεί παντού (βιτρίνες καταστημάτων, διαδίκτυο, τηλεόραση, καθημερινή ζωή), η παρουσία του στο θέατρο περισσότερο στοχεύει στη δημοσιότητα παρά στην υποστήριξη της τέχνης.

Το θέατρο πια -σε συνθήκες κρίσης- υπακούει στον κανόνα του εύληπτου και της εμπορευματοποίησης, καθώς το άγχος της επιβίωσης υπερτερεί συχνά της καλλιτεχνικής αγωνίας. Στους ίδιους νόμους υπακούν -ως παράλληλη οικονομική δράση- και οι δεκάδες σχολές και σεμιναριακοί κύκλοι. Ακόμη και το πρωτοποριακό κομμάτι του υποκύπτει σε “ακίνδυνους πειραματισμούς” που δε θα απειλήσουν με απώλεια πελατείας. Υπόσχεται στο κοινό ένα θέατρο ελπίδας, ανάτασης και πλησμονής. Έτσι το θέατρο συντηρητικοποιείται, γίνεται εμπορικό με λίγες ακίνδυνους πειραματισμούς.

Πηγή: τοβιβλίο

“Κατεβάστε” τη νέα ποιητική συλλογή του Δήμου Χλωπτσιούδη, «κατάστιχα» από την cosmotebooks ή από το myebooks.gr