Ο Οδυσσέας Ιωάννου στο μεσοδιάστημα της ενασχόλησής του με τη στιχουργική, και σε μια εποχή που πήρε μια προσωρινή απόσταση από τη σχέση του με το ραδιόφωνο, έγραψε τα κείμενα για μια από τις πιο ενδιαφέρουσες μουσικές παραστάσεις των τελευταίων ετών. 

Ads

Σκεφτόμουν πως δεν είναι τυχαίο που η παράσταση «9:05» και το «Χειρόγραφο» της Χάρης Αλέξιου ξεχώρισαν ανάμεσα σε άλλα θεάματα και ακροάματα των τελευταίων χρόνων. Κι οι δύο φτιαγμένες από απλά υλικά, λιτές και βαθιά εξομολογητικές. Και στις δύο περιπτώσεις η ιστορία κύλησε μπροστά μας μέσα από το προσωπικό βλέμμα του γράφοντος και της γράφουσας. 

«Βασιστήκαμε σε απλά υλικά, γιατί θεωρήσαμε ότι πρέπει να στοχεύσουμε στο αίσθημα και στο ακαριαίο. Και οι τρεις παίζουμε τον εαυτό μας στη σκηνή. Δεν είμαστε ηθοποιοί, δεν έχουμε ανάγκη από φτιασίδια» λέει στο tvxs.gr ο Οδυσσέας Ιωάννου, ο οποίος μπορεί όπως λέει να μπήκε στον στίβο της στιχουργικής τυχαία, μετά από παρότρυνση  του Διονύση Τσακνή, δίνει ωστόσο τα τελευταία αρκετά χρόνια πολύ καλά δείγματα γραφής τόσο στον στιχουργικό όσο και στον πεζό του λόγο με μια σταράτη πένα που φλερτάρει με τον πεσιμισμό έχοντας το βλέμμα όμως σταθερά στην έξοδο προς την αισιοδοξία. 

Όσοι και όσες παρακολουθήσαμε την παράσταση με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου και τον Χρήστο Θηβαίο, ταξιδέψαμε από τη μεταπολίτευση έως το σήμερα, γελάσαμε, κλάψαμε και θυμηθήκαμε αυτό που μας συνδέει. Το τελευταίο ήταν στόχος της παράστασης αρχής εξαρχής όπως λέει ο Οδυσσέας. «Να μιλήσουμε ενωτικά σε μια διχαστική εποχή». Στη συνέντευξη που ακολουθεί ξετυλίγει τις σκέψεις του για την αγριότητα των χρόνων της κρίσης, για αυτά που του επιστρέφει η παράσταση, για το τραγούδι. 

Ads

Η παράσταση «9:05» μετά από τον διετή επιτυχημένο κύκλο της στο θέατρο Διάνα, δίνει το τελευταίο ραντεβού με το Αθηναϊκό την Τρίτη στο Ηρώδειο για να περιοδεύσει αμέσως μετά σε πόλεις της Ελλάδας. 

image

Έχεις δηλώσει πως στο χώρο της στιχουργικής μπήκες τυχαία, έτσι κι εδώ;

Έτσι ακριβώς έγινε και με την παράσταση. Φαντάζεσαι να μου ερχόταν ξαφνικά η ιδέα να ανέβω στη σκηνή και να παίξω τον εαυτό μου; Ξεκίνησε από μια ιδέα του Βασίλη. Μου είπε Αύγουστο πως σε ενάμιση μήνα ήθελε να ανεβάσει μια παράσταση. Η βασική ιδέα ήταν πως κάποιοι μουσικοί περιμένουν ένα τρένο να έρθει. Του λέω μου ζητάς μέσα σε λίγες μέρες να έχω έτοιμο το κείμενο για μια παράσταση. Δεν ξέρω πως γράφονται τα θεατρικά έργα δεν είναι η δουλειά μου. Μετά από λίγες μέρες μου αντιπρότεινε να γράψω τα κείμενα και να τα αφηγηθώ επί σκηνής. Να είμαι ο εαυτός μου. Η ιδέα ήταν δική του λοιπόν, το μόνο που αποφασίσαμε οι τρεις μας εγώ ο Παντελής και ο Βασίλης ήταν τι θα πούμε ποιος θα είναι ο αφηγηματικός άξονας.

Και επιλέξατε να κάνετε στάση από τη μεταπολίτευση κι έπειτα. Μία περίοδο που έχει χαρακτηριστεί μεταξύ άλλων και από καλλιτέχνες άνευρη, χωρίς οράματα κλπ. 

Στην παράσταση λέμε πως όλη η μεταπολίτευση ήταν ένα «Τέλος πάντων». Αποφασίσαμε οι σταθμοί που θα κάνουμε να μην είναι αμιγώς πολιτικοί αλλά να μιλήσουμε για μεγάλα κοινωνικά γεγονότα που ενώνουν εμάς τους άνω από 40. Γι’ αυτό υπάρχει ο σεισμός του ’99, η Ρικομέξ, το Euro το ευρωμπάσκετ και η Παπαρίζου. Γεγονότα που μας κατέβαζαν συνεχώς στους δρόμους να πανηγυρίζουμε. 

Επιλέξατε να μιλήσετε για αυτά που μας ένωσαν κυρίως και η αλήθεια είναι πως συγκινήθηκε πολύ ο κόσμος αν και ετερόκλητος ως προς τις ιδεολογικές αναφορές και πεποιθήσεις του. Που οφείλεται αυτό;

Όσο κι αν ακούγεται περίεργο, ναι, θέλαμε να μιλήσουμε ενωτικά σε μια εποχή διχαστική. Τρόμαξα με τη χολή που έβγαινε από τα μέσα μαζικής δικτύωσης. Ήθελα να βρω τον κοινό μας τόπο. Θύμωσα τόσο από την κρίση κι έπειτα κι έφτασα να μισώ καταστάσεις και ανθρώπους. Γρήγορα συνειδητοποίησα ότι ο θυμός μου δεν με έβγαζε πουθενά. Σαφώς υπάρχουν ευθύνες. Μας έτυχε αυτό το κάταγμα που θα μείνει για χρόνια. Πάμε να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε. Δεν θα καταργήσω την κοινωνική πάλη. Με πολλούς μας χωρίζουν πράγματα αγεφύρωτα ως προς τις πρακτικές, τις νοοτροπίες είναι θηριώδεις οι διαφορές. Όμως από αυτό έως την ευκολία με την οποία γραφόταν στα μέσα δικτύωσης «πάμε να χυθεί αίμα» υπάρχει απόσταση. 

Πολλοί τρομάξαμε με την ανθρωποφαγία και τον κανιβαλισμό που εκφραζόταν από τα social media αλλά το ερώτημα είναι γιατί η κρίση έβγαλε όλο αυτό το μίσος στην επιφάνεια και δεν μιλάω για τον δικαιολογημένο θυμό όλων μας αλλά για την ανθρωποφαγία για την οποία μιλάς. 

Η κρίση και η ανάπτυξη αυτών των μέσων έσκασαν μαζί. Δεν υπήρχε το fb δεκαπέντε χρόνια πριν. Αυτά που λέγαμε στις παρέες μας τότε έμεναν γνωστά στον μικρό μας κύκλο. Προφανώς είμαστε πάντα μισαλλόδοξοι και ελάχιστα ανεκτικοί στην άλλη άποψη και σήμερα αυτό φωτίζεται τόσο πολύ λόγω των μέσων αυτών. Δεν ξέρουμε λοιπόν αν είναι η κρίση αυτή που μας έβγαλε αυτά τα ένστικτα. Μπορεί να ήταν έτσι πάντα. Και αν είσαι μόνος πίσω από ένα πληκτρολόγιο μπορείς να πυροβολείς όσο θέλεις. Προσωπικά με έχει θολώσει ως προς την έντασή του. Διάβαζα κείμενο που χτυπούσαν κάτω από τη ζώνη από ανθρώπους που δεν το περίμενα και το σημαντικότερο επαναλαμβάνω, αν κάτσεις ψύχραιμα να δεις την κατάσταση δεν μπορείς να αναλωθείς σε αυτό. Η ζωή είναι μία. Αυτοί που στα κείμενα τους ζητούν αίμα δεν ξέρουν ότι το αίμα από τα χέρια δεν φεύγει. Και δεν κοιμάσαι καλύτερα με το αίμα στα χέρια για το δίκιο σου.

Οι πρόζες σε οδήγησαν στα τραγούδια;

Επιλέξαμε πρώτα τους σταθμούς και μετά αναζητήσαμε τα τραγούδια τα οποία συνδέονται με ένα υπόγειο νήμα με το κάθε γεγονός. Υπάρχει Μίκης, Βαμβακάρης, Ξαρχάκος, Λοϊζος, Μικρούτσικος. Τα τραγούδια ακολουθούν το αίσθημα των κειμένων. 

Περνάτε πολύ έντεχνα από το προσωπικό στο συλλογικό, ήταν ζητούμενο;

Ήταν ένα στοίχημα ναι. Ένας άλλος λόγος που πέτυχε η παράσταση ξέρεις ποιος είναι; Έρχεται κάποιος στο θέατρο και βλέπει τέσσερις βλοσυρούς σκοτεινιασμένους τύπους και δεν περιμένει πως θα γελάσει. Αυτό ήταν έκπληξη για τους θεατές.

Τα ίδια τα γεγονότα – σταθμοί της παράστασης είναι φορτισμένα. Φοβήθηκες τον κίνδυνο του μελό;

Οι φόβοι μας ήταν το μελό και το διδακτικό. Η παράσταση ξεκίνησε μέσα στην κρίση. Για να μιλήσεις χωρίς να είσαι θυμωμένος και διδακτικός ήταν το θέμα. Το μελό προκαλεί συγκίνηση δεν με χαλάει. 

Φοβήθηκες μη γίνεις διδακτικός ενώ ο διδακτισμός δεν χαρακτηρίζει τον λόγο σου. Μάλλον κρατάς απόσταση και αυτοϋπονομεύεσαι παρά σηκώνεις το δάχτυλο. 

Ναι αλλά γράφτηκε μέσα στην κρίση το κείμενο σε μια περίοδο που ήμουν πολύ θυμωμένος. Ήταν εύκολο να κουνήσω το δάχτυλο ενάντιων όλων. Με ενοχλεί το τρίτο πληθυντικό το αυτοί, εκείνοι, οι άλλοι. 

Υπάρχει στην ποίηση μεγάλων ποιητών, του Λειβαδίτη του Αναγνωστάκη…

Φυσικά είναι και αγαπημένοι μου ποιητές, το θέμα είναι σήμερα πως το χρησιμοποιείς. 

Φοβήθηκες μην πάρεις θέση;

Θέση πήραμε, εξάλλου είμαστε όλοι αριστεροί οι συμμετέχοντες είναι γνωστό και δεν έχουμε και καμία ενοχή. Άρα η ματιά μας είναι από κει. Δεν είναι επάγγελμα το να είσαι αριστερός και σηκώνει και μεγάλη κουβέντα σήμερα το ποιος είναι αριστερός γιατί μπορεί έτσι να αυτοαποκαλείται και αυτός που λέει πάμε να χύσουμε το αίμα των αλλόπιστων. Για μένα δεν είναι. Δεν θα κρίνω εγώ για τον εαυτό μου μιλάω μόνο. Εγώ φοβήθηκα την εύκολη καταγγελία. Ξέρουμε ονόματα και διευθύνσεις. Δικαστής δεν είμαι ας αναλάβει η δικαιοσύνη. Εμείς τι θα κάνουμε; Θα κλαιγόμαστε;

Έχεις απαντήσει στο ερώτημα εμείς τι κάνουμε;

Όχι αλλά με το να κλαιγόμαστε δεν βγαίνει κάτι. Υπάρχει κόσμος που λέει ότι διανύουμε την τετράχρονη καμπύλη του καπιταλισμού και σε λίγα χρόνια θα είμαστε όλοι στα λιβάδια και θα αγοράζουμε Καγιέν. Τέρμα αυτό, δεν είναι η καμπύλη του καπιταλισμού. Κλάψαμε, φέραμε τις μοιρολογίστρες, από δω και πέρα να δούμε τι θα κάνουμε. Στο χαρτί είμαι ειλικρινής. Ως πότε θα παίζουμε τα θύματα;

Ξεκίνησες τυχαία να γράφεις όμως συνέχισες να γράφεις αυτό δεν είναι τυχαίο…

Γλυκάθηκα ναι. Αλλά αν δεν ήταν ο Τσακνής να μου παραγγείλει στίχους δεν θα το έκανα. Με ενδιέφερε το πεζό.

Κάτι είδε;

Κάτι είδε ή απλά βαριόταν να γράψει ο ίδιος. 

Ποιες οι αγωνίες όταν αναμετριέσαι με το λευκό χαρτί;

Όλα τα τραγούδια του κόσμου γράφτηκαν για 8 αιτίες. Θα επαναληφθείς μοιραία. Το θέμα είναι το βλέμμα σου. Πως θα το στήσεις τεχνικά. Θα μπορέσω να εξελίξω τη φόρμα μου; Συχνά δεν τα καταφέρνω έχω κάποιες ευκολίες, δεν θέλω να το παίξω ότι ανοίγω νέους δρόμους, προσπαθώ όμως να μην κάνω αυτό που θα κάναμε όλοι αν μας έλεγαν γράψε έναν στίχο, δηλαδή ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο. 

Υπάρχουν απαγορευμένες λέξεις στη στιχουργική;

Αποφεύγω τα επίθετα. Αυτό συμβουλεύω και στα μαθήματα στιχουργικής που κάνω. Πολλοί πιτσιρικάδες που γράφουν θεωρούν ότι αν προσθέσουν πολλά επίθετα προσδίδουν ποιητικότατα. Πρέπει το φεγγάρι να είναι όχι απλώς ολόγιομο αλλά και υπέρλαμπρο Έτσι το αποδυναμώνουν όμως. Ολοκληρώνω έναν στίχο και μετά λέω: Ωραία, για να δούμε πόσα επίθετα μπορούμε να σβήσουμε τώρα. Και στη ζωή μας γενικά έτσι τα αντιμετωπίζουμε τα επίθετα, θεωρούμε ότι δίνουν αξία. Στην πραγματικότητα τα ουσιαστικά τα λένε όλα. 

Συχνά έχεις την ανάγκη να εξομολογηθείς τις σκιώδεις πλευρές σου. Σαν να έχεις την υποχρέωση όχι απλά να μιλήσεις για αυτές αλλά να επιμείνεις κιόλας. 

Μα δε γίνεται αλλιώς. Όσο κι αν ξέρουμε ότι είμαστε φορείς για να ειπωθούν πράγματα ξένων. Δεν είμαστε τραγουδοποιοί, εμείς υποδυόμαστε ρόλους. Μπαίνουμε σε παπούτσια άλλου για να γράψουμε. Αν δεν είμαστε ειλικρινείς δεν έχει αξία αυτό. 

Στις «Βυθισμένες άγκυρες» μιλάς από τη μεριά του ανθρώπου που εγκαταλείπει, δεν είναι συνηθισμένο αυτό. Τα τραγούδια μιλούν εκφράζουν συνήθως την πλευρά του ανθρώπου που βιώνει την εγκατάλειψη.

Αυτό κάνω και στις «Πρώτες λέξεις». Δεν είναι στη ζωή μας αυτός ο ρόλος; Δεν είναι μια αλήθεια; Ως πότε θα παίζουμε τα θύματα; Στις πρώτες λέξεις υπάρχει ένας στίχος που λέει «Όσοι αγάπησαν δεν είναι τόσο αθώοι». Αυτή η αντίληψη που υπάρχει ότι, εγώ αγάπησα ερωτεύτηκα, άρα αυτό με αθωώνει δεν ισχύει. Ας μη γελιόμαστε, η μόνη ανιδιοτελής αγάπη είναι των γονιών για τα παιδιά τους. Οποιαδήποτε άλλη έχει από ελάχιστη έως θηριώδη ιδιοτέλεια. Είμαστε ιδιοτελείς στις σχέσεις μας, ακόμα και στο ότι θέλουμε να φαινόμαστε ανιδιοτελείς. Όταν ανακάλυψα στα τριάντα μου ότι δεν με αγαπάνε όλοι, κλονίστηκα. Ήταν μεγάλο σοκ. Μετά συνειδητοποιείς ότι κάποιοι σε μισούν κιόλας. Τι νόημα έχει να γράφεις αν δε μιλάς γι’ αυτά;

Υπάρχουν θέματα για τα οποία δεν έχεις ανάγκη να μιλήσεις;

Ανάλογα με τις εποχές πάω. Τα θέματα είναι συγκεκριμένα όπως είπαμε, γύρω από αυτά γυρνάμε. Υπάρχουν ερωτικά κι ερωτικά, πολιτικά και πολιτικά. Υπάρχουν τόσο βερμπαλιστικά τραγούδια που κραυγάζουν ότι πάω επί τούτου να γράψω για την επανάσταση που δεν γίνεται. Αυτό που μένει είναι αυτό που σου αποδίδει ο ακροατής. Το δίκιο αυτός το έχει πάντα. Ένα υπόδειγμα πολιτικού τραγουδιού για μένα είναι το «Πρώτη Μαΐου» του Λοίζου. Ακούς το κουπλέ και περιμένεις το ρεφρέν να είναι ένας Λενινιστικός στίχος και τον ακούς να ψάχνει το κορίτσι που αγαπάει. Εμπεριέχει την προσωπική σκοτεινιά, τη συλλογική διεκδίκηση, την ελπίδα , όλα μαζί. Χωρίς να κραυγάσει χωρίς να κάνει μάθημα. 

Θα ξαναβγείς στη σκηνή;

Δεν ήταν τόσο δύσκολο θα το ξαναέκανα που σημαίνει ή είμαι γεννημένος ψώνιο (γέλια) ή είμαι γεννημένος για τη σκηνή. 

Το «9.05» σε σκηνοθεσία Π. Βουλγαρη με τον Β. Παπακωνσταντίνου, τον Χρ. Θηβαίο και τον Οδ. Ιωάννου την Τρίτη 30 Αυγούστου ανεβαίνει στο Ηρώδειο.