[…] Κλείνει ο ορίζοντας της φαντασίας μας. Και αυτό οφείλεται στις παλαιότερες γενιές, οι οποίες, απέτυχαν στο να βλέπουν έναν μέλλοντα χρόνο, ή στο να ενδιαφέρονται γι’ αυτόν. Έχει τυφλωθεί το βλέμμα μας προς το αύριο! Και αυτά που κινούνται στο θολό τοπίο του μελλοντικού χρόνου είναι αδιάφορα. Να γιατί οι G7 ή ο οποιοσδήποτε κυβερνήτης μιας χώρας, αδιαφορεί για το “μετά” […] Ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Γιώργος Κιμούλης, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη, με αφορμή τον τραπεζίτη Τζον Γαβριήλ Μπόρκμαν του Ίψεν.

Ads

Κρ.Π.: Ποιό το κυρίως θέμα του συγκεκριμένου έργου;

Γ.Κ.: Το πρώτο θέμα του Μπόρκμαν δεν είναι άλλο από αυτό που βιώνει ο σύγχρονος άνθρωπος: τον ακραίο απομονωτισμό.

Χρόνια τώρα η ανθρωπότητα παλεύει να συμφιλιώσει δύο έννοιες: το ατομικό και το κοινωνικό. Πώς το άτομο και το εγώ του, η προσωπική του ασφάλεια, η προσωπική του ευτυχία και επιτυχία μπορεί να αναπτυχθεί απρόσκοπτα μέσα σε έναν κοινωνικό χώρο;

Ads

Τα πολιτικά συστήματα προσπάθησαν και σε θεωρητικό και σε πρακτικό επίπεδο να κινηθούν είτε μόνο μέσω μιας αυστηρής πειθαρχημένης κοινωνικής οργάνωσης κονιορτοποιώντας όμως τις προσωπικές επιθυμίες του ατόμου, είτε με αυτό που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια, μία εικονική ελευθερία του ως προς την επιβίωση του και την “ανάπτυξή” του μέσα σε μία κοινωνία η οποία λειτουργεί έχοντας ως άξονά της την αυταπάτη της περίφημης ελεύθερης αγοράς.

Και το ένα και το άλλο, απέτυχε. Το μελλοντικό αίτημα του ανθρώπου, είναι να μπορέσει να γίνει ατομικά κοινωνικό ον, χωρίς αυτό να συνιστά αντίφαση. 

Ο Ίψεν στον Μπόρκμαν αυτό είναι που προσπαθεί να αναπτύξει ως συλλογισμό και ως θέση, λέγοντας ευθαρσώς ότι κατ´ αρχάς η ατομική εγωτική ανάπτυξη ενός ανθρώπου μέσα σ’ έναν κοινωνικό χώρο δεν καταστρέφει μόνο το άτομο που προσπαθεί μόνο του ν’ αναπτυχθεί, αλλά καταστρέφει και τους γύρω του! 

Είναι εκπληκτικό το πώς ο Ίψεν είχε δει τη μεταμόρφωση του βιομηχανικού καπιταλισμού σε χρηματοοικονομικό και το τέλος αυτού του τελευταίου, όπως το βιώνουμε τώρα. Είχε μιλήσει, με τα δικά του λόγια βέβαια, τριάντα χρόνια πριν τον Ρώσο οικονομολόγο Κοντράτιεφ, για τη θεωρία των μεγάλων οικονομικών κύκλων. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο Ίψεν από το 1896 άρθρωσε το γνωστό σύνθημα που αυτή τη στιγμή κυριαρχεί στον παγκόσμιο χώρο: Οι άνθρωποι πάνω από το κέρδος! Αυτή είναι ουσιαστικά και η τελευταία φράση του Μπόρκμαν.

Κρ.Π.: Ένα σύνθημα που ακούστηκε σε πολλά κινήματα ανά τον κόσμο, και εμπεριέχει αυτά τα στοιχεία, ήταν το «Είμαστε όλοι Έλληνες…» που κατόπιν είδαμε να το χρησιμοποιούν και για τους Τούρκους, και για τους Βραζιλιάνους, κλπ., δηλαδή, ένα μήνυμα ό,τι όλοι ανήκουμε στο ίδιο δυναμικό υπερσύστημα, στο όλον, οπότε αλληλοεπηρεαζόμαστε…

Γ.Κ.: Είναι έτσι ακριβώς. Το δεύτερο θέμα για το οποίο μιλάει ο Ίψεν στον Μπόρκμαν είναι η αποφυσικοποίηση του ανθρώπου. 

Ο ήρωας του θεατρικού του έργου πίστεψε πως χρησιμοποιώντας μόνος του απερίσκεπτα και ασεβώς τον κρυμμένο ορυκτό πλούτο της χώρας του, αυτό που η ίδια η φύση προσφέρει, μπορεί να κάνει ευημερές και εύπορο το κοινωνικό σύνολο και γι’ αυτό καταστρέφεται.

Ανέκαθεν η χρηστική επεξεργασία της φύσης, όταν δε γινόταν με φειδώ και με σεβασμό προς αυτήν, οδηγούσε στην καταστροφή. Γιατί, από τη στιγμή που ο άνθρωπος ξεχνά ότι είναι μέρος της φύσης, εξορίζεται στο χώρο της αποφυσικοποίησής του και καταστρέφεται. Το σύμπαν δε δημιουργήθηκε για να το κατανοήσει – καταλάβει – κατακτήσει, ο άνθρωπος. Δυστυχώς όμως σ’ αυτήν ακριβώς την παγίδα έχει πέσει: να νομίζει ότι το σύμπαν δημιουργήθηκε για να το “δει” αυτός.

Κρ.Π.: Ο ανθρωπολόγος Σωτήρης Δημητρίου, στην μελέτη που κατέθεσε για την ακτιβιστική Έρευνα για την Κρίση, έχει πει ότι μετά την βιομηχανική επανάσταση, τα κράτη εκ-βίασαν τη φύση για την… παραγωγή κέρδους, που είναι η βασική αιτία ττης παγκόσμιας κρίσης, η οποία είναι δομική γι’ αυτό συνιστά την αλλαγή πολιτισμού, και ότι οι G7, γνώριζαν από μελέτες πολλά χρόνια πριν ότι οδηγούμαστε με μαθηματική ακρίβεια σε αυτήν, εφόσον ξεπερνάμε εδώ και χρόνια τα όρια του υπερσυστήματος, αλλά δεν τις έλαβαν υπόψιν τους… 

Γ.Κ.: Αυτό είναι το τρίτο θέμα του έργου. Το πρώτο είναι το κοινωνικοπολιτικοοικονομικό ζήτημα που ανέφερα, το δεύτερο είναι η αποφυσικοποίηση του ανθρώπου, και το τρίτο είναι η αποτίναξη του βάρους που εχει φορτώσει η παλαιότερη γενιά στη νεώτερη. 

Ο άνθρωπος, συνειδητά ή μη, γνωρίζοντας ότι θα φύγει από αυτή τη ζωή, βλέπει τα πράγματα μόνον ως προς την χρηστική αξία που θα έχουν όσο αυτός ζει! Αυτό συμβαίνει και με τους πολιτικούς άρχοντες. Βλέπουν τις πράξεις τους, ως προς το κατά πόσο θα είναι χρηστικές για όσο καιρό βρίσκονται στην εξουσία, αδιαφορώντας εντελώς γι’ αυτό το οποίο θα συμβεί μετά.

Δηλαδή, ο ορίζοντάς τους σταματά στην τετραετία ή στην τριετία που αυτοί διακυβερνούν μία χώρα. Αν το δείτε αυτό και στον υπόλοιπο κοινωνικό χώρο, θα καταλάβετε ότι αυτοί οι άνθρωποι έχουν κληροδοτήσει σε όλη τη νεώτερη γενιά αυτό το βλέμμα. 

Παλαιότερα οι νεώτερες γενιές έβλεπαν τον εαυτό τους -με τα μάτια της φαντασίας τους βέβαια- τι θα γίνουν ή τι θα κάνουν όταν φτάσουν 30, 40, ή και 50 χρονών.  Τώρα, η νεώτερη γενιά λειτουργεί βάσει με το τι θα καταφέρει τα δύο ή τα τρία επόμενα χρόνια, ή τον αμέσως επόμενο χρόνο. Κλείνει ο ορίζοντας της φαντασίας μας.

Και αυτό οφείλεται στις παλαιότερες γενιές, οι οποίες, απέτυχαν στο να βλέπουν έναν μέλλοντα χρόνο, ή στο να ενδιαφέρονται γι’ αυτόν. Έχει τυφλωθεί το βλέμμα μας προς το αύριο! Και αυτά που κινούνται στο θολό τοπίο του μελλοντικού χρόνου είναι αδιάφορα. Να γιατί οι G7 ή ο οποιοσδήποτε κυβερνήτης μιας χώρας, αδιαφορεί για το “μετά”

Στον Μπόρκμαν θίγεται αυτή η σχέση της παλαιότερης γενιάς με τη νεώτερη. Μια παλαιότερη γενιά που έχει πεθάνει και η οποία όχι μόνο δεν το αποδέχεται, αλλά ζητά συνεχώς να υπάρχει μέσα από τον τρόπο που σκέπτεται η νεώτερη γενιά! Όμως στον Μπόρκμαν η νεώτερη γενιά γυρίζει εντελώς την πλάτη της στην παλαιότερη, αφήνοντάς την να χορεύει μόνη της το μακάβριο χορό του Καμίγ Σαιν-Σανς στο νεκρό παγωμένο τόπο της.

Κρ.Π.: Υπάρχει μια αφρικάνικη παροιμία που λέει, αν δεν ξέρεις που πας, ψάξε από πού έρχεσαι. Δηλαδή, το να χαράξουμε το μέλλον, έχει να κάνει και με το πόσο γνωρίζουμε το παρελθόν μας. Κι αν σκεφτούμε ότι οι νεώτερες γενιές έχουν μεγαλώσει κυρίως με νταντάδες, τι έχουν κληρονομήσει από τους γονείς τους; Μόνο τα περιουσιακά τους στοιχεία;

Γ.Κ.: Η αλήθεια είναι πως ο σεβασμός στο παρελθόν μας και προς αυτό που μας έφερε στον κόσμο είναι αναγκαίος, αλλά εδώ έχουμε φτάσει στο μη περαιτέρω. Σχεδόν απαιτείται να συμπεριφερθούν οι νεώτεροι σαν ορφανοί. Πρέπει να σκεφτούμε ξανά με μεγάλη σοβαρότητα τη φράση του Μαρξ: “η παράδοση από όλες τις πεθαμένες γενιές βαραίνει σαν εφιάλτης πάνω στα μυαλά των ζωντανών”. 

Δυστυχώς – αθώα ή όχι δεν ξέρω – έχουμε κληροδοτήσει στη νεώτερη γενιά τα δικά μας γερασμένα μάτια, που βλέπουν μικρό το μέλλον, και βεβαίως, λόγω ηλικίας, μεγαλύτερο το παρελθόν! Χρειάζεται μία αποκόλληση της νεώτερης γενιάς από την παλαιότερη.

Το δυστύχημα είναι, ότι έχουμε δημιουργήσει τέτοια ανασφάλεια στη νεώτερη γενιά, που δεν μπορεί εύκολα να αρχίσει να περπατά σε ένα τοπίο άγνωστο και απάτητο, που δεν έχει ιχνηλατηθεί.

Ανέκαθεν η νεώτερη γενιά πατούσε στα χνάρια της παλαιότερης και ανακάλυπτε το καινούργιο τοπίο το οποίο η ίδια ιχνηλατούσε απ´ την αρχή.  Τώρα όμως οτιδήποτε έχει πατήσει η παλαιότερη γενιά οδηγεί σε αδιέξοδο. Είναι αναγκαίο, η νεώτερη γενιά λοιπόν να γυρίσει εντελώς την πλάτη της στην παλαιότερη και να κατασκευάσει ή να φτιάξει ή να γκρεμίσει αυτόν τον τοίχο που γεννάει το αδιέξοδο, για να ανακαλύψει ένα καινούργιο τοπίο μη ιχνηλατημένο! 

Είναι μεγάλο το βάρος, δύσκολο το να γυρίσεις την πλάτη σου στο γονιό σου και ακόμη πιο δύσκολο να βαδίσεις με μυωπικά μάτια, που έχεις άδικα κληρονομήσει, ένα σκοτεινό και άγνωστο δρομο. Αλλά δε νομίζω να υπάρχει άλλη λύση!

Αυτό είναι το τρίτο θέμα που θίγεται στο Μπόρκμαν: Όσο κοιτάζεις τον γονιό σου, ο οποίος έχει αποτύχει και δεν το παραδέχεται, τόσο θα σε ρουφάει ο διαρκής πνευματικός βαμπιρισμός του. Δεν μπορεί εύκολα η παλαιότερη γενιά να δεχτεί την αποτυχία της. Συνεχώς θα προσπαθεί να πείσει τη νεώτερη ότι είχε δίκιο, και ότι οι συνθήκες ίσως δεν την βοήθησαν.

Κρ.Π.: Πάνω σε αυτό, έχετε προβληματιστεί…

Γ.Κ.: …Εγώ ανήκω στην παλαιότερη γενιά…

Κρ.Π.: Ναι… αλλά αφού έχετε προβληματιστεί, θα έχετε προσπαθήσει να μπείτε στη θέση ενός νέου…

Γ.Κ.: Όχι, δε μπορείς να μπεις στη θέση ενός νέου. Δεν γίνεται. Με την έννοια, ότι είμαι και γονιός και δάσκαλος. Κι αυτό το οποίο έχω καταλάβει πολύ καλά είναι πως και οι δύο – και ο γονιός και ο δάσκαλος – πρέπει να ακολουθούν έναν κανόνα: οι νεώτεροι δεν αντιγράφουν αυτό που τους λες, αλλά αυτό που τους κρύβεις! Αν λοιπόν αυτό που τους κρύβεις είναι μια καθολική αποτυχία σου, αυτό θα αντιγράψουν. Την αποτυχία σου. 

Πόσο εύκολο όμως είναι να εμφανίζεις την αποτυχία σου και να μη γίνεσαι ένας γραφικός ή ένας Ιταλός μοναχός που αυτομαστιγώνεται με το δικό του ηθικό φραγγέλιο ή για να εξιλεωθεί ή για να τον λυπηθούν; Καθόλου εύκολο. Εγώ απλώς προσπαθώ να αρθρώσω αυτή τη στιγμή μια προβληματική, όχι τη λύση του προβλήματος. Τη λύση του προβλήματος πρέπει να τη βρει ο νεώτερος.

Κρ.Π.: Σε ποια σημεία πιθανά σας δυσκόλεψε η ενσάρκωση του χαρακτήρα του Μπόρκμαν;

Γ.Κ.: Κατ´ αρχάς και κατ´ αρχήν δεν πιστεύω ότι υπάρχουν χαρακτήρες στο θέατρο. Άρα δε μπορεί να υπάρξει ενσάρκωση.

Τα θεατρικά έργα είναι μία συρραφή λέξεων και φράσεων. Έχουν μεσολαβητική αξία. Είναι το μέσον που χρησιμοποιεί ο κάθε ερμηνευτής για να εμφανίσει ένα μέρος του δικού του χαρακτήρα.

Πάνω στη σκηνή δεν είμαστε άλλοι. Είμαστε εμείς! Και επειδή ο άνθρωπος δεν είναι μονοσήμαντος αλλά πολυδιάστατος, έχει εντός του όλες τις «μάσκες» συμπεριφοράς που αναγνωρίζει στον έξω από αυτόν κόσμο.

Το γεγονός ότι χρησιμοποιεί στη ζωή του, μία – δύο – τρεις – τέσσερις μάσκες συμπεριφοράς, είναι ή γιατί έτσι τον βολεύει, ή γιατί έτσι του έχουν επιβάλλει, ή γιατί έτσι του έχουν μάθει ή γιατί έτσι πιστεύει ότι αρέσει στους άλλους.

Αυτό δεν σημαίνει ότι εντός του κουβαλά και φέρει μόνο αυτές τις μάσκες. Ο άνθρωπος έχει στη μνήμη του όλες τις μάσκες που αναγνωρίζει στον έξω από αυτόν κόσμο, γιατί τις ανά-γνωρίζει, δηλαδή τις γνωρίζει ξανά. Με τί; Με το μυαλό του! 

Προτιμώ, ως άλλος περιεργοπένης λοιπόν, την ετυμολογία της λέξης μίμησις, που προτείνει ο Αλεξανδρινός λεξικογράφος Ησύχιος: εκ της προστακτικής μέμνησο του ρήματος μιμνήσκω. Σαν να προστάζει δηλαδή κάτι τη μνήμη σου να εμφανίσει αυτό που ήδη υπάρχει εντός της. Κι αυτό το κάτι είναι το κείμενο. Εδώ λοιπόν μιλάμε για τη σχέση που έχει η υποκριτική με τη δύναμη και το θάρρος του κάθε ηθοποιού, να εμφανίσει τις μάσκες συμπεριφοράς, που μπορεί στη ζωή του να μην εμφανίζει.

Κρ.Π.: Άρα, δεν θα έπρεπε στον 21ο αιώνα στα θέατρα όλου του κόσμου, να συνεργάζονταν μόνιμα και ψυχολόγοι, ώστε να βοηθούσαν σκηνοθέτες και ηθοποιούς στην ακόμα μεγαλύτερη εμβάθυνση των ρόλων; Διότι ενίοτε συναντάμε τεχνική μεν αρτιότητα, αλλά και ρηχότητα, ως προς την απόδοσή τους.

Γ.Κ.: Η σχέση θεατρικής τέχνης με τις επιστήμες μπορεί όντως να είχε ενδιαφέρον και πολλές φορές το έχουν προσπαθήσει. Και σε άλλες χώρες πιο συχνά, αλλά και εδώ πιο σπάνια. Ναι. Θα είχε ενδιαφέρον αν δεν υπήρχε μία εκ γενετής αντιπαλότητα αυτών των δύο χώρων.

Στην πραγματικότητα όμως κατά τη γνώμη μου ο τόπος συνάντησης αυτών των δύο είναι terra incognita ακόμη. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε κατ´ αρχάς πως σε θεωρητικό επίπεδο υπάρχει ανισοτιμία. Η θεατρική τέχνη θεωρητικά είναι νεογνό. Μόλις 100 ετών. Αν εξαιρέσουμε το κείμενο του Ντιντερό και κάποιες σκέψεις του Άππια και του Γκραιγκ, οι πρώτες θεωρητικές σκέψεις γύρω από την υποκριτική διατυπώθηκαν από τον Στανισλάβσκι στις αρχές του 20ου αιώνα.

Κρ.Π.: Αυτό που είπατε για τις μάσκες, συνδέεται με αυτό που είχε πει ο μεγάλος θεωρητικός Μιχαήλ Μπαχτίν, για τις πολλές φωνές που υπάρχουν μέσα στο έργο ενός καλλιτέχνη; Άρα έχουμε μέσα μας, το όλον. Υπάρχουν μέσα μας όλοι οι γύρω μας…

Γ.Κ.: Ναι. Ίσως. Θα μπορούσε να πει κάποιος, πως μπορεί να υπάρχει και μία σχέση  με την περίφημη μπαχτινική πολυφωνία.

Κρ.Π.: Δηλαδή, όπως έχει πει ο Σαββόπουλος στον Μικρό Μονομάχο, «Άμα κάνεις μια βουτιά στον εαυτό σου / δε θα βρεις τον εαυτό σου / αλλά όλους τους άλλους / τους μικρούς και τους μεγάλους / γιατί ο χρόνος είναι ένας / και δεν πέθανε κανένας»;  Άρα αυτός ο ατομικισμός που αναφέρατε, ήταν ουσιαστικά απαξίωση του εαυτού μας, εφόσον δεν συμπεριελάμβανε «όλους τους άλλους», δεν συμπεριελάμβανε το «όλον»;

Γ.Κ.: Όλο αυτό ο άνθρωπος είναι πολύ δύσκολο να το αποδεχτεί. Γιατί το βλέμμα του, αυτό που βλέπει προς τα έξω, δεν μπορεί να δει το όλον. 

Πρώτον γιατί είναι μέρος του όλου, άρα δεν μπορείς να δεις το όλον όταν είσαι μέρος του. Είναι σαν το κουκούτσι ενός μήλου να θέλει να βγει έξω από το μήλο για να εξηγήσει πως είναι το μήλο…

Και δεύτερον, γιατί τα μάτια μας είναι μπροστά μας, όχι στο πλάι. Είμαστε άνθρωποι, όχι ψάρια. Άρα οι μοίρες που βλέπουμε, πάντα είναι λιγότερες από τις μοίρες που δεν βλέπουμε.

Για να μην προσθέσω την ειρωνεία της φύσης, που τοποθέτησε το οπτικό μας νεύρο στο τυφλό μας σημείο, από πίσω… Με αυτή λοιπόν την έννοια, είναι πολύ δύσκολο ο άνθρωπος να δει το όλον. Τι μπορεί να κάνει; Να το σεβαστεί! Να το αποδεχτεί και να το σεβαστεί. Αυτός ουσιαστικά είναι ο Θεός. Αυτό το άγνωστο. Το άγνωστο είναι ο Θεός και γι’ αυτό απαιτείται σεβασμός.

Κρ.Π.: Και να κλείσει τα μάτια; Να γυρίσει το βλέμμα προς τα μέσα; Γιατί μέσα του δεν είναι όλοι οι άλλοι;

Γ.Κ.: Δε χρειάζεται να τα κλείσει. Αρκεί να μην εμπιστεύεται μόνον αυτά, αλλιώς κάποια στιγμή θα αυτοτιμωρηθεί ως άλλος Οιδίπους. Αν και, επειδή δεν έχω τρίτο μάτι όπως ο Οιδίπους του Χαίντερλιν, μου αρέσει μία άλλη φράση από ένα σονέτο του Σαίξπηρ: “Βλέπω καλύτερα, με τα μάτια μου κλειστά.”

Κρ.Π.: Σχετικά με την επαγγελματική ιδιότητα του Μπόρκμαν ως τραπεζίτη, πιστεύεται ότι το επάγγελμα δημιουργεί τον χαρακτήρα ή το αντίθετο;

Γ.Κ.: Μακάρι να συνέβαινε ο χαρακτήρας να φτιάχνει το επάγγελμα. Οι άνθρωποι θα ήταν πιο ευτυχισμένοι, γιατί τότε δεν θα έκαναν επάγγελμα ή δουλειά, θα έκαναν εργασία, θα δημιουργούσαν έργο.

Υπάρχουν ευτυχισμένοι άνθρωποι που έχουν κατορθώσει να εμπιστευτούν τον χαρακτήρα τους, και έχουν τοποθετήσει τον εαυτό τους, σε έναν τέτοιο τόπο εργασίας. Υπάρχουν όμως και άνθρωποι οι οποίοι καθοδηγούμενοι από την παλαιότερη γενιά, ακολούθησαν ένα επάγγελμα που δεν είχε καμία σχέση με τον χαρακτήρα τους.

Γιατί ξέρετε, η λέξη χαρακτήρας βγαίνει από το χαράττω. Δηλαδή είναι το εργαλείο που μας βοηθά να ιχνηλατήσουμε τον τόπο της ζωής μας. Γιατί η ζωή μας τόπος είναι, όχι χρόνος.

Κρ.Π.: Ο Κορνήλιος Καστοριάδης, είχε πει ότι το καπιταλιστικό σύστημα καταστρέφει βαθμιαία όλους τους ανθρωπολογικούς τύπους που είναι αναγκαίοι για την ύπαρξη και λειτουργία του, και στηρίχτηκε σ’ αυτούς αρχικά για να δημιουργηθεί. Αυτό συμβαίνει, διότι εκβιάσαμε τη φύση υπέρ της αισχροκέρδειας, ξεπεράσαμε δηλαδή τα όρια λειτουργίας του υπερσυστήματος της φύσης, δημιουργώντας συγχρόνως ανθρώπους-μηχανές κέρδους;

Γ.Κ.: Από τη στιγμή κατά την οποία το χρήμα ή το κέρδος απέκτησε θέση υποκειμένου σε μία φράση, έχασε αμέσως τη βασική του χρηστική αξία, που ήταν: να είναι αντικείμενο.

Είπαμε κάποτε ότι ο άνθρωπος μπορεί να ζει καλύτερα με το χρήμα, ότι ο άνθρωπος χρησιμοποιεί το χρήμα. Τώρα η φράση έγινε: Το χρήμα κάνει ευτυχισμένο τον άνθρωπο. Αυτό το αναποδογύρισμα, η μεταμόρφωση ενός αντικειμένου σε υποκείμενο, ήταν καταστροφική για τον άνθρωπο, επειδή δημιούργησε σ’ αυτό το αντικείμενο, σχεδόν μια δική του βούληση. Και το χρήμα πλέον έχει δική του βούληση – κατ’ επέκταση και το κέρδος.

Κρ.Π.: Σήμερα όπως φαίνεται ο πόλεμος είναι ανάμεσα στην οικονομία και την πολιτική(ως αντιπρόσωπος της κοινωνίας πολιτών). Αν επικρατήσει η οικονομία, τότε παύουμε να μιλάμε για πολιτική, άρα για πολίτες και κοινωνία πολιτών. Οπότε, στις μέρες, καταστρέφεται η έννοια της κοινωνίας;

Γ.Κ.: Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Βεβαίως και είμαστε σε ένα στάδιο όπου το μέλλον φαντάζει ως έτσι. Η πολιτική έχει αρχίσει να ταυτίζεται πλήρως με την οικονομία. Η πολιτική έπαψε να είναι ένα τοπίο ανταλλαγής ιδεών, και έχει γίνει ένα υψηλού επιπέδου οικονομοτεχνικό σύστημα.

Κρ.Π.: Γι’ αυτό κάποιοι μιλούν για τεχνοκρατική δικτατορία…

Γ.Κ.: Μα είναι έτσι ακριβώς. Κι αυτό έχει άμεση σχέση και με την παιδεία και την εκπαίδευση. Δείτε πως αναπτύσσεται σιγά σιγά η παιδεία, το σύστημά της. Έχουμε σε πρώτο επίπεδο τα οικονομικά, τα μαθηματικά.

Τα μαθηματικά, δε, χωρίς την παραμικρή φιλοσοφική σχέση που μπορεί να έχει η ίδια η επιστήμη, αλλά απλώς και μόνο για να μας διευκολύνουν να χειριζόμαστε ένα Excel, ώστε να μπορούμε να φτιάχνουμε τις λογιστικές μας αλχημείες. Μετά από τα οικονομικά και τα μαθηματικά, έχουμε σε πολύ δεύτερο και χαμηλό επίπεδο, τις οποιεσδήποτε ανθρωπιστικές σπουδές. Και στο τέλος, στο βάθος, χαμένο σε ένα ημίφως, τις τέχνες! 

Όταν λοιπόν ένα παιδί για 12 χρόνια κουρδίζεται σ’ αυτή τη λογική, είναι φυσικό όταν βγει στον κοινωνικό του χώρο το μάτι του να μην έχει καμία καλλιτεχνική διαύγεια, να μην έχει την παραμικρή ανθρωπιστική ερμηνεία του κόσμου, να μη βλέπει τον κόσμο σαν ένα σύνολο ανθρώπων, ούτε να βλέπει τη ζωή σαν έργο τέχνης, αλλά να βλέπει και τους ανθρώπους και τη ζωή σαν έναν αριθμό. Αυτό είναι εγκληματικό!

Κρ.Π.: Τι θα έπρεπε να ορίζουμε ως τέχνη σήμερα; (Καθώς βλέπουμε την όλο και μεγαλύτερη απαξίωσή της σε άλλη μια μηχανή κέρδους;)

Γ.Κ.: Το τί είναι τέχνη, έχουν προσπαθήσει πάρα πολλοί να ορίσουν. Στη φάση που βρισκόμαστε, η τέχνη δεν μπορεί να είναι καθοδηγητική. Στη φάση που βρισκόμαστε, ο ρόλος της τέχνης οφείλει να είναι μόνον υπομνηστικός. Να θυμίζει στους ανθρώπους αυτά που έχουν ξεχάσει! Εκεί βρίσκεται η αλήθεια της.

Κρ.Π.: Και ποιά είναι η αλήθεια του Μπόρκμαν;

Γ.Κ.: Η αλήθεια του Μπόρκμαν ως έργο είναι όσα είπαμε πριν. Η αλήθεια του Μπόρκμαν ως πρόσωπο είναι το περίφημο ιψενικό ζωτικό του ψεύδος.

Πίστεψε ως πρώιμος νεοφιλελεύθερος, πως στην υποτιθέμενη ελεύθερη κοινωνία ο κάθε άνθρωπος, όποια κι αν είναι η κοινωνική του θέση, έχει τη δυνατότητα να ευημερήσει. Ενώ ταυτόχρονα, προσπαθώντας να εξωραΐσει την ατομική του επιτυχία, κρύβεται πίσω από την ιδέα, που λέει: η ευημερία του ενός, μπορεί  να οδηγησεί στην ευημερία και τους πολλούς. Αυτό είναι το ζωτικό του ψεύδος.

Κανείς όμως δεν μπορεί να αναπτυχθεί μόνος του σε ένα κοινωνικό χώρο, όσες ευκαιρίες και αν του δίδει το αμερικάνικο ή το ευρωπαϊκό όνειρο. Γιατί από τη στιγμή που τα μέσα παραγωγής βρίσκονται στα χέρια των ολίγων δεν μπορεί ο καθένας να αναπτυχθεί ελεύθερα. Ο,τι κι αν λένε οι νεοφιλελεύθεροι η ευτυχία πάντα θα βρίσκεται στο συλλογικό.

Κρ.Π.: Υπάρχει μία αντίφαση (τουλάχιστον) στον νέο-φιλ-ελευθερισμό, αφού η ελευθερία είναι τελικά…

Γ.Κ.: …η δυνατότητα να αναπτυχθεί ο άνθρωπος μαζί με όλους τους άλλους ανθρώπους, κι όχι να αναπτύσσονται κάποιοι, ενώ κάποιοι άλλοι κατρακυλούν στην υπανάπτυξη! Έτσι είναι.

Κρ.Π.: Η καθημερινή επανάληψη μιας παράστασης, θυμίζει την επανάληψη κάθε ψυχικού τραύματος, που σταματά το χρόνο με αυτήν ακριβώς την ιδιότητά του, δηλαδή με το να επαναλαμβάνεται, προσπαθώντας κάθε φορά να γιατρέψει μια πληγή. Ποιό… τραύμα, ίσως, επαναλαμβάνεται σε αυτό το έργο;

Γ.Κ.: Ωραίο ακούγεται αυτό που λέτε και μακάρι να επέρχετο κάποια ίαση. Μακάρι να έκλεινε κάποια πληγή. Αλλά νομίζω συμβαίνει το αντίθετο. Σε κάθε παράσταση η πληγή ανοίγει πάλι.

Άλλωστε είναι η έλλειψη του καθενός από εμάς, που μας ανεβάζει στη σκηνή και το ατελέσφορο και μη ιάσιμο που μας ανεβάζει ξανά την επόμενη ημέρα. Η επανάληψη δεν έχει σχέση με κάποια ελπίδα θεραπείας ή κάλυψης ακάλυπτης ανάγκης.

Έχει περισσότερη σχέση με την παιγνιώδη υπενθύμιση του ανολοκλήρωτου. Μιας και η προσωπική ολοκλήρωση του καθενός επέρχεται με το θάνατό του. Ένα κλείσιμο ματιού στο θάνατο είναι. Τίποτα άλλο. Και είναι πολύ αυτό!

image
Ερρίκου Ίψεν
«ΜΠΟΡΚΜΑΝ»

Συντελεστές: Μετάφραση – Σκηνοθεσία: Σταμάτης Φασουλής, Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη, Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη, Σχεδιασμός Φωτισμών: Λευτέρης Παυλόπουλος, Βοηθός σκηνοθέτη: Γιώργος Λύρας, Φωτογραφίες παράστασης: Γιώργος Καβαλλιεράκης,

Τους ρόλους ερμηνεύουν: Γιώργος Κιμούλης, Πέμη Ζούνη, Σμαράγδα Σμυρναίου, Γιώργος Ζιόβας, Αμαλία Νίνου, Νάνα Παπαδάκη, Γιάννης Καπελέρης, Ελευθερία Μπενοβία.
 
Παραγωγή: Ελληνική Θεαμάτων

Θέατρο Δημήτρης Χορν, Αμερικής 10, Τ.: 210 3612500. Ημέρες & Ώρες Παραστάσεων: Τετάρτη 20:00, Πέμπτη 21:00, Παρασκευή 21:00 (λαϊκή), Σάββατο 18:00 (λαϊκή) & 21:00, Κυριακή 20:00.