Η Σιγκισοάρα (Sighișoara), μια παλιά σαξονική πόλη της Τρανσυλβανίας, η οποία έφερε επί αιώνες το γερμανικό όνομα Σάσμπουργκ (Schazburg, δηλαδή «Έκτος Πύργος»), αλλά και το ουγγρικό όνομα Σεγεκσβάρ, είναι και η γενέτειρα του Βλάχου ηγεμόνα Βλάντ Γ’ Τέπες, γνωστού και ως μυθιστορηματικού Δράκουλα.

Ads

Λίγο πριν τα μεσάνυχτα, όλες οι σκιές, οι πρόσγειοι, και τα φαντάσματα της πόλης, αφήνουν για λίγο τα ομιχλώδη νεκροταφεία τους και τα οικόσιτα τους στοιχειώματα, και περιδιαβαίνουν στα παλιά καντούνια γύρω από τον μεσαιωνικό Πύργο του Ρολογιού, όπου αντηχούν οι μηχανικοί ήχοι της αλλαγής της ώρας, ελπίζοντας πως στον δρόμο τους θα συναντήσουν κάποιον ευφάνταστο κι αλαφροΐσκιωτο για να του πάρουν εντελώς τα μυαλά!

image

Balkan Gothic: το παλιό σαξονικό νεκροταφείο της Σιγκισοάρα

Ads

Το παλιό σαξονικό νεκροταφείο της Σιγκισοάρα, όμορφο και στοιχειωμένο, κείται έξω από μια μεσαιωνική ακρόπολη, και είναι γεμάτο από στριφογυριστά μονοπάτια και τάφους που καλύπτονται από κισσούς. Μοιάζει σαν να βγήκε από γκόθικ ιστορία μυστηρίου. Είναι παλιό, αλλά όχι κατεστραμμένο, ευκολοδιάβατο, με όμορφα γλυπτά του 19ου αιώνα και μονοπατάκια. Αυτό το παλιό σαξονικό νεκροταφείο καταλαμβάνει ολόκληρη τη δυτική πλαγιά του λόφου όπου βρίσκεται η μεσαιωνική ακρόπολη. Η κατασκευή της εκκλησίας, που βρίσκεται πάνω στον λόφο, ξεκίνησε το 1345 και το 1350 κτίστηκε το πρώτο αμυντικό τείχος γύρω από τη Σιγκισοάρα.

image

Αρχικά, οι νεκροί θάβονταν γύρω από την εκκλησία για να έχουν «μεταθάνατον ηρεμία», οι λειτουργίες και οι ήχοι της καμπάνας να τους καθησυχάζουν ώστε και να μη σηκωθούν από τους τάφους τους. Καθώς όμως αυξανόταν ο πληθυσμός και περνούσαν τα χρόνια, ο χώρος ακριβώς έξω από την πάνω πύλη της οχύρωσης μετατράπηκε στο νεκροταφείο που υπάρχει μέχρι σήμερα. Όταν, λόγω απουσίας επιδρομών, οι πύργοι έπαψαν να επιτελούν αμυντικό έργο, ο Πύργος του Ρομπεμέρ, ο οποίος φυλάει την έξοδο προς το νεκροταφείο, παροπλίστηκε και δόθηκε σε μια φτωχή σαξονική οικογένεια για να χρησιμοποιηθεί ως κατοικία της. Ως αντάλλαγμα, τα μέλη αυτής της οικογένειας έπρεπε να χτυπάνε την καμπάνα στις 7:00 το πρωί, το μεσημέρι, και στις 7:00 το απόγευμα -με γερμανική, δηλαδή, ακρίβεια- και να διατηρούν τα καντούνια καθαρά. Όταν ήρθε η Μεταρρύθμιση (16ος αιώνας), ο σαξονικός πληθυσμός της πόλης, καθώς και μερικοί από τους Ούγγρους, μεταστράφηκαν στον Λουθηρανισμό.

image

Οι Προτεστάντες του Ζίμπενμπουργκεν

Αυτό το νεκροταφείο αφηγείται εντυπωσιακές ιστορίες για τη θρυλική πίστη, την εργασιακή ηθική και τις οικογενειακές αξίες των Προτεσταντών της Τρανσυλβανίας, η οποία λεγόταν Ζίμπενμπουργκεν, δηλαδή Επταπύργιο στα Γερμανικά. Κάποιες από τις παλαιότερες διατηρημένες προτεσταντικές ταφόπετρες είναι από τις αρχές του 1700 και φέρουν όχι μόνο τα ονόματα, αλλά και τα επαγγέλματα εκείνων που θάφτηκαν εκεί και άνηκαν σε συγκεκριμένες συντεχνίες της πόλης. Σιδεράδες, οικοδόμοι, τσαγκαράδες, ραφτάδες, βυρσοδέψες, χαλκουργοί, ωρολογοποιοί και άλλοι, είχαν τη δική τους περιοχή ταφής, λες και ο θάνατος δεν έπρεπε να διασπάσει την άρρηκτη ενότητα της κάθε συντεχνίας.

Οι Σάξονες του «Έκτου Πύργου» ήταν πολύ περήφανοι για τα επιτεύγματά τους και δεν είναι ασυνήθιστο να διαβάστε τίτλους, όπως «Master Carpenter», που προστέθηκαν δίπλα στα επαγγέλματά τους. Άλλες ταφόπλακες χρησιμοποιήθηκαν για τη σταθεροποίηση των πλαγιών του νεκροταφείου και τώρα είναι δυσανάγνωστες, υπομένουν τη βροχή και τον άνεμο και καλύπτονται από κισσό και βρύα.

image

Οι τάφοι διηγούνται τις δικές τους ιστορίες

Η λουθηρανική Εκκλησία στον Λόφο φιλοξενεί τις πιο όμορφα διακοσμημένες ταφόπλακες των πιο σημαντικών ανθρώπων της πόλης, όπως δημάρχους, εμπόρους και πλούσιους τεχνίτες, που εντοπίζονται χρονολογικά μεταξύ 1600 και 1700. Πάντως, ένα από τα πιο εντυπωσιακά ταφικά μνημεία ανήκει σε έναν πλούσιο βιομήχανο που γεννήθηκε το 1860. Η επιτύμβια πλάκα του αποκαλύπτει το γεγονός ότι τέσσερα από τα παιδιά του πέθαναν πριν φτάσουν στην ηλικία των πέντε ετών, πιθανώς λόγω επιδημίας! Ήταν μια εποχή που η παιδική θνησιμότητα, λόγω επιδημιών, θέριζε πολλές ζωές και μόνο το ένα στα δύο παιδιά είχε την πιθανότητα να φθάσει ζωντανό ως την ενηλικίωσή του.

Πιο κατηφορικά και βγαίνοντας από τη δευτερεύουσα πύλη, υπάρχει ένα όμορφο, στενό μονοπάτι με δέντρα και θάμνους τριγύρω. Στην αριστερή πλευρά βρίσκεται το καθολικό νεκροταφείο της πόλης, και στη συνέχεια το ορθόδοξο ρουμανικό. Εκεί, ανάμεσα στους θάμνους, βρίσκεται και το μνημείο των Γερμανών στρατιωτών, που πολέμησαν και πέθαναν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο μέτωπο της Τρανσυλβανίας. Πρόκειται για μια μικρή ομάδα πανομοιότυπων σταυρών με έναν ψηλό «γερμανικό αετό».

image

Η «Νυρεμβέργη της Τρανσυλβανίας»

Γνωστή και ως «Νυρεμβέργη της Τρανσυλβανίας», η Σιγκισοάρα, με τα γοτθικού ρυθμού σπίτια της, τους πύργους που ανήκαν σε διάφορες συντεχνίες, τις μεσαιωνικές της εκκλησίες, και το σαξονικό της νεκροταφείο, αναδίδει μυστήριο, μια εραλδική χάρη, και μια μεταφυσική ατμόσφαιρα, σαν να πρόκειται για μια μυστική πύλη που οδηγεί σε αλλοκοσμικά πεδία. Εδώ αισθάνεσαι τη ζωοποιό ενέργεια της αρχιτεκτονικής που αντιστέκεται στη φθορά του χρόνου. Οι κορυφές των μεσαιωνικών πύργων της Σιγκισοάρα διαγράφονται ασάλευτες, άφοβες στην αρένα της κονταρομαχίας με το άγνωστο πεπρωμένο τους. Οι πύλες, τα δρομάκια, τα παλαιά σπίτια, καθώς και κάθε πέτρα αυτής της μεσαιωνικής σαξονικής πόλης, αναδίδουν μυστήριο. Οι πύλες της σα να ανοίγονται σε έναν άλλο, μυστηριακό κόσμο, που δύσκολα σε αφήνει ασυγκίνητο. (Βλέπε το νεοεκδοθέν βιβλίο Balkan Gothic, Ταξίδι στα Αλλοκοσμικά Βαλκάνια, Γ. Στάμκος).

image

Αισθάνεσαι πως αυτή η πόλη είναι στοιχειωμένη. Όχι μόνο από τα φαντάσματα των Σαξόνων οικιστών της, αλλά και του μακάβριου Βλαντ Τέπες, γνωστού και ως Δράκουλα. Άλλωστε, ο τρομερός ηγέτης της Βλαχίας γεννήθηκε το 1431 εδώ, στη Σιγκισοάρα, σ’ ένα πέτρινο τριώροφο σπίτι που σήμερα είναι μουσείο. Καθόλου παράξενο λοιπόν που ο μύθος του Δράκουλα αποτελεί σήμερα και το τουριστικό σύμβολο της πόλης…

image

*Ο Γιώργος Στάμκος είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Το τελευταίο του βιβλίο έχει τίτλο Balkan Gothic, Ταξίδι στα Αλλοκοσμικά Βαλκάνια.