Μια επέτειος, όταν µάλιστα σηκώνει το ιστορικό φορτίο 120 ετών δράσης – όπως συµβαίνει µε την περίπτωση του Απόλλωνα Σµύρνης –, είναι σπουδαίο γεγονός και θα ήταν κάτι το λειψό να την αντικρίσουµε ως αναµνησιολογία µε την απλή παράθεση συµβάντων, επιτυχιών, αποτυχιών, περιπετειών, µε τη στήριξη βέβαια φωτογραφιών, εγγράφων κ.λπ. Καθώς έχει κυλήσει πολύ νερό στο πέρασµα ενός και πλέον αιώνα, αυτό που αξίζει πιο πολύ είναι να γίνει η εκτίµηση ενός ποικίλου συνόλου στη διαχρονικότητα και το γεγονός πλην κάποιας δικαιολογηµένης συναισθηµατικής πικρίας των φίλων της ποδοσφαιρικής οµάδας που ασφαλώς την ήθελαν να το αξίζει σε υψηλότερη αγωνιστική βαθµίδα. 

Ads

Με οδηγό την άποψη αυτή, όλες τις εκδηλώσεις µε τις οποίες θα πλαισιωθεί η επέτειος πρέπει να τις δούµε ως µια ολοκληρωµένη προσφορά στον αθλητισµό, στον πολιτισµό, στην κοινωνία και σε τελική ανάλυση στην πατρίδα. Εδώ βλέπουµε πόση ισχύ έχει η ρήση ενός σηµαντικότατου στοχαστή, του Kierkegaard, ότι «τη ζωή τη βιώνουµε ατενίζοντας προς τα εµπρός αλλά την κατανοούµε κοιτάζοντας προς τα πίσω». Η εικόνα που µας προσφέρει λοιπόν ο Απόλλων Σµύρνης είναι πολύ πιο πέρα από την πορεία της θρυλικής, θα λέγαµε, «Ελαφράς Ταξιαρχίας» στα ποδοσφαιρικά γήπεδα, στη Σµύρνη και στην Αθήνα. Η δικαιοσύνη της ιστορίας µάς µιλάει για ένα αθλητικό σωµατείο 120 ετών. (Μετρούνται στα δάχτυλα τα ελληνικά σωµατεία που ιδρύθηκαν στην πενταετία πριν από τους Ολυµπιακούς Αγώνες του 1896, µε ακαταµάχητο προποµπό τον Οµιλο Ερετών, Πειραιά, του 1885). 

Το έργο του Απόλλωνα χρονικά µπορεί να χωριστεί σε τρεις περιόδους. Τη σµυρναϊκή (1891-1922), τη µεταπροσφυγική (από το 1922 ως το 1940) και τη νεότερη, ως σήµερα. Καθεµία περίοδος έχει τα δικά της «συν» και «πλην». Στη Σµύρνη ο Απόλλων θα λέγαµε ότι ιδρύθηκε νοµοτελειακά, καθώς και στην ελεύθερη Ελλάδα αλλά και στην Κύπρο νέοι και ανήσυχοι άνδρες δέχονταν την επίδραση της ανάπτυξης του σωµατειακού αθλητισµού σε κλίµα έξαρσης στην Ευρώπη. Ανάλογα µε το πού «φύτρωνε» ο νέος σύλλογος, διαµορφωνόταν και η «περπατησιά» του, η φυσιογνωµία, η «φιλοσοφία» του. 

Συνεπώς άλλη η εικόνα στη µητροπολιτική Ελλάδα, άλλη στη Σµύρνη και άλλη στην Κύπρο καθώς και στον ελληνισµό της Κωνσταντινούπολης και της Αιγύπτου. Μέσα στο συγκεκριµένο κοινωνικο-πολιτικό πλαίσιο της Σµύρνης ο Απόλλων όπως και ο Ορφεύς (1890), από τον οποίο αργότερα προέκυψε ο Πανιώνιος µε τη συνέργεια του «Γυµνασίου», έδιναν το προβάδισµα στον πολιτισµό µέσω της µουσικής – εξ ου και τα ονόµατά τους – αλλά σύντοµα υπερίσχυε το αθλητικό στοιχείο. Ιστορικά και εθνικά ανεκτίµητη η προσφορά του Απόλλωνα, τους ενός από τους δύο πόλους της άθλησης στη «Νύµφη» της Ιωνίας. Εύστοχα αυτοί που είχαν την ιδέα ενός σύνθετου εορτασµού της επετείου των 120 χρόνων υψώνουν την αυλαία µε µια µουσική βραδιά υψηλού επιπέδου στις 4 Νοεµβρίου στη Στέγη Γραµµάτων και Τεχνών. 

Ads

Ο Απόλλων ως πρόσφυγας – για τους ρατσιστές της εποχής «πρόσφυγγας» – συνέβαλε πρωταγωνιστικά σε δύο παραµέτρους. Η µια είναι η επιβίωση του αδάµαστου φρονήµατος του µικρασιατικού Ελληνισµού και η άλλη η ενδυνάµωση της αθλητικής Ελλάδας µε τη «µετάγγιση» του αίµατος των πέραν από το Αιγαίο πατρίδων. Και όταν πια καταλάγιασαν οι δυσχέρειες της ανείπωτης προσφυγιάς ο Απόλλων Σµύρνης συνέχισε – και οι τωρινές προοπτικές ενθαρρύνουν – µε µια σηµαντικότατη παρουσία στο ποδόσφαιρο (να θυµηθούµε και το µεγάλο ποσοστό συµµετοχής των Απολλωνιστών στην εθνική ολυµπιακή οµάδα του 1920). Επίσης σε άλλα αθλήµατα, τον στίβο, την πυγµαχία, την ποδηλασία, τις αθλοπαιδιές.

Ως επίµετρο να σηµειώσουµε τις διακρίσεις των Απολλωνιστών στους Μεσολυµπιακούς του 1906 στο γυµναστικό πένταθλο (Αναστάσογλου, ∆εσποτόπουλος) και αργότερα – η αναφορά έχει σαφώς ενδεικτική σηµασία – του πρωτοπυγµάχου Μανόλη Λαµπίδη, των λαµπρών πρωταθλητών στίβου Χρίστου Χιώτη και Γιώργου Παρρή, του ποδοσφαιριστή Αριστείδη Καµάρα, όπως και άλλων στο ευρύτερο αγωνιστικό φάσµα.

Δημοσιεύτηκε στο Βήμα, 23 Οκτωβρίου 2011