Στις 29 Σεπτεμβρίου 1941, Βούλγαροι σύμμαχοι των Ναζί, προχωρώντας σε αντίποινα σκοτώνουν 2.140 ανθρώπους στη περιοχή της Δράμας. Η υπόθεση έχει καταγραφεί ως σφαγή του Δοξάτου, όπου υπήρχαν και τα περισσότερα θύματα, αλλά επεκτάθηκε στην Δράμα και 22  χωριά. Μία ημέρα πριν, στη πρώτη εξέγερση στην κατοχική Ελλάδα, είχαν σκοτωθεί 35 Βούλγαροι και 12 συνεργάτες τους. Με αφορμή τη συμπλήρωση 73 χρόνων από την τραγωδία, το tvxs.gr δημοσιεύει ανέκδοτες μαρτυρίες  για την εξέγερση που πνίγηκε στο αίμα. Τις μνήμες του από τις ομαδικές εκτελέσεις στο Δοξάτο μοιράζεται ο -15χρονος τότε- Αθανάσιος Χατζηδημητρίου.

Ads

«Εκτελούσαν όλη τη νύχτα» αναφέρει. Ο ίδιος είδε τις εκτελέσεις και τις χαριστικές βολές από τον πρώτο όροφο του δημοτικού σχολείου όπου είχαν μεταφερθεί τα γυναικόπαιδα και οι ηλικιωμένοι κάτοικοι.
 
Διαβάστε τις προηγούμενες μαρτυρίες του αφιερώματος του Tvxs για τη σφαγή της Δράμας (Δοξάτου):

Η εξέγερση στο Δοξάτο
 
Όταν έγινε η εξέγερση «με τους πρώτους πυροβολισμούς σηκωθήκαμε, βγήκαμε στα παράθυρα. Μετά τους πυροβολισμούς, είδαμε την φωτιά» στον αστυνομικό σταθμό, διηγείται ο Αθανάσιος Χατζηδημητρίου. Τη φωτιά την είχε βάλει ένας αντάρτης που έριξε στην πόρτα του κτιρίου μια χλαίνη «μουσκεμένη με πετρέλαιο». «Αφού πήρε φωτιά η Αστυνομία, όσοι χωροφύλακες έβγαιναν από το κτίριο από μια εξωτερική σκάλα, τους πυροβολούσαν οι αντάρτες και σκότωσαν έτσι, πέντε με έξι Βούλγαρους».
 
Θυμάται ακόμη ότι ένας αντάρτης χτυπούσε τις καμπάνες ενώ «εγώ έβλεπα από το παράθυρο». Μετά «ήρθε εδώ, έριξε μια με το πιστόλι και ζήταγε επανάσταση».
 
Όταν έφυγαν οι αντάρτες για το βουνό κάποιοι από τους κατοίκους του Δοξάτου τους ακολούθησαν, κυρίως εκείνοι που ήταν «μυημένοι πολιτικά» όπως αναφέρει.
 
Αντίποινα: Ομαδικές εκτελέσεις
 
Την επόμενη ημέρα της εξέγερσης, «εγώ και ο πατέρας μου ήμασταν έξω από το σπίτι, ώσπου είδαμε τη Βουλγαρική περίπολο να κατεβαίνει και να συλλαμβάνει τον κόσμο. Τότε καταλάβαμε ότι οι Βούλγαροι θα εκδικηθούν και κρυφτήκαμε» στην αποθήκη.
 
Στη συνέχεια, «ήρθε ένας ονόματι Σλάφκο –μισός Βούλγαρος και μισός Έλληνας- που ήταν πολύ φανατικός και γύρναγε μόνος του και μάζευε κόσμο». Μπήκε στο σπίτι της οικογένειας και τους έβγαλε έξω. Τον ίδιο τον Αθ. Χατζηδημητρίου τον στόχευε με το πιστόλι λέγοντάς του «ψηλά τα χέρια».
 
Τους πήγαν, μαζί με τους άλλους κατοίκους, σε ένα ανοιχτό μέρος προς το σχολείο του χωριού. «Όλους εκεί μας συγκέντρωσαν. Δεν μπορούσες να κάνεις τίποτα, έτσι να σήκωνες το κεφάλι, σε χτυπούσαν με τον υποκόπανο», σημειώνει. 
 
Μετά τους πήγαν σε ένα «ρηχό χαντάκι». «Εκεί ήμασταν γέροι, νέοι, αραδιασμένοι όλοι. Και τότε βγήκε ένας συνταγματάρχης Βούλγαρος και είπε, ότι για έναν νεκρό βούλγαρο θα σκοτωθούν 100 με 1000 Έλληνες».
 
Αφού χώρισαν τις γυναίκες από τους άντρες, διάλεγαν τους άντρες κατά τριάδες από ηλικία 16 έως 60 με 65 ετών. «Εγώ ήμουν με τον πατέρα μου μαζί, που ήταν τότε 60 χρονών, γέρος φαινόταν, με πήραν κι εμένα και μας βάλανε κατά τριάδες», λέει ο Αθ. Χατζηδημητρίου.
 
Ο βούλγαρος στρατιώτης που τον άφησε να ξεφύγει
 
Στη συνέχεια τους πήγαν στα χωράφια όπου οι Βούλγαροι διάλεγαν ποιους θα πήγαιναν για εκτέλεση. «Εγώ ήμουν κοντά στο σημείο που είχαν τα μικρά παιδιά. Παράτολμα, έκανα ένα πήδημα, έπεσα μέσα στα παιδιά και τους λέω “σκεπάστε με”». Ένας Βούλγαρος στρατιώτης τον είδε. «Ποιος ξέρει τι είπε, “άσε τον αυτόν, ας σωθεί”. Πάντως από το βλέμμα του, αυτό θυμάμαι, φαινόταν σαν καλός άνθρωπος. Γιατί ήταν πολλοί στρατιώτες που γύριζαν μέσα στο χωριό και πολλοί προσπαθούσαν να προφυλάξουν μερικούς κατοίκους. Τους έλεγαν “φύγετε”. Υπήρχαν μέσα και άνθρωποι με ανθρωπισμό», αναφέρει. 

Όλη τη νύχτα εκτελούσαν
 
Όσους κατοίκους δεν επέλεξαν για εκτέλεση, οι Βούλγαροι τους συγκέντρωσαν στο δημοτικό σχολείο του χωριού. Τα γυναικόπαιδα στο ισόγειο και τα αγόρια ηλικίας άνω 15 ετών καθώς και τους ηλικιωμένους στον επάνω όροφο του κτιρίου του σχολείο.
 
Όσοι βρίσκονταν στον πρώτο όροφο του σχολείου είδαν τις εκτελέσεις. «Όλη τη νύχτα εκτελούσαν», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Αθ. Χατζηδημητρίου. «Βλέπαμε που πυροβολούσαν, τη χαριστική βολή και βλέπαμε τον καπνό. Ο Σλάφκος περπατούσε ανάμεσα στους σκοτωμένους και αν κάποιος κουνιόταν λίγο τον πυροβολούσε».
 
Το επόμενο πρωί ακολούθησαν κι άλλες εκτελέσεις, αφήνοντας το χωριό κατεστραμμένο, να θρηνεί τους νεκρούς του, οι οποίοι σήμερα υπολογίζονται περίπου στους 200.  

Ads