Όπως γράφαμε και την προηγούμενη Κυριακή στα «Ενθέματα», κυκλοφόρησε πρόσφατα, από το Πολιτιστικό Ίδρυμα του Ομίλου Πειραιώς (ΠΙΟΠ), ένα τρίτομο επιβλητικό έργο: η Οικονομική ιστορία του ελληνικού κράτους (σύμβουλος έκδοσης: Σπύρος Ι. Ασδραχάς). Στη συγγραφή του έργου, εκτός από τον Θανάση Καλαφάτη και τον Ευάγγελο Πρόντζα (που είχαν επίσης τον γενικό συντονισμό του όλου προγράμματος, την ευθύνη οργάνωσης των εσωτερικών συναντήσεων των ερευνητών-συγγραφέων και την επιστημονική επιμέλεια του δημοσιευμένου έργου), συνεργάστηκαν οι: Αναστάσιος Γιαννίτσης, Σάκης Γκέκας, Ζαχαρίας Δεμαθάς, Χρήστος Δεσύλλας, Μαργαρίτα Δρίτσα, Παναγιώτης Ιωακειμίδης, Βασίλης Καρδάσης, Σοφία Λαζαρέτου, Γιώργος Μητροφάνης, Θεοφάνης Πάκος, Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου, Παναγιώτης Πετράκης, Φίλιππος Σαχινίδης, Μαρία Συναρέλλη, Στάθης Τσοτσορός, Τζελίνα Χαρλαύτη.

Ads

Την προηγούμενη Κυριακή, φιλοξενήσαμε τη συνέντευξη του Ευάγγελου Πρόντζα, σχετικά με περιεχόμενο, την άρθρωση, τη στοχοθεσία του έργου, αλλά και ευρύτερα ζητήματα, που υπερβαίνουν την ιστοριογραφία και αγγίζουν τη σημερινή κρίση. Δημοσιεύουμε σήμερα την αντίστοιχη συνέντευξη του ιστορικού Θανάση Καλαφάτη, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.

Θα μπορούσατε να μας εκθέσετε με συντομία το σκεπτικό και τη διάρθρωση αυτού του εγχειρήματος;

Η πρόσφατη άνθηση των ιστορικών σπουδών και της οικονομικής ιστορίας στον τόπο μας έχει συμβάλει ιδιαίτερα στην παραγωγή μεγάλου αριθμού δημοσιεύσεων, που τείνουν να συγκροτήσουν ένα ξεχωριστό επιστημονικό πεδίο, εκείνο της οικονομικής ιστορίας του ελληνικού κράτους. Αυτή η παραγωγή έρχεται να συνδυαστεί τόσο με παλαιότερες μελέτες αλλά και με άλλες επιμέρους έρευνες, που έχουν πραγματοποιηθεί από ξένα ερευνητικά κέντρα και ανεξάρτητους μελετητές, παλαιότερα αλλά και τελευταία.

Ads

Η συγγραφή ενός ατομικού έργου που θα κάλυπτε, με βάση τις προδιαγραφές της σύγχρονης οικονομικής επιστήμης και της ιστορίας, την πορεία και την εξέλιξη του ελληνικού κράτους ως οικονομικού και ευρύτερα πολιτικού θεσμού είναι ένα πολύ δύσκολο ή απραγματοποίητο έργο, αν και έχουμε πρόσφατες προσπάθειες προς αυτήν την κατεύθυνση.

Η ανάγκη της ύπαρξης ενός συλλογικού έργου, το οποίο θα κινούνταν στην ανασύνθεση της μέχρι σήμερα οικονομικής ιστορικής παραγωγής, που θα γίνονταν σε αντικείμενα και παραδείγματα εγγεγραμμένα στη σχέση οικονομικής ιστορίας και θεωρίας και θα συνέδεε παλαιότερες και νέες θεματικές, στάθηκε ένα πρωταρχικό κίνητρο για να προχωρήσουμε στο συγκεκριμένο εγχείρημα. Η απασχόληση και επιμονή με την οικονομική ιστορία, σε μια περίοδο παραγνώρισής της, προκαλούσε ένα δεύτερο ερέθισμα, που μας οδήγησε στη συγγραφή ενός συλλογικού έργου από πανεπιστημιακούς ερευνητές, όταν το πανεπιστήμιο βάλλονταν πανταχόθεν ως λειτουργικά ανήμπορο. Βέβαια, πρέπει να αναφέρουμε ότι δικός μας στόχος δεν ήταν απλώς να δώσουμε τη διαχρονική εξέλιξη των διαφόρων τομέων της ελληνικής οικονομίας και του ελληνικού κράτους, αλλά να αναδείξουμε τα ανακύπτοντα, κάθε φορά, αναπτυξιακά ζητήματα, αξιολογώντας τις επιχειρούμενες λύσεις τους και τα προβλήματά τους.

Η όλη ανάπτυξη του ελληνικού κράτους μπορεί να διακριθεί, για αναλυτικούς σκοπούς, σε δύο στάδια. Πρώτον, το στάδιο της σύστασής του και, δεύτερον, της λειτουργίας του. Φυσικά, δεν υπάρχει στάδιο που να χαρακτηρίζεται από μία παράμετρο. Στο πρώτο στάδιο εμφιλοχωρούν και παράμετροι της λειτουργίας του, το ίδιο συμβαίνει αντίστροφα και στο δεύτερο, όπου εμφιλοχωρούν παράμετροι συνεχείς ανασυγκρότησης του. Ο πρώτος και δεύτερος τόμος αντιστοιχούν σε ξεχωριστά στάδια ανάπτυξης με τις δικές τους ιδιομορφίες, ενώ ο τρίτος καλύπτει τα προβλήματα της στατιστικής τεκμηρίωσης του.

 Στο μέτρο όπου το έργο σας δεν είμαι μια αφήγηση οικονομικών γεγονότων και μια παρουσίαση των οικονομικών θεσμών, σε τι συνίσταται η εκβολή τους στο κοινωνικό;

 Θα πρέπει καταρχάς να σημειώσουμε ότι σήμερα η μελέτη της οικονομικής εξέλιξης των οικονομικών θεσμών και της οικονομικής συμπεριφοράς δεν μπορεί να απομονωθεί και να εξηγηθεί ανεξάρτητα από το κοινωνικο-πολιτικο-πολιτιστικό, ακόμη και το ηθικό περιβάλλον.

Η μελέτη των εξελίξεων και των τάσεων, για παράδειγμα στο εξωτερικό εμπόριο, δεν μπορεί να γίνει κατανοητή χωρίς την έρευνα των πολιτικών σχέσεων ανάμεσα στα συναλλασσόμενα οικονομικώς κράτη, ενώ, από την άλλη μεριά, η μελέτη της εξέλιξης του αγροτικού τομέα δεν είναι εφικτή χωρίς τη μελέτη των δομών εξουσίας και των δικαιακών σχέσεων. Στο συλλογικό τρίτομο έργο, όπως προκύπτει από τις θεματικές των επιμέρους κεφαλαίων, η διεπιστημονική προσέγγιση γίνεται αναπόφευκτη κι έρχεται να υπηρετηθεί από έναν μεγάλο αριθμό κοινωνικών επιστημόνων, που με το γενικότερο έργο τους έχουν αναπτύξει αυτή τη λογική ανάλυσης, ενώ με τις συγκεκριμένες προσεγγίσεις τους συμβάλλουν στην εκβολή του οικονομικού στο κοινωνικό. Το όλο έργο αποτελεί ένα καλό παράδειγμα της απομάκρυνσης από την απλή εξιστόρηση οικονομικών γεγονότων και παρουσίαση των οικονομικών θεσμών.

Υπάρχει μια ενοποιητική υπόθεση έρευνας και ποια είναι αυτή;

 Η ιστορία του νεότερου ελληνικού κράτους δεν μπορεί να κατανοηθεί για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς την μελέτη της ιστορίας της όλης ενοποιητικής προσπάθειας. Οι κάθε φορά ενσωματώσεις ή προσθήκες νέων εδαφικών περιοχών στον πρωταρχικό κορμό και οι προσπάθειες αφομοίωσης με τα δεδομένα αποτελέσματα, θετικά και αρνητικά, μέσα σ’ ένα πλαίσιο διεθνών πολιτικών, στρατιωτικών και οικονομικών εντάσεων οδηγούν σε διακριτές χρονικές περιόδους, στη συγκρότηση διαφορετικών κρατικών οντοτήτων, οικονομικών, δικαιακών και πολιτιστικών διαφοροποιήσεων.

Να μιλήσουμε έτσι για την ενσωμάτωση της Επτανήσου, της Θεσσαλίας, της Ηπείρου και στη συνέχεια των Νέων Χωρών στον πρωταρχικό κορμό και των επιγενομένων αποτελεσμάτων στη σύσταση και λειτουργία του ελληνικού κράτους, που αποτελούν τα δύο στάδια διάκρισης του όλου μας έργου. Η έρευνά μας έρχεται να λάβει υπόψη αυτή την κάθε χωριστή κρατική οντότητα και να απομακρυνθεί από υποθέσεις και σχήματα πέρα και πάνω από το χρόνο. Αυτή λοιπόν μπορούμε να σημειώσουμε ότι είναι η κύρια ενοποιητική υπόθεση έρευνάς μας.

Στην περίοδο που ακολουθεί το τέλος της ενοποιητικής προσπάθειας και σημαδεύεται στην αρχή της από τον ενταφιασμό των «εθνικών ονείρων», το εγχείρημά μας συνδέεται με μια δεύτερη ενοποιητική υπόθεση έρευνας εκείνη της ανεκπλήρωτης μεταρρυθμιστικής προσπάθειας, που συνδέεται άμεσα με την πορεία της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας και, τέλος, με τη μορφή και τις οικονομικές λειτουργίες του κράτους.

Πώς ξεχωρίζετε ή πώς συναρθρώνετε το δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα;

Στις επιμέρους αναλύσεις των συνσυγγραφέων του τρίτομου έργου, οι σχέσεις που συνδέονται με την αποσυνάρθρωση και τη συνάρθρωση του δημοσίου με τον ιδιωτικό τομέα δεν δηλώνονται με σαφήνεια ούτε εξετάζονται εκ των προτέρων.

Είναι κυρίως στην περίοδο της σύστασης του ελληνικού κράτους, δηλαδή μέχρι την τομή της δεκαετίας του 1920, όπου η έρευνα προσεγγίζει ή απασχολείται ή φθάνει στον εντοπισμό των σχέσεων συνάρθρωσης και αποσυνάρθρωσης του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι εκείνο που συνδέεται με τα επιμέρους ιδιωτικά εκδοτικά τραπεζικά σχήματα και τη δημιουργία ενός ενιαίου εκδοτικού τραπεζικού σχήματος, ενώ ένα άλλο αφορά το πέρασμα των ιδιωτικών γαιών στο δημόσιο — και το αντίστροφο. Η ρύθμιση και οριοθέτηση των ιδιωτικών και δημοσίων συμφερόντων από την πλευρά του κράτους δεν είναι πολιτικά ουδέτερη, και η θέσπιση των αναγκαίων κανόνων είναι συνδεδεμένη με τον κυρίαρχο, κάθε φορά, συσχετισμό δυνάμεων.

 Ποιες περιοδολογήσεις προτείνετε και σε ποιο βαθμό φέρουν σε μια ενιαία περιοδολόγηση;

 Η μελέτη της οικονομικής ιστορίας του ελληνικού κράτους, στο τρίτομο έργο, ορίζεται χρονικά από την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους μέχρι το τέλος του περασμένου αιώνα. Πρόκειται για μια περίοδο σχεδόν δύο αιώνων, η οποία διαιρείται σε δύο όχι ίσα χρονικά μέρη. Η τομή αυτής της διαίρεσης και της περιοδολόγησης δεν συμπίπτει με το γύρισμα από τον έναν αιώνα στον άλλον, δηλαδή από το τέλος του 19ου στον 20ό αιώνα. Έχουμε έναν μακρό 19ο αιώνα, γιατί πολλές εξελίξεις, στις κρατικές δομές, στους θεσμούς οικονομικούς και κοινωνικούς, επέρχονται καθυστερημένα και συνδέονται με λύσεις σε παλιά προβλήματα.

Από την άλλη μεριά, πρωτοφανούς έκτασης συσσωρευμένα εθνικά, πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά γεγονότα, καθώς και μεγάλες ανατροπές, σε όλα τα πεδία της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής, που επέρχονται στις αρχές της δεύτερης δεκαετίας του 20ού αιώνα, μας οδηγούν να προτείνουμε αυτή τη δεκαετία ως τομή στην περιοδολόγησή μας και ως ένα διακριτό σημείο στη μετάβαση από τη σύσταση στις λειτουργίες του ελληνικού κράτους, με ό,τι φυσικά συνεπάγεται μια τέτοια διάκριση για αναλυτικούς σκοπούς. Είναι τώρα οι κύκλοι του εμπορίου της τεχνολογίας κ.ά., που προσδιορίζουν μικρότερες περιοδολογήσεις στο πλαίσιο των δύο μεγάλων περιόδων, που ορίζουν το χρονικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται το όλο εγχείρημά μας.

Ποια είναι η συμβολή του έργου σας στην ερμηνεία της σημερινής οικονομικής συγκυρίας;

Τα αδιέξοδα της σημερινής μορφής οικονομικής ανάπτυξης παραπέμπουν σε μια σειρά εγγενείς αντιφάσεις, που χαρακτηρίζουν τη λειτουργία των οικονομικών και κοινωνικών μηχανισμών. Η οικονομική ιστορία, διερευνώντας στο παρελθόν τα πώς και γιατί των μεγάλων παλινδρομήσεων του εκκρεμούς της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, έχει καταλήξει σε καίριες εκτιμήσεις και διατυπώσεις για τις εξελίξεις του χθες. Η μια μορφή αγοράς διαδέχεται την άλλη, από τον άκρατο φιλελευθερισμό στον κρατικό προστατευτισμό και το αντίστροφο, και η μια οικονομική κρίση μέσα από τις προσπάθειες υπερνίκησής της να οδηγεί στην επόμενη.

Αφού η λύση φέρνει μέσα της τις ίδιες αντιφάσεις και δομείται πάνω σε παλιά υλικά. Στην Ελλάδα, μετά την Κρίση του 1929, διαμορφώνεται ένα παρόμοιο υπόδειγμα σπιράλ ανάπτυξης-ύφεσης, που σήμερα, μέσα στις συνθήκες παγκοσμιοποιημένης κρίσης, φαίνεται να χάνει την παραπέρα ελαστική του δύναμη. Στο τρίτομο έργο ανιχνεύονται και εντοπίζονται στοιχεία μιας τέτοιας αυξητικής-φθίνουσας πορείας, ενώ από την άλλη μεριά, από επιμέρους αναλύσεις που περιέχονται στο τρίτομο συλλογικό έργο, διαφαίνεται ή προβλέπεται η επερχόμενη ήδη δυσμενής οικονομική συγκυρία.

Ευχαριστούμε θερμά τον Σπύρο Ι. Ασδραχά, για την καθοριστική του βοήθεια στη διατύπωση των ερωτημάτων και την πραγματοποίηση της συνέντευξης.
Στο μπλογκ των «Ενθεμάτων» (enthemata.wordpress.com), η συνέντευξη δημοσιεύεται με μια επιπλέον ερώτηση, που αναφέρεται στη σχέση του έργου με παλαιότερες προσπάθειες για την προαγωγή της οικονομικής ιστορίας στην Ελλάδα.