Η εισβολή της Αργεντινής στα νησιά Φόκλαντ το 1982 αιφνιδίασε την τότε πρωθυπουργό της Βρετανίας Μάργκαρετ Θάτσερ, σύμφωνα με μέχρι πρότινος απόρρητα αρχεία του βρετανικού υπουργείου Εξωτερικών που αποχαρακτηρίστηκαν.

Ads

 
«Δεν περίμενα ποτέ, ποτέ οι Αργεντινοί να εισβάλουν στα Φόκλαντ. Ήταν μια τόσο ανόητη κίνηση, έτσι όπως συνέβη, κάτι τόσο ανόητο ακόμα και να το σκεφτείς», δήλωσε η κ. Θάτσερ στην κατάθεσή της σε αρμόδια επιτροπή για τον πόλεμο τον Οκτώβριο του 1982, λίγους μήνες μετά τη λήξη του.
 
Η κ. Θάτσερ θεώρησε πιθανή την εισβολή μόλις δύο ημέρες πριν λάβει χώρα, όταν έλαβε χειροπιαστές πληροφορίες.
 
Ωστόσο, αν και η πρωθυπουργός φαίνεται ότι αιφνιδιάστηκε, τα έγγραφα αποκαλύπτουν ότι ήδη από το 1977 οι βρετανικές υπηρεσίες πληροφοριών θεωρούσαν πιθανή την ανάληψη στρατιωτικής δράσης εάν οι συνομιλίες για τα νησιά ναυαγούσαν.
 
Έτσι το ίδιο έτος, η βρετανική κυβέρνηση αποφάσισε να στείλει στο αρχιπέλαγο ένα υποβρύχιο και δύο φρεγάτες, οι κινήσεις των οποίων κρατήθηκαν μυστικές.
 
Παράλληλα, ο βρετανός πρέσβης στο Μπουένος Αιρες, Αντονι Ουίλιαμς, φαίνεται από τις επιστολές του ότι ένιωθε πως το Λονδίνο αγνοούσε τις προειδοποιήσεις του για την Αργεντινή.
 
Στα αποχαρακτηρισμένα έγραφα περιλαμβάνεται και μία ιδιαίτερα συναισθηματική επιστολή της κ. Θάτσερ στον τότε αμερικανό πρόεδρο Ρόναλντ Ρέιγκαν.
 
Σε αυτήν αποκαλύπτεται η πίεση που ένιωθε η βρετανίδα πρωθυπουργός, η οποία χαρακτηρίζει τον πρόεδρο ως τον «μοναδικό άνθρωπο» που μπορεί να καταλάβει τη θέση της. Η αλληλογραφία της με τον Ρέιγκαν καταδεικνύει επίσης τη στενή τους σχέση και το πόσο βασιζόταν πάνω του.
 
«Γράφω σε εσένα ξεχωριστά γιατί νομίζω ότι είσαι ο μοναδικός άνθρωπος που μπορεί να καταλάβει πόσο σημαντικό είναι αυτό που προσπαθώ να πω», αναφέρει σε μία επιστολή η βρετανίδα πρωθυπουργός, συμπληρώνοντας ότι διακυβεύονταν οι αρχές της δημοκρατίας, της ελευθερίας και της δικαιοσύνης.
 
Οι δυνάμεις της Αργεντινής εισέβαλαν στη νησιά, που η Αργεντινή αποκαλεί Μαλβίνας και θεωρεί ότι της ανήκουν, στις 2 Απριλίου 1982 και οι βρετανικές δυνάμεις τα έθεσαν εκ νέου υπό τον έλεγχό τους στις 14 Ιουνίου. Στον πόλεμο έχασαν τη ζωή τους 255 βρετανοί στρατιώτες και 650 αργεντινοί.