Την 1η του Δεκέμβρη γιορτάζουμε την Παγκόσμια Ημέρα κατά του HIV/AIDS. Βέβαια, στην Ελλάδα της κρίσης και των συνεχών περικοπών στην υγεία και την πρόληψη, το AIDS -για την πλειονότητα των μίντια- μετατράπηκε σε μία εξωτική είδηση που αφορά άλλους. Κι όμως η μετάδοση και η ασθένεια μας αφορά όλους, είναι ένα κοινωνικό πρόβλημα, μία επιδημία. Του Δήμου Χλωπτσιούδη

Ads

Μετά τον τρόμο της δεκαετίας του ’80 για τον τρόμο μετάδοσης του συνδρόμου ανοσοποιητικής ανεπάρκειας, φαίνεται ότι έχουμε φτάσει σε μία περίοδο απόλυτης χαλάρωσης. Μία χαλάρωση όμως που οδηγεί τελικά σε μία σημαντική αύξηση ασθενών και φορέων από τη μετάδοση του ιού HIV.
 
Συνήθως το ζήτημα στο σχολείο, με το γνώριμο ευκαιριακό ύφος της  πεντάλεπτης αναφοράς, προσεγγίζεται λανθασμένα μόνο από τη βιολογική οπτική της μετάδοσης. Ουσιαστικά όμως τα αίτια είναι κοινωνικά και οφείλονται στην απουσία ενημέρωσης. Ειδικά στο ελληνικό σχολείο θεωρείται απαγορευμένο θέμα η συζήτηση για αφροδίσια νοσήματα όπως και η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση (με ευθύνη συντηρητικών κύκλων που επεμβαίνουν στο παιδαγωγικό έργο κι εμποδίζουν να εισέλθει ένα αντικείμενο Υγιεινής στο σχολείο).
 
Έτσι, οι νέοι ενηλικιώνονται χωρίς να γνωρίζουν κάτι ιδιαίτερο από την ανύπαρκτη ή απλά ευκαιριακή ενημέρωση γύρω από το AIDS και τις αφροδισιακές μολυσματικές ασθένειες. “Ενημερώνονται” από ταινίες (πορνογραφία), το διαδίκτυο (τυχαίες πληροφορίες), τους γονείς (τρομοκρατία και κακή προσέγγιση), τους συνομηλίκους (υπερβολές και μαγκιά/κοινωνική προβολή). Και αυτή η κακή ενημέρωση συνδέεται άμεσα με τη λανθασμένη αντίληψη που διαχέεται στις τάξεις των νέων ότι η νόσος θεραπεύεται.
 
Σε τούτο βέβαια συμβάλλει και η απουσία του ζητήματος από το δημόσιο διάλογο. Και όταν το ζήτημα τίθεται δημοσίως γίνεται με στόχο την τηλεθέαση, τη λαϊκίστικη προβολή του αδύναμου (προκαλώντας οίκτο και άρα ρατσισμό), τον εκφοβισμό (βλ. τις διασυρμένες από το Χρυσοχοΐδη και το Λοβέρδο οροθετικές γυναίκες).
 
Την ίδια στιγμή κάθε προληπτική δράση θυσιάζεται στη βωμό της υποχρηματοδότησης δολοφονώντας ουσιαστικά νέους –συνήθως- ανθρώπους. Οι ενημερωτικές διαλέξεις αποτελούν μόνο ευκαιριακές κοινωνικές δράσεις κάποιων δήμων και ΜΚΟ. Η οικονομική κρίση, έχει δείξει το πλέον σκληρό της πρόσωπο και στους οροθετικούς, την ώρα που αυτοί χρειάζονται την αμέριστη στήριξη όλων.

Μετά τις περικοπές στον προϋπολογισμό για την πρόληψη του ιού HIV, παρατηρήθηκε αύξηση στα ποσοστά του AIDS κατά περισσότερο από 200% από το 2011. Σύμφωνα με την Ελληνική Εταιρεία Μελέτη και Αντιμετώπιση του AIDS χωρίς θεραπεία παραμένει το 50% των οροθετικών και των ασθενών με HIV/AIDS. Παράλληλα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποχρεώνονται υπό το βάρος των περικοπών στην Υγεία να διακόψουν την αντιρετροϊκή αγωγή που λαμβάνουν. Ενδιαφέρον θα είχε δε να εξετάσουμε το κόστος για τον ασφαλισμένο ασθενή μετά την αύξηση της συμμετοχής και τη μετακύληση της τιμής στον ασθενή.
 
Αξίζει δε να αναλογιστούμε ότι οι συγχωνεύσεις που τόσο χαρούμενα υλοποίησε ο Γεωργιάδης ουσιαστικά περιορίζουν την πρόσβαση στη Δημόσια Υγεία και στη φαρμακευτική αγωγή, ενώ δεν λείπουν οι καταγγελίες νοσοκομείων που φτάνουν να μην έχουν πλέον φάρμακα για τους ασθενείς. Ο ίδιος ο Υπουργός δεσμεύτηκε -σχετικά πρόσφατα- για θεσμική κατοχύρωση απρόσκοπτης πρόσβασης σε φαρμακευτική αγωγή των ανασφάλιστων κι άπορων οροθετικών και ασθενών, αλλά ξεχάστηκε ακόμα μία φορά.
 
Σε μια κοινωνία που επί τρεις δεκαετίες καταφέρνει μόνο να οργανώσει λαϊκίστικες φιέστες επικοινωνίας αναφορικά με το HIV/AIDS και να ψάχνει τρόπους παρέμβασης για τον «γενικό πληθυσμό», η αύξηση των ποσοστών στους χρήστες αποτελεί μία με μαθηματική ακρίβεια μαύρη συνέπεια. Και τα μίντια στο ίδιο πλάνο σε θολές εικόνες πουλούν τα ρημαγμένα πρόσωπα των οροθετικών που αναζητούν ένα ψυχολογικό αποκούμπι, μία ελπίδα να βρουν δρόμο προς τη θεραπεία και τη από-περιθωριοποίηση. Κροκοδείλια δάκρυα πολιτικών που κάνουν ό,τι μπορούν προκειμένου να νοσήσουν ακόμα περισσότεροι άνθρωποι..
 
Μάθαμε -με την απόλυτη ευθύνη όσων ελέγχουν την πολιτική Υγείας και την ατζέντα του δημόσιου διαλόγου- να αδιαφορούμε για τον Άλλο, τον Άρρωστο. Μόλις όμως γίνουμε εμείς εκείνος ο Άλλος, ο Ασθενής, ο Διαφορετικός, τότε πονάμε. Μένουμε κλειδωμένοι στα ταμπού που μας κληροδότησαν και φοβόμαστε/ντρεπόμαστε να συζητήσουμε για το AIDS και όταν το κάνουμε το μειδίαμα και το ενοχικό γελάκι αποδεικνύει την άγνοιά μας και ταυτόχρονα τον κίνδυνο που μας περιβάλλει (εξαιτίας της άγνοιας).