Το ότι είναι κοινότυπο δεν το κάνει λιγότερο αγριευτικό. Πολλές τραγικές αλήθειες είναι κοινότυπες αλλά σημαντικές ανεξάρτητα από το γεγονός της κοινοτυπίας τους. Είναι κοινότυπο λοιπόν να λέμε πόσο “τρομακτικά φυσιολογικοί” άνθρωποι- κατά τη φράση της Hannah Arendt – ήταν οι πιο βίαιοι βασανιστές, οι πιο στυγνοί και ψυχροί εκτελεστές σχεδίων εξόντωσης ολόκληρων πληθυσμών, οι βιαστές, οι εγκληματίες, οι ναζί, οι σκληροί ρατσιστές αποικιοκράτες. Δεν υπάρχουν ιδιαίτερα φυσικά χαρακτηριστικά που να τους ξεχωρίζουν όπως κάποτε ισχυριζόταν ο εγκληματολόγος Λομπρόζο ούτε έχουν το “σημάδι του Καϊν” στο μέτωπό τους. Κυκλοφορούν ανάμεσα μας, είναι ο άνδρας ή και η γυναίκα της διπλανής πόρτας, είμαι εγώ και είσαι εσύ. Της Μαρίας Τριαντοπούλου

Ads

Η διάκριση του Καλού και του Κακού έχει απασχολήσει τους φιλόσοφους από απαρχής κόσμου. Θεμελιακό ερώτημα με πολλές προεκτάσεις που συχνά τελευταία μου έρχεται στο μυαλό όχι τόσο στην αμιγώς φιλοσοφική και ηθική του διάσταση αλλά στην εφαρμοσμένη πολιτική του μορφή. Ακόμα κι αν κανείς δεχτεί την άποψη ότι το κακό υπάρχει στη φύση του ανθρώπου – η νοημοσύνη, η ηθική, οι θεσμικές αρχές, τα νομοθετικά πλαίσια και οι νόμοι, η ιδεολογία αλλά και ο,τι άλλο μέσο διαθέτει η κοινωνία και το κράτος πρέπει να έχει ως σκοπό τον περιορισμό του κακού είτε μέσα από τις ελεύθερες συνειδητοποιημένες επιλογές είτε, όταν αυτό δεν είναι εφικτό, μέσα από την επιβολή κυρώσεων. Όταν όμως το ίδιο το κράτος ή κάποιοι θεσμοθετημένοι φορείς που το εκπροσωπούν και δρουν εν ονοματί του αγγίζουν και χειρίζονται το “κακό”, βασανίζοντας, σκοτώνοντας και εξαθλιώνοντας ανθρώπους, τότε η αντίδραση όλων, ατόμων, ανθρωπιστικών οργανώσεων, διεθνών οργανισμών πρέπει να είναι άμεση και αποτελεσματική.
 
Οι εικόνες από το Κέντρο Κράτησης μεταναστών στην Λαμπεντούζα που διέρρευσαν στον Τύπο και παραπέμπουν σε σκηνές από στρατόπεδα συγκέντρωσης είναι φρικτές και ντροπιαστικές, δυστυχώς όμως, όπως όλοι πολύ καλά γνωρίζουμε, δεν αποτελούν ούτε ένα μεμονωμένο γεγονός εκτροπής ούτε την εξαίρεση στην αντιμετώπιση των μεταναστών και των προσφύγων σε πολλά μέρη του κόσμου. Και όσο κι αν η άμεση επικοινωνιακή αντίδραση των “πολιτισμένων” χωρών ήταν να εκφράσουν τον αποτροπιασμό τους, είναι γεγονός ότι στα περισσότερα κατ’ επίφασιν αναπτυγμένα κράτη του Δυτικού κόσμου τα δημοκρατικά αντανακλαστικά έχουν αμβλυνθεί. Χειραγωγείται, λίγο λίγο, σχεδόν ανεπαίσθητα, μέσω του φόβου και της απειλής, η ανεκτικότητα του κοινωνικού συνόλου ώστε να μην αντιδράει σχεδόν καθόλου ούτε στις συνθήκες κράτησης, ούτε στις μεθόδους ανάκρισης, ούτε στους βιασμούς και τα βασανιστήρια – σωματικά και ψυχολογικά – που υφίστανται συνάνθρωποί μας στα χέρια των επίσημων φορέων των “δημοκρατικών”, πλουσίων και αναπτυγμένων κρατών. Είτε πρόκειται για πρόσφυγες στα κέντρα κράτησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης που “απειλούν” τον οικονομικό και κοινωνικό πυρήνα των χωρών – τα ίδια και χειρότερα είμαι σίγουρη ότι συμβάινουν και στα δικά μας κέντρα “αναψυχής” προσφύγων (όπως μας τα είχε παρουσιάσει κάποτε η κυβέρνηση – μόνο το υδρομασάζ τους έλειπε) – είτε πρόκειται για αιχμαλώτους πολέμου είτε για πιθανούς μουσουλμάνους “τρομοκράτες” στο Γκουαντάναμο η έκφραση του “κακού” είναι κοινή (έστω κι αν ο βαθμός επιβολής του διαφέρει).
 
“Τρομαχτικά φυσιολογικοί” άνθρωποι βασανίζουν και εξευτελίζουν άλλους ανθρώπους, τους αφαιρούν το πυρήνα της ανθρώπινης υπόστασης και της αξιοπρέπειας, τους απογυμνώνουν από κάθε μοναδικότητα και πατάνε με βία διαλύοντας κάθε αίσθηση ανθρωπιάς. Έτσι ο ξεριζωμένος, χωρίς στον ήλιο μοίρα, γίνεται φορβή στα χέρια των ανθρώπων εκείνων που πίστευε ότι θα του προσφέρουν ελπίδα, γίνεται θήραμα και θύμα του “κακού” που χωρίς κανένα σημαδι του Καιν στο μέτωπο τον καταβρέχει γυμνό δημόσια μέσα στο κρύο, ενώ προφανώς κομπάζει γελώντας με τους φίλους του για τα κατορθώματα του!!
 
“Ο εχων νουν ψηφισατω τον αριθμον του Θηριου, αριθμος γαρ ανθρωπου εστι.”