Γεννημένος στις 22 Ιανουαρίου του 1953, στο Οχάιο τον Ηνωμένων Πολιτειών, ο Τζιμ Τζάρμους είναι μία από τις πιο επιδραστικές προσωπικότητες του παγκόσμιου σινεμά. Με αφορμή τα γενέθλιά του, ξαναβλέπουμε μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές δημιουργίες του.

Ads

«Εξαρτάται από το πώς ορίζει κανείς το ανεξάρτητο Αμερικάνικο σινεμά. Συνήθως πρόκειται για έναν όρο που χρησιμοποιείται – κυρίως στην Αμερική – για θέματα μάρκετινγκ. Η κατάσταση έχει αλλάξει, όπως και η διανομή. Έχουν γίνει ριζικές αλλαγές στη χρηματοδότηση και πραγματικά δεν ξέρω τι θα φέρει το μέλλον. Ίσως αυτό το νέο κύμα κινηματογράφου που υπάρχει στην Ελλάδα, δηλαδή το να κάνουν οι δημιουργοί ταινίες με χαμηλό προϋπολογισμό να είναι πράγματι το μέλλον και η καλύτερη κατεύθυνση. Στην ιστορία κάθε μορφής Τέχνης, και για παράδειγμα στο ροκ εν ρολ, βλέπουμε ότι υπάρχει μια κυκλική πορεία. Όταν ήμουν νεότερος, είχαμε μπουχτίσει το στουντιακό και εμπορικό ρον εν ρολ. Όταν εμφανίστηκαν οι Stooges, oι Sex Pistols και οι Ramones, η ιδέα ήταν πλέον να μη σε νοιάζει το ότι δεν είσαι επαγγελματίας. Με κάποιο τρόπο πιστεύω ότι αυτό είναι το μέλλον και στο σινεμά. Εγώ προτιμώ να δω μια Ελληνική ανεξάρτητη ταινία που έγινε με προϋπολογισμό 200.000 δολάρια παρά τον “Μεγάλο Γκάτσμπι” του Μπαζ Λούρμαν, αλλά αυτό είναι θέμα γούστου.» – Τζιμ Τζάρμους (54ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης)

Τζιμ Τζάρμους / Jim Jarmusch

image

Ads

Οι ταινίες του Τζιμ Τζάρμους συχνά πυκνά διακρίνονται για τον υπερβατικό μινιμαλισμό τους και την ανατροπή των παραδοσιακών κινηματογραφικών ειδών.

Γεννήθηκε το 1953 στο Οχάιο των Η.Π.Α. και εγκαταστάθηκε αρχικά στο Σικάγο για σπουδές, στη συνέχεια όμως μετεγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη στο πανεπιστήμιο Κολούμπια για να σπουδάσει αμερικάνικη και αγγλική λογοτεχνία, απ’ όπου αποφοίτησε το 1975.

Τον τελευταίο χρόνο των σπουδών του ταξίδεψε στο Παρίσι, όπου επηρεάστηκε από τον γαλλικό κινηματογράφο και τους Ιάπωνες σκηνοθέτες. Με την επιστροφή του στις Ηνωμένες Πολιτείες, εγγράφηκε στο κινηματογραφικό τμήμα του πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, όπου γνώρισε τον Βιμ Βέντερς, από τον οποίο και επηρεάστηκε.

Πλέον κατοικεί στη Νέα Υόρκη. Το 1984 με την ταινία του «Πέρα από τον Παράδεισο» κέρδισε την Χρυσή Κάμερα Πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη στο Φεστιβάλ Καννών ενώ το 2005 στο ίδιο Φεστιβάλ τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής για την ταινία του «Τσακισμένα λουλούδια».

image

Ο πολυβραβευμένος Αμερικανός δημιουργός έχει σφραγίσει με το έργο του τον σύγχρονο ανεξάρτητο κινηματογράφο, υπογράφοντας μέσα σε τέσσερις δεκαετίες ορισμένες από τις πλέον αναγνωρίσιμες και αγαπημένες ταινίες. Ανάμεσά τους συναντάμε φιλμ όπως: «Στην Παγίδα του Νόμου», «Ο Νεκρός», «Καφές και Τσιγάρα» και «Τσακισμένα Λουλούδια» κ.α.

«Το σημαντικό είναι να αναχθεί το σινεμά στην ουσιώδη του ποιητικότητα. Ήδη σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Ρουμανία και το Ιράν, ανθίζουν υπέροχοι κήποι του κινηματογράφου που σε κάνουν να αναρωτιέσαι πώς είναι δυνατό να κάνουν ταινίες εν μέσω μιας τόσο σκληρής κρίσης. Ωστόσο, αυτό είναι γεγονός και ασπάζομαι το ότι οι άνθρωποι βρίσκουν το δικό τους τρόπο έκφρασης. Έχω πίστη σε αυτό. Η όμορφη φόρμα δεν επιτυγχάνεται πάντα με ένα πακτωλό χρημάτων.» – Τζιμ Τζάρμους (54ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης)

«Στην Παγίδα του Νόμου» (Down by Law – 1986)

image

Ο Τζακ (Τζον Λιούρι) και ο Ζακ (Τομ Γουέιτς) βρίσκονται σε δύσκολη θέση. Του Τζακ, μαστρωπού το επάγγελμα, του πλάσαραν μια ανήλικη και τον “κάρφωσαν” για να τον πιάσει η αστυνομία επ’ αυτοφόρω. Του Ζακ, άνεργου πρώην ντισκ τζόκεϊ σε ραδιοφωνικό σταθμό, του έδωσαν ένα αυτοκίνητο μ’ ένα πτώμα στο πορτμπαγκάζ, όταν ήταν τελείως μεθυσμένος. Οι δυο τους καταλήγουν στο ίδιο βρώμικο κελί σε μια φυλακή στη Νέα Ορλεάνη. Αμέσως συμφωνούν ότι δεν χωνεύουν ο ένας τον άλλο και αποφασίζουν να μην μιλούν μεταξύ τους. Εκεί παρουσιάζεται ο Ρομπέρτο (Ρομπέρτο Μπενίνι), ένας Ιταλός μετανάστης που δεν μιλάει καλά αγγλικά, και επαναλαμβάνει όποια έκφραση πιάσει το αυτί του. Ο Ρομπέρτο φλυαρεί ασταμάτητα και άλλοτε τους εκνευρίζει, άλλοτε τους διασκεδάζει. Μέχρι που μια μέρα τους λέει ότι έχει δει ένα έργο στον κινηματογράφο και γι’ αυτό ξέρει πώς δραπετεύουν από την φυλακή. Πραγματικά οι τρεις τους δραπετεύουν και καταλήγουν μετά από πολλές περιπέτειες σε μια απομονωμένη ιταλική ταβέρνα μέσα στα έλη της Λουιζιάνα. Εκεί ο Ρομπέρτο αποφασίζει να μείνει και να παντρευτεί, τη Νικολέτα (Νικολέτα Μπράσι), ενώ οι άλλοι δυο συνεχίζουν παίρνοντας διαφορετικό δρόμο ο καθένας τους.

Ο Τζιμ Τζάρμους εμπνεύστηκε την ιδέα για το φιλμ «Στην Παγίδα του Νόμου» από την ταινία του 1968 «Δυο Λιοντάρια στον Ειρηνικό», με τον Λι Μάρβιν και τον Τοσίρο Μιφούνε. Σημαντικό ρόλο στην ατμόσφαιρα του έργου, διαδραματίζει τόσο η ασπρόμαυρη φωτογραφία του κινηματογραφιστή Ρόμπι Μίλερ (τακτικού συνεργάτη του Τζάρμους), όσο και η υπέροχη μουσική των Τζον Λιούρι και Τομ Γουέιτς. Η ταινία πραγματοποίησε την παγκόσμια πρεμιέρα στο επίσημο Διαγωνιστικό Τμήμα του Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ των Καννών, το 1986.

«Ο Νεκρός» (Dead Man – 1995)

image

Ο νεαρός Γουίλιαμ Μπλέικ (Τζόνι Ντεπ), προσπαθώντας να κάνει ένα νέο ξεκίνημα ταξιδεύει σε μια άγνωστη και αινιγματική πόλη αγνοώντας τους κινδύνους που καραδοκούν. Εκεί ένα παθιασμένο ερωτικό τρίγωνο καταλήγει σε διπλό φόνο και ο Μπλέικ επικηρύσσεται και αναγκάζεται να φύγει κυνηγημένος. Τότε στον δρόμο του εμφανίζεται ένας μοναχικός άντρας (Γκάρι Φάρμερ) για να του δείξει τον τρόπο να αντιμετωπίζει τους κινδύνους που μπορεί να συναντήσει ένας “νεκρός”.

Ο Τζόνι Ντεπ δίνει μία από τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας του σε μια μυστηριώδη περιπέτεια που εκτυλίσσεται στην αφιλόξενη Άγρια Δύση. Με τη θαυμάσια μουσική του Νιλ Γιανγκ και με ένα αξιόλογο καστ, που περιλαμβάνει τον Γκάμπριελ Μπερν και τον Ρόμπερτ Μίτσαμ, ο «Ο Νεκρός» αποτελεί έναν ακόμη κινηματογραφικό θρίαμβο του Τζιμ Τζάρμους.

«Στην ταινία «Ο Νεκρός», η ζωή και ο θάνατος για μένα είναι κάτι κυκλικό. Ελπίζω ότι εν μέρει η τελευταία μου ταινία είναι μία γιορτή για το δώρο της συνειδητότητας. Αν αναλογιστούμε το σύμπαν, η ζωή στον πλανήτη είναι ένα μικρό μόνο κομμάτι και εμείς έχουμε τη συνειδητότητα να είμαστε ζωντανοί. Αυτή η ιδέα νομίζω υπάρχει στην ταινία, η συνειδητότητα της ύπαρξης και εκφράζεται περισσότερο από την Εύα.» – Τζιμ Τζάρμους (54ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

«Καφές και Τσιγάρα» (Coffee and Cigarettes – 2003)

image

Από τον Τομ Γουέιτς και τον Ίγκι Ποπ μέχρι τον Μπιλ Μάρει και τους White Stripes. Έντεκα σκετσάκια με συναντήσεις λιγότερο ή περισσότερο επώνυμων ατόμων από το χώρο της μουσικής και του κινηματογράφου, οι οποίοι πίνοντας καφέ και καπνίζοντας ένα τσιγάρο φανερώνουν τις νευρώσεις τους, μιλούν για τις εξαρτήσεις της ζωής, τα καλά και τα κακά της διασημότητας, τις θεωρίες συνωμοσίας για τον Έλβις, τις εφευρέσεις του Νίκολα Τέσλα, την ψευδαίσθηση ότι ένα πλαστικό ποτήρι με καφέ είναι σαμπάνια στο Παρίσι του ’30.

Απολαυστική σπονδυλωτή ταινία στο μινιμαλιστικό ύφος και το νωχελικό  ρυθμό. Πληθώρα γνωστών ονομάτων σε ρόλους στα όρια της αυτοπαρωδίας. Πρωταγωνιστούν: Ρόμπερτο Μπενίνι, Ίγκι Ποπ, Τομ Γουέιτς, Κέιτ Μπλάνσετ, Μπιλ Μάρεϊ, Άλφρεντ Μολίνα.




«Μόνο Οι Εραστές Μένουν Ζωντανοί» (Only Lovers Left Alive – 2013)

image

Με φόντο το ρομαντικά ερημικό τοπίο του Ντιτρόιτ και της Ταγγέρης, ένας απομονωμένος μουσικός ο Άνταμ (Τομ Χίντλεστον), βαθιά απογοητευμένος από την ανθρωπότητα, επανασυνδέεται με την αισιόδοξη και αινιγματική του αγαπημένη Ιβ (Τίλντα Σουίντον). Η ερωτική τους ιστορία έχει αντέξει εδώ και αιώνες, αλλά το ειδύλλιο τους θα διαταραχθεί από την εμφάνιση της ανεξέλεγκτης μικρής αδερφής της Ιβ, της απρόβλεπτης Άβ (Μία Γουασικόφσκα). Θα καταφέρουν αυτοί οι σοφοί και εύθραυστοι χαρακτήρες να επιβιώσουν, όσο η σύγχρονη κοινωνία καταρρέει γύρω τους;

Πάντοτε ασυμβίβαστος ως προς το καλλιτεχνικό του όραμα, ο Τζιμ Τζάρμους χτίζει αυτή τη φορά το ιδιόρρυθμο κινηματογραφικό σύμπαν του με άξονα τον βαμπιρικό μύθο. Μία αντισυμβατική ιστορία αγάπης ανάμεσα σ’ έναν άντρα και μια γυναίκα, τον Άνταμ και την Ιβ. Λειτουργώντας ως μια αλληγορία για τη συντροφικότητα, την τέχνη και την κατάσταση της ανθρωπότητας, ο Τζάρμους χρησιμοποιεί ως όχημα δύο ψυχές που δεν ανήκουν σε αυτό τον κόσμο για να μιλήσει γι’ αυτό που οι άνθρωποι αποκαλούν «παντοτινή αγάπη».

«Το «Μόνο Οι Εραστές Μένουν Ζωντανοί» είναι μια αντισυμβατική ιστορία αγάπης ανάμεσα σε έναν άντρα και μια γυναίκα, τον Adam και την Eve. Το σενάριο μου είναι μερικώς εμπνευσμένο από το τελευταίο βιβλίο που εξέδωσε ο Mark Twain με τίτλο The Diaries of Adam and Eve, αν και δεν έχει καμία άμεση αναφορά σε αυτό εκτός από τα ονόματα των χαρακτήρων. Αυτοί οι δύο εραστές είναι αρχετυπικά περιθωριακοί, κλασικοί μποέμ χαρακτήρες, εξαιρετικά ευφυείς και εκλεπτυσμένοι. Παραμένουν όμως απόλυτα εξαρτημένοι από τα ζωικά τους ένστικτα. Έχουν ταξιδέψει στον κόσμο και έχουν μοναδικές εμπειρίες, κυκλοφορώντας στις πιο σκοτεινές γωνιές της κοινωνίας. Και όπως συμβαίνει με την ερωτική τους ιστορία, έτσι και η άποψη που έχουν για την ανθρώπινη ιστορία πηγαίνει πίσω αιώνες ολόκληρους, γιατί συμβαίνει να είναι βαμπίρ.» – Τζιμ Τζάρμους




«Paterson» (2016)

image

Κεντρικός χαρακτήρας του έργου είναι ένας οδηγός λεωφορείου (Άνταμ Ντράιβερ) ο οποίος ονομάζεται Πάτερσον, μένει στην μικρή πόλη Πάτερσον του Νιού Τζέρσεϊ και στον ελεύθερό του χρόνο γράφει εκπληκτικά ποιήματα. Η όμορφη γυναίκα του (Γκολσιφτέ Φαραχανί) ονειρεύεται να γίνει σταρ της ηλεκτρικής κιθάρας και ταυτόχρονα ζαχαροπλάστρια σπιτικών κέικ, ενώ ο ιδιόρρυθμος σκύλος τους είναι πάντα έτοιμος για τις χειρότερες σκανταλιές. Ο Πάτερσον αγαπά τη Λόρα, κι αυτή τον αγαπά. Αυτός επικροτεί τις νεόκοπες φιλοδοξίες της. Αυτή υποστηρίζει το ταλέντο του στην ποίηση.

Στο φιλμ πρωταγωνιστεί ο εξαιρετικός Άνταμ Ντράιβερ (Frances Ha – 2012, Star Wars: Episode VII The Force Awakens – 2015) και η αξιόλογη Ιρανή ηθοποιός, Γκολσιφτέ Φαραχανί (About Elly – 2009, Κοτόπουλο με Δαμάσκηνα – 2011, Η Πέτρα της Υπομονής – 2012). Η ταινία μας μυεί στην ποίηση με αναπάντεχο χιούμορ. Το φιλμ «Paterson» (2016), παρατηρεί σιωπηρά τους θριάμβους και τις ήττες της καθημερινής ζωής, όπως και την ποίηση που κρύβεται στις πιο μικρές λεπτομέρειες.

«Πάντοτε υποστήριζα ότι πρέπει να εμπιστευόμαστε πρώτα τον εαυτό μας και αν κάνουμε τέχνη να ικανοποιούμε αυτόν. Να συνεργαζόμαστε μαζί του και να κάνουμε το καλύτερο δυνατό. Η επαφή με τον έξω κόσμο μόνο απορρύθμιση προκαλεί. Αυτή που χρειάζεται να εξασκούμε είναι τη διαίσθησή μας. Από τις πρώτες μου ταινίες έλεγα, ότι κάνουμε κινηματογράφο για τον εαυτό μας και μόνο. Αυτό μάλιστα είχε προκαλέσει και μια διαμάχη μου με τον Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, έναν σκηνοθέτη που θαυμάζω για τη συμβολή του στην ιστορία και την ομορφιά του σινεμά, όταν πριν πολλά χρόνια είχαμε βρεθεί μαζί σε μια εκπομπή στην Ολλανδία. Μου είχε πει τότε θυμωμένος, μετά από μια τέτοια δήλωσή μου, ότι είναι κατακριτέο και ελιτίστικο να μην σκέφτομαι τον κόσμο αλλά μόνο τον εαυτό μου. Και του απάντησα, ότι είναι σεβαστά όσα μου λέει αλλά εγώ δεν θέλω να περάσω ένα μήνυμα στον κόσμο, αλλά να τον κάνω να αισθανθεί όσα αισθάνομαι εγώ για την ταινία αυτή. Έτσι έκανα και το «Πάτερσον», επηρεασμένος από την ποιητική σχολή της Νέας Υόρκης περί της ιδέας της γραφής από ένα άτομο: ο ποιητής στέκεται στην κορυφή του βουνού και λέει: Εδώ είναι αυτό που πιστεύω.» – Τζιμ Τζάρμους




«Gimme Danger» (2016)

image

Ο Τζιμ Τζάρμους – το τρομερό παιδί του ανεξάρτητου κινηματογράφου – μπορεί να μεγάλωσε, αλλά το σινεμά του παραμένει πρωτότυπο και αναζωογονητικό. Τρία χρόνια μετά το φιλμ «Μόνο Οι Εραστές Μένουν Ζωντανοί» (Only Lovers Left Alive – 2013), ο Αμερικανός σκηνοθέτης επέστρεψε δριμύτερος το 2016 με την ταινία μυθοπλασίας «Paterson», αλλά και το ντοκιμαντέρ «Gimme Danger», αφιερωμένο στον Ίγκυ Ποπ και το συγκρότημα Stooges.

Το εκρηκτικό ντοκιμαντέρ «Gimme Danger», είναι αφιερωμένο στους θρυλικούς Stooges και στον μοναδικό frontman τους, Ίγκι Ποπ. Φανατικός θαυμαστής τους και προσωπικός φίλος του Ίγκι Ποπ, ο Τζιμ Τζάρμους συνθέτει το πορτρέτο της μπάντας αλλά και μιας ολόκληρης εποχής. Η ενέργεια του αγέραστου Ίγκι διαποτίζει το ντοκιμαντέρ και μας παρασύρει σ’ έναν κόσμο αυθεντικό, όπως και τα είδωλά του.

«Ο Μπο Ντίντλεϊ και ο Τσακ Μπέρι ήταν οι θεοί μου. Όχι ότι ήταν καλύτεροι από τον Little Richard ή τους Everly Brothers, αλλά ήταν πιο κοντά σε μένα. Πριν από 15 χρόνια κατάλαβα ότι έχω γίνει κι εγώ σαν τον Ντίντλεϊ – έπαιζε πολύ απλή μουσική που στην ουσία ήταν αρκετά σύνθετη. Ποιοι άλλοι με επηρέασαν και γιατί; Ο Φρανκ Ζάπα για τη μουσική και το χιούμορ, οι MC 5 φυσικά, οι Velvet Underground για τη σκοτεινή, soft-porn, θλιμμένη νιχιλιστική τους δύναμη. Πολλοί. Και ξέρω ότι θα επιστρέψω στο ξενοδοχείο απόψε και θα αυτοκτονήσω, γιατί ξέχασα 20-25 ακόμα μουσικούς που δεν σας είπα. Να σας πω, όμως, κι ένα όνομα που δεν θα πιστεύατε κι όμως με επηρέασε βαθιά. Μία μουσικό που έπαιζε τσέλο στον ανδροκρατούμενο χώρο της εποχής του ’60 στην κλασική μουσική. Δεν άφηναν χώρο οι άντρες για να γίνει διάσημη μία γυναίκα στην κλασική μουσική τότε. Οπότε η Σαρλότ Μούρμαν (Charlotte Moorman) βρήκε έναν άλλο τρόπο. Πολύ καυτή γκόμενα. Επαιζε γυμνή και δεμένη. Με επηρέασε αυτό γιατί σκέφτηκα: γύμνια, πρόκληση – να ένας τρόπος να περάσεις το μήνυμά σου.» – Ίγκυ Ποπ (Κάννες 2016)

«Εγώ αγαπώ τους MC5 και το πόσο πολιτικοποιημένοι ήταν. Σήμερα καταλαβαίνω ότι οι Stooges με το να μην είναι τόσο ανοιχτά πολιτικοί ήταν πιο πολιτικά επιδραστικοί τελικά. Είχαν μεγαλύτερη επίδραση σε μένα και σε εκατομμύρια κόσμου. Κάποιοι, φυσικά, έχουν καταφέρει να είναι και πολιτικοποιημένοι και εξαιρετικοί καλλιτέχνες.» – Τζιμ Τζάρμους (Κάννες 2016)

«Πάντα έβρισκα τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα εκτός του mainstream, συχνά στο περιθώριο. Σε όλη την ιστορία της Τέχνης διαμορφώνεται το πολιτιστικό κατεστημένο και το πολιτιστικό περιθώριο. Όχι πάντα, αλλά συχνά, τα πιο πρωτοποριακά πράγματα βρίσκονται στο περιθώριο. Όσον αφορά τον εαυτό μου, βρίσκομαι σίγουρα κάπου στα περιθώρια, δε με βλέπω στο φάσμα του mainstream. Σίγουρα όμως υπάρχουν άνθρωποι που εκτιμώ πολύ και είναι πιο θαρραλέοι, οι οποίοι παραβιάζουν πολλούς περισσότερους κανόνες του σινεμά από ό,τι εγώ και βρίσκονται περισσότερο στο περιθώριο.» – Τζιμ Τζάρμους (54ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης)

image

Διαβάστε επίσης: