Η Παγκόσμια Ημέρα Ελευθεροτυπίας καθιερώθηκε με πρωτοβουλία της Παγκόσμιας Ένωσης Εφημερίδων (ΠΕΕ) και από το 1993 γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 3 Μαΐου, σε ανάμνηση της Διακήρυξης του Βίντχουκ, μία έκκληση ελευθεροτυπίας που υπέγραψαν Αφρικανοί δημοσιογράφοι το 1991 για ελεύθερα, ανεξάρτητα και πλουραλιστικά Μ.Μ.Ε. Κάθε μία από τις ταινίες του αφιερώματος παρουσιάζει με τον δικό της μοναδικό τρόπο, τον ρόλο των μέσων μαζικής ενημέρωσης και του δημοσιογράφου, όπως αποτυπώθηκε διαχρονικά στην μεγάλη οθόνη.

Ads

Η Παγκόσμια Ημέρα Ελευθεροτυπίας μας υπενθυμίζει τη σπουδαιότητα της προστασίας του θεμελιωδών δικαιωμάτων της ελευθερίας της έκφρασης και της ελευθερίας του Τύπου, όπως κατοχυρώνονται από το άρθρο 19 της Παγκόσμιας Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών (Ο.Η.Ε.), αλλά και από το Σύνταγμά. Χωρίς αυτά τα δύο θεμελιώδη δικαιώματα, η Δημοκρατία είναι κενή περιεχομένου.

Επιστρέφοντας στην Έβδομη Τέχνη, στο σημερινό μας αφιέρωμα, παρουσιάζουμε τέσσερις ταινίες κι ένα ντοκιμαντέρ που κυκλοφόρησαν στις Κινηματογραφικές Αίθουσες την τελευταία δεκαετία και οι οποίες απεικόνισαν, η κάθε μία με τον δικό της μοναδικό τρόπο, τον ρόλο του ρεπόρτερ, στην μεγάλη οθόνη. Άλλοτε σκοτεινός και άλλοτε ηρωικός, ο ρόλος της δημοσιογραφίας στον αγώνα της ενημέρωσης και στην ελευθερία της έκφρασης, παρείχε την πρώτη ύλη για τη δημιουργία χαρακτηριστικών ιστοριών που αποτυπώθηκαν διαχρονικά στον κινηματογράφο:

«O Αγγελιοφόρος Πρέπει να Πεθάνει» (Kill The Messenger – 2014) του Μάικλ Κουέστα

Ads

image

Τη δεκαετία του ’80 στην Νικαράγουα, οι δεξιοί αντάρτες, Κόντρας, αντιμάχονται το καθεστώς των Σαντινίστας. Οι ΗΠΑ υπό τον Ρήγκαν στηρίζουν οικονομικά τους Κόντρας στον αντικομουνιστικό τους αγώνα. Παρόλα αυτά, μια απόφαση της Γερουσίας, της Συνθήκης Μπόλαντ, του 1984 απαγορεύει στην αμερικανική κυβέρνηση να χρηματοδοτήσει περαιτέρω τους αντάρτες στην Νικαράγουα. Όταν το 1984 εφαρμόστηκε η Συνθήκη Μπόλαντ, αναφορές άρχισαν να φτάνουν στην δημοσιότητα, οι οποίες υποστήριζαν πως οι Κόντρας χρηματοδοτούνται με ναρκοδολάρια. Οι Κόντρας διακινούσαν ναρκωτικά στον Παναμά, στην Κολομβία και στην Κόστα Ρίκα. Από εκεί μέσω πτήσεων αρκετές φορές έφταναν στο Μαϊάμι. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες οι αμερικανικές αρχές είχαν επίγνωση των συναλλαγών.

Βασισμένη σε αληθινά γεγονότα, η νέα ταινία του Μάικλ Κούεστα (Michael Cuesta), δημιουργού της δημοφιλούς τηλεοπτικής σειράς «Homeland» (2011) επικεντρώνεται στην υπόθεση του βραβευμένου με Πούλιτζερ δημοσιογράφου Γκάρι Γουέμπ. Με πρωταγωνιστή τον καλό ηθοποιό Τζέρεμι Ρένερ (The Hurt Locker – 2008, American Hustle – 2013), το φιλμ φέρνει στο προσκήνιο μία σπουδαία ιστορία. Παρά τα συνήθη κλισέ του Χόλιγουντ, ο Γκάρι Γουέμπ με την προσωπική του στάση, αποδεικνύει ποιος μπορεί και πρέπει να είναι ο ρόλος της ερευνητικής δημοσιογραφίας. Με το επαγγελματικό του σθένος και θέτοντας σε κίνδυνο όχι μόνο την καριέρα του, αλλά και την ίδια του τη ζωή, καθώς επίσης και τις ζωές των μελών της οικογενείας του, κατάφερε μέσα από την δημοσιογραφική του έρευνα να ξεσκεπάσει τη σκευωρία της Αμερικανικής κυβέρνησης και της CIA εις βάρος των ίδιων των Αμερικανών πολιτών.

Διαβάστε επίσης:
O Αγγελιοφόρος Πρέπει να Πεθάνει: Η συγκλονιστική ιστορία του Γκάρι Γουέμπ
Ναρκωτικά: Τα ναρκωτικά κάνουν καλό στην… πολιτική

Ο Κανόνας της Σιωπής (The Company You Keep – 2012) του Ρόμπερτ Ρέντφορντ

image

Ο Τζιμ Γκραντ (Ρόμπερτ Ρέντφορντ) είναι ένας επιφανής δικηγόρος που αναλαμβάνει υποθέσεις προάσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πατέρας μία κόρης, την οποία μεγαλώνει μόνος του, στα ήρεμα προάστια του Όλμπανι, στη Νέα Υόρκη. Ο κόσμος του όμως ανατρέπεται όταν ένας φιλόδοξος νέος δημοσιογράφος, ο Μπεν Σέπαρντ (Σία Λαμπέφ), αποκαλύπτει την πραγματική του ταυτότητά, αυτή δηλαδή ενός πρώην ακτιβιστή της οργάνωσης Weather Underground, που εξαιτίας της συμμετοχής του σε μία ένοπλη ληστεία, καταζητείται για φόνο.

Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ, πρωταγωνιστεί αλλά και σκηνοθετεί τον «Κανόνα της Σιωπής», επιστρατεύοντας στο πλευρό του, μερικούς από τους καλύτερους Αμερικανούς ηθοποιούς της γενιάς του, με φόντο το αντιπολεμικό κίνημα, The Weather Underground. Μία ταινία που διαδραματίζεται στο παρόν με αναφορές στο αντιπολεμικό κίνημα, The Weather Underground, τη δεκαετία του ’70. Το φιλμ βασίζεται στο μυθιστόρημα του Νιλ Γκόρντον, το οποίο προσαρμόστηκε για τις ανάγκες της μεγάλης οθόνης από τον Λεμ Ντομπς.

image

Πολύ καλός ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ, τόσο μπροστά όσο και πίσω από την κάμερα. Η δραματική εξέλιξη και οι σεναριακές ανατροπές, είναι το μεγάλου ατού της συγκεκριμένης ταινίας. Μίας ταινίας που ανοίγει τον φάκελο, ενός από τα πιο σημαντικά αντιπολεμικά κινήματα, της δεκαετία του ’70. Ο λόγος βέβαια για το “The Weather Underground”, που στην εποχή του, είχε διχάσει την κοινή γνώμη στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού.

Στο καστ συναντάμε μερικούς από τους κορυφαίους Αμερικανούς ηθοποιούς του παρελθόντος. Καθώς εκτός από τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ, σε καθοριστικούς ρόλους συμμετέχουν οι: Σούζαν Σαράντον, Νικ Νόλτε, Στάνλεϊ Τούτσι, Κρις Κούπερ και Τζούλι Κρίστι. Ικανοποιητικός και επαρκής στον ρόλο του, είναι και ο πιτσιρικάς της παρέας, ο Σία ΛαΜπέφ, εδώ στον ρόλο του δαιμόνιου δημοσιογράφου που κυνηγά την είδηση.

Διαβάστε επίσης:
Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ σπάει τον «Κανόνα της Σιωπής»

Φροστ / Νίξον (Frost / Nixon – 2008) του Ρον Χάουαρντ

image

Μεταφερόμαστε στις 23 Μαΐου του 1977. Ο πρώην Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ρίτσαρντ Νίξον, δίνει μία από τις πιο διάσημες τηλεοπτικές συνεντεύξεις του στον Ντέιβιντ Φροστ. Επιλέγει εσκεμμένα – και πιστεύοντας εκ του ασφαλούς – να σπάσει την πολυετή σιωπή του με μια συνέντευξη σ’ έναν μέχρι τότε «ανάλαφρου» ύφους εκπομπών, παρουσιαστή. Παράλληλα ο Νίξον, επικαλείται το “δικαίωμα” του Προέδρου για υποκλοπή και τελικά για… κλοπή, εάν τίθεται θέμα εθνικής ασφαλείας. Στην ουσία προσπαθούσε να δικαιολογηθεί για το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ. Η εξέλιξη όμως των συνεντεύξεων θα έχει απρόσμενη κατάληξη.

Η ταινία, βασίζεται σε μια σειρά συνεντεύξεων που εξασφάλισε ο Ντέιβιντ Φροστ από τον πρόεδρο Νίξον το καλοκαίρι του 1977, όταν ο τελευταίος έληξε την τριετή σιωπή του. Στην τελευταία συνέντευξή του ο Νίξον παραδέχεται, τελικά, την εμπλοκή του στο σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ. Πρόκειται για μια ιστορική αναμέτρηση, την οποία παρακολούθησαν πάνω από 45 εκατομμύρια τηλεθεατές και η οποία όχι μόνο άλλαξε τη ζωή και των δύο, αλλά και τους όρους και τα όρια της δημοσιογραφίας σε σχέση με την πολιτική.

image

Ο βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθέτης Ρον Χάουαρντ (A Beautiful Mind, The Da Vinci Code, Apollo 13) μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το θεατρικό του Πίτερ Μόργκαν (The Queen, The Last King of Scotland) για την τηλεοπτική αναμέτρηση μεταξύ του παραιτηθέντος Προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον και του διάσημου Άγγλου τηλεοπτικού παρουσιαστή Ντέιβιντ Φροστ. Ο Φρανκ Λανγκέλα και ο Μάικλ Σιν πρωταγωνιστούσαν και στο ομώνυμο πολύ επιτυχημένο θεατρικό έργο. Οι δυο τους ως Νίξον και Φροστ αποκάλυπταν τι εικάζει ο συγγραφέας και σεναριογράφος Πίτερ Μόργκαν, πως γινόταν όταν έσβηναν οι κάμερες. Ίσως γι’ αυτό και η χημεία των δύο πρωταγωνιστών να είναι τόσο καλή, με τον Φρανκ Λανγκέλα, στον ρόλο του Ρίτσαρντ Νίξον, να δίνει μία από τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας του και δικαίως να κερδίζει μία υποψηφιότητα για Όσκαρ.

Διαβάστε επίσης:
Ξαναβλέποντας την ταινία Frost / Nixon του Ρον Χάουαρντ

Καληνύχτα, και Καλή Τύχη (Good Night, and Good Luck, 2005) του Τζορτζ Κλούνεϊ

image

Το 1953, o Έντουαρντ Μάροου, ένας εξαιρετικά πετυχημένος πολιτικός αναλυτής του CBS, ο οποίος υποστηρίζεται από μια σπουδαία δημοσιογραφική ομάδα και τον παραγωγό Φρεντ Φρέντλι, αποφασίζει να διερευνήσει την «ομιχλώδη» υπόθεση αποπομπής από την πολεμική αεροπορία ενός ικανότατου πιλότου. Οι έρευνές του όμως σύντομα θα τον οδηγήσουν σε ανοιχτή αντιπαράθεση με τον γερουσιαστή Τζόζεφ Μακάρθι, θεμελιωτή της περίφημης «μαύρης λίστας», κάτι που θα θέσει σε κίνδυνο την καριέρα του…

Αυτή η πραγματική ιστορία που προαναφέραμε είναι και το θέμα της ταινίας “Καληνύχτα, και Καλή Τύχη” (Good Night, and Good Luck, 2005). Το φιλμ, αποτελεί τη δεύτερη σκηνοθετική προσπάθεια του Τζορτζ Κλούνεϊ, που μας αφήνει με τις καλύτερες εντυπώσεις. Είχε προηγηθεί το 2002, το “Confessions of a Dangerous Mind”, ενώ στην πορεία θα ακολουθήσουν οι ταινίες: “Leatherheads” του 2008 και “The Ides of March” του 2011, ενδιαφέροντα φιλμ και σίγουρα πολύ καλύτερα από την περσινή σκηνοθετική του ματιά στο “Μνημείων Άνδρες” (The Monuments Men – 2014).

image

Έχοντας μία πλειάδα γνωστών και εξαιρετικών ηθοποιών στη διάθεση του και κρατώντας για τον εαυτό έναν πιο μικρό ρόλο ο Κλούνεϊ, αποφασίζει σοφά να μας παρουσιάσει το συγκεκριμένο έργο σε ασπρόμαυρο φόντο, μεταφέροντας μας ακόμα πιο πειστικά στην ατμοσφαίρα της εποχής εκείνης. Διαθέτοντας αρκετά στοιχεία από το είδος του φιλμ νουάρ, η ταινία εντυπωσιάζει τόσο με την απλότητά της, όσο και με την ειλικρίνειά της. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι τον Τζόζεφ Μακάρθι, επίτηδες δεν τον υποδύεται κάποιος ηθοποιός, αλλά χρησιμοποιούνται πλάνα της εποχής εκείνης καταφέρνοντας έτσι ο Κλούνεϊ να μπολιάσει ιδανικά στο φιλμ του, την ιστορική εγκυρότητα με τη μυθοπλασία.

Διαβάστε επίσης:
Μακαρθισμός καλεί Χόλιγουντ: «Καληνύχτα, και Καλή Τύχη»

«Είμαστε Δημοσιογράφοι» (We Are Journalists) του Άχμαντ Τζαλάλι Φαραχάνι

image

Ένα ντοκιμαντέρ για τις δυσκολίες που πρέπει να αντιμετωπίσουν οι Ιρανοί δημοσιογράφοι εντός κι εκτός της χώρας τους, το οποίο βασίζεται στην προσωπική ιστορία του σκηνοθέτη. Η ταινία αποκαλύπτει τη γυμνή αλήθεια, όχι μόνο για τον προσωπικό πόνο και τα δεινά που υπέφερε ο Αχμάντ στον αδιάκοπο αγώνα του για την ελευθερία της έκφρασης, αλλά επίσης και για τη συμφορά που βρήκε πολλούς Ιρανούς δημοσιογράφους οι οποίοι έχασαν τη δουλειά τους όταν οι εφημερίδες στις οποίες δούλευαν απαγορεύτηκαν.

Ένα συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ, για την ελευθερία της έκφρασης και του λόγου, το οποίο είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε τον Μάρτιο στο πλαίσιο του 17ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, στην ενότητα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Δύο δημοσιογράφοι – σκηνοθέτες καταγράφουν στην κάμερα τις προσωπικές τους, σοκαριστικές ιστορίες. Έχοντας βιώσει τη βία και τον εξευτελισμό, ο Αχμάντ Τζαλαλί Φαραχανί στο ντοκιμαντέρ «We Are Journalists», εκθέτει τις τρομοκρατικές συνθήκες εργασίας των δημοσιογράφων στο Ιράν.

Διαβάστε επίσης:
Ντοκιμαντέρ και Ανθρώπινα Δικαιώματα

Διαβάστε επίσης:
Ο Δημοσιογράφος στον Κινηματογράφο