Η νέα σχολική χρονιά ξεκινάει γεμάτη όνειρα, ελπίδες και προσδοκίες. Στην Κινηματογραφική στήλη του Tvxs.gr την υποδεχόμαστε παρέα με δέκα αξιόλογες ταινίες, οι οποίες κυκλοφορήσαν στις ελληνικές κινηματογραφικές αίθουσες κατά τον 21ο αιώνα. Πρόκειται για ταινίες αφιερωμένες στο λειτούργημα του εκπαιδευτικού και στη σημασία της διαπαιδαγώγησης στο σχολείο, σε κάθε βαθμίδα της, αλλά και στους κινδύνους που ελλοχεύουν εντός και εκτός της σχολικής αίθουσας.

Ads

«Ο ιδανικός δάσκαλος είναι εκείνος που γίνεται γέφυρα για να περάσει αντίπερα ο μαθητής του. Κι όταν πια του διευκολύνει το πέρασμα, αφήνεται χαρούμενα να γκρεμιστεί, ενθαρρύνοντας τον μαθητή του να φτιάξει δικές του γέφυρες» – Νίκος Καζαντζάκης

«Το Κύμα» (Die Welle / The Wave – 2008) του Ντένις Γκάνσελ (Γερμανία)

image

Ads

Ο καθηγητής Rainer Wenger (τον ερμηνεύει υποδειγματικά ο Jurgen Vogel) συνειδητοποιεί, ότι οι παραδοσιακές μέθοδοι διδασκαλίας της Ιστορίας, προκαλούν αφόρητη ανία στους μαθητές του, ένας νεαρός καθηγητής, προτείνει την εφαρμογή ενός ιδιότυπου πειράματος, που προβλέπει συγκρότηση μιας ελίτ με μυστικούς κώδικες, σκληρή πειθαρχία και υψηλούς στόχους. Οι μαθητές θα οδηγήσουν το πείραμα σε απόλυτη επιτυχία και χωρίς να το καταλάβουν, θα αρχίσουν να υποκύπτουν στην επιρροή της εξουσίας και του φασισμού.

Πολύ εύστοχη και διαχρονικά επίκαιρη η ταινία, «Το Κύμα» του Ντένις Γκάνσελ, καταφέρνει με γρήγορο μοντάζ, αλλά χωρίς υπερβολές να εισάγει τον θεατή στο ιδιαίτερο σύμπαν του. ο σκηνοθέτης το πετυχαίνει, με τον τρόπο που το έκανε και ο μαθητής που ξεσήκωσε το «Κύμα», μέσω μίας και μόνο ερώτησης, που τίθεται στους εαυτούς μας καταρχήν, αλλά και στους γύρω μας: «Μπορεί να ξαναγεννηθεί ο ναζισμός;».

Αυτή είναι η τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία για τον Γερμανό σκηνοθέτη, ο οποίος αναφέρει χαρακτηριστικά: «Όταν ήμουν νέος συχνά αναρωτιόμουν για το τι θα έκανα αν θα βρισκόμουν σε μια κατάσταση σαν κι αυτή του παρελθόντος. Στο «Κύμα» η ερώτησή μου είναι το πώς θα μπορούσε να δουλεύει σήμερα ο φασισμός. Θα ήταν πιθανός σήμερα; Θα μπορούσε να ξανασυμβεί αυτό το πράγμα, εδώ και τώρα, σ’ ένα συνηθισμένο σχολείο στη Γερμανία; Και πάλι, όταν ήμουν νέος πάντα ευχόμουν να υπήρχε κάτι με το οποίο θα μπορούσα να ταυτιστώ. Ζήλευα τους γονείς μου που έζησαν τη δεκαετία του ’60 και το φοιτητικό κίνημα, όπου οι άνθρωποι είχαν ένα είδος κοινού στόχου, προσπαθώντας να αλλάξουν το κόσμο και να κάνουν τη διαφορά. Εγώ μεγάλωσα στη δεκαετία του ’80 και του ’90, όταν πια υπήρχαν χιλιάδες πολιτικά ρεύματα και ομάδες, αλλά καμιά πραγματική κατεύθυνση.»

Διαβάστε επίσης:
Ο Φασισμός στον Κινηματογράφο: «Το Κύμα»

«Ταξικός Εχθρός» (Class Enemy / Razredni Sovraznik – 2013) του Ροκ Μπίτσεκ (Σλοβενία)

image

Λόγω της τεράστιας διαφοράς στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται τη ζωή, η σχέση ανάμεσα στους μαθητές και στον καινούργιο δάσκαλο των γερμανικών τους εντείνεται σε κρίσιμο βαθμό. Όταν μία μαθήτρια αυτοκτονεί, οι συμμαθητές της κατηγορούν τον καθηγητή ως υπαίτιο για τον θάνατό της. Το κλίμα γίνεται ιδιαίτερα φορτισμένο, στην υπόθεση μπλέκεται ολόκληρο το σχολείο αλλά και οι γονείς των παιδιών, όμως ο καθένας έχει τους δικούς του λόγους για να βλέπει τα πράγματα σε άσπρο-μαύρο.

Η ιστορία πίσω από τον «Ταξικό Εχθρό» βασίζεται σε μία πραγματική εμπειρία του 28χρονου σκηνοθέτη της ταινίας, Ροκ Μπίτσεκ. Ο ίδιος υποστηρίζει πως γράφοντας το σενάριο αυτό που τον ενδιέφερε δεν ήταν τόσο οι λόγοι που η κοπέλα αυτοκτόνησε, όσο οι σχέσεις ανάμεσα τους μαθητές, ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποίησαν μία τραγωδία για να αντιδράσουν και η ευκολία με την οποία  κατηγόρησαν τον καθηγητή. Βασική θεματική ήταν το πως μία σχολική τάξη ενώνεται γύρω από μία ιδέα και το πως όταν τα σχέδιά τους καταρρέουν, στρέφονται ο ένας ενάντια στον άλλο.

Αυτό άλλωστε συμβαίνει και εκτός σχολείου. Ένας κοινός εχθρός είναι απαραίτητος για να δημιουργηθεί μία ομάδα, αλλά όταν ο στόχος επιτευχθεί και ο εχθρός κατακτηθεί, η ομάδα διαλύεται. Έτσι λοιπόν, η ιστορία ενός αυστηρού καθηγητή και μίας τάξης που τον στοχοποιεί ως ηθικό αυτουργό της αυτοκτονίας μίας συμμαθήτριας, μέσα από την ματιά του Ροκ Μπίτσεκ αποκτά ιδιαίτερες διαστάσεις.

«O Εξαιρετικός Κύριος Lazhar» (Monsieur Lazhar – 2011) του Φιλίπ Φαλαρντό (Καναδάς)

image

O κύριος Lazhar, από την Αλγερία, προτείνει τον εαυτό του ως αντικαταστάτη της δασκάλας που αυτοκτόνησε σ’ ένα δημοτικό σχολείο της Γαλλίας. Από την στιγμή που προσλαμβάνεται κάνει τα πάντα για να έρθει πιο κοντά στα παιδιά, να τους συμπαρασταθεί και να τους εξηγήσει την ανεξήγητη ακόμη και για τους μεγάλους πολλές φορές δύναμη της απώλειας. Ωστόσο, κανείς απ’ τους συναδέλφους, γονείς, ακόμη κι απ’ τα παιδιά δε γνωρίζει το παρελθόν του κυρίου Lazhar και το γεγονός ότι από στιγμή σε στιγμή μπορεί να απελαθεί και να ακολουθήσει τον δρόμο του πρόσφυγα…

Υποψήφιο για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, το φιλμ του Φιλίπ Φαλαρντό είναι μία προσαρμογή του θεατρικού έργου της Evelyne de la Cheneliere, όπου ο κύριος Lazhar ενσαρκώνει την συνάντηση δύο διαφορετικών κόσμων και τη δύναμη της ειλικρίνειας. Ο σκηνοθέτης με χιούμορ, ευαισθησία και ειλικρινή “ψέματα” προσφέρει μία ταινία που γοητεύει.

«Ανάμεσα στους Τοίχους» (Entre les murs / The Class – 2008) του Λοράν Καντέ (Γαλλία)

image

Ο Φρανσουά (François Bégaudeau) και οι καθηγητές συνάδελφοι του, προετοιμάζονται για την καινούργια σχολική χρονιά, στο γυμνάσιο μιας σκληρής, εργατικής συνοικίας. Εφοδιασμένοι με τις καλύτερες προθέσεις, δεν πτοούνται από τις δύσκολες συνθήκες εργασίας και θα προσπαθήσουν με όλες τους τις δυνάμεις να μεταδώσουν τη γνώση, στους μαθητές τους. Κουλτούρες και συμπεριφορές έρχονται σε αντιπαράθεση μέσα στη τάξη, σ’ έναν μικρόκοσμο που αντιπροσωπεύει τη Γαλλία του σήμερα.

Οι μαθητές είναι διασκεδαστικοί αλλά και δύστροποι. Αυτό μπορεί να υπονομεύσει τον ενθουσιασμό των χαμηλόμισθων καθηγητών. Ο Φρανσουά επιμένει να διατηρεί στην τάξη μια ατμόσφαιρα σεβασμού και αξιοπρέπειας. Απορρίπτει τη σοβαροφάνεια και τον αυταρχισμό. Είναι σε ακραίο βαθμό ειλικρινής και αυτό είναι πρωτόγνωρο για τους μαθητές. Όμως έρχεται μια στιγμή που οι αρχές του που έχει επιβάλει στην τάξη δοκιμάζονται, όταν ένας μαθητής αμφισβητεί τις μεθόδους του.

Πολύ έξυπνη ιδέα και άψογη η μεταφορά της στην μεγάλη οθόνη, μίας ιστορίας που βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Απόλυτα ρεαλιστική, χωρίς να είναι ντοκιμαντέρ, ελάχιστα αφηγηματική και ζωντανή με την κάμερα να βρίσκεται σε συνεχή κίνηση. Ο δάσκαλος είναι ο François Bégaudeau που έγραψε αρχικά την ιστορία σε βιβλίο και στη συνέχεια σε σενάριο για την εν λόγω ταινία. Οι μαθητές είναι οι πραγματικοί του μαθητές (για τους παρατηρητικούς: εκτός από έναν που αναφαίνεται διακριτικά και στα credits της ταινίας) και κατάγονται από διαφορετικά σημεία του κόσμου, σε μία όντως πολυπολιτισμική τάξη. Η ταινία τιμήθηκε με τον Χρυσό Φοίνικα του Φεστιβάλ Καννών, ενώ ήταν και Υποψήφια για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.

«Μαθήματα ζωής» (Les Heritiers / Once in a Lifetime – 2014) της Μαρί-Καστίγ Μανσιόν-Σαρ (Γαλλία)

image

Η  Άννα (Αριάν Ασκαρίντ) δεν είναι απλά μια καθηγήτρια Ιστορίας  δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Είναι από τις λίγες  που νοιάζεται για τους  ανήσυχους μαθητές της από τις φτωχογειτονιές τις πόλης. Όπως κάθε χρόνο, έτσι και αυτή την χρονιά, η Άννα έχει αναλάβει ένα δύσκολο τμήμα. Απογοητευμένη από τον υλισμό και την έλλειψη φιλοδοξίας των μαθητών της, η Άννα τους παροτρύνει να συμμετάσχουν σ’ ένα διεθνή διαγωνισμό με θέμα, τι σημαίνει να είσαι έφηβος σ’ ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης.

Αποφασισμένη να ωθήσει τους μαθητές της μέχρι τέλους, η Άννα αφήνει στην άκρη την προσωπική της ζωή, χρησιμοποιεί όλη της την δημιουργικότητα και τη δύναμη της θέλησης για να τραβήξει την προσοχή τους και να τους κινητοποιήσει. Καθώς η καταληκτική ημερομηνία σιγά σιγά πλησιάζει, τα παιδιά αρχίζουν να ανοίγονται μεταξύ τους και να πιστεύουν στους εαυτούς τους. Στους νέους αυτούς, η συλλογική αυτή δραστηριότητα  μπορεί να μην τους λύσει τα προβλήματα και τις προκλήσεις της σύγχρονης καθημερινότητας, αλλά  μπορεί να αποτελέσει το σημείο καμπής που θα τους βοηθήσει να βρουν τον δρόμο τους και να τους αλλάξει την υπόλοιπη ζωή.

Η ιστορία στηρίζεται στο αληθινό γεγονός μιας τάξης εφήβων μαθητών σε μια πολυφυλετική συνοικία του Παρισιού, της οποίας η δασκάλα αποφασίζει να τους βάλει ένα διαγώνισμα που θα εξετάζει το ολοκαύτωμα από την άποψη των επιπτώσεών του στους νέους. Περιέχει μερικές πολύ συναισθηματικές σκηνές και καταγράφει την αλλαγή στις απόψεις και τις αλληλεπιδράσεις μιας τυπικής κατηγορίας εφήβων. Βασισμένη σε αληθινά γεγονότα, η ταινία «Μαθήματα ζωής» (Les Heritiers / Once in a Lifetime – 2014), αποτελεί την τρίτη μεγάλου μήκους δημιουργία της Μαρί-Καστίγ Μανσιόν-Σαρ. Μία γλυκιά, συγκινητική ιστορία, με πρωταγωνίστρια την Αριάν Ασκαρίντ, η οποία ως καθηγήτρια Άννα, καταφέρνει να κερδίσει την εμπιστοσύνη, όχι μόνο των μαθητών της, αλλά και των θεατών.

«Οι Ήρωες του Κακού» (Los Heroes del Mal – 2015) του Ζόε Μπεριατούα (Ισπανία)

image

Την πρώτη του μέρα στο σχολείο, ο Αρίτς πέφτει θύμα βίαιου εξευτελισμού από έναν πιο χειροδύναμο συμμαθητή του. Ένας άλλος νεαρός, ο Εστέμπαν, σπεύδει να τον βοηθήσει. Όπως ανακαλύπτουν σταδιακά, οι δυο τους έχουν αρκετά κοινά: είναι αντικοινωνικοί, περιθωριακοί, απροσάρμοστοι. Πολύ γρήγορα, στην παρέα τους θα προστεθεί η Σαρίτα, ένα μοναχικό αγοροκόριτσο. Σχηματίζοντας μια ιδιόμορφη οικογένεια, οι τρεις έφηβοι θα αποδεχτούν τα συναισθήματα και τη διαφορετικότητά τους, θα εξερευνήσουν τη σεξουαλικότητά τους και θα μοιραστούν τα πάντα. Σύντομα αρχίζουν να κλέβουν μαγαζιά, παίρνοντας οτιδήποτε δεν μπορούν να πληρώσουν. Όμως κατά τη διάρκεια μιας από αυτές τις ληστείες συλλαμβάνονται από έναν φύλακα, και ο μόνος τρόπος να διαφύγουν είναι να χρησιμοποιήσουν βία.

Μόνοι εναντίον όλων, αποφασισμένοι να μην υπακούν σε κανέναν κανόνα. Πού βρίσκονται όμως τα όρια; Καθώς οι αντιζηλίες και οι διαφωνίες για την αλόγιστη χρήση αυτής της νεοαποκτηθείσας δύναμης αρχίζουν να δυναμιτίζουν τη σχέση τους, οι τρεις φίλοι θα βρεθούν μπροστά σε ένα τρομερό δίλημμα: τι θα συμβεί όταν απέναντί τους βρεθεί ένας από τους δικούς τους; Μπορεί το θύμα να μεταμορφωθεί σε θύτη; Με αφετηρία το ζήτημα του bullying και παραγωγό τον διάσημο σκηνοθέτη Άλεξ ντε λα Ιγκλέσια («Η Τελευταία Ακροβάτις της Μαδρίτης»), ο Ζόε Μπεριατούα καταγράφει τον φαύλο κύκλο της βίας και της καταπίεσης, σ’ ένα νευρώδες ντεμπούτο γεμάτο ενέργεια και ανεπιτήδευτες ερμηνείες από τους τρεις ανήλικους, πρωτοεμφανιζόμενους πρωταγωνιστές.

«Οι «Ήρωες του Κακού» δεν είναι θρίλερ, δεν είναι ακριβώς μια κοινωνική ταινία, είναι περισσότερο ένα ρομαντικό δράμα για την εφηβεία, για την ανακάλυψη του έρωτα, του σεξ, της ωριμότητας και του πόνου που συνοδεύουν αυτή την αλλαγή. Είναι μια γλυκιά και σκληρή ταινία – το θέμα της είναι αρκετά ριψοκίνδυνο εξαιτίας του ύφους της, γιατί η ταινία ξετυλίγει την πιο δύσκολη περίοδο στη ζωή όλων των ανθρώπων: την εφηβεία. Όλα αυτά τα ζητήματα ενσωματώνονται μέσα από τη σύγκρουση ανάμεσα σε αυτούς τους νεαρούς ταραξίες και από τη χρήση της βίας. Από την οπτική γωνία των χαρακτήρων, η βία είναι ένα μέσο αυτοάμυνας, χρησιμοποιείται ενάντια σε αυτούς που τους κακομεταχειρίζονται στο σχολείο τους, και χρησιμοποιείται ενάντια στους ίδιους, αλλά κάθε φορά που αποφασίζουν να καταφύγουν στη βία, μετατρέπεται σε κάτι χειρότερο από αυτό που αντιμετωπίζουν.» – Ζόε Μπεριατούα

«Μετά τη Λουτσία» (After Lucia / Despues de Lucia – 2012) του Μισέλ Φράνκο (Μεξικό, Γαλλία)

image

Έξι μήνες μετά τον θάνατο της συζύγου του σε τροχαίο, ο Roberto (Χερνάν Μεντόζα) και η έφηβη κόρη του Alejandra (Τέσα Ια), κάνουν ένα καινούριο ξεκίνημα μετακομίζοντας στην Πόλη του Μεξικού. Πατέρας και κόρη προσπαθούν ο καθένας να ξεπεράσει το πένθος του με τον δικό του τρόπο. Όσο ο πατέρας παραμένει απρόσιτος, η κόρη αρχίζει να συναναστρέφεται με μια μάλλον επικίνδυνη παρέα στο καινούριο της σχολείο. Η Alejandra θα γίνει σταδιακά το θύμα μιας ολοένα και πιο απάνθρωπης συμπεριφοράς από τη μεριά των συμμαθητών της, χωρίς να τολμάει να αντιδράσει ή να μοιραστεί κάτι από την προσωπική της κόλαση με τον πατέρα της.

Μία σπουδαία ταινία για τον σχολικό εκφοβισμό και τις επιπτώσεις του. Έστω κι αν διατηρώ τις ενστάσεις μου, με τη σκληρότητα (ή τον ρεαλισμό αν θέλετε), που δίνεται στο όλο θέμα, το φιλμ κινείται σε υψηλά επίπεδα, με το συγκλονιστικό φινάλε της, να στοιχειώνει για πάντα όποιον την παρακολουθήσει.

Το «Μετά τη Λουτσία», διακρίθηκε ως η Καλύτερη Ταινία στην κατηγορία «Ένα Κάποιο Βλέμμα» του Φεστιβάλ των Καννών, ενώ απέσπασε Ειδική Μνεία της Επιτροπής στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λονδίνου. Στη χώρα μας, είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε το φιλμ, στο πλαίσιο του 53ου Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης στο τμήμα των Ανοιχτών Οριζόντων, παρουσία του σκηνοθέτη Μισέλ Φράνκο, ενώ στη συνέχεια κυκλοφόρησε και στις κινηματογραφικές αίθουσες. Αξίζει τέλος να σημειώσουμε, ότι η ταινία αποτέλεσε την επίσημη πρόταση της Ακαδημίας Κινηματογράφου του Μεξικού, για το Ξενόγλωσσο Όσκαρ, έστω κι αν δεν κατάφερε τελικά να επιλεγεί στην τελική πεντάδα, του θεσμού.

«Τα Κορίτσια» (Bande de Filles / Girlhood – 2014) της Σελίν Σιαμά (Γαλλία)

image

Καταπιεσμένη από το οικογενειακό της περιβάλλον, τις αδιέξοδες προοπτικές του σχολείου και τον «νόμο» που έχουν επιβάλει τα αγόρια στη γειτονιά, η Μαριέμ (Καριτζά Τουρέ) ξεκινά μια νέα ζωή μετά τη συνάντηση της με μια ομάδα από τρία κορίτσια με ελεύθερο πνεύμα. Αλλάζει το όνομά της, κώδικα ντυσίματος και παρατάει το σχολείο για να γίνει αποδεκτή στη συμμορία. Ελπίζει ότι με τον τρόπο αυτό θα βρει τον δρόμο για την ελευθερία της. Ένας δρόμος όμως που θα την οδηγήσει έξω από το γκέτο και σε επικίνδυνα μονοπάτια.

Η Σελίν Σιαμά, τρία χρόνια μετά το υπέροχο φιλμ «Αγοροκόριτσο» (Tomboy – 2011) επιστρέφει με τη νέα της δημιουργία: «Τα Κορίτσια» (Bande de Filles / Girlhood – 2014). Αυτή τη φορά, η Γαλλίδα σκηνοθέτης ασχολείται με την συγκρότηση της γυναικείας ταυτότητας μέσα σ’ ένα ασφυκτικό πλαίσιο κοινωνικής πίεσης, περιορισμών και ταμπού. Κοινωνικός αποκλεισμός, ρατσισμός και bullying, είναι μερικά μόνο από τα ενδιαφέροντα και επίκαιρα θέματα, τα οποία πραγματεύεται με ευαισθησία και ρεαλισμό η καλλιτέχνης, βασιζόμενη σ’ ένα υπέροχο καστ που απαρτίζεται από ερασιτέχνες ηθοποιούς.

Διαβάστε επίσης:
Θαρραλέα «Κορίτσια» αντιμέτωπα με ρατσισμό και bullying

«Δυο Ανάσες» (Respire / Breathe – 2014) της Μελανί Λοράν (Γαλλία)

image

Η Τσάρλι (Τζοζεφίν Ζάπι), είναι δεκαεφτά χρονών. Ζει μέσα σε έναν ανεμοστρόβιλο από φίλους, συναισθήματα, πεποιθήσεις και πάθη. Είναι μία έφηβη όπως οποιαδήποτε άλλη, στο μεταίχμιο αβεβαιότητας μεταξύ παιδικής ηλικίας και ενηλικίωσης. Είναι ταλαντούχα και όμορφη, αλλά παράλληλα βουτηγμένη στις αμφιβολίες και η καθημερινότητά της βρίθει απογοητεύσεων. Κάποια στιγμή, εισβάλει στη ζωή της η Σάρα (Λου Ντε Λαζ), ένα διαφορετικό νέο κορίτσι, όμορφο και με περισσό θράσος. Πρόκειται για μια αυθεντική, αληθινή προσωπικότητα, ένα ταλαντούχο κορίτσι που φαίνεται να ξέρει να κάνει τα πάντα σωστά. Στο σχολείο, στα πάρτι, στις σχέσεις της με τα υπόλοιπα κορίτσια και τα αγόρια, ακόμη και στις σχέσεις τις με τους γονείς, η Σάρα είναι μια ανάσα φρέσκου αέρα. Ανάμεσα στις δυο κοπέλες θα ξεκινήσει μια δυνατή φιλία, όμως ο χαρακτήρας της υπέροχης αλλά εύθραυστης Τσάρλι δε μπορεί να αντέξει για πολύ τα τερτίπια και τις τσαχπινιές της απρόβλεπτης Σάρα.

Η αξιόλογη Γαλλίδα ηθοποιός, Μελανί Λοράν (Inglourious Basterds – 2009, Beginners – 2010, Ο Άνθρωπος Αντίγραφο – 2013), μετά το φιλμ «The Adopted» του 2011, κάθεται για δεύτερη φορά στην καρέκλα του σκηνοθέτη, σε μία ταινία βασισμένη στο ομώνυμο νεανικό μυθιστόρημα της Αν-Σοφί Μπράσμ.

«Το διάβασα 17 ετών, και ήθελα πάντα να το μεταφέρω στο σινεμά. Με είχε σοκάρει πολύ. Με είχε συγκλονίσει […] Έχω την ανάμνηση να σβήνω βρισιές που μου έγραφαν στο θρανίο μου. Μία παρέα κοριτσιών που με εντυπωσίαζαν. Ήθελα να μπω στην παρέα τους. Αλλά με βασάνιζαν. Με έπιανε το στομάχι μου όταν πήγαινα στο σχολείο. Στα 17 μου, χτύπησα την πόρτα σε εταιρείες παραγωγής για να γυρίσω αυτή την ταινία! Ευτυχώς, δε με εμπιστεύτηκαν τότε, γιατί δεν ήμουν αρκετά ώριμη για να αποστασιοποιηθώ από τα προσωπικά μου βιώματα. Τα δέκα επόμενα χρόνια, γνώρισα πραγματικά διαστροφικούς νάρκισσους. Άντρες, αυτή τη φορά. Κι έτσι, μέσα σε δύο μήνες έγραψα το σενάριο και “έχτισα” τον χαρακτήρα της Σάρα μέσα από όλα αυτά τα βιώματά μου, που τα έβαλα μέσα σ’ έναν και μόνο χαρακτήρα. Είναι τόσο διαβολική που “στέκει” ως χαρακτήρας.» – »

«Με την Πρώτη Ματιά» (Hoje Eu Quero Voltar Sozinho / The Way He Looks – 2014) του Ντανιέλ Ριμπέιρο (Βραζιλία)

image

Ο Λεονάρντο (Γκιγιέρμε Λόμπο) είναι ένα τυφλός έφηβος που έχει κουραστεί τόσο από την υπερπροστατευτική μητέρα του, όσο και από κάποιους συμμαθητές του στο σχολείου, που τον ενοχλούν. Αναζητώντας την ανεξαρτησία του, ο νεαρός αποφασίζει να σπουδάσει στο εξωτερικό, κάτι όμως που φαίνεται να στεναχωρεί τόσο τους γονείς του, όσο και την καλύτερή του φίλη, την Τζιοβάνα (Τες Αμορίμ). Οι καταστάσεις θα αλλάξουν, όταν για τις ανάγκες μιας σχολικής εργασίας ο Λεονάρντο γνωρίζεται καλύτερα με τον Γκάμπριελ (Φάμπιο Άουντι), το καινούργιο και όμορφο αγόρι της τάξης. Ο ήρωας μας ανακαλύπτει ότι νέα συναισθήματα ανθίζουν και τον κάνουν να αναθεωρήσει τα σχέδιά του. Εν τω μεταξύ, η Τζιοβάνα αρχίζει να ζηλεύει αυτή τη νέα φιλία και σύντομα εντάσεις ξεσπούν μεταξύ εκείνης και του Λεονάρντο, θέτοντας σε κίνδυνο την φιλία της ιδιόμορφης αυτής παρέας των τριών συμμαθητών.

Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Βραζιλιάνου Ντανιέλ Ριμπέιρο, είναι μία αξιόλογη δημιουργία που καταφέρνει να συνδυάσει στο σενάριο της πολλά και ιδιαίτερα θέματα. Εφηβεία, νεανικές σχέσεις, ομοφυλοφιλία, κοινωνικός αποκλεισμός και bullying, είναι μερικά από τα κύρια θέματα τα οποία με δεξιοτεχνία πραγματεύεται ο ταλαντούχος σκηνοθέτης. Πρόκειται για μία ανθρώπινη και τρυφερή ιστορία ενηλικίωσης, με κεντρικό άξονα τη φιλία, τη σεξουαλική αφύπνιση και την νεανική αγάπη. Το φιλμ «Με την Πρώτη Ματιά» προέκυψε από την μικρού μήκους ταινία του δημιουργού, με τον τίτλο: «Σήμερα Θέλω να Γυρίσω Μόνος» (Eu Não Quero Voltar Sozinho).

Η μουσική υπόκρουση των Belle and Sebastian συνοδεύει αυτή την γλυκιά και ιδιαίτερη ιστορία ενηλικίωσης του Ντανιέλ Ριμπέιρο, η οποία πραγματοποίησε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Βερολίνου, όπου και απέσπασε το Βραβείο Fipresci στο Τμήμα Πανόραμα, αλλά και το Βραβείο Teddy Καλύτερης Ταινίας. Στην Ελλάδα είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε για πρώτη φορά την ταινία του Βραζιλιάνου καλλιτέχνη, στο πλαίσιο του 20ου Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ της Αθήνας – Νύχτες Πρεμιέρας, όπου και τιμήθηκε με το Βραβείο Κοινού.