Ο Στέλιος Χαραλαμπόπουλος, υπογραφεί τη σκηνοθεσία, το σενάριο, αλλά και την έρευνα που χρειάστηκε για να έρθει στο φως σπάνιο αρχειακό υλικό, από τη ζωή και το έργο του Γρηγόρη Λαμπράκη. Το Tvxs.gr συναντήθηκε με τον δημιουργό σε μία κινηματογραφική κι εκ βαθέων συνέντευξη με φόντο το τραγικά επίκαιρο ντοκιμαντέρ, «Γρηγόρης Λαμπράκης: Μαραθώνιος μιας Ημιτελούς Άνοιξης». Του Γιώργου Ρούσσου.

Ads

 

 

Μέσα από μία παράλληλη αφήγηση και υπό την χαρακτηριστική μουσική επένδυση του Πλάτωνα Ανδριτσάκη, ξετυλίγεται μπροστά μας η μοιραία νύχτα της δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη, από τις δυνάμεις του παρακράτους της εποχής. Ο σκηνοθέτης Στέλιος Χαραλαμπόπουλος, καταφέρνει με αυτόν τον τρόπο να προσεγγίσει τις λιγότερο γνωστές πλευρές της προσωπικότητας και της δράσης του Λαμπράκη.

Ads

 

Το ντοκιμαντέρ «Γρηγόρης Λαμπράκης Μαραθώνιος μιας Ημιτελούς Άνοιξης», σε σκηνοθεσία του Στέλιου Χαραλαμπόπουλου, θα κυκλοφορήσει στις Κινηματογραφικές Αίθουσες στις 20 Φεβρουαρίου σε διανομή της Feelgood Entertainment. Ενώ την Κυριακή 16 Φεβρουαρίου πραγματοποιείται η επίσημη πρεμιέρα του φιλμ, στον Κινηματογράφο ΝΙΡΒΑΝΑ. Δεκαπέντε τυχεροί αναγνώστες του Tvxs.gr μετά από κλήρωση που πραγματοποιήθηκε θα έχουν την ευκαιρία να απολαύσουν ένα άρτια κινηματογραφικό ντοκουμέντο για τον τον αθλητή, πολιτικό, μα πάνω απ’ όλα αγωνιστή, Γρηγόρη Λαμπράκη.

image
 

Το ντοκιμαντέρ «Γρηγόρης Λαμπράκης: Μαραθώνιος μιας Ημιτελούς Άνοιξης», παρουσιάζει σπάνια φωτογραφικά αρχεία και άγνωστα μέχρι σήμερα κινηματογραφικά ντοκουμέντα που στοιχειοθετούν τη μοναδική περίπτωση του Γρηγόρη Λαμπράκη. Πως προέκυψε όμως η συγκεκριμένη ιδέα και ποια ήταν η αρχική πηγή έμπνευσης σας κ. Χαραλαμπόπουλε;

 

Πάντα με προβλημάτιζε το πως διαμορφώνεται η ιστορία. Είναι μόνο συμβάντα και εξιστόρηση γεγονότων; Η κίνηση των μαζών ή η μακρά διάρκεια  που έλεγε και ο Μπροντέλ, ή είναι κάτι άλλο που επηρεάζεται παράλληλα και από πολιτικο-οικονομικούς παράγοντες; Και ποιος ο ρόλος της προσωπικότητας; Θέματα εξάλλου που έχουν απασχολήσει και θεωρητικά τους ιστορικούς. Πολλές φορές όμως βλέπουμε ότι οι λαοί και οι εποχές, έχουν ανάγκη από έναν ήρωα. Διότι συχνά και παρά τις προσπάθειες που γίνονται δε συντελείται η ποθούμενη αλλαγή ή έστω αυτό που τίθεται ως στόχος.

 

Η περίπτωση του Λαμπράκη, μας δείχνει κάτι τέτοιο. Δηλαδή ενώ μετά τον εμφύλιο, στο κράτος που οικοδομείται στην Ελλάδα, το λεγόμενο μετεμφυλιακό κράτος, γίνονται προσπάθειες, ο κόσμος αγωνίζεται, όμως οι εξελίξεις είναι πολύ αργές. Αυτό όμως που συμβαίνει με τον Λαμπράκη τον Μάιο του 1963, δε νομίζω ότι έχει ξαναγίνει. Γι’ αυτό κι ο κόσμος συμμετέχει τόσο μαζικά. Οι εξελίξεις είναι ραγδαίες, καθώς η κυβέρνηση Καραμανλή παραιτείται μετά από είκοσι ημέρες.

 

Παράλληλα και με αιχμή του δόρατος τη Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη, που φτιάχνεται την ίδια τη βραδιά της κηδείας, χρησιμοποιείται ο πολιτισμός σαν όχημα για να έρθει μία άνοιξη στην Ελλάδα. Βέβαια η χούντα θα αφήσει ανολοκλήρωτη αυτή την άνοιξη. Είναι λοιπόν πράγματι, μία στιγμή της ιστορίας, που συμπυκνώνεται το πριν και ξεκινάει το μετά. Θέτοντας πάλι για μένα, το θέμα του ήρωα…

image
 

Στον παρελθόν, μας έχετε παρουσιάσει πολυβραβευμένα ντοκιμαντέρ, όπως τα «Ημερολόγια Καταστρώματος – Γιώργος Σεφέρης» του 2001, «Τη νύχτα που ο Φερνάντο Πεσσόα συνάντησε τον Κωνσταντίνο Καβάφη» του 2008, αλλά και χαρακτηριστικές ταινίες όπως «Η Υπογραφή» του 2010 με πρωταγωνιστή τον Γιώργο Χωραφά. Ποια είναι τα όρια μεταξύ ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας και πως επιλέγετε εσείς κάθε φορά το μέσο μέσα από το οποίο θα εκφραστείτε;

 

Για μένα τα όρια είναι λίγο τεχνητά. Κι αυτό προσπάθησα να το δείξω κυρίως με την ταινία «Τη νύχτα που ο Φερνάντο Πεσσόα συνάντησε τον Κωνσταντίνο Καβάφη». Αυτό που λέμε ντοκιμαντέρ με την έννοια του ντοκουμέντου, που διεκδικεί την αυθεντικότητα και την αλήθεια, ουσιαστικά δεν υφίσταται. Διότι πάντα υπάρχει ένας άνθρωπος πίσω από την κάμερα, ο οποίος κουβαλάει μία γνωστική, συναισθηματική, εμπειρική σκευή και άποψη.

 

Δεν υπάρχει ένα ουδέτερο βλέμμα. Το τι θα διαλέξω να κινηματογραφήσω, η ίδια η επιλογή του κάδρου, είναι ένας βιασμός της πραγματικότητας. Διαλέγεις κάτι να απομονώσεις. Επίσης είναι και μία τομή στον χρόνο. Είτε χρησιμοποιείς το μοντάζ πιο πολύ, είτε έχεις μεγάλα μονοπλάνα… Παράλληλα αυτό που έχεις επιλέξει να προβάλεις σε αντιδιαστολή με αυτό που έχεις αφήσει απ’ έξω καταρρίπτει την έννοια του ντοκουμέντου και εισέρχεσαι πλέον στο πεδίο της μυθοπλασίας. Αλλά ακόμα κι εγώ, ο ίδιος άνθρωπος, αν έκανα την ταινία είκοσι χρόνια πριν ή μετά, τι αλλαγές θα είχε;

 

Άλλωστε νομίζω ότι αυτό είναι το συστατικό και του έργου τέχνης. Το γεγονός δηλαδή ότι είναι ένα ζωντανό πράγμα και ανάλογα κάθε φορά, με την εποχή, με τα μηνύματα που παίρνεις, με τα προσωπικά σου βιώματα τη δεδομένη στιγμή, το ερμηνεύεις ανάλογα. Για μένα τουλάχιστον τα όρια αυτά είναι τεχνητά. Κάθε φορά επιλέγω πως θα κινηθώ, έχοντας πάντα ως οδηγό μου την ποίηση. Διότι μου αρέσει και πιστεύω ότι η ποίηση είναι το όχημα και για την κινηματογραφική γλώσσα, θεωρώντας τον κινηματογράφο ως ένα εργαλείο ποίησης και στοχασμού.

image
 

Η νέα σας δημιουργία, το ντοκιμαντέρ «Γρηγόρης Λαμπράκης: Μαραθώνιος μιας Ημιτελούς Άνοιξης», επίκαιρο και διαχρονικό, είναι παράλληλα κι ένα καμπανάκι κινδύνου στη σημερινή πολιτική κατάσταση που βιώνουμε τόσο στην Ελλάδα, όσο και γενικότερα; Η ιστορία επαναλαμβάνεται;

 

Σαφώς… Βέβαια να πω ότι αυτή την ταινία τη δουλεύω τρεισήμισι χρόνια. Ωστόσο τα πράγματα εξελίχθηκαν έτσι ώστε πράγματι η ταινία έγινε τραγικά επίκαιρη. Πάντα η ιστορία έχει κάτι να πει στο σήμερα. Όχι μόνο για να μην πέσουμε στα ίδια λάθη, αλλά μπορεί να γίνει κι ένας οδηγός, για να μπορέσουμε να συνειδητοποιήσουμε καλύτερα το παρόν που ζούμε.

 

Φυσικά και το θέμα της δολοφονίας ενός ανθρώπου από παρακρατικούς μηχανισμούς, τους τελευταίους μήνες, έχει γίνει τραγικά επίκαιρο. Είναι λοιπόν νομίζω χρήσιμο να δούμε τι έγινε μισό αιώνα πριν σε αυτή τη χώρα, διότι δεν είναι υγιές χαρακτηριστικό μιας κοινωνίας να πέφτει στα ίδια λάθη…

 

Στην ταινία του Κώστα Γαβρά «Ζ» (1969), που βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Βασίλη Βασιλικού, έχουμε την ευκαιρία να δούμε συγκεκριμένα γεγονότα πριν και μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Όμως μέσα από το ντοκιμαντέρ σας ερχόμαστε σε επαφή με σπάνιο και πολύτιμο υλικό που βλέπει για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας. Υλικό το οποίο υποβλήθηκε σε ειδική επεξεργασία και μέσα από το οποίο γνωρίζουμε, τον αθλητή, πολιτικό, μα πάνω απ’ όλα αγωνιστή, Γρηγόρη Λαμπράκη. Πως ήρθε όμως αυτό το αρχειακό υλικό στα χέρια σας και πόσο εύκολη ή δύσκολη, ήταν η επεξεργασία και η αξιοποίηση του;

 

Βασικά, ήθελα να δώσω λόγο και στον ίδιο τον Γρηγόρη Λαμπράκη. Γι’ αυτό έψαξα και βρήκα ότι σωζόταν από τα ημερολόγιά του. Αλλά και μέσα από κείμενά του που είχαν δημοσιευθεί ή από τις παρεμβάσεις του στη Βουλή. Έτσι ώστε να σχηματίσουμε μία άποψη, για το ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος, τι πράγματα τον ενδιέφεραν…

 

Γι’ αυτό και το ντοκιμαντέρ, ξεκινάει και κλείνει, με δύο δημόσιες παρεμβάσεις του Λαμπράκη. Ανοίγει το ντοκιμαντέρ με το πρώτο κείμενο που δημοσιεύει ο Γρηγόρης Λαμπράκης σε ηλικία 22-23 ετών, το 1935 στον Αρκαδικό Τύπο, όπου μόλις έχει επιστρέψει από τους Βαλκανικούς Αγώνες της Κωνσταντινούπολης. Και κλείνει με τα λόγια που είπε στα γραφεία του Δημοκρατικού Συνδικαλιστικού Κινήματος, πριν τον σκοτώσουν. Ως εκ τούτου, μέσα στην ταινία έχει φωνή και ο ίδιος ο Λαμπράκης.

 

Επιπλέον είχα την τύχη να βρω από έναν συναγωνιστή του, τον Γιώργο Γέρου, ο οποίος με μία απλή μηχανή οχτάρα, κουρδιστή, είχε τραβήξει τα φοβέρα πλάνα από την μαραθώνια πορεία ειρήνης, τα οποία και ο ίδιος είχε ξεχάσει την ύπαρξη τους. Υλικό το οποίο το βρήκαμε τυχαία ψάχνοντας κάποιες παλιές μπομπίνες. Ταυτόχρονα μέσα από τη ζωή του Γρηγόρη Λαμπράκη, έχουμε την ευκαιρία να δούμε και σημαντικούς σταθμούς της νεοελληνικής ιστορίας, όπως τη δικτατορία Μεταξά, την Κατοχή, τα Δεκεμβριανά κ.α., τα οποία εξιστορούνται παράλληλα.

image
 

Πέρσι τον Μάιο συμπληρώθηκαν πενήντα χρόνια από τη δολοφονία του και με εξαίρεση το δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ των Δήμου Θέου και Φώτου Λαμπρινού, που γυρίστηκε το 1963, όλα αυτά τα χρόνια κανείς κινηματογραφιστής δεν είχε ασχοληθεί με το θέμα. Πως  εξηγείται αυτό;

 

Αυτό είναι πράγματι απορίας άξιο. Οφείλω όμως να πω ότι η ταινία των Δήμου Θέου και Φώτου Λαμπρινού, «100 ώρες του Μάη», ήταν μία πάρα πολύ καλή ταινία. Μία ταινία η οποία αν και φτιάχνεται εν θερμώ, περιέχει πολύ σημαντικά στοιχεία και μάλιστα μέσα στη δύσκολη πολιτική κατάσταση της εποχής  και της Χούντας που ακολούθησε. Δυστυχώς δεν παίχτηκε στον καιρό της αλλά την μάθαμε και την είδαμε πολύ αργότερα, στην μεταπολίτευση. Τώρα βέβαια γιατί δεν έγινε μία ταινία πιο νωρίς, ενώ και μία ολόκληρη γενιά κινηματογραφιστών μεγάλωσε με το όνομά του ή κάτω από την ομπρέλα της πολιτικής νεολαίας που έφερε το όνομά του, αυτό όντως δεν μπορώ να το απαντήσω…

 

Τα τελευταία χρόνια, διαπιστώνουμε μία άνθηση στον τομέα του Ντοκιμαντέρ. Στις 14 Μαρτίου διεξάγεται στη Θεσσαλονίκη ένα από τα σημαντικότερα Διεθνή Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ, που φέτος συμπληρώνει τα δεκαέξι χρόνια ζωής και θα έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε μία πληθώρα αξιόλογων ντοκιμαντέρ, από ξένους, αλλά και Έλληνες δημιουργούς. Σε συνδυασμό με την οικονομική – και όχι – μόνο κρίση που βιώνουμε, μπορεί το ντοκιμαντέρ να αποτελέσει ένα σημαντικό μέσο έκφρασης και προβληματισμού; 

 

Γενικότερα ο Κινηματογράφος και όχι μόνο το ντοκιμαντέρ. Υπάρχει μία θετική εξέλιξη τα τελευταία χρόνια. Το γεγονός ότι η τεχνολογία έχει κάνει πιο εύκολο και πιο οικονομικό, το να γυρίσει κάποιος μία ταινία. Δεν είναι πια πρώτη ύλη το φιλμ, που ήταν πολύ ακριβό, γι’ αυτό και η έκφραση “το φιλμ είναι αίμα”… Τώρα τα πράγματα έχουν γίνει πιο απλά, πιο γρήγορα και πιο διαχειρίσιμα από άποψη οικονομική. Από την άλλη χρειάζεται και προσοχή, διότι η μείωση του κόστους δε θα πρέπει να συνοδεύεται από χαλαρότητα ή επιπολαιότητα κατά τη δημιουργία της ταινίας και των γυρισμάτων.

 

Πιστεύω επίσης ότι από το τέλος της δεκαετίας του ’90 υπάρχει και στην Ελλάδα, ένα αυξημένο ενδιαφέρον για το ντοκιμαντέρ. Δημιουργούνται συνεχώς καινούργια, ενώ είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι προβάλλονται στους Κινηματογράφους. Μέχρι πρόσφατα υπήρχε η λανθασμένη άποψη ότι τα ντοκιμαντέρ προορίζονται αποκλειστικά για την τηλεόραση. Σιγά-σιγά  άλλαξε η εικόνα του μέσου και στη συνείδηση του κόσμου.

image
 

Στον χώρο του ντοκιμαντέρ έχουν διαπρέψει μερικοί από τους κορυφαίους σκηνοθέτες διεθνώς. Ο Μάικλ Μουρ έγινε παγκοσμίως γνωστός με τα ντοκιμαντέρ του για την τρομοκρατία και την 11η Σεπτεμβρίου του 2001, για το σύστημα υγείας, τον καπιταλισμό, αλλά και την οπλοκατοχή. Επηρεάζοντας στη συνέχεια το έργο πολλών ντοκιμαντεριστών. Άλλοι δημιουργοί, όπως ο Γερμανός σκηνοθέτης Werner Herzog, έβαλε στο στόχαστρό του θέματα επικαιρότητας, αλλά και μη, που τον απασχολούν κατά καιρούς. Ποιες είναι οι δικές σας επιρροές και ποιους σκηνοθέτες / ντοκιμαντερίστες, θεωρείται ιδιαίτερα αξιόλογους για το έργο τους;

 

Δεν μπορώ να τις προσδιορίσω επακριβώς… Αναμφισβήτητα δημιουργοί όπως ο Κρις Μαρκέρ, η Ανιές Βαρντά, αλλά και στην Ελλάδα όπως προαναφέραμε, το ντοκιμαντέρ των Δήμου Θέου και Φώτου Λαμπρινού. Και βέβαια οι κορυφαίες δημιουργίες του Τζίγκα Βερτόφ, που ουσιαστικά το έργο του είναι μία τομή για την ταινία τεκμηρίωσης, αλλά ταυτόχρονα  εξερευνά και τις δυνατότητες της ίδιας της κινηματογραφικής γλώσσας. Είναι πάρα πολλοί, αλλά δεν μπορώ να πω ότι κάποιος με επηρέασε καταλυτικά. 

 

Παρά τις αντίξοες συνθήκες και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες Κινηματογραφιστές, κυκλοφορούν πολλές και αξιόλογες δημιουργίες τα τελευταία χρόνια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το 64ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου στο Βερολίνο, το οποίο ολοκληρώνεται και στο οποίο φιλοξενήθηκαν δέκα ελληνικές ταινίες, εκ των οποίων οι οκτώ ήταν μεγάλου μήκους. Πως κρίνεται την άνθιση τα τελευταία χρόνια του νέου ελληνικού κινηματογράφο και τις ταινίες που παρουσιάζονται τόσο στο ελληνικό κοινό, όσο και στα διεθνή φεστιβάλ του εξωτερικού; Είστε αισιόδοξος για το μέλλον του;

 

Πάντα είμαι αισιόδοξος, γι’ αυτό και κάνω ταινίες. Απλώς το ενδιαφέρον από το εξωτερικό έχει να κάνει και με τις τρέχουσες συνθήκες. Στην Ελλάδα για πολλά χρόνια υπήρχε προκατάληψη για τις εγχώριες δημιουργίες. Στο εξωτερικό όμως, διαχρονικά, υπήρχε ενδιαφέρον για την ελληνική ταινία. Πάντα όμως,αυτό το ενδιαφέρον, ήταν και λίγο συγκυριακό. Δηλαδή για παράδειγμα στη δεκαετία του ’60 η χώρα μας  μέσα από τον “Ζορμπά”, το “Ποτέ την Κυριακή” κ.α. έγινε η χώρα του ήλιου και της θάλασσας, με το συρτάκι και τα σχετικά. Λίγο αργότερα η επιβολή της Χούντας είχε ως αποτέλεσμα να ενδιαφερθούν οι ξένοι και ειδικά οι Γάλλοι, για τις ελληνικές δημιουργίες. ΄Ετσι και τώρα, η Ελλάδα με την κρίση, έχει έρθει και πάλι στο διεθνές προσκήνιο. Από εκεί και πέρα όμως, έγκειται σε εμάς το πως θα το διαχειριστούμε όλο αυτό.

image
 

Αφού ήρθαμε στο σήμερα και στην οικονομική κρίση, εσείς συναντήσατε δυσκολίες στη χρηματοδότηση και στην υλοποίηση της ταινίας σας;

 

Πάρα πολλές. Αυτή η ταινία ξεκίνησε χάρη στην αφοσίωση και στην αφιλοκερδή εργασία πέντε – έξι συνεργατών μου, που ήταν και σε παλαιότερες ταινίες μου και ήξεραν τι κάνω. Δηλαδή: ο Δημήτρης Κορδελάς (Διεύθυνση Φωτογραφίας), ο Αλέξανδρος Αλεξανδρόπουλος (Διεύθυνση Παραγωγής), ο Θάνος Ψυχογυιός (Βοηθός σκηνοθέτη), ο Γεράσιμος Βάκρος (Οργάνωση παραγωγής, Αρκαδία), ο Κωνσταντίνος Τσιχριτζής (Μοντάζ) και ο Πλάτων Ανδριτσάκης (Mουσική).

 

Πέρα από τρεις μικρές χορηγίες – της Ελληνικής Ενδοκρινολογικής Εταιρείας, του Δήμου Τρίπολης και της Εθνικής Τράπεζας – τους οποίους και θερμά ευχαριστώ,  ήρθε πριν  ένα μήνα και η χρηματοδότηση, με ένα μικρό ποσό, από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, αφότου δηλαδή η ταινία είχε ολοκληρωθεί. Παράλληλα η ΕΡΤ είχε κλείσει…

 

Ουσιαστικά η ταινία έγινε χάρης στον ηρωισμό και την προσφορά κάποιων ανθρώπων και βέβαια με τη συνεισφορά των αρχείων που μου παραχωρήθηκαν γενναιόδωρα και αφιλοκερδώς. Όπου κι εκεί έχει γίνει πολύ σημαντική δουλειά και κάτω μάλιστα από δύσκολες συνθήκες, καθώς στην Ελλάδα του μνημονίου, τα Αρχεία αυτά θεωρούνται πολυτέλεια.

 

Μετά την ολοκλήρωση και παρουσίαση του ντοκιμαντέρ «Γρηγόρης Λαμπράκης. Μαραθώνιος μιας Ημιτελούς Άνοιξης», ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;

 

Έχω ήδη δύο ιδέες για σενάρια ταινιών που ετοιμάζω, καθώς κι ένα ντοκιμαντέρ που το δουλεύω πολλά χρόνια. Σχέδια υπάρχουν, αλλά να δούμε πως θα καταφέρουμε να τα υλοποιήσουμε. Διότι δεν μπορείς να κάνεις πάντα ταινίες με αυτό τον τρόπο ως “Φενταγίν”. Όσο τα χρόνια περνάνε, λογικό είναι και οι αντοχές των ανθρώπων να εξαντλούνται…


 

Το ντοκιμαντέρ «Γρηγόρης Λαμπράκης Μαραθώνιος μιας Ημιτελούς Άνοιξης», σε σκηνοθεσία του Στέλιου Χαραλαμπόπουλου, θα κυκλοφορήσει στις Κινηματογραφικές Αίθουσες στις 20 Φεβρουαρίου σε διανομή της Feelgood Entertainment.