Ο φασισμός και ο ρατσισμός δεν είναι φαινόμενο της εποχής μας, αλλά δυστυχώς φαινόμενο κάθε εποχής. Είναι ο φόβος του ξένου και του άγνωστου, «του από αλλού φερμένου». Η διαφορετική κουλτούρα, η αλλιώτικη από τη δική μας που προκαλεί τον φόβο της νόθευσης και παραποίησης συμπεριφορών και ήθους μιας συγκεκριμένης ομάδας ανθρώπων. Στην πορεία κάθε λαού θα ανακαλύψουμε πολλά ψήγματα εκείνου που αργότερα θα ονομαστεί «ρατσισμός». Του Γιώργου Ρούσσου.
 
 
Μελετώντας την Ιστορία, γίνεται εύκολα κατανοητό ότι ειδικά σε περιόδους οικονομικής και πολιτιστικής κρίσης, φαινόμενα όπως η ξενοφοβία και ο ρατσισμός, έκαναν έκδηλη την παρουσία τους.
 
Ο Κινηματογράφος, όντας η 7η Τέχνη, λειτουργεί συχνά πυκνά κι ως καθρέφτης της κοινωνίας μας. Κάθε πτυχή της ανθρώπινης δραστηριότητας μπορεί να κεντρίζει το ενδιαφέρον του καλλιτέχνη και επομένως, ζητήματα όπως ο ρατσισμός και ο φασισμός, κάθε άλλο παρά ασυγκίνητο τον αφήνουν.
 
Ταινίες όπως “Ο Αληθινός Φασισμός” (1966) του Μιχαήλ Ίλιτς Ρόμ, οι δημιουργίες του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, “Ο Έλληνας Γείτονας” (Katzelmacher – 1969) και “Ο Φόβος Τρώει τα Σωθικά” (Angst Essen Seele Auf – 1974), αλλά και νεότερες προσπάθειες, όπως τα “Μαθήματα Αμερικανικής Ιστορίας” (American History X – 1998), “Το Μίσος” (La Hiane- 1994) του Mathie Kassovitz, αλλά και η υπέροχη “Λευκή Κορδέλα” (The White Ribbon – 2009) του Michael Haneke, αποτελούν κλασσικά φιλμ του είδους.
 
Ωστόσο, επειδή τα πάντα ή σχεδόν τα πάντα, έχουν ως αφετηρία την Παιδεία – μία Παιδεία που τόσο σκληρά βάλλεται και στοχοποιείται – με έντονες διαχρονικά της προσπάθειες ελέγχου της, η επιλογή μίας ταινίας που να συνδυάζει το θέμα του Φασισμού/Ρατσισμού, με τον χώρο εκμάθησης και τη διδασκαλία, με οδήγησε στην επιλογή του φιλμ, “Το Κύμα” (Die Welle/The Wave – 2008) του Ντένις Γκάνσελ (Dennis Gansel).

image
 
Όταν λοιπόν ο καθηγητής Rainer Wenger (τον οποίο ερμηνεύει υποδειγματικά ο Jurgen Vogel) συνειδητοποιεί, ότι οι παραδοσιακές μέθοδοι διδασκαλίας της Ιστορίας, προκαλούν αφόρητη ανία στους μαθητές του, ένας νεαρός καθηγητής, προτείνει την εφαρμογή ενός ιδιότυπου πειράματος, που προβλέπει συγκρότηση μιας ελίτ με μυστικούς κώδικες, σκληρή πειθαρχία και υψηλούς στόχους. Οι μαθητές θα οδηγήσουν το πείραμα σε απόλυτη επιτυχία και χωρίς να το καταλάβουν, θα αρχίσουν να υποκύπτουν στην επιρροή της εξουσίας και του φασισμού.
 
Πολύ εύστοχη και δυστυχώς, αιώνια επίκαιρη, η ταινία “Το Κύμα” του Ντένις Γκάνσελ, καταφέρνει με γρήγορο μοντάζ, αλλά χωρίς υπερβολές να εισάγει τον θεατή στο ιδιαίτερο σύμπαν του.
 
Αυτή είναι η τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία για τον Γερμανό σκηνοθέτη Dennis Gansel, ο οποίος λέει χαρακτηριστικά: «Έδειχνα ανέκαθεν ειδικό ενδιαφέρον για την ιστορία της Ναζιστικής Γερμανίας. Για το αν θα μπορεί να υπάρξει φασισμός ξανά, για το πώς λειτουργεί το φασιστικό σύστημα, το πώς μπορεί να εκτροχιαστούν οι άνθρωποι από το δρόμο τους. Ήταν κάτι που πάντα με συνάρπαζε. Υποθέτω πως αυτό έχει να κάνει και με την ιστορία της οικογένειάς μου. Ο παππούς μου ήταν αξιωματικός του Τρίτου Ράιχ, κάτι για το οποίο ο πατέρας μου, αλλά και οι δύο θείοι μου, συνάντησαν πολλά και διάφορα προβλήματα στη ζωή τους.»

image
 
Και συνεχίζει: «Όταν ήμουν νέος συχνά αναρωτιόμουν για το τι θα έκανα αν θα βρισκόμουν σε μια κατάσταση σαν κι αυτή του παρελθόντος. Στο “Wave” η ερώτησή μου είναι το πώς θα μπορούσε να δουλεύει σήμερα ο φασισμός. Θα ήταν πιθανός σήμερα; Θα μπορούσε να ξανασυμβεί αυτό το πράγμα, εδώ και τώρα, σε ένα συνηθισμένο σχολείο στη Γερμανία; Και πάλι, όταν ήμουν νέος πάντα ευχόμουν να υπήρχε κάτι με το οποίο θα μπορούσα να ταυτιστώ. Ζήλευα τους γονείς μου που έζησαν τη δεκαετία του ’60 και το φοιτητικό κίνημα, όπου οι άνθρωποι είχαν ένα είδος κοινού στόχου, προσπαθώντας να αλλάξουν το κόσμο και να κάνουν τη διαφορά. Εγώ μεγάλωσα στη δεκαετία του ’80 και του ’90, όταν πια υπήρχαν χιλιάδες πολιτικά ρεύματα και ομάδες, αλλά καμιά πραγματική κατεύθυνση.»
 
«Δεν μπορούσα να ενθουσιαστώ με τίποτα. Κι αυτό μου έλειπε. Αυτό νομίζω πως λείπει και από τα παιδιά σήμερα. Εννοώ, δεν μπορούμε να ορίζουμε τους εαυτούς μας μόνο μέσα από τη μουσική και το ντύσιμο. Νομίζω πως οι άνθρωποι έχουν μια βαθιά ανάγκη για την ουσία, μια ανάγκη που γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη. Η τάση για τον ατομικισμό και την ιδιώτευση, τη διάσπαση της κοινωνίας σε μικρές ομάδες, δεν μπορεί να συνεχιστεί για πάντα. Σε κάποιο σημείο θα βρεθεί ένα τεράστιο κενό. Και τότε ο κίνδυνος θα είναι ότι κάποιος «-ισμός» θα ξεπεταχτεί και θα θελήσει να γεμίσει αυτό το κενό», καταλήγει ο Dennis Gansel.

image
 
Όπως προαναφέραμε, η ταινία μας πραγματεύεται τη διεξαγωγή ενός πειράματος σε κάποιο σχολείο της Γερμανίας. Ένα πείραμα, το οποίο ξεκινά με τις καλύτερες των προθέσεων, αλλά εξελίσσεται σε κάτι ανεξέλεγκτο κι εν τέλει, βίαιο. Ο Ράινερ Βένγκερ, καθηγητής Λυκείου με αναρχικό παρελθόν και πρωτοποριακές ιδέες για την εκπαίδευση, αναλαμβάνει, στο πλαίσιο του μαθήματος της πολιτικής θεωρίας, να διδάξει στους φοιτητές του για την τυραννία. Ο ίδιος, βέβαια, θα προτιμούσε να αναλάβει να μιλήσει για την αναρχία, αλλά σε αυτό τον έχει προλάβει ένας αυστηρός καθηγητής της παλιάς σχολής.
 
Προκειμένου, λοιπόν, να κάνει το μάθημα πιο ενδιαφέρον και με αφορμή το σχόλιο ενός μαθητή του πως «δεν μπορεί σήμερα να ξαναϋπάρξει φασισμός» σοφίζεται ένα παιχνίδι ρόλων. Ο ίδιος αναλαμβάνει τον ρόλο του ηγέτη και οι μαθητές του το ρόλο των ακολούθων του. Οι τελευταίοι φαίνεται να ανταποκρίνονται με πρωτοφανή ενθουσιασμό, στις ανάγκες των «ρόλων» τους.

image
 
Πειθαρχούν με χαρά σε μια σειρά κανόνων συμπεριφοράς, ονοματίζουν την μικρή κοινωνία τους, ως «Το Κύμα», φορούν ένα είδος ενιαίας στολής, επινοούν έναν κοινό χαιρετισμό, φιλοτεχνούν ένα διακριτικό σήμα και μαθαίνουν τελικά να αντιλαμβάνονται ο ένας τον άλλο ως μέλη μιας εκλεκτής ομάδας, εντός της οποίας όλοι είναι ίσοι με όλους.
 
Ο Μάρκο, γιος διαλυμένης οικογένειας, είναι ίσος επιτέλους με τον πλούσιο συμμαθητή του. Η ντροπαλή, συνεσταλμένη Λίζα είναι ίση επιτέλους με τα άλλα, δημοφιλή κορίτσια. Ο Τιμ, που βρισκόταν πάντα στο περιθώριο και κινούνταν καμιά φορά και εκτός νόμου, μπαίνει επιτέλους στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος και αισθάνεται χρήσιμος. Ο Ντένις, που ασχολείται ερασιτεχνικά με το θέατρο και αναζητά διαρκώς το νόημα, διοχετεύει επιτέλους κάπου το πάθος του. Ένας μαθητής Τούρκικης καταγωγής είναι ίσος με τον Γερμανό συμμαθητή του. Μόνο που αν για τα μέλη της ομάδας όλα φαίνονται σωστά, όσοι βρίσκονται στην απ’ έξω δείχνουν την δυσπιστία, αν όχι την αγωνία τους.

image
 
Την αρχή κάνει, η σύζυγος του Ράινερ, επίσης καθηγήτρια και μάλιστα, στο ίδιο σχολείο. Αλλά και η νεαρή Κάρο, το κορίτσι του Μάρκο που βρέθηκε στην ομάδα, εξοστρακίστηκε γιατί αρνήθηκε να φορέσει το ίδιο λευκό πουκάμισο με τους υπόλοιπους και παλεύει να δείξει σε όλους το πόσο επικίνδυνες είναι οι νέες ιδέες τους. Κανείς όμως δεν μπορεί να σταματήσει το «Κύμα» και την καταστροφή που φέρνει μαζί του…
 
Η ταινία βασίστηκε στο ομότιτλο βιβλίο του Martin Rhue (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Todd Strasser), υποχρεωτικό ανάγνωσμα σε πολλά σχολεία της Γερμανίας, που με τη σειρά του είναι εμπνευσμένο από πραγματική ιστορία.
 
Το 1967, ένας καθηγητής ιστορίας στο Λύκειο Cubberley του Πάλο Άλτο με το όνομα Ron Jones εφάρμοσε ένα αντίστοιχο πείραμα στους μαθητές του. Όταν, κατά τη διάρκεια ενός μαθήματος όπου δίδασκε για τον Εθνικό Σοσιαλισμό, ένας μαθητής του τον ρώτησε για το πώς θα μπορούσε ο λαός της Γερμανίας να αγνοεί για τη σφαγή του Εβραϊκού πληθυσμού, ο καθηγητής δεν μπόρεσε να απαντήσει. Αντ’ αυτού όμως, αποφάσισε να δώσει μια μικρή γεύση από τις συνθήκες της εποχής που μελετούσαν.

image
 
Έτσι, οργάνωσε την τάξη σε μια ομάδα (με το κάθε άλλο παρά αθώο όνομα «το Τρίτο Κύμα», μια άμεση αναφορά στο Τρίτο Ράιχ), πρότεινε σκληρά κανονιστικά μέτρα και εφάρμοσε σε λίγη ώρα ένα μικρό πρόγραμμα αυστηρής πειθαρχίας μέσα στην τάξη, έκπληκτος με την προθυμία με την οποία τον υπάκουαν οι μαθητές του. Το όλο εγχείρημα, που θα κρατούσε μία μόλις μέρα, εξαπλώθηκε ραγδαία σε όλο το σχολείο, όσοι είχαν αντίθετη γνώμη γνώριζαν έναν άτυπο αποκλεισμό, τα μέλη της πρώτης ομάδας άρχιζαν να κατασκοπεύουν το ένα το άλλο, και όσοι αρνούνταν να συμμορφωθούν έπεφταν θύματα βίας. Ο Jones κλήθηκε λόγω των γεγονότων που επακολούθησαν να σταματήσει το εν λόγω πείραμα στην τάξη μετά από πέντε ημέρες…
 
Η βίαιη επιβολή ανθρώπου εις άνθρωπον, δεν είναι μια άγνωστη, αφηρημένη δύναμη, αλλά κάτι που φωλιάζει σπερματικά στην ανθρώπινη φύση. Ο καθένας μας είναι ικανός για το καλύτερο και για το χειρότερο. Ακόμα και αν στοχεύει στο πρώτο, μπορεί να καταλήξει στο δεύτερο. Το ίδιο κάνουν οι χαρακτήρες που παρασέρνει το «Κύμα». Οι νεαροί μαθητές ξεκινούν για να αλλάξουν τον κόσμο που τους παραδίδεται. Τον κόσμο της ανεργία, της φτώχεια, της ανισότητας αλλά και της παραπληροφόρησης.

image
 
Απέναντι τους, οι γονείς φαντάζουν ως του «εξήντα οι εκδρομείς». Τα παιδιά τους αμήχανοι παρατηρητές ενός κόσμου που αλλάζει συνέχεια, με φρενήρεις ρυθμούς. Από τη μία σελίδα της ιστορίας στην άλλη και πάλι πίσω εκεί που ξεκίνησαν. Όταν ο ιδεαλισμός δεν βρίσκει αντίκρισμα, μπορεί να γίνει επικίνδυνος.
 
Η ταινία μας θέτει ερωτήματα, χωρίς απαραίτητα να προσφέρει απαντήσεις. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε μέσα σε 107 λεπτά κινηματογραφικού χρόνου, να λύσει ένα πρόβλημα που ταλανίζει γενιές και γενιές. Παράλληλα όμως, αν κανείς προσπαθούσε να αρνηθεί τη δύναμη του κινηματογραφικού μέσου ως ιδεολογικού μηχανισμού, θα εθελοτυφλούσε.
 
Στην περίπτωση του «Κύματος», το σινεμά γίνεται το ιδανικό όχημα για να περιγράψει μια νέα συνθήκη ολοκληρωτισμού, αυτής που λαμβάνει χώρα στο γόνιμο, λόγω της αθωότητάς του, πεδίο της εφηβικής ψυχής. Σενάριο «βγαλμένο από τη ζωή», όπως θα έλεγε κάποιο κλισέ, και την ίδια στιγμή larger than life, η ιστορία για μια τάξη στη Γερμανία που καταλήγει να αυτοπροσδιορίζεται ως περιούσιος πληθυσμός, διδάσκει, χωρίς διδακτισμό, απλά αλλά ποτέ απλοϊκά, ένα από τα πιο έντονα σε ρυθμούς και συναισθηματικά φορτισμένα μαθήματα κινηματογράφου στην ιστορία του μέσου. Και ο σκηνοθέτης της το πετυχαίνει, με τον τρόπο που το έκανε και ο μαθητής που ξεσήκωσε το «Κύμα», μέσω μίας και μόνο ερώτησης, που τίθεται στους εαυτούς μας καταρχήν, αλλά και στους γύρω μας: «Μπορεί να ξαναγεννηθεί ο ναζισμός;».


 
Πρώτη Δημοσίευση: Chimeres