Η ταινία «Και Μόνο Την Αλήθεια», είναι ένα τολμηρό πολιτικό θρίλερ, σε σκηνοθεσία του Ροντ Λιούρι, το οποίο βασίζεται στην πραγματική ιστορία της δημοσιογράφου των «New York Times», Τζούντιθ Μίλερ, η οποία επέλεξε να φυλακιστεί παρά να αποκαλύψει την πηγή της σχετικά με άρθρο της για τις παράνομες δραστηριότητες της CIA.

Ads

Η Ρέιτσελ Άρμστρονγκ (Κέιτ Μπέκινσεϊλ) είναι μια νεαρή ρεπόρτερ που εργάζεται στην Capitol Sun Times, μια μεγάλη ημερήσια εφημερίδα της Ουάσινγκτον. Με ένα εκρηκτικό άρθρο, η Ρέιτσελ αποκαλύπτει την ταυτότητα μιας μυστικής πράκτορα της CIA που ακούει στο όνομα Έρικα Βαν Ντόρεν (Βέρα Φαρμίγκα).

Αμέσως μετά τη δημοσίευση του άρθρου, η κυβέρνηση απαιτεί να μάθει την ταυτότητα της πηγής της Ρέιτσελ, όμως η τολμηρή δημοσιογράφος, με την υποστήριξη του άντρα της, της αρχισυντάκτριάς της και του δικηγόρου της εφημερίδας, αντιστέκεται στις πιέσεις του χαρισματικού και φιλόδοξου ειδικού εισαγγελέα Πέιτον Ντιμπουά (Ματ Ντίλον).

Η υπόθεση φτάνει στα δικαστήρια και η επίμονη άρνηση της Ρέιτσελ να αποκαλύψει την πηγή της, την οδηγεί στη φυλακή. Ενώ παρακολουθούμε από κοντά τις δύσκολες στιγμές που περνάει η δημοσιογράφος στη φυλακή, παράλληλα με τις υπεράνθρωπες προσπάθειες του δικηγόρου της, Άλμπερτ Μπέρνσαϊντ (Άλαν Άλντα), το ερώτημα παραμένει: ποια είναι η πηγή της και γιατί η Ρέιτσελ θυσιάζει τόσο πολλά για να την προστατεύσει;

Ads

image

Ο Ροντ Λιούρι παρουσιάζει μία ταινία που θυμίζει σε αρκετά σημεία τη μεγάλη του κινηματογραφική επιτυχία «Η Αντιπρόεδρος». Πρόκειται για δύο έργα τα οποία διαδραματίζονται εξ ολοκλήρου στη Ουάσινγκτον, εκεί όπου η κυβερνητική εξουσία αναμετράται με την ακεραιότητα του ατόμου, κι επιπλέον η αφήγηση πραγματοποιείται από μια καθαρά γυναικεία σκοπιά.

Ο σκηνοθέτης ασχολείται κι εδώ με τον σπουδαίο αγώνα της θηλυκής ψυχής να διαφυλάξει ό,τι θεωρεί πιο ιερό, μέσα από το πρόσωπο δύο ηρωίδων: της Ρέιτσελ Άρμστρονγκ, που αγωνίζεται για την εχεμύθεια και την καριέρα της και της Έρικα Βαν Ντόρεν, που προσπαθεί να προστατεύσει τόσο την αξιοπιστία απέναντι στους συναδέλφους της όσο και τον ρόλο της ως στοργική μητέρα.

Τα δύο αυτά πρόσωπα είναι φανταστικά, όπως όμως και στην περίπτωση της ταινίας «Η Αντιπρόεδρος», ο Λιούρι εμπνεύστηκε για το σενάριό του από ένα πραγματικό σκάνδαλο που ξέσπασε στη Ουάσινγκτον.

image

Ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος, είναι εξάλλου γνωστός για την ικανότητά του να περιγράφει το επικίνδυνο συναισθηματικό ναρκοπέδιο που δημιουργείται όταν τα προσωπικά δεδομένα εκτίθενται σε δημόσια θέα και όταν η ιδιωτική ζωή γίνεται δημόσιο θέαμα.

Παράλληλα όμως, η συγκεκριμένη ταινία, εξετάζει και τον τρόπο με τον οποίο δημιουργείται το θέαμα αυτό, καθώς και την πλευρά της δημοσιογραφικής κάλυψης των γεγονότων.

Μετά από μια σύντομη εισαγωγική σκηνή, που παρουσιάζει μια δολοφονική απόπειρα κατά του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, το φιλμ ξεκινά με μια σεκάνς στο κατάφωτο newsroom της Capitol Sun Times όπου πραγματοποιείται η καθημερινή συνάντηση των συντακτών. Για τη συγκεκριμένη σκηνή, ο Ροντ Λιούρι είχε στο μυαλό του τη διάσημη ταινία του Άλαν Πάκουλα «Όλοι οι Άνθρωποι του Προέδρου» και αναζήτησε ένα πραγματικό newsroom που θα παρέπεμπε στο συγκεκριμένο περιβάλλον.

image

Ο χώρος βρέθηκε στο Μέμφις (όπου γυρίστηκε και ολόκληρη η ταινία), στα γραφεία της εφημερίδας Commercial Appeal, που φιλοξένησαν ένα μεγάλο αριθμό καθοριστικών σκηνών του έργου. Η αίθουσα σύνταξης, που περιβάλλεται από γυάλινα διαχωριστικά, σε συνδυασμό με τον έντονο φωτισμό, παραπέμπουν στη διαφάνεια – ένα από τα κρίσιμα θέματα που πραγματεύεται η ταινία.

«Όλα βρίσκονται υπό το φως, όλα τα χαρτιά είναι ανοιχτά» δηλώνει ο Λιούρι. Το φιλμ επίσης υπενθυμίζει στους θεατές το σημαντικό πλεονέκτημα της έντυπης δημοσιογραφίας έναντι της τηλεοπτικής, όσον αφορά στην έρευνα: τα έντυπα έχουν την πολυτέλεια του χρόνου στην διαλεύκανση και τεκμηρίωση των θεμάτων τους, ενώ η τηλεόραση βρίσκεται σε ένα διαρκή αγώνα κάλυψης των γεγονότων την ώρα που αυτά συμβαίνουν.

Στην ταινία, η δύναμη της τηλεόρασης μπαίνει διαρκώς σε αμφισβήτηση: από τη μια πλευρά, η Ρέιτσελ βλέπει το άρθρο της να αναμασάται από τον άνκορμαν και νομικό ειδήμονα του MSNBC, Νταν Έιμπραμς (γιο του γνωστού νομικού Φλόιντ Έιμπραμς, που στην ταινία υποδύεται τον δικαστή Χολ) και από την άλλη, όταν βρίσκεται φυλακισμένη, της είναι δύσκολο να παρακολουθήσει από την τηλεόραση την εξέλιξη της υπόθεσής της γιατί οι συγκρατούμενές της βλέπουν διαρκώς τον Τζέρι Σπρίνγκερ.

image

Ο Λιούρι σχολιάζει επίσης τη δυνατότητα της τηλεόρασης να διαστρεβλώνει τα γεγονότα: η Ρέιτσελ δέχεται να δώσει συνέντευξη στη δημοσιογράφο Μόλι Μέιερς, μόνο με την προϋπόθεση ότι αυτή θα αναμεταδοθεί σε πραγματικό χρόνο, ώστε να μην παραποιηθούν τα λεγόμενά της στο μοντάζ. Σε μια απρόσμενη διαδοχή εικόνων, ο σκηνοθέτης αντιπαραθέτει τα close-up από τη συνέντευξη της Ρέιτσελ με πλάνα από τα πρόσωπα των συγκρατουμένων της καθώς την παρακολουθούν, δημιουργώντας μια δραματική ένταση.

Η Ρέιτσελ Άρμστρονγκ είναι αναμφισβήτητα μια ηρωίδα: δέχεται να φυλακιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, με στόχο να υπερασπιστεί τις βασικές αρχές του επαγγέλματός της, προστατεύοντας όχι μόνο τη δική της ακεραιότητα αλλά και αυτή όλων των δημοσιογράφων. Παρ’όλα αυτά, ο Λιούρι δε θέλει να εξωραΐσει το χώρο της δημοσιογραφίας: σε συνεργασία με το διευθυντή φωτογραφίας Άλικ Σακχάροφ, χρησιμοποιεί την αντίθεση του φυσικού με το τεχνητό φως για να υποδηλώσει την άγρια πλευρά της δημοσιογραφικής δράσης.

Οι αντιδράσεις των κεντρικών χαρακτήρων απέναντι στις διαφορετικές ποιότητες φωτός, οι αντανακλαστικές κινήσεις των ματιών τους, αποκαλύπτουν την αληθινή πλευρά των πραγμάτων. Το σημείο κατατεθέν της ταινίας, η υπογραφή της, είναι αναμφίβολα το extreme close-up.

Καθώς η αφήγηση του Ροντ Λιούρι εξελίσσεται, η δημόσια έκθεση διαβρώνει όλο και περισσότερο τις προσωπικές ζωές των χαρακτήρων. Η Βαν Ντόρεν γυρνάει από το πρωινό της τζόγκινγκ για να βρει τη φωτογραφία της στο πρωτοσέλιδο της Capitol Sun Times, ενώ στο βάθος πίσω της, την παρακολουθεί ένα κομβόι από τηλεοπτικά συνεργεία και όταν φτάνει στη βιβλιοθήκη για το εβδομαδιαίο της αναγνωστικό ραντεβού με μια ομάδα παιδιών, οριακά καταφέρνει να διαφύγει από τους δημοσιογράφους, που την περιβάλουν.

Αντίστοιχα, η Ρέιτσελ Άρμστρονγκ βιώνει τη δική της ταινία τρόμου: η πρώτη της επαφή με τον Πέιτον Ντιμπουά, ο τρόπος που της παραδίδεται το δικαστικό ένταλμα μέσα στη μέση της νύχτας, όλα γίνονται υπό το κράτος μιας αόρατης απειλής. Αλλά και όταν τελικά μπαίνει στη φυλακή, θα έρθει αντιμέτωπη με κάτι πολύ πιο τρομακτικό από την απλή βία.

Ενώ το πολιτικό θρίλερ του Ροντ Λιούρι, βασίζεται στην πραγματική ιστορία της δημοσιογράφου των «New York Times», Τζούντιθ Μίλερ, η οποία επέλεξε να φυλακιστεί παρά να αποκαλύψει την πηγή της σχετικά με άρθρο της για τις παράνομες δραστηριότητες της CIA, ο σκηνοθέτης αλλάζει το πολιτικό υπόβαθρο της πραγματικής ιστορίας (οι αποκαλύψεις της Μίλερ αναφέρονταν στον πόλεμο του Ιράκ) με μια συνωμοσία για δολοφονία του Αμερικανού προέδρου δήθεν από την κυβέρνηση της Βενεζουέλας, για να δοθεί στον πρόεδρο η δικαιολογία να επιτεθεί σ’ αυτήν.

Αξίζει τέλος να σημειώσουμε, ότι η ταινία «Και Μόνο Την Αλήθεια / Nothing But the Truth» του Ροντ Λιούρι, μετά την παρουσίαση της, θα παραμείνει διαθέσιμη δωρεάν για 7 ημέρες στην ψηφιακή Ταινιοθήκη της ΕΡΤ.

image

Και Μόνο Την Αλήθεια / Nothing But the Truth
Σκηνοθεσία: Ροντ Λιούρι
Σενάριο: Ροντ Λιούρι
Πρωταγωνιστούν: Κέιτ Μπέκινσεϊλ, Ματ Ντίλον, Άλαν Άλντα, Άντζελα Μπάσετ, Βέρα Φαρμίγκα, Ντέιβιντ Σουίμερ, Κόρτνεϊ Βανς, Νόα Γουάιλ, Πρέστον Μπέιλι, Τζούλι Αν Έμερι, Μάικλ Ο’ Νιλ, Φλόιντ Έιμπραμς, Ρόμπερτ Χάρβεϊ, Κρίστεν Σο, Τζέιμι Σέρινταν, Αντζέλικα Πέιτζ
Μοντάζ: Σάρα Μπόιντ
Μουσική: Λάρι Γκρουπέ
Έτος Παραγωγής: 2008
Χώρα Παραγωγής: Η.Π.Α.
Διάρκεια: 108 λεπτά
Τηλεοπτική Μετάδοση: Τρίτη 26 Μαΐου στις 21:30 στην ΕΡΤ1