Το 67ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, σήκωσε αυλαία την Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου, με ταινία έναρξης, το σκηνοθετικό ντεμπούτο του σεναριογράφου, Ετιέν Κομάρ: «Django» (2017). Το Φεστιβάλ, ολοκληρώνεται την Κυριακή 19 Φεβρουαρίου – μία εβδομάδα πριν την 89η τελετή απονομής των Όσκαρ – και λίγο πριν την απονομή των Βραβείων, παρουσιάζουμε επτά κλασσικές και αγαπημένες ταινίες, οι οποίες τιμήθηκαν με την Χρυσή Άρκτο της Μπερλινάλε, στον 21ο αιώνα. Διαβάστε επίσης: Αφιέρωμα στο 67ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου και 10 ταινίες που μας ταξίδεψαν στο Βερολίνο.
 
«Μαζί Ποτέ» (Head-On / Gegen die Wand – 2004) του Φατίχ Ακίν

image

Ads

Πριν από σχεδόν δέκα χρόνια, ο Γερμανός σκηνοθέτης τουρκικής καταγωγής, Φατίχ Ακίν, μας παρουσίασε στο Φεστιβάλ του Βερολίνου, το φιλμ του «Μαζί Ποτέ». Μία υπέροχα δοσμένη δραματική ιστορία, δύο νεαρών ανθρώπων, τουρκικής καταγωγής, στο σύγχρονο Αμβούργο. Ο Τσάιτ, ένας σαραντάχρονος απεγνωσμένος αλκοολικός, καταλήγει σε ψυχιατρείο μετά από αυτοκαταστροφική πτώση με αυτοκίνητο. Εκεί γνωρίζει την Σιμπέλ, μια εικοσάχρονη όμορφη κοπέλα. Όπως και ο Τσάιτ βρίσκεται και αυτή εκεί επειδή προέβη σε απόπειρα αυτοκτονίας, αφού δεν αντέχει άλλο τη ζωή στην αυστηρά παραδοσιακή της οικογένεια.

Με σκοπό να απελευθερωθεί από τους γονείς και τον αδερφό της, η Σιμπέλ προτείνει στον Τσάιτ να πραγματοποιήσουν έναν ψεύτικο γάμο, για να μπορέσει να «ζήσει τη ζωή της». Ο Τσάιτ, αρχικά διστάζει αλλά τελικά δέχεται. Μετά τον γάμο η Σιμπέλ απολαμβάνει τη νεοκατακτηθείσα ελευθερία της και τη νυχτερινή ζωή του Αμβούργου. Ο Τσάιτ στην αρχή παρακολουθεί τη ζωή της αδιάφορος. Σταδιακά όμως αναπτύσσονται μεταξύ τους αμοιβαία αισθήματα που θα έχουν όμως τραγικές συνέπειες…

image

Ads

Μία από τις καλύτερες ταινίες του ταλαντούχου δημιουργού Φατίχ Ακίν, το “Μαζί Ποτέ” (Head-On / Gegen die Wand – 2004), είναι ένα δυνατό δράμα που θίγει ζητήματα ταυτότητας και ψυχολογικού αδιέξοδου των Τούρκων μεταναστών δεύτερης γενιάς στη Γερμανία. Οι δύο πρωταγωνιστές του, ο Μπιρόλ Ουνέλ και η Σιμπέλ Κεκιλί, είναι πολύ καλοί στους ρόλους τους, τους οποίους και αποδίδουν με εξαιρετική πειστικότητα.

Σημαντικό στοιχείο της ταινίας αποτελεί η μουσική της. Από την πρώτη κιόλας μορφή του σεναρίου, ο Φατίχ Ακίν είχε ήδη οραματιστεί την κατηγοριοποίηση της ταινίας σε μουσικές πράξεις – ένα υφολογικό στοιχείο που υπάρχει στις κλασσικές θεατρικές τραγωδίες. Για τον λόγο αυτό, επιλέχθηκε ο αθίγγανος μουσικός Σελίμ Σέσλερ και το συγκρότημά του. Τα μελαγχολικά τραγούδια, κυρίως τουρκικά παραδοσιακά, ερμηνεύονται από την ηθοποιό και σκηνοθέτη Ιντίλ Ουνέρ. Η ταινία διαδραματίζεται στο Αμβούργο, την πόλη της Γερμανίας όπου και μεγάλωσε ο ίδιος ο Ακίν. Ενώ, ο “συνήθης ύποπτος” Αδάμ Μπουσδούκος, προσωπικός φίλος του σκηνοθέτη και ηθοποιός, έχει μία μικρή εμφάνιση στην συγκεκριμένη ιστορία, στον ρόλο του μπάρμαν.

«Μέλι» (Bal / Honey – 2010) του Σεμίχ Καπλάνογλου

image

Ο Γιουσούφ είναι μοναχοπαίδι και ζει με τους γονείς του σε μια απομονωμένη ορεινή περιοχή. Για το νεαρό αγόρι, το γειτονικό δάσος είναι ένα μέρος μυστηρίου και περιπέτειας, στο οποίο ταξιδεύει ενώ παράλληλα συνοδεύει τον πατέρα του στη δουλειά του, καθημερινώς. Ο πατέρας του ο Γιακούπ, είναι μελισσοκόμος και έχει τοποθετήσει τις ειδικώς κατασκευασμένες κυψέλες του στην κορυφή των πιο ψηλών δέντρων του δάσους. Πατέρας και γιος έχουν μια πολύ δυνατή σχέση, καθώς μοιράζονται τα ίδια όνειρα και έχουν τα δικά τους μυστικά. Παράλληλα όμως, στο σχολείο ο Γιουσούφ έχει μια δυσάρεστη σχέση με τους συμμαθητές του λόγω της δυσλεξίας του που τον κάνει να ντρέπεται την ώρα των μαθημάτων. Κι ενώ οι ανησυχίες του για το σχολείο υποβόσκουν, ο πατέρας του πρέπει να ταξιδέψει σ’ ένα μακρινό δάσος για μια ριψοκίνδυνη αποστολή…

Λυρικό το σινεμά του Σεμίχ Καπλάνογλου, που με την ταινία του «Μέλι» (Bal / Honey), ολοκληρώνει παράλληλα και την “Τριλογία του Γιουσούφ“. Είχαν προηγηθεί το 2007 το «Αυγό» (Yumurta / Egg) και το 2008 το «Γάλα» (Sut / Milk). Ο Καπλάνογλου μας παρουσιάζει ένα όμορφο, συγκινητικό και πλήρες δημιούργημα. Την ελεγεία μιας απλής, τραγικής οικογένειας. Ο σκηνοθέτης, εστιάζει επιδέξια με τον φακό του, στο ενδιαφέρον που αναδύεται μέσα από την καθημερινότητά της συγκεκριμένης οικογένειας. Μία ταινία, που παρά την ηθελημένη βραδύτητά της, δεν παύει να έχει έναν έντονο εσωτερικό ρυθμό, που σταδιακά παρασύρει τον θεατή.

«Ένας Χωρισμός» (A Separation – 2011) του Ασγκάρ Φαραντί

image

Μετά από 14 χρόνια έγγαμου βίου, η Σιμίν και ο Ναντέρ θέλουν να χωρίσουν. Ζουν στην Τεχεράνη με την 11χρονη κόρη τους και τον ηλικιωμένο πατέρα του Ναντέρ, που πάσχει από Αλτσχάιμερ. Όταν μια μέρα η Σιμίν αποφασίζει να μεταναστεύσουν σε μία χώρα που δίνει περισσότερες ευκαιρίες στις γυναίκες, εκείνη βρίσκεται αντιμέτωπη με τον Ναντέρ, που θέλει να μείνει στο Ιράν για να προσέχει τον πατέρα του. Χωρίς να το καταλάβει ο Ναντέρ αιχμαλωτίζεται σ’ έναν ιστό από ψέματα και κοινωνικές αντιδικίες που καταστρέφουν τη ζωή, τα όνειρά του, αλλά και την εικόνα του στα μάτια της κόρης του.

Μία δύσκολη αλλά ρεαλιστική ταινία, που μεταξύ άλλων, μας επιτρέπει να δούμε πως ακροβατεί η ιρανική κοινωνία,  ανάμεσα στη θεοκρατία και τις δυτικές επιδράσεις, που δέχεται. Η ιρανική ταινία «Ένας Χωρισμός» έφυγε από το 61ο Διεθνές Φεστιβάλ Βερολίνου, με την Χρυσή Άρκτο, όντας το μόνο ουσιαστικά φιλμ, που μπόρεσε να “συναγωνιστεί” εκείνη τη χρονιά, το αριστούργημα του Μπέλα Ταρ, το “Άλογο του Τορίνο” (The Turin Horse).

image

Αξίζει επίσης να σημειώσουμε ότι το φιλμ «Ένας Χωρισμός», απέσπασε τόσο την Αργυρή Άρκτο Γυναικείας Ερμηνείας, από κοινού στις δύο πρωταγωνίστριές του (Λεϊλά Χατάμι και Σαρέχ Μπαγιάτ), όσο και την Αργυρή Άρκτο Ανδρικής Ερμηνείας, επίσης από κοινού στους τέσσερις άνδρες πρωταγωνιστές του (Πέιμαν Μοάντι, Σαχάμπ Χοσεϊνί, Αλί-Ασγκάρ Σαχμπαζί και Μπαμπάκ Καριμί)!

«Ο Καίσαρας Πρέπει να Πεθάνει» (Cesare deve morire / Caesar Must Die – 2012) των Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι

image

Η απόδοση του “Ιούλιου Καίσαρα” του Σαίξπηρ, έρχεται στο τέλος της και οι καλλιτέχνες ανταμείβονται με ενθουσιώδη χειροκροτήματα. Τα φώτα σβήνουν, οι ηθοποιοί αποχωρούν από τη σκηνή και επιστρέφουν στα κελιά τους… Διότι είναι όλοι τους τρόφιμοι της φυλακής, ύψιστης ασφαλείας, Rebibbia στα προάστια της Ρώμης. Ένας από αυτούς σχολιάζει: «Από τότε που ανακάλυψα την Τέχνη, αυτό το κελί έχει γίνει πραγματικά μια φυλακή»!

Η κάμερα των Ιταλών δημιουργών καταγράφει την κουβέντα και τη διανομή των ρόλων, την οντισιόν, τις προετοιμασίες και εντέλει το ανέβασμα της παράστασης “Ιούλιος Καίσαρας”, με πρωταγωνιστές πραγματικούς κρατούμενους των φυλακών. Η ταινία διαρκεί μόλις 76 λεπτά, κι αποτελεί μια μεταφορά όλο συμβολισμούς. Ένα πείραμα, ένα παιχνίδι αναμόρφωσης ή καλύτερα, ο άκρως ιδιαίτερος τρόπος προσέγγισης της ελευθερίας, με φόντο το περιβάλλον των φυλακών. Πως δηλαδή κλείνεται ο ρεαλισμός σε πλαίσια, και μεταγράφεται διαμέσου της τέχνης ενός κλασικού έργου του Ουίλιαμ Σαίξπηρ;

image

Μια ταινία, γεμάτη νοήματα. Ένα φιλμ, εντυπωσιακό, προκλητικό μα συνάμα και ελκυστικό. Αν και διανύουν την όγδοη δεκαετία της ζωής τους, οι Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι εντυπωσίασαν το 2012 στο Φεστιβάλ του Βερολίνου, ενθουσιάζοντας κοινό, δημοσιογράφους και κριτική επιτροπή και αποσπώντας δικαίως, τόσο την Χρυσή Άρκτο όσο και το Βραβείο της Οικουμενικής Επιτροπής.

«Οικογενειακή Υπόθεση» (Pozitia copilului / Child’s Pose – 2013) του Κάλιν Πέτερ Νέτζερ

image

Η 60χρονη Κορνήλια, παρακολουθεί τον γιο της, Μπάρμπου, να προσπαθεί με όλο του το είναι να απογαλακτιστεί. Έχει μετακομίσει, απέκτησε το δικό του αυτοκίνητο, έχει μια κοπέλα που δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες της και το πιο ανησυχητικό απ’ όλα, αποφεύγει τη μητέρα του. Όταν όμως ο Μπάρμπου θα εμπλακεί σ’ ένα τραγικό δυστύχημα, η μητέρα του ενστικτωδώς θα χρησιμοποιήσει όλες της τις ικανότητες, τις γνωριμίες και τα χρήματα της για να τον σώσει από την καταδίκη του. Περιμένει έτσι να “συνετισθεί” και να γίνει ξανά το εξαρτημένο παιδί που ήταν…

Μετά το “Maria” του 2003 και το “Medal of Honor” του 2009 – που είχαμε παρακολουθήσει και στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης – ο Ρουμάνος σκηνοθέτης Κάλιν Πέτερ Νέτζερ, επιστρέφει με την τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του. Η «Οικογενειακή Υπόθεση», είναι ένα συγκινητικό δράμα. Βραβευμένο με τη Χρυσή Άρκτο στο Φεστιβάλ Βερολίνου το 2013, το φιλμ περιγράφει την τραγική προσπάθεια απεξάρτησης ενός κακομαθημένου μοναχογιού από την υπερπροστατευτική μητέρα του.

image

Πρωταγωνίστρια της ταινίας, είναι η υπέροχη Λουμίνια Γκεόργκιου. Μία σπουδαία ηθοποιός που μετράει τριάντα χρόνια κινηματογραφικής καριέρας έχοντας στο ενεργητικό της, ρόλους σε χαρακτηριστικές ταινίες, όπως ο “Άγνωστος Κώδικας” του 2000, “Η Οδύσσεια του Κυρίου Λαζαρέσκου” του 2005, το “4 Μήνες, 3 Εβδομάδες και 2 Μέρες” του 2007 καθώς και το αγαπημένο, “Πίσω από τους Λόφους” του 2012. Αξίζει να σημειώσουμε ότι συνεργασία της με τον Πίτερ Νέτζερ, ξεκίνησε το 2003, στο ντεμπούτο του σκηνοθέτη, “Maria”.

«Ταξί» (Taxi – 2015) του Τζαφάρ Παναχί


image
 

Ένα κίτρινο ταξί διασχίζει τους ζωντανούς και πολύχρωμους δρόμους της Τεχεράνης. Πολλοί και διαφορετικοί επιβάτες μπαίνουν στο ταξί κι ο καθένας εκφράζει ειλικρινά τις απόψεις του, ενώ τους παίρνει «συνέντευξη» ο οδηγός, που δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον σκηνοθέτη, τον Τζαφάρ Παναχί. Η κάμερά του, τοποθετημένη στο ταμπλό του αυτοκινήτου του – που έχει μετατραπεί σε κινούμενο κινηματογραφικό στούντιο – συλλαμβάνει το πνεύμα της ιρανικής κοινωνίας μέσα από αυτήν την κωμική και δραματική διαδρομή. Η ταινία είναι χωρισμένη σε άτυπα κεφάλαια και εξερευνά τον ρόλο του βίντεο και της καταγραφής της εικόνας στην Ιρανική κοινωνία. Ο σκηνοθέτης, με τα ελάχιστα μέσα που διαθέτει, σκιαγραφεί ένα αριστοτεχνικό πορτρέτο ενός πολύπλοκου κόσμου.

Το 2010 το ιρανικό καθεστώς απαγορεύει στον Τζαφάρ Παναχί τη σκηνοθεσία ταινιών, την έξοδο από τη χώρα και την επαφή με τον Τύπο για είκοσι (20) χρόνια! Όμως εκείνος πιστός στις αξίες του και τις αρχές του συνεχίζει με συγκινητική μεθοδικότητα να υπηρετεί την Έβδομη Τέχνη. Το «Ταξί» αποτελεί την τρίτη ταινία την οποία καταφέρνει να ολοκληρώσει ο Ιρανός δημιουργός, μετά την απαγόρευση που του επιβλήθηκε. Το 2012 στο 14ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης είχαμε την ευκαιρία να δούμε το φιλμ «Αυτό δεν είναι μια Ταινία» (This Is Not a Film / In film nist) του Τζαφάρ Παναχί και του Μοτζτάμπα Μιρταχμάς. Ενώ το 2013, ο Παναχί μαζί με τον Kambuzia Partovi, κυκλοφορήσαν την ταινία «Closed Curtain».


image
 

Η νέα δημιουργία του Παναχί, πραγματοποίησε την παγκόσμια πρεμιέρα της τον Φεβρουάριο στο 65ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου. Η κριτική επιτροπή του Φεστιβάλ – με πρόεδρο τον Αμερικανό σκηνοθέτη Ντάρεν Αρονόφσκι – βράβευσε τον Ιρανό καλλιτέχνη, τονίζοντας πως «συχνά το σημαντικό σινεμά γεννιέται μέσα από τους περιορισμούς του». Στη συγκινητική Τελετή Λήξης της διοργάνωσης, την Χρυσή Άρκτο παρέλαβε η νεαρή ανιψιά του σκηνοθέτη, Hanna Saeidi (φωτογραφία), η οποία παίζει και στην ταινία. Το φιλμ «Ταξί» (Taxi – 2015) του Τζαφέρ Παναχί, προβλήθηκε τον Νοέμβριο στις Ειδικές Προβολές του 56ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ενώ από την Πέμπτη 3 Μαρτίου θα κυκλοφορήσει στις ελληνικές κινηματογραφικές αίθουσες, σε διανομή της εταιρείας Feelgood Entertainment.

Διαβάστε επίσης:
Αφιέρωμα στον Τζαφάρ Παναχί: Η ελευθερία της έκφρασης στον Κινηματογράφο


 
«Φωτιά στη Θάλασσα» (Fuocoammare – 2016) του Τζιανφράνκο Ρόζι

image
 
Το ντοκιμαντέρ βασίζεται στην ιστορία του 12χρονου Σαμουέλε, που ζει σ’ ένα νησί στη μέση της θάλασσας. Πηγαίνει στο σχολείο, του αρέσει να ρίχνει με τη σφεντόνα του και να κυνηγά. Προτιμά να παίζει στη γη, παρότι τα πάντα γύρω του αναφέρονται στη θάλασσα και στους άνδρες, τις γυναίκες και τα παιδιά που επιχειρούν να τη διασχίσουν, για να φτάσουν στο νησί του. Αλλά το τελευταίο δεν είναι ένα οποιοδήποτε νησί· το όνομά του είναι Λαμπεντούζα και αποτελεί ένα συμβολικό σύνορο της Ευρώπης, το οποίο διασχίζουν χιλιάδες άνθρωποι τα τελευταία είκοσι χρόνια, σε αναζήτηση ελευθερίας.
 
Το συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ «Φωτιά στη Θάλασσα» (Fuocoammare) – το οποίο κατέκτησε την Χρυσή Άρκτο του 66ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βερολίνου – πραγματεύεται την προσφυγική κρίση την ώρα που συμβαίνει, σ’ ένα φιλμ που δεν μπορεί να αφήσει κανέναν αδιάφορο. Ο Τζιανφράνκο Ρόζι, είναι ο μόνος σκηνοθέτης που έχει κερδίσει τόσο την Χρυσή Άρκτο της Μπερλινάλε, όσο και τον Χρυσό Λέοντα του Φεστιβάλ Βενετίας, όχι όμως με ταινία μυθοπλασίας, αλλά με ντοκιμαντέρ.

image
 
«Σε ότι με αφορά και για καιρό, η Λαμπεντούζα δεν ήταν παρά ένας θόρυβος φωνών και εικόνων, παραγόμενος από τηλεοπτικά σποτ και τίτλοι που σοκάρουν σχετικά με θανάτους, καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, εισβολών και λαϊκιστικών εξεγέρσεων. Ωστόσο, όταν πήγα στο νησί, ανακάλυψα ότι η αλήθεια βρίσκεται αρκετά μακριά από αυτό που αναπαράγουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και οι πολιτικοί και συνειδητοποίησα ότι θα ήταν αδύνατο να συμπτύξω ένα σύμπαν τόσο σύνθετο, όσο αυτό της Λαμπεντούζα, σε λίγα μόνο λεπτά. Η κατανόησή του απαιτούσε πλήρη και παρατεταμένη απορρόφηση.» – Τζιανφράνκο Ρόζι
 
Διαβάστε επίσης: