Η Ταινιοθήκη Θεσσαλονίκης αποχαιρετά το 2014 μ’ ένα σπουδαίο αφιέρωμα στον κορυφαίο Γάλλο δημιουργό Ζαν-Λυκ Γκοντάρ. Το αφιέρωμα θα πραγματοποιηθεί από την Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου έως και την Κυριακή 21 Δεκεμβρίου στην αίθουσα Τάκης Κανελλόπουλος και κατά τη διάρκεια του, το κοινό θα έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει στην μεγάλη οθόνη τέσσερις χαρακτηριστικές ταινίες του Γκοντάρ: “Οι Καραμπινιέροι” του 1963, “Η Περιφρόνηση” του 1963, “Συνέβη στην Αμερική” του 1966 και “Ο Σώζων Εαυτόν Σωθήτω” του 1980.

Ads

«Θα πρέπει αυτή τη στιγμή, με τον τρόπο μου, να κάνω στον Κινηματογράφο αυτό που κάνει το Bιετνάμ στην Kαμπότζη, να ανακατευτώ σε πράγματα που δε με αφορούν», γράφει χαρακτηριστικά ο Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, οριοθετώντας έτσι το 1959 ως τη χρονιά που ξεκινά η Νουβέλ Βαγκ…

Διαβάστε επίσης:
Νουβέλ Βαγκ: Όταν η 7η Τέχνη γύρισε σελίδα

O Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, γεννήθηκε στο Παρίσι το 1930. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια μεταξύ Γαλλίας και Ελβετίας. Το 1949, πηγαίνει στο Παρίσι για να σπουδάσει εθνολογία στη Σορβόννη. Εκεί θα γνωρίσει και θα συναναστραφεί τους Κλοντ Σαμπρόλ, Φρανσουά Τρυφώ, Ερίκ Ρομέρ και Ζακ Ριβέτ, τους κινηματογραφιστές δηλαδή που μετέπειτα θα στελεχώσουν το κίνημα της Nouvelle Vague.

Ads

Το 1950, μαζί με τους Τρυφώ και Ριβέτ εκδίδει το περιοδικό Gazette du Cinema, γράφει για το σινεμά και παράλληλα παίζει σε ταινίες των Ριβέτ και Ρομέρ. Το 1952 ξεκινά η συνεργασία του με το περιοδικό Cahiers du Cinema του Αντρέ Μπαζέν. Με τα χρήματα που συγκεντρώνει, θα γυρίσει την πρώτη του μικρού μήκους ταινία, το ντοκιμαντέρ “Επιχείρηση Μπετόν” (1954). Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’50 θα γυρίσει άλλες τέσσερις ταινίες μικρού μήκους.
image
Έντονα επηρεασμένος από σκηνοθέτες όπως οι Ζαν Ρενουάρ, Νίκολας Ραίυ, Ρομπέρ Μπρεσόν, Ρομπέρτο Ροσελίνι και Ζαν Ρους, ο Γκοντάρ θα προσπαθήσει εξαρχής, σε αντίθεση με τον συνάδελφό του Τρυφώ, να βάλει την προσωπική του ζωή στις ταινίες του αλλά και να δείξει ότι στον κινηματογράφο «όλα επιτρέπονται». Αυτοσχεδιασμός, κάμερα στο χέρι, αυτοαναφορικότητα, δοκιμιογραφικός λόγος, παράθεση λογοτεχνικών και φιλοσοφικών κειμένων, αποτελούν χαρακτηριστικά στοιχεία του έργου του.

«Ήθελα να ξεκινήσω από μια ιστορία συμβατική και να ανακατασκευάσω, με διαφορετικό τρόπο, ό,τι είχε γίνει μέχρι τότε στον κινηματογράφο. Ήθελα επίσης να δώσω την εντύπωση ότι τα κινηματογραφικά μέσα ανακαλύπτονταν ή δοκιμάζονταν για πρώτη φορά», θα πει ο Γκοντάρ για την ταινία σε μια συνέντευξή του στα Cahiers το 1962.

Το φιλμ “Με Κομμένη την Ανάσα” εγκαινιάζει το κίνημα της γαλλικής νουβέλ βαγκ το οποίο, σύμφωνα με τον Γκοντάρ, ορίζεται από «τη θλίψη, τη νοσταλγία για τον κινηματογράφο που έπαψε πια να υπάρχει καθώς και από την καινούρια σχέση μεταξύ μύθου και πραγματικότητας». Ως και το 1965 κινηματογραφεί μεταξύ άλλων, κάποιες από τις σπουδαιότερες ταινίες του: “Ο Μικρός Στρατιώτης“, “Η Περιφρόνηση“, “Ο Τρελός Πιερό” το “Αλφαβίλ” κ.α.
image
Από το 1966 ως το 1968, ο σκηνοθέτης δημιουργεί ταινίες έντονα επηρεασμένες από τα πολιτικά γεγονότα της δεκαετίας και τα ρεύματα που γεννήθηκαν από τις ταραχές του Μάη του ’68: Masculin-Feminin (1966), Two or Three Things I Know About Her (1966), La Chinoise, Weekend (1967) και Le Gai Savoir (1968).

Με τον Ζαν-Πιερ Γκορέν, ο Γκοντάρ θα φτιάξει την ομάδα Τζίγκα Βερτόφ και θα αποποιηθεί τον τίτλο του δημιουργού και τον ρόλο του κινηματογράφου. Μαζί με τον Γκορέν θα κάνουν τις ταινίες-δοκίμια Wind From the East (1969), Vladimir and Rosa (1971), Tout Va Bien (1972) και Letter to Jane (1972). Οι ταινίες αυτές ήταν ριζοσπαστικές ως προς το περιεχόμενο και το ύφος και βασίζονταν στις ιδέες της πάλης των τάξεων και το διαλεκτικό υλισμό.

Το 1971 είχε ένα σοβαρό ατύχημα με μοτοσικλέτα που τον κράτησε αρκετούς μήνες στο νοσοκομείο. Στο Παρίσι θα γνωρίσει την ελβετίδα σκηνοθέτη Αν-Μαρί Μιεβίλ και την επόμενη χρονιά θα φύγουν μαζί για τη Γκρενόμπλ, όπου ο Γκοντάρ θα μεταφέρει το Sonimage video studio. Σταδιακά απομακρύνθηκε από τον στρατευμένο κινηματογράφο της ομάδας Βερτόφ και επέστρεψε σε πιο προσωπικά θέματα.

Γοητευμένος από τα νέα μέσα, μαζί με την Μιεβίλ πειραματίστηκαν με το βίντεο, δουλεύοντας αρκετά με αναθέσεις από τη γαλλική τηλεόραση (Εδώ κι αλλού – 1974, Πώς τα πάτε; – 1976, Έξι φορές δύο – 1976, Γαλλία, γύρος, παρακαμπτήριος – 1979). Μαζί θα κάνουν επίσης το Numero Deux (1975) και το “Σώζων εαυτόν σωθήτω” του 1980 το οποίο σηματοδοτεί την αρχή μιας νέας περιόδου στο έργο του και την επιστροφή του στο κλασικό σινεμά.

Στη συνέχεια ο Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, εγκαθίσταται στο Παρίσι όπου αρχίζει να δουλεύει τη «θεϊκή τριλογία» – Passion (1982), First Name: Carmen (1983) και το Hail Mary (1985). Τρεις ταινίες – πραγματείες, με βάση στη γυναικεία φύση, την επιθυμία, τη σεξουαλική διαφορά, και την ίδια την εικόνα.

Ο Γκοντάρ και η Μιεβίλ μεταφέρουν το Sonimage στούντιο στην Rolle, μια μικρή πόλη ανάμεσα στη Γενεύη και τη Λωζάνη της Ελβετίας. Το 1986 οι δυο τους έκαναν παραγωγή και πρωταγωνίστησαν στο home-movie Soft and Hard (Soft Talk on a Hard Subject Between Two Friends) για το αγγλικό Channel Four. Στη συνέχεια θα κάνουν τις ταινίες Grandeur et Decadence d’un Petit Commerce de Cinema (1986), Soigne ta Droite (1986) και King Lear (1986).

Στη δεκαετία του ’90 ο Γκοντάρ θα σκηνοθετήσει τα Nouvelle Vague (1990), Germany 90 Nine Zero (1991), Helas pour moi (1993), Forever Mozart (1996) και την οκτάωρη σειρά Histoires du cinema (1997-98). Το 1998 το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης αναθέτει στον Γκοντάρ και τη Μιεβίλ την παραγωγή του σαρανταεπτάλεπτου βίντεο The Old Place (Essai sur le rôle des arts à la fin du 20e siècle / Small Notes Regarding the Arts at Fall of 20th Century).
image
Το 2001 επανέρχεται στη σκηνοθεσία με την “Ελεγεία του Έρωτα”, ταινία που απέσπασε θετικές κριτικές στο Φεστιβάλ των Καννών και η οποία καταπιάνεται με την ιστορία, τη μνήμη, και τον πολιτισμό. Το 2010 ο σπουδαίος δημιουργός παρουσιάζει το «Film Socialisme». Πρόκειται για ένα μάθημα ιστορίας κι εν μέρει, αποτελεί ένα σύγχρονο και επίκαιρο πολιτικό σχόλιο, για τις χώρες της Μεσογείου κυρίως, αλλά και γενικότερα. Το φιλμ, είχε συμμετοχή στο τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα» («Un Certain Regard») του 63ου Φεστιβάλ Καννών

Φέτος τον Μάιο, στο πλαίσιο του 67ου Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ των Καννών, ο Γκοντάρ επέστρεψε με τη νέα του ταινία που φέρει τον τίτλο: «Αποχαιρετισμός στη Γλώσσα» (Goodbye to Language / Adieu au langage – 2014). Μία ταινία που έχει πάρει διανομή και στην Ελλάδα και αναμένεται να προβληθεί στις Κινηματογραφικές Αίθουσες τους πρώτους μήνες του 2015.
image
Οι ταινίες του Γκοντάρ άσκησαν και ασκούν τεράστια επιρροή τόσο στον ανεξάρτητο Αμερικάνικο κινηματογράφο όσο και σε πλήθος εικαστικών καλλιτεχνών, ανά την υφήλιο, όντας ένας από τους κορυφαίους auteur στην ιστορία της Έβδομης Τέχνης.

Αναλυτικά το Πρόγραμμα Προβολών του Αφιερώματος, έχει διαμορφωθεί ως εξής:

Πέμπτη, 18 Δεκεμβρίου
18:30  Οι καραμπινιέροι
21:00  Συνέβη στην Αμερική

Παρασκευή, 19 Δεκεμβρίου
18:30  Η περιφρόνηση
21:00  Ο σώζων εαυτόν σωθήτω

Σάββατο, 20 Δεκεμβρίου
18:30  Συνέβη στην Αμερική
21:00  Η περιφρόνηση

Κυριακή, 21 Δεκεμβρίου
18:30  Ο σώζων εαυτόν σωθήτω
21:00  Οι καραμπινιέροι

Λίγα λόγια για τις ταινίες του Αφιερώματος: «Ο ανατρεπτικός Ζαν-Λυκ Γκοντάρ»

Η Περιφρόνηση
Σκηνοθεσία: Ζαν–Λυκ Γκοντάρ
Με τους: Brigitte Bardot, Jack Palance, Michel Piccoli, Fritz Lang
Χώρα Παραγωγής: Γαλλία-Ιταλία
Έτος Παραγωγής: 1963
Διάρκεια: 103 λεπτά
Φορμά: 35 mm / Έγχρωμη
image
Ο Αμερικανός παραγωγός Τζέρεμι Πρόκος (Τζακ Πάλανς) προσλαμβάνει τον γνωστό Αυστριακό σκηνοθέτη Φριτς Λανγκ (υποδύεται τον εαυτό του στην ταινία) προκειμένου να μεταφέρει στον κινηματογράφο την Οδύσσεια του Ομήρου. Δυσαρεστημένος όμως με την «καλλιτεχνική» προσέγγιση που ακολουθεί ο σκηνοθέτης, προσλαμβάνει τον Πωλ Ζαβάλ (Μισέλ Πικολί), συγγραφέα αστυνομικών ιστοριών και θεατρικών έργων, για να επεξεργαστεί το σενάριο.

Η σύγκρουση μεταξύ καλλιτεχνικής έκφρασης και εμπορικής απήχησης ακολουθεί μια παράλληλη πορεία με την προοδευτική αποξένωση του Πωλ από τη σύζυγο του Καμίλ (Μπριζίτ Μπαρντό) η οποία φαίνεται να ξεκινά από τη στιγμή που ο Πωλ αφήνει την Καμίλ μόνη με τον εκατομμυριούχο παραγωγό.

Ωστόσο, αν και η ιστορία της αποξένωσης του ζευγαριού υπάρχει στη νουβέλα του Μοράβια, ο Γκοντάρ ηθελημένα παραβάλει στοιχεία της προσωπικής του ζωής στα πρόσωπα και τις πράξεις των πρωταγωνιστών του. Σε μια πρώτη ανάγνωση της πλοκής οι χαρακτήρες του Πωλ, της Καμίλ και του Πρόκος αντιστοιχούν σε αυτούς του Οδυσσέα, της Πηνελόπης και του Ποσειδώνα.

Μια δεύτερη ματιά όμως αποκαλύπτει ότι θα μπορούσαν κάλλιστα να αντιστοιχούν στον ίδιο τον Γκοντάρ, τη σύζυγο του Άννα Καρίνα (για την οποία προόριζε αρχικά τον ρόλο της Καμίλ) και τον Τζόζεφ Ι. Λεβάιν (συμπαραγωγό του φιλμ). Η «Περιφρόνηση» του Ζαν-Λυκ Γκοντάρ είναι ένα από τα κορυφαία αριστουργήματα του σύγχρονου κινηματογράφου. Η ταινία ενέπνευσε παθιασμένους παιάνες και επηρέασε μία ολόκληρη γενιά κινηματογραφιστών.

Ο Σώζων Εαυτόν Σωθήτω
Σκηνοθεσία: Ζαν–Λυκ Γκοντάρ
Με τους: Isabelle Huppert, Jacques Dutronc, Nathalie Baye
Χώρα Παραγωγής: Γαλλία
Έτος Παραγωγής: 1980
Διάρκεια: 88 λεπτά
Φορμά: 35 mm / Έγχρωμη
image
Η ταινία εξελίσσεται σε τέσσερα μέρη, εν είδει μουσικής παρτιτούρας. Το πρώτο με τίτλο «Φανταστικό» έχει ως κύριο πρόσωπο την Ντενίζ, η οποία εγκαταλείπει τη δουλειά της στην τηλεόραση και τον εραστή της, τον σκηνοθέτη Πολ Γκοντάρ για να πάει να ζήσει στην επαρχία. Στο δεύτερο μέρος με τίτλο «Φόβος», ο ήρωας, ο Πολ, εγκλωβισμένος σε μια συναισθηματική παγίδα και κυρίως αδυνατώντας να διαχειριστεί τις σχέσεις του με τις γυναίκες, φοβάται να αφήσει την πόλη και να ακολουθήσει την ερωμένη του.

Στο τρίτο μέρος, το «Εμπόριο», το κεντρικό πρόσωπο είναι η Ιζαμπέλ, μια επαρχιώτισσα που έρχεται στην πόλη για να βγάλει τα προς το ζην, ασκώντας το αρχαιότερο επάγγελμα του κόσμου και η οποία παρουσιάζεται ως υποψήφια ένοικος για το διαμέρισμα της Ντενίζ. Ο Πολ βρίσκεται ανάμεσα σε αυτές τις δύο γυναίκες. Η Ντενίζ φεύγει, η Ιζαμπέλ μένει, ενώ ο Πολ, που δεν θέλει ούτε να φύγει αλλά ούτε και να μείνει, αντιμετωπίζει ένα υπαρξιακό και συναισθηματικό κενό. Στο τέταρτο και τελευταίο μέρος της ταινίας με τίτλο «Μουσική», συγκεντρώνονται όλα τα πρόσωπα της ταινίας, τα μουσικά θέματα και οι ζωές των ηρώων συναντώνται, διαπλέκονται και συγκρούονται, για να ακολουθήσει στο τέλος ο καθένας τον δικό του δρόμο.

Το “Σώζων Εαυτόν Σωθήτω” σηματοδοτεί την επιστροφή του Γκοντάρ στον κινηματογράφο, ύστερα από μια μεγάλη περίοδο δέκα ετών, όπου πειραματίστηκε με το βίντεο και την τηλεόραση. Πρόκειται για μια ταινία μεγάλης στυλιστικής ωριμότητας και ουσιαστικού προβληματισμού σχετικά με την ανθρώπινη κατάσταση. Έξοχο το πρωταγωνιστικό τρίο με τους Ιζαμπέλ Ιπέρ, Ναταλί Μπεΐ και Ζακ Ντιτρόν.

Οι Καραμπινιέροι
Σκηνοθεσία: Ζαν–Λυκ Γκοντάρ
Με τους: Marino Masé, Patrice Moullet, Geneviève Galéa
Χώρα Παραγωγής: Γαλλία
Έτος Παραγωγής: 1963
Διάρκεια: 75 λεπτά
Φορμά: 35 mm / Ασπρόμαυρη
image
Στο επίκεντρο της ταινίας διεξάγεται ένας πόλεμος, ο οποίος δεν είναι τοποθετημένος ιστορικά και θα μπορούσε να παραπέμπει στον Β’ Παγκόσμιο ή και στον πόλεμο της Αλγερίας, που βρισκόταν εν εξελίξει κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας. Οι καραμπινιέροι, με το δέλεαρ της αρπαγής και της λεηλασίας, στέλνουν δύο αδέλφια – τα ονόματα των οποίων, Μιχαήλ Άγγελος και Οδυσσέας, συνδυάζουν τα ομηρικά έπη και την Αναγέννηση – σ’ αυτόν τον απροσδιόριστο πόλεμο, στο όνομα φυσικά, του βασιλιά, της πατρίδας, του έθνους, του θεού κλπ.

Όταν ο πόλεμος τελειώνει, οι «ήρωες» επιστρέφουν σπίτι και στις γυναίκες της οικογένειας, που ονομάζονται Κλεοπάτρα και Αφροδίτη, κουβαλώντας σε μια βαλίτσα τα λάφυρα και τους θησαυρούς του κόσμου που αποκόμισαν από την αποστολή τους και που δεν είναι τίποτε άλλο από μια συλλογή καρτ ποστάλ. Οι καραμπινιέροι οδηγούνται στον βασιλιά για να παρασημοφορηθούν, αλλά εντωμεταξύ ο βασιλιάς έχει ανατραπεί χάνοντας τη μάχη με τον «εσωτερικό εχθρό», οπότε οι επαναστάτες τους τουφεκίζουν, μέσα στο χάος και την κοινωνική αναταραχή που έχει δημιουργηθεί.

Η ταινία του Γκοντάρ, βασισμένη στο θεατρικό έργο του Ιταλού Μπενιαμίνο Τζόπολο, στην κινηματογραφική διασκευή του οποίου συνεργάστηκαν οι Ρομπέρτο Ροσελίνι και Ζαν Γκριό (σεναριογράφος του Αλέν Ρενέ και του Φρανσουά Τρυφό). Ταινία που ασκεί σκληρή κριτική στην έννοια, την ιδέα και κυρίως την εικόνα του πολέμου. Η ταινία που είναι αφιερωμένη στον μεγάλο Γάλλο σκηνοθέτη Ζαν Βιγκό, προκάλεσε αντιδράσεις στην εποχή της για την ριζοσπαστική της γραφή, αλλά σήμερα θεωρείται δικαίως ένα από τα καλύτερα έργα της πρώτης περιόδου του Γκοντάρ.

Συνέβη στην Αμερική
Σκηνοθεσία: Ζαν–Λυκ Γκοντάρ
Με τους: Anna Karina, László Szabó, Jean-Pierre Léaud
Χώρα Παραγωγής: Γαλλία
Έτος Παραγωγής: 1966
Διάρκεια: 90 λεπτά
Φορμά: 35 mm / Έγχρωμη
image
Η Πόλα Νέλσον φθάνει στο Ατλάντικ Σίτι της Γαλλίας (μια φανταστική πόλη) για να εξιχνιάσει το μυστήριο της εξαφάνισης του φίλου της, Ντικ. Η αστυνομία την παρακολουθεί και κάποια στιγμή την ανακρίνει για να μάθει τι γνωρίζει ακριβώς για την υπόθεση. Όσο προχωρά η έρευνα, τα πράγματα αντί να ξεκαθαρίζουν μπερδεύονται όλο και περισσότερο και τα πτώματα πληθαίνουν γύρω της, χωρίς ποτέ να μαθαίνουμε εάν σχετίζονται με την υπόθεση. Η ίδια, αμφιλεγόμενη και μυστηριώδης, φαίνεται να είναι μπλεγμένη σε κάποιες από τις  δολοφονίες…

Ο Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, εφαρμόζοντας το δικό του αξίωμα ότι «μια ταινία μπορεί να έχει αρχή  μέση – τέλος, αλλά όχι απαραίτητα  με αυτή τη σειρά», αυτοσχεδιάζει, βασισμένος ελεύθερα στο αστυνομικό μυθιστόρημα του Ρίτσαρντ Σταρκ “Το φέρετρο ήταν άδειο και δημιουργεί”. Χρησιμοποιώντας τις τεχνικές του κολάζ και του cut-up και με έκδηλες αναφορές στο αμερικανικό σινεμά (οι ήρωες ονομάζονται Ρίτσαρντ Γουίντμαρκ, Ντόναλντ Σίγκελ, Ρόμπερτ Όλντριτζ) και στις υποθέσεις των δολοφονιών του Κένεντι και του Μπεν Μπάρκα, το “Συνέβη στην Αμερική” είναι ένα φιλμ μονταρισμένο με τη λογική του κόμικς.
image
Το αφιέρωμα στον κορυφαίο Γάλλο δημιουργό, με τίτλο «Ο ανατρεπτικός Ζαν-Λυκ Γκοντάρ», διοργανώνεται από την Ταινιοθήκη της Θεσσαλονίκης και θα πραγματοποιηθεί από την Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου έως και την Κυριακή 21 Δεκεμβρίου στην αίθουσα Τάκης Κανελλόπουλος.

Πώληση εισιτηρίων: Μουσείο Κινηματογράφου – Ταινιοθήκη Θεσσαλονίκης (Αποθήκη Α΄, Λιμάνι, τηλ. 2310-508.398, [email protected])
Τιμή εισιτηρίου: 4 ευρώ (γενική είσοδος), 3 ευρώ (για τα μέλη)
Κάρτα μέλους: 1 ευρώ