Κάποτε, ο Νίκος Κούνδουρος σε συνέντευξή του αναφορικά με το καλλιτεχνικό του έργο ανέφερε: «Μια φορά ο Φίνος μου είπε μια σπουδαία κουβέντα: «Αν δεν ήμουν εγώ, δηλαδή οι ταινίες μου, εσύ, Νίκο, δεν θα είχες εργαστήρια να εμφανίσεις το υλικό σου, δεν θα είχες στούντιο να κάνεις την ηχοληψία σου, να εμφανίσεις τις ταινίες σου». Είχε απόλυτο δίκιο, γιατί ο Φίνος συντηρούσε για μας, τις μηχανές, την υποδομή ολόκληρη. Και όταν λέω «μας» εννοώ έναν περιορισμένο κόσμο που κάναμε ένα άλλο είδος κινηματογράφου.»

Ads

Στην πραγματικότητα, ο Φιλοποίμην Φίνος δεν ήταν μόνο ένας από τους ανθρώπους του «άλλου κινηματογράφου», αλλά μάλλον η ίδια η ενσάρκωση της 7ης τέχνης στον ελληνικό χώρο.

Ο Φιλοποίμην Φίνος γεννήθηκε στις 26 Ιανουαρίου του 1908 στην Τιθορέα Λοκρίδος. Γόνος μεσοαστικής οικογένειας, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όταν ήταν ακόμα σε νηπιακή ηλικία. Ο πατέρας του, αν και γιατρός, ήταν ένας από τους πιο γνωστούς κινηματογραφικούς επιχειρηματίες της εποχής, διαθέτοντας κινηματογραφικές αίθουσες στην Αθήνα και την επαρχία, με πιο γνωστή το Αλκαζάρ, το μεγαλύτερο και σπουδαιότερο θερινό σινεμά της Αθήνας. Ο Φιλοποίμην, Θα  δεχόταν στο Αλκαζάρ τα πρώτα ερεθίσματα της τέχνης του κινηματογράφου.

Μαθήτευσε στην Ιόνιο Σχολή ως εσώκλειστος, αλλά αποφοίτησε από το δημόσιο «Αθηναϊκό Λύκειο Μεγαρέως». Από παιδί, αγαπούσε την υποκριτική τέχνη και μάλιστα οργάνωσε με συνομήλικους εφήβους  έναν ερασιτεχνικό και ψυχαγωγικό σύλλογο, τη «Νεολαία», με τον οποίο έδωσαν μερικές θεατρικές παραστάσεις στο θέατρο Κοτοπούλη. Παράλληλα, του άρεσε πολύ η λογοτεχνία και από τα μαθητικά του χρόνια ακόμα ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία. Ακολούθησε θεωρητικές σπουδές, σπουδάζοντας νομικά στην Αθήνα και συνέχισε  με μεταπτυχιακό στις πολιτικές επιστήμες στη Γερμανία, πτυχία όμως που δεν θα του χρειάζονταν ποτέ στο επαγγελματικό του μέλλον.

Ads

Ακούστε σχετικά: Αφιέρωμα στον Φιλοποίμενα Φίνο

Κι αυτό καθώς, κατά τη διάρκεια των σπουδών του, εργάστηκε ως μηχανικός προβολής στον κινηματογράφο Αλκαζάρ. Στην καμπίνα προβολής του Αλκαζάρ σφυρηλατήθηκε η παθιασμένη σχέση του με τον κινηματογράφο και την τεχνική του, γεγονός που τον οδήγησε στην επίμονη μελέτη φυσικής, οπτικής και μηχανικής, ώστε να διευρύνει τις γνώσεις του και να τις εφαρμόζει διαλύοντας και ξανασυνθέτοντας κάθε μηχάνημα που έπεφτε στα χέρια του. Στο μέλλον, παρατσούκλι του Φίνου θα ήταν το «κατσαβιδάκιας», λόγω της εμμονής του με την επισκευή του κινηματογραφικού εξοπλισμού της εταιρίας του.

Το 1930, κατάφερε να δημιουργήσει και να εγκαταστήσει μηχάνημα ήχου στο Αλκαζάρ. Η επόμενη πρόκληση του Φίνου ήταν να κατασκευάσει μηχάνημα ηχοληψίας, που θα έδινε τη δυνατότητα να δημιουργηθούν πρωτογενώς ομιλούσες ταινίες, χωρίς ντουμπλαρισμένο ήχο. Αυτό θα γινόταν πραγματικότητα το 1935, παρά τα πενιχρά μέσα που διέθετε, και θα ξεκινούσε παράλληλα το γύρισμα της ταινίας «Νερωμένο Κρασί», η οποία όμως δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.

Το 1938, ο Φίνος θα ίδρυε τα «Ελληνικά Κινηματογραφικά Στούντιο» στο Καλαμάκι, με τους εκλεκτούς του συνεργάτες Σκούρα, Προβελέγγιο, Χλοΐδη, και τους αδελφούς Δριμαρόπουλους. Όλοι μαζί, θα πετύχαιναν τον πολυπόθητο στόχο τους, κυκλοφορώντας την πρώτη ομιλούσα ελληνική κινηματογραφική παραγωγή. Τον Απρίλιο του 1940 βγήκε στους κινηματογράφους η ταινία «Το Τραγούδι Του Χωρισμού» σε σενάριο Δημήτρη Μπόγρη. Ο Φίνος, εκτός από υπεύθυνος για τα τεχνικά ζητήματα, θα γινόταν και σκηνοθέτης, για πρώτη και τελευταία φορά.

Το φθινόπωρο του 1940 νοικιάζει ένα παλιό τριώροφο κτήριο στο κέντρο της Αθήνας, στην οδό Στουρνάρα. Στον τρίτο όροφο στήνει, με τη σύζυγό του Τζέλλα, το σπιτικό τους. Το υπόλοιπο κτήριο μετατρέπεται σε κινηματογραφικό στούντιο για να στεγάσει την κινηματογραφική επιχείρηση που σκόπευε να ιδρύσει. Πριν, όμως, προλάβει να θέσει σε λειτουργία τα νέα του σχέδια, θα τον προλάβαινε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος.

Ο Φίνος μαζί με παλιούς συνεργάτες παρουσιάζονται στη Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού, συγκροτώντας συνεργείο λήψεων των Επικαίρων στο Αλβανικό Μέτωπο. Οι ταινίες που γυρίζουν για τα «Επίκαιρα», απαθανατίζοντας τα κατορθώματα του ελληνικού στρατού, συναρπάζουν και εμψυχώνουν τον κόσμο.

Τον Απρίλιο όμως του 1941, η Γερμανική κατοχή θα σταματούσε το πολύτιμο έργο της ομάδας. Οι Γερμανοί κατέστρεψαν τα κινηματογραφικά μηχανήματα του Φίνου, αλλά και τα νεγκατίφ των σκηνών του Αλβανικού μετώπου. Ολοσχερώς θα καταστρέφονταν τότε και τα στούντιο στο Καλαμάκι. Ο Φίνος όμως θα κατάφερνε να διασώσει κάποια νεγκατίφ από το αρχείο, τα οποία αποτελούν μέχρι σήμερα μοναδικά ιστορικά ντοκουμέντα.

Το χειμώνα του ίδιου έτους και στην προσπάθειά του να ανασυνταχθεί μέσα στις δυσκολίες της κατοχής, ο Φίνος κινηματογράφησε, μαζί με τον φίλο του Δημήτρη Ιωαννόπουλο, την απογραφή του πληθυσμού για τις ανάγκες μίας ταινίας μικρού μήκους που εμπνεύστηκε ο ίδιος, στην οποία θα προβάλλονταν οι διαδικασίες του σύγχρονου τρόπου απογραφής. Η ταινία εμφάνιζε σημαντικές βελτιώσεις για τα ελληνικά δεδομένα, τόσο σε εικόνα όσο και σε ήχο.

Μετά από την ελπιδοφόρα ταινία μικρού μήκους και μαζί με τον Ιωαννόπουλο, θα γύριζαν μια ταινία μεγάλου μήκους, βασισμένη σε ένα σενάριο που είχε γράψει ο ίδιος ο Ιωανόπουλος. Σκοπός τους ήταν να καταθέσουν όλο τους το μεράκι, το πάθος και τις τεχνικές γνώσεις του Φίνου, αποφεύγοντας παράλληλα όλα τα λάθη της πρώτης εμπειρίας τους. Ο Γιώργος Καβουκίδης, φίλος του Φίνου, θα τους εμπιστευόταν, χρηματοδοτώντας το έργο τους κατά 50% (το υπόλοιπο θα διέθετε ο Φίνος μετά την πώληση κάποιων χωραφιών του πατέρα του).

Τα γυρίσματα της ταινίας «Η Φωνή της Καρδιάς» διήρκεσαν περίπου ένα χρόνο σκληρής επιμονής, καθώς ο Φίνος, εκτός των άλλων, φρόντιζε και για τη σίτιση όλων όσων συμμετείχαν στα γυρίσματα. Πρωταγωνιστής της ταινίας ήταν ο θεατρικός ηθοποιός, Aιμίλιος Βεάκης, που είχε παίξει τότε μόνο σε μια βουβή ταινία, την «Αστέρω», αλλά και ηθοποιοί όπως ο Αλέκος Λειβαδίτης και ο Λάμπρος Κωνσταντάρας.

Αυτή ήταν η πρώτη επίσημη ταινία της Φίνος Φιλμ και η επιτυχία της ήταν μεγαλειώδης. Όπως ο ίδιος ο Φίνος είχε τονίσει: «Η ταινία ήταν ένας εθνικός θρίαμβος». Και τα γεγονότα βεβαιώνουν αυτόν τον ισχυρισμό. Η πρεμιέρα στις 29 Μαρτίου του 1943, έμοιαζε με αντιστασιακό γεγονός, με την αίθουσα του κινηματογράφου REX στην οδό Πανεπιστημίου να γεμίζει ασφυκτικά. Μετά το τέλος της, οι θεατές ενθουσιασμένοι έκαναν λαμπαδηδρομία από τον κινηματογράφο μέχρι και τις στήλες του Ολυμπίου Διός.

Κόβοντας 102.237 εισιτήρια στις δύο κινηματογραφικές αίθουσες που προβλήθηκε και με διθυραμβικές κριτικές, η «Φωνή της Καρδιάς» αποτελεί την αφετηρία του σύγχρονου Ελληνικού Κινηματογράφου. Η τεράστια επιτυχία της ώθησε τον Φίνο να συνεχίσει και να ξεκινήσει τη συναρπαστική του πορεία, με το σήμα της FF να περάσει στη συλλογική συνείδηση ως το απόλυτο σύμβολο της «Χρυσής εποχής του Ελληνικού Κινηματογράφου».

Στις αρχές του 1944, οι Γερμανοί συλλαμβάνουν τον Φίνο και τον πατέρα του, ο οποίος τροφοδοτούσε αντιστασιακά τμήματα με σιτάρι και κριθάρι από τα κτήματά του στην Κωπαΐδα. Το στρατοδικείο καταδίκασε και τους δύο σε θάνατο. Χάρη όμως στην επιμονή του πατέρα του να πείσει τους Γερμανούς πως ο γιος του δεν είχε καμία ανάμειξη, ο Φιλοποίμην αποφυλακίζεται από τις φυλακές Αβέρωφ, με τον όρο «εθελούσιας δωρεάς των περιουσιακών του στοιχείων στις δυνάμεις της κατοχής». Λίγο αργότερα, τον Ιούλιο του 1944, ο πατέρας του Φίνου εκτελείται από τους Γερμανούς.

Κατά τη διάρκεια των 33 χρόνων της Φίνος Φιλμς, ο Φίνος αφοσιώνεται πλήρως στη δουλειά του. Δεν είχε κοινωνική ζωή και δεν τον ενδιέφεραν οι κοσμικές εμφανίσεις και οι δημόσιες σχέσεις. Δεν ζήτησε ποτέ βοήθεια από το κράτος, ενώ όσα χρήματα κέρδιζε από τις ταινίες του, τα επένδυε στις επόμενες. Η μόνη του περιουσία ήταν ένα διαμέρισμα στο όνομα της του συντρόφου, Τζέλλας Βανάκου. Παντρεύτηκαν το 1947 στο σπίτι της μητέρας του, ενώ ήταν ζευγάρι από λίγο πριν τον πόλεμο, και κουμπάρος τους ήταν ο φίλος του Φίνου και αγαπημένος του συνεργάτης, Αλέκος Σακελάριος. Η ίδια η Τζέλλα Βανάκου είχε πει «Όλη του τη ζωή την είχε δώσει και την είχε αφιερώσει στον κινηματογράφο και μόνο. Το σπίτι, η διασκέδαση, η ψυχαγωγία ήταν δεύτερο πλάνο για μας».

Ο Φίνος είχε δηλώσει σε συνέντευξή του ότι στόχος του ήταν να δημιουργήσει καλό, εμπορικό κινηματογράφο – κάτι που πέτυχε απόλυτα. Επιπλέον, είχε χάσει πολλά χρήματα όσες φορές επένδυσε σε πιο «καλλιτεχνικές» παραγωγές τις οποίες είχε πιστέψει. Ωστόσο, πάντα βοηθούσε και στήριζε δημιουργούς, οι οποίοι είχαν βαθύτερες καλλιτεχνικές αναζητήσεις.

Ο Φιλοποίμην Φίνος αποτέλεσε μια από τις σημαντικότερες μορφές της σύγχρονης πολιτιστικής ιστορίας του τόπου μας. Το έργο του αποτελεί παγκόσμιο πρότυπο «μαζικής κουλτούρας», χωρίς αυτό να σημαίνει χαμηλή καλλιτεχνική στάθμη. Ο ίδιος μάλιστα είχε δηλώσει πως «Στο τέλος μιλάει το πανί».

Οι διακρίσεις του Φίνου

Το 1930 κατασκεύασε ηχοληπτικό μηχάνημα και το εγκατάστησε στον θερινό κινηματογράφο Αλκαζάρ, με αποτέλεσμα να γίνει εκεί η πρώτη προβολή ομιλούσας ταινίας σε θερινό σινεμά της Ελλάδας.

-Το 1935 κατασκεύασε ελληνικό ηχοληπτικό μηχάνημα με την πολύτιμη βοήθεια του φίλου του, ηλεκτρονικού στο επάγγελμα, Ιωάννη Σαλλίβερου, χάρη στο οποίο έγινε η πρώτη ομιλούσα ταινία του Ελληνικού Κινηματογράφου, «Το Τραγούδι του Χωρισμού». Την παραγωγή την έκανε η «Σκούρας Φιλμ».

-Η κινηματογράφηση των «Eπικαίρων» για λογαριασμό της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού», τα οποία τυπώνονταν και εμφανίζονταν στα επιταγμένα μηχανήματα του ίδιου του Φίνου. Ό,τι υλικό ντοκουμέντο υπάρχει σήμερα από εκείνη την εποχή οφείλεται στον ίδιο και την ομάδα του.

-Κινηματογράφησε το μοναδικό ντοκουμέντο της υποστολής της ναζιστικής σημαίας από Γερμανό στρατιώτη στην Ακρόπολη πριν οι κατακτητές αναχωρήσουν από την Ελλάδα.

Από το 1943 μέχρι το 1977, ο Φιλοποίμην Φίνος έκανε 186 συνολικά παραγωγές. Ήταν για πολλά χρόνια μέλος της επιτροπής του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ενώ διατέλεσε πρόεδρος των Ελλήνων παραγωγών. Το Σεπτέμβριο του 1962, ο Φιλοποίμην Φίνος αρνήθηκε τη θέση του Τεχνικού Διευθυντή στην κορυφαία κινηματογραφική εταιρεία Metro Goldwyn Mayer, αναφέροντας χαριτολογώντας «Στο Xόλιγουντ δεν θα με άφηναν να σκαλίζω τις κάμερες με το κατσαβίδι μου» και «Eκεί κάνουν σινεμά με το μυαλό, εδώ κάνουμε με την καρδιά».

Ανάμεσα στις διακρίσεις του Φίνου συμπεριλαμβάνονται και οι παρακάτω:

1. Η μέθοδος διπλοτυπίας-ντουμπλάζ που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα στην ταινία «Η Αγνή του Λιμανιού» το 1952.

2. Η χρήση του γερανού «Ντόλυ» για κινούμενη κάμερα, τον οποίο έφερε ο στην Ελλάδα το 1954.

3. Η βράβευσή του από την Ελβετική εταιρεία κινηματογραφικού υλικού Gevaert το 1961, για την τεχνική προσφορά του.

4. Το είδος μιούζικαλ, το οποίο στήριξε πρώτος ο Φίνος στο Ελληνικό σινεμά με την ταινία «Μερικοί το Προτιμούν Κρύο» (1963).

5. Οι φακοί Zoom, που χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά στην ταινία «Χωρίς Ταυτότητα» (1963).

6. Η τεχνική Σινεμασκόπ, που χρησιμοποιήθηκε από τον Φίνο για πρώτη φορά στην έγχρωμη ταινία «Κάτι να Καίει» (1964).

7. Η βράβευσή του από το Υπουργείο Βιομηχανίας το 1970, για την τριαντάχρονη προσφορά του στον Ελληνικό Κινηματογράφο.

8. Τα υπερσύγχρονα – για την εποχή εκείνη – στούντιο στα Σπάτα, με τα πελώρια πλατό, εγκαινιάστηκαν το 1970 και θεωρούνταν από τα καλύτερα σε όλη την Ευρώπη.

Για το Φίνο είπαν:

«Ο Φίνος ήταν ένας πολύ γλυκός άνθρωπος, ένας σινεμάνιακ. Ήταν ένας ιεραπόστολος, όπου το σινεμά ήταν η θρησκεία του» Νίκος Μαμαγκάκης (Μουσικός)

«Πολλές φορές βλέπαμε μαζί με τον Φίνο ταινίες συγκινητικές και τον έβλεπα που έτρεχαν τα δάκρυά του. Με τα παιδιά ήταν παιδί. Αφεντικό δεν ήταν ποτέ. Συμβούλευε τα παιδιά, τους ανθρώπους. Δούλευε μέρα νύχτα. Είχε έρωτα με τον κινηματογράφο» Γιώργος Καβουκίδης (Φωτογράφος)

«Ο Φίνος ήταν αυτό που λέμε καλοπληρωτής. Κάποια φορά χρειάστηκα και μου δάνεισε ένα χιλιάρικο και δεν δέχτηκε ποτέ να του το επιστρέψω. Αξέχαστος!» Νίκος Ξεπαπαδάκος (Μακιγιέρ)

«Μετά τον θάνατο του Φίνου, τελείωσε για μένα ο κινηματογράφος.» Ζωή Λάσκαρη (Ηθοποιός)

«Δεν μένει πια παρά να τον θυμόμαστε…» Αλέκος Σακελλάριος (Σκηνοθέτης)

«Η ζωή του Φίνου ήταν ο κινηματογράφος, οι ηθοποιοί που δουλεύαμε μαζί του, οι τεχνικοί του, το επιτελείο του.»
Αλίκη Βουγιουκλάκη (Ηθοποιός)

«Σε όλη τη διαδρομή που είχα στη Φίνος Φιλμ, η σχέση μου με τον Φίνο ήταν σχεδόν πατρική. » Παντελής Βούλγαρης (Σκηνοθέτης)

«Έκανε το χρέος του σαν άνθρωπος, σαν δημιουργός και σαν Έλληνας. Το έθνος του χρωστάει πολλά και η τέχνη πολύ περισσότερα.» Μάνος Κατράκης (Ηθοποιός)

«Η λατρεία του Φίνου για το σινεμά ήταν πρωτοφανής και αυτό είναι κάτι που δεν το είχα δει ποτέ στη ζωή μου και δεν πρόκειται να το ξαναδώ.» Νίκος Κούρκουλος (Ηθοποιός)

«Ο Φίνος είχε πάθος. Αν υπήρχε έδρα κινηματογράφου στην Ακαδημία, ήταν ο μόνος που τη δικαιούταν.»
Ντίνος Δημόπουλος (Σκηνοθέτης)

«Δεν νομίζω να υπήρξε ηθοποιός που έπαιξε σε ταινία του Φίνου και να μην τον αγαπούσε. Τον σεβόμασταν και τον αγαπούσαμε για το μεράκι και για το πάθος που είχε στη δουλειά του.» Αλέκος Αλεξανδράκης (Ηθοποιός)

«Πάντα με συγκινούσε, γιατί είχε πάθος για την δουλειά του. Ποτέ δεν τον είχα δει να κάθεται πίσω από ένα γραφείο, μα πάντα να μαστορεύει με τους βοηθούς του. Πολλές φορές σαν ήθελα να τον δω και μου λέγανε ότι βιδώνει ή ξεβιδώνει ένα μηχάνημα, έφευγα γιατί ήξερα πως για αυτόν ήταν ιερή στιγμή.» Μάνος Χατζιδάκις (Συνθέτης)

image

image

image

image