«Σήμερα μόνο οι ηλίθιοι κάνουν δικτατορίες με τανκς, από τη στιγμή που υπάρχει η τηλεόραση – Τίποτε δεν δίνει σ’ έναν φοβισμένο άνθρωπο περισσότερο κουράγιο από το φόβο ενός άλλου…» Ουμπέρτο Έκο

Ads

Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς, μαχητικός διανοητής, στοχαστής και φιλόσοφος. Ο Ουμπέρτο Έκο (5 Γενάρη του 1932 – 19 Φεβρουαρίου 2016), εκτός από συγγραφέας και διακεκριμένος καθηγητής, έχει χαρακτηριστεί ως «μεγάλος δάσκαλος» και «ιδανικός συνομιλητής». Λέγεται μάλιστα, ότι το επώνυμο Έκο είναι το αρκτικόλεξο των λατινικών λέξεων Ex Caelis Oblatus, που σημαίνει «θεϊκό δώρο».

Η ανάγνωση του έργου του αποτελεί μια πραγματική πρόκληση τόσο για τους λάτρεις της λογοτεχνίας, όσο και για αυτούς που θέλουν να μυηθούν σε αυτό τον κόσμο. Ενώ πλησίαζε τα πενήντα του χρόνια, γνώρισε απρόσμενη επιτυχία με το πρώτο του μυθιστόρημα, που δημοσιεύθηκε το 1980, «Το όνομα του Ρόδου», το οποίο πούλησε εκατομμύρια αντίτυπα και μεταφράστηκε σε 43 γλώσσες.

Σε παλιότερες συνεντεύξεις του έχει εξηγήσει πως ασχολήθηκε αργά με την λογοτεχνία, διότι θεωρούσε τη συγγραφή μυθιστορημάτων ενασχόληση για παιδιά, κάτι «που δεν έπαιρνε στα σοβαρά».

Ads

Αποτελούσε εξαιρετικό παράδειγμα ευρωπαίου διανοούμενου και κατάφερνε να ενώσει μια μοναδική εξυπνάδα σε ό,τι αφορά το παρελθόν, με μια ανεξάντλητη ικανότητα να προλαβαίνει το μέλλον. Τον διέκρινε ο ανθρωπισμός του και το δημοκρατικό του πνεύμα και θεωρούσε ότι η γνώση πρέπει να γίνεται κτήμα των πολλών. «Μου φτάνει που ξέρω να διαβάζω, γιατί έτσι μαθαίνω αυτά που δεν ξέρω, ενώ όταν γράφεις, γράφεις μόνο αυτά που ξέρεις ήδη», είχε αναφέρει χαρακτηριστικά.

image

Τα δοκίμια του Ουμπέρτο Έκο μιλούν κυρίως για την πολιτική, όχι με κομματικό χαρακτήρα, αλλά με την έννοια της ενασχόλησης με τα κοινά. Παρόλο αυτά, η ευρύτητα των θεμάτων με τα οποία ασχολήθηκε του χάρισαν τον χαρακτηρισμό «tuttografo» (παντογράφος). Στόχος του ήταν να καταφέρει μέσα από τα γραπτά του να αλλάξει τον τρόπο που σκέφτεται ο κόσμος για ορισμένα θέματα.

Η ευρύτητα του πνεύματός του δεν τον εμπόδιζε να εξετάζει με κριτική ματιά την εξέλιξη της σύγχρονης κοινωνίας. «Οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης έδωσαν το δικαίωμα να μιλάνε σε λεγεώνες ηλίθιων που άλλοτε δεν μίλαγαν παρά μόνο σε μπαρ, αφού είχαν πιει κανένα ποτήρι κρασί, χωρίς να βλάπτουν την κοινότητα. Τους αναγκάζαμε αμέσως να σωπάσουν, αλλά σήμερα έχουν το ίδιο δικαίωμα λόγου με ένα βραβείο Νόμπελ. Είναι η εισβολή των ηλίθιων», είχε πει.

Στις 19 Φεβρουαρίου 2016 ο κόσμος της διανόησης έμεινε φτωχότερος, καθώς ο Έκο έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 84 ετών, χτυπημένος από την επάρατη νόσο και το όνομα του γράφεται με χρυσά γράμματα στην παγκόσμια ιστορία της λογοτεχνίας.

Η ζωή και το έργο του

Ο Έκο γεννήθηκε στην Αλεσάντρια, στη βόρεια Ιταλία, αλλά μετά την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου μετακόμισε σε ένα χωριό του Ιταλικού Βορρά. Εκεί βλέπει τις μάχες ανάμεσα σε φασίστες και παρτιζάνους, αλλά είναι πολύ μικρός για να πάρει μέρος. Ο ίδιος θυμάται εκείνη την εποχή «σαν ένα μικρό γουέστερν. Αυτοί οι λόφοι είναι στην μνήμη μου το θέατρο των στρατιωτικών επιχειρήσεων, στις οποίες ήμουν αυτόπτης μάρτυρας, στην ηλικία των 12 ετών».

image

Σπούδασε Νομική στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο, αλλά εγκατέλειψε αυτόν τον τομέα και ακολούθησε σπουδές Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας και Λογοτεχνίας, εκπονώντας τη διδακτορική του διατριβή στο έργο του Θωμά Ακινάτη. Πάνω σε αυτό εκδόθηκε και το πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Ζητήματα Αισθητικής στον Θωμά Ακινάτη». Μετά τις σπουδές του ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και, παράλληλα, δέχθηκε τη θέση του Διευθυντή Πολιτιστικού Προγράμματος στην Κρατική Ιταλική Τηλεόραση. Η δουλειά του εκεί τον έκανε να δει την κοινωνία μέσα από τα μάτια των ΜΜΕ, που τότε μονοπωλούνταν και ελέγχονταν από την κυβέρνηση. Παρόλο που κάποια στιγμή χάνει τη θέση του, δεν δυσαρεστείται, καθώς βρίσκει χρόνο για να ασχοληθεί με το αγαπημένο του χόμπι, τη συγγραφή.

Αμέσως μετά ξεκινά να έχει τη δική του στήλη στην εφημερίδα Il Verri, εστιάζοντας κυρίως στη γλωσσολογία και την κοινωνική πραγματικότητα. Από εκείνη την περίοδο άρχισε να ασχολείται με την σημειολογία και τις επιπτώσεις της στην κοινωνία. Από το 1962 ως το τέλος του 1970 ο Έκο ανέπτυξε τη δική του θεωρία στη σημειολογία. Αντιλαμβανόταν τον κόσμο ως ένα σύνολο σημείων που καθορίζουν την επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων. Μάλιστα το 1966 γίνεται καθηγητής Σημειολογίας στο πανεπιστήμιο του Μιλάνο και στη συνέχεια ορίζεται Τακτικός Καθηγητή της Σημειολογίας στη Μπολόνια, όπου οργανώνει και τον Διεθνή Σύνδεσμο Σημειολογικών Μελετών.

image

Ξεκίνησε να γράφει μυθιστορήματα στην ηλικία των 50, κάνοντας την αρχή με το «Όνομα του Ρόδου» που τιμήθηκε με το βραβείο Strega το 1981 και το Medicis Etranger το 1982, ενώ πούλησε εκατομμύρια αντίτυπα σε όλο τον κόσμο. Τότε κανείς από τους εκδότες δεν μπορούσε να φανταστεί την επιτυχία που θα είχε το βιβλίο.

Στη συνέχεια μάλιστα, το 1986, λόγω της μεγάλης επιτυχίας του μεταφέρθηκε και στη μεγάλη οθόνη από τον Γάλλο σκηνοθέτη Ζαν-Ζακ Ανό, με πρωταγωνιστή τον Σον Κόνερι, στον ρόλο του αδελφού Γουλιέλμου της Μπάσκερβιλ, πρώην ιεροεξεταστή που αναλαμβάνει να ερευνήσει τον ύποπτο θάνατο ενός μοναχού σε ένα αβαείο της βόρειας Ιταλίας.

Μετά «Το όνομα του Ρόδου», ο Έκο δημοσίευσε μεταξύ άλλων «Το εκκρεμές του Φουκώ» (1988), «Το νησί της προηγούμενης μέρας» (1994), και τη «Μυστηριώδη φλόγα της βασίλισσας Λοάνα» (2004). Στο τελευταίο του μυθιστόρημα, «Φύλλο μηδέν» (2014), η πλοκή εκτυλίσσεται στον κόσμο του ιταλικού Τύπου τη δεκαετία του 1990. Έγραψε παράλληλα δεκάδες δοκίμια, επιδεικνύοντας συχνά μια τάση εκλεκτικισμού, για τη μεσαιωνική αισθητική, την ποιητική του Τζέιμς Τζόις, την Ιστορία της Ομορφιάς και της Ασχήμιας.

image

Ιδεολογία

Ο Έκο μιλούσε πέντε γλώσσες, μεταξύ των οποίων αρχαία ελληνικά και λατινικά, τις οποίες χρησιμοποιούσε πολύ συχνά στα βιβλία του, επιστημονικά και λογοτεχνικά. Παράλληλα είχε ιδιαίτερη αγάπη στην Ελλάδα, θαύμαζε την κουλτούρα, την ιστορία της και ήταν λάτρης του Αριστοτέλη.

Όταν πέρασε στο πανεπιστήμιο έπαψε να πιστεύει στον Θεό και εγκατέλειψε την Καθολική εκκλησία. Ήταν έντονα πολιτικοποιημένος και αριστερός, με φανερή συμπάθεια στα αριστερά κόμματα. Ωστόσο, δεν είχε ενταχθεί ποτέ σε κάποιο κόμμα, γεγονός που αποδεικνύει την αδογμάτιστη και αδούλωτη προσωπικότητά του. Μπορεί να έφυγε από τη ζωή, αλλά άφησε πίσω του μια κληρονομιά πολιτισμού, ιδεών, μυθιστορημάτων και διδαχών που θα ζήσουν αιωνίως.