Συνέχεια στο αφιέρωμα του tvxs.gr για την Δημοκρατία της Βαιμάρης, με μια συγκλονιστική συνέντευξη. Γερμανός Ρομά, ο Hugo Höllenreiner είναι ένας από τους επιζώντες των ναζιστικών στρατόπεδων συγκέντρωσης και των πειραμάτων του διαβόητου δόκτορα Μένγκελε. Συνέντευξη: Ελένη Κωνσταντινίδου – Επιμέλεια: Φωτεινή Λαμπρίδη.

Ads

Διαβάστε:
H.J.Vogel: Θυμάμαι καλά τη μέρα που ο Χίτλερ πήρε την εξουσία

– Πέστε  μας το όνομά σας πόσο χρονών είσαστε και πώς ήταν η παιδική σας ηλικία.
 
Το όνομά μου είναι Χουγκ Αντολφ Χελενχάϊμερ. Το Άντολφ μου δόθηκε λόγω του Χίτλερ, πίστεψαν οι γονείς μου ότι έτσι ίσως είχα καλύτερη τύχη.
 
– Υπήρχαν στο Μόναχο διακρίσεις κατά των Ρομά όταν οι ναζί πήραν την εξουσία;
 
Πριν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο πατέρας ήταν στον στρατό, μετά τον έδιωξαν και γύρισε στο σπίτι. Είχαμε ένα γείτονα στον οποίο ανήκε όλο το τετράγωνο. Ήταν κανονικός Γερμανός. Ήταν φίλοι με τον πατέρα μου. Αυτός ήρθε και του είπε, πρόσεχε θα σας διώξουν. Μπα δεν θα μας συμβεί τίποτα είμαστε Γερμανοί, του απάντησε ο πατέρας μου… Τρεις, τέσσερις μέρες αργότερα, την νύχτα, χτύπησαν την πόρτα και μας διέταξαν να βγούμε έξω. Ο πατέρας μας είπε να μείνουμε ήσυχοι και οι άνθρωποι των SS μας έβγαλαν έξω. Μας έδειξαν κάτι φορτηγά στα οποία έπρεπε όλοι να επιβιβαστούμε. Ανεβήκαμε όλοι τα αδέρφια μου και εγώ και μας μετέφεραν στην Έκστρασε.
 
– Από εκεί το επόμενο πρωί, σας πήγαν στο Άουσβιτς. Μπορείτε να μας περιγράψετε τις συνθήκες της μεταφοράς σας;
 
Στις τρεις, τέσσερις το πρωί μας ξύπνησαν και μας είπαν «Σηκωθείτε, συγκέντρωση, ακολουθήστε μας». Εγώ ρώτησα που είναι η μητέρα και ο πατέρας μου. Μου είπαν είναι όλοι εκεί. Μας μετέφεραν στο σταθμό εμπορευμάτων. Εγώ μόλις το είδα είπα α, τι ωραία θα πάμε με το τρένο, αλλά μετά είδαμε  ότι θα μας έβαζαν σε  βαγόνια για μεταφορά ζώων. Μας φώναζαν «Μέσα, μέσα».
 
Μαζί με τα έξη αδέρφια μου ταξιδέψαμε  γύρω στις δυόμισι μέρες χωρίς φαγητό και νερό. Φανταστείτε ότι δεν υπήρχε τουαλέτα και ο κόσμος έκανε την ανάγκη του επάνω του. Η δυσοσμία ήταν απίστευτη. Το κάθε βαγόνι χωρούσε περίπου 40 άτομα  εμείς είμαστε γύρω στους 80. Στεκόμαστε όρθιοι, ιδρωμένοι. Μετά σταμάτησε το τρένο και με φωνές πάλι μας  κατέβασαν.
 
– Τι ηλικία είχατε τότε;
 
Ήμουν τότε στην Τρίτη τάξη και δεν ήξερα να διαβάζω ακόμη πολύ καλά. Όμως κατάφερα να διαβάσω μέσα στο σκοτάδι μία πινακίδα ψηλά που έγραφε  «Η Εργασία απελευθερώνει».  Σκέφτηκα τότε ότι ο πατέρας μου δουλεύει, η μητέρα μου δουλεύει εγώ θα τους βοηθάω και κάποια στιγμή θα είμαστε ελεύθεροι.  Δεν ήξερα ακόμα ότι σε κείνο το μέρος  θα πεθαίναμε από την πείνα και την δίψα. Μας βάλανε τότε τους αριθμούς και το γράμμα z για τους αθίγγανους. Τα δεχόσουν όλα για να υπερασπίσεις την οικογένειά σου.
 
Μετά μπήκαμε στο στρατόπεδο, έγινε  διαλογή στείλανε τις οικογένειες στα  μπλοκ. Ο πατέρας μου ήταν ακόμη μαζί μας, είμαστε στο μπλοκ 17 και για κρεβάτι είχαμε κάτι  σανίδες.
 
– Τί θυμόσαστε από το Άουσβιτς;
 
Με το φαγητό και το νερό τα πράγματα ήταν άσχημα. Εκεί δίπλα είχε μια λιμνούλα αλλά ξέραμε ότι το νερό είναι μολυσμένο. Πολλοί ήπιαν και σε λίγες μέρες πέθαναν. Είμαστε όλοι σε ένα μπλοκ, πατέρας, μητέρα και τα αδέρφια μου. Ήμουν εννέα χρονών αλλά σκεφτόμουν πια σαν σαραντάρης. Όταν βλέπεις σαν παιδί να βασανίζεται η οικογένεια σου, τότε αγωνίζεσαι. Ο μπαμπάς και η μαμά δούλευαν, ο αδερφός μου έπρεπε να δουλεύει, ήταν σε άλλο στρατόπεδο όπου τους σήκωναν στις τέσσερις το πρωί. Η πληρωμή ήταν φαγητό που ξέκλεβαν λίγο και έφερναν και σε μας. Και ήταν άσχημα γιατί όλα απαγορευόντουσαν.
 
– Είδατε ανθρώπους να μεταφέρονται στους θαλάμους αερίων;
 
Ναι αλλά όταν είσαι στριμωγμένος αναζητάς τον πατέρα, την μητέρα, τα αδέρφια. Ήμουν ο τρίτος η αδερφή μου ήταν η μεγαλύτερη, μετά ο αδερφός μου και μετά εγώ και ακολουθούσαν άλλα τέσσερα παιδιά. Όμως τις περισσότερες φορές ρωτούσαν εμένα τι να κάνουμε. Είμαστε τέσσερις, πέντε μήνες στο Άουσβιτς και κάναμε τα πάντα για να βρούμε φαγητό. Το κλέβαμε μάλιστα. Είχα ένα μικρό τσίγκινο μπολ και όταν ερχόντουσαν τα φορτηγά με το φαγητό πήγαινα κρυφά και γέμιζα το μπολ και άλλοι το έκαναν αυτό, τρώγαμε ξύλο αν μας έπιαναν και τρώγαμε  τρέχοντας.
 
– Φοβόσαστε;
 
Ω ναι και μας χτυπούσαν. Όμως εγώ είχα αγωνία  να μην πάθει τίποτα η οικογένεια γιατί ο πατέρας ήταν σε άλλο στρατόπεδο, εγώ τους προστάτευα.  Αυτό ήταν το Άουσβιτς.
 
– Εκτελέστηκαν φίλοι σας σε στρατόπεδο;
 
Ναι κάποτε είχα ένα συνάδελφο, ήταν πραγματικός φίλος. Ήμαστε παντού μαζί, νύχτα μέρα. Κάποια μέρα μας φώναξαν να βγούμε έξω τρέχοντας, πάντα έπρεπε να τρέχουμε. Βγήκαμε από το παράπηγμα και αυτός μάλλον ήθελε να ουρήσει  και έτρεχε δίπλα στο παράπηγμα και τότε είδα έναν αστυνομικό που σήκωσε το πιστόλι στο κεφάλι του.  Σκέφτηκα, δεν είναι δυνατόν να πυροβολήσει και την ίδια στιγμή άκουσα τον πυροβολισμό. Σταμάτησε και κατέρρευσε. Με πονάει να τα διηγούμαι δεν μπόρεσα να τον αγκαλιάσω απαγορευόταν, είχαμε την ίδια ηλικία.
 
– Ζήσατε περιστατικά βασανιστηρίων με τα σκυλιά των SS;
 
Δεν το έχω αφηγηθεί για καιρό αυτό γιατί μου σκίζει την καρδιά. Είχα πάντοτε πολλούς συγκρατούμενους μαζί μου. Ήμουν ο μεγαλύτερος, ήμουν τότε δέκα και μισό και με ρώταγαν πάντα τι να κάνουμε, δεν μπορούσα να προσφέρω πολλά γιατί ήμουν εξίσου αδύναμος όπως εκείνοι. Μέναμε σε παραπήγματα. Το παράπηγμα ήταν 100 μέτρα μακρύ, είχε πλάτος 30 μέτρα και 2 με 3 μέτρα ύψος. Αν κάποιος κρυβόταν εκεί τον εκτελούσαν. Είχαν και σκύλους δεμένους με αλυσίδες και με μία εντολή ορμούσαν σε μας τα παιδιά. Είχα ένα καλό φίλο που τα σκυλιά του ξέσκισαν τα γεννητικά όργανα, ακόμα θυμάμαι πως ούρλιαζε. Είναι αδύνατο να τα διηγείσαι. Δεν ξεχνάω τίποτα, ξαναγυρνάνε όλα τις νύχτες.
 
– Σε ποιο στρατόπεδο ήταν χειρότερα;
 
Στο Άουσβιτς, στο Ράβενσμπρικ..
 
– Εκεί πέσατε στα χέρια του Μέγκελε;
 
Ο Μέγκελε; Πάντα γελούσε, ακόμη και όταν χειρουργούσε σε ρώταγε  από πού είσαι και σου έλεγε ότι όλα θα πάνε καλά. Και γνωρίζοντας τι έκανε παρακαλούσες, αφήστε με παρακαλώ έλεγες, όμως ήταν κτηνώδης.
 

Διαβάστε αύριο: Τα πειράματα του Μέγκελε στον Hugo και τον αδελφό του

Ads