Προσκυνώ το Μαρτύριό σου, Ηλέκτρα Αποστόλου. Μουδιάζω από οδύνη όταν συλλογίζομαι την αιματηρή σου πορεία από το κολαστήριο του απάνθρωπου βασανισμού σου στο φως της υπόμνησης του ονόματός σου στους αιώνες.

Ads

Εγώ, ο ελάχιστος, σαν σε θυμήθηκα σκέφτηκα να ζωγραφίσω στο τετράδιο των αδέξιων γυμνασμάτων μου την ξοδεμένη σε πολύπαθους αγώνες ζωή σου. Έβαλα το παράδειγμά σου μυροβόλο μαντήλι στο πρόσωπό μου για να μη με πάρουν οι αναθυμιάσεις από τις σημερινές χωματερές της ευκολίας και του τίποτα. Σε μέρες κατεστημένης αμάθειας και βασιλικά ενθρονισμένης ημιμάθειας. Σε μέρες που η μνήμη χάνει την υπομονή της, σηκώνει περήφανα το ανάστημά της και γυρεύει την έξοδο κινδύνου σε Μορφές του υπεράνθρωπου διαμετρήματός σου. Ξεφυλλίζω το διήγημα σκληρού ρεαλισμού που συνέγραψε η ακριβή σου φίλη και συναγωνίστρια Διδώ Σωτηρίου. Έχει για θέμα και για τίτλο το όνομά σου: Ηλέκτρα. Οι σελίδες του, λιγοστές πλην αιμάσσουσες, ζωντανεύουν την κατοχική δράση και τα τελικά ανείπωτα μαρτύριά σου, όταν εσύ και οι συμπατριώτες σου ψυχορραγούσατε στα σφαγεία του δωσιλογισμού, ενώ άλλοι χαριεντίζονταν με την κτηνώδη βία του ναζισμού ως ντόπιοι υπηρέτες του ή υποδύονταν, το λιγότερο, τους «ουδέτερους» και «φιλήσυχους» πολίτες.

Το όνομά σου ισοδυναμεί με εμβληματική επιτομή της Εθνικής Αντίστασης. Σαν μια σύγχρονη εκδοχή της συνονόματής σου ηρωίδας του Ευριπίδη, τάλαινα όσο και εκείνη, αν ήθελες θα τα είχες όλα: ανέφελη αστική οικογενειακή ζωή, ζηλευτή επαγγελματική θέση, περιουσία. Ο κόσμος, όμως, για σένα δεν τελείωνε στην εξώπορτα του εύπορου σπιτιού σου. Όπως γράφει η Διδώ, «…ο νους σου, η καρδιά σου, η ζωή σου πλημμύριζαν από μια φλογερή επαναστατική προσήλωση στο ιδανικό της πανανθρώπινης ευτυχίας». Την άνοιξη του ’34 όργωνες την Ελλάδα για το παγκόσμιο Αντιφασιστικό και Αντιπολεμικό συνέδριο Γυναικών. Η μεταξική δικτατορία σε έκλεισε στις γυναικείες φυλακές Αβέρωφ. Λίγο πριν εξοριστείς στην Ανάφη γέννησες την κόρη σου, την Αγνή, στο κρατητήριο. Από τη μέρα που μπήκαν οι Γερμανοί, έγινες η ψυχή του παράνομου Τύπου. Ως μέλος του κεντρικού συμβουλίου της ΕΠΟΝ από την ίδρυσή της, πήρες πάνω σου το επίμοχθο έργο της διαφώτισης και οργάνωσες τις πρώτες απεργίες σε καπνεργοστάσια και εργοστάσια υφαντουργίας. Μίλησες στις εργάτριες για αμοιβές ίσες με αυτές των ανδρών και για λιγότερες ώρες εργασίας. Πρωτοστάτησες στην πρωτόγνωρα ομόθυμη και νικηφόρα πανυπαλληλική απεργία της Αθήνας στην καρδιά της κατοχής τον Απρίλιο του ’42. Τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου μετέτρεψες μια μεγάλη ομάδα χαρακτών, μελών του ΕΑΜ καλλιτεχνών, σε καλλιτεχνικό συνεργείο για τις ανάγκες της αντιστασιακής δράσης σε προκηρύξεις, αφίσες και συνθήματα στους τοίχους. Η καθημερινότητά σου έτρεχε με κομμένη την ανάσα δίπλα στα παιδιά με το «χωνί» και στις ομάδες με τους κουβάδες της μπογιάς και με τα πινέλα που θα ανακούφιζαν τους υπόδουλους τοίχους γράφοντας πάνω τους «ψωμί και ελευθερία».

Οι ελληνικές αρχές κατοχής σε συνέλαβαν την 25η Ιουλίου του 1944 ενώ πήγαινες να συναντήσεις τη μικρή σου κόρη. Σε οδήγησαν στην πλατεία Βικτωρίας, στην οδό Ελπίδος 16, στο περιβόητο ξενοδοχείο «Κρυστάλ». Εκεί στεγαζόταν η Ειδική Ασφάλεια, άντρο της συνεργασίας των προδοτών και του κατακτητή. Οι αιματοπότες κτηνάνθρωποι επιδόθηκαν ως ορχούμενοι κανίβαλοι σε ολονύκτια ανακριτικά βασανιστήρια σπάνιας επινόησης. Τα μέσα που μετήλθαν τρομάζουν και μόνο στο λεκτικό τους φανέρωμα: συρματόσχοινα, φάλαγγες, τροχαλίες, βούνευρα, μαστίγια, αναμμένα τσιγάρα, πυρωμένα σίδερα και κάρβουνα, κουβάδες με νερό. Και εσύ, Ηλέκτρα, σάρκωσες την έννοια της ανθρώπινης αντοχής και της πατριωτικής τιμής. Ως την τελευταία σου πνοή δεν έβγαλες λέξη. Ώσπου απόκαμαν τα θηρία και πέταξαν το φρικτά παραμορφωμένο και καμένο κορμί σου από την ταράτσα του σφαγείου τους. Η έκθεση του ιατροδικαστή Τζαφέρη επέχει θέση γυμνού ρεαλισμού και ηχηρής απογύμνωσης του δωσιλογικού καθεστώτος. Τη φωτογραφία που περιέχεται στο βιβλίο της Ολυμπίας Παπαδούκα «Το Θέατρο στην Αθήνα» θα την αδικούσε κάθε σχολιασμός. Το ημερολόγιο έδειχνε 26 Ιουλίου 1944. Και είναι τόσο ωραία η λέξη Ιούλιος.

Ads

Ήσουν μόνο τριάντα δύο ετών. Έδωσες τα δεκαεννέα από αυτά σε κοινωνικούς και πατριωτικούς αγώνες. Η ζωή σου κλείνει σαν μια από τις πλέον τραγικές και συνάμα «ανοιχτές» ιστορίες. Η ψυχή σου άνοιγε πανιά σε έναν δρόμο που φέρει το όνομα «Ελπίδα». Την ίδια στιγμή ο εγχώριος αρχιδήμιός σου προαγόταν σε υπομοίραρχο. Όχι μόνο το όνομά σου, αλλά ακόμα και ο χαμός σου, Ηλέκτρα, στην υπηρεσία των συμβολισμών. Όταν περάσουν λίγο ακόμα τα χρόνια θα διηγηθώ στους γιους μου την ιστορία σου σαν άγιο συναξάρι. Σκέφτομαι, όμως, ότι και τώρα, που ακόμα αναγνωρίζουν συλλαβιστά τον κόσμο στην πιο αθώα εκδοχή του, αν έπαιζαν σε μια πλατεία που θα είχε το όνομά σου, οι μέρες του χειμώνα θα πλημμύριζαν από τη γλυκιά ζέστη του Ιούλη.