Βαρλάμ Σαλάμοφ (1907 – 1982)
Τι είδα και τι κατάλαβα στα Γκουλάγκ

Ads

1. Τόσο πόσο εύθραυστη είναι η ανθρώπινη κουλτούρα, ο πολιτισμός. Ο άνθρωπος γίνεται κτήνος μετά από τρεις εβδομάδες σε συνθήκες σκληρής χειρονακτικής εργασίας, παγωνιάς, πείνας και ξυλοδαρμών.

2. Το βασικό μέσο για διαφθορά του πνεύματος είναι το κρύο, στα στρατόπεδα της Μέσης Ασίας, μάλλον, οι άνθρωποι άντεχαν περισσότερο, εκεί ήταν πιο ζεστά.

3.  Κατάλαβα ότι η φιλία, η συντροφικότητα ποτέ δεν γεννιέται σε δύσκολες, σε πραγματικά δύσκολες – με τίμημα τη ζωή – συνθήκες. Η φιλία γεννιέται σε συνθήκες δύσκολες, αλλά ανεκτές (στο νοσοκομείο και όχι στο ορυχείο).

Ads

4. Κατάλαβα ότι ο άνθρωπος περισσότερο απ’ όλα συντηρεί το αίσθημα της οργής. Το κρέας είναι αρκετό για τον οργισμένο άνθρωπο – για τα υπόλοιπα αδιαφορεί.

5. Κατάλαβα τη διαφορά ανάμεσα στη φυλακή, η οποία ενδυναμώνει το πνεύμα και το στρατόπεδο, το οποίο τσακίζει την ανθρώπινη ψυχή.

6. Κατάλαβα ότι οι σταλινικές «νίκες» έγιναν γιατί εκείνος δολοφονούσε αθώους ανθρώπους – μια οργάνωση δέκα φορές μικρότερη αριθμητικά, αλλά τολμηρή θα μπορούσε να εκδιώξει στον Στάλιν μέσα σε δυο μέρες.

7. Κατάλαβα ότι ο άνθρωπος έγινε άνθρωπος γιατί σωματικά είναι δυνατότερος από οποιοδήποτε ζώο – κανένα άλογο δεν αντέχει τις συνθήκες εργασίας στον Μεγάλο Βορρά.

8. Είδα ότι η μοναδική ομάδα ανθρώπων, η οποία διατηρούσε ακόμη κάποια ανθρώπινα χαρακτηριστικά στην πείνα και στους προπηλακισμούς ήταν θρησκευόμενοι, τα μέλη διαφόρων σεκτών, σχεδόν όλοι, και το μεγαλύτερο μέρος των ιερέων.

9. Οι πρώτοι που έσπαγαν από τις κακουχίες ήταν οι στρατιωτικοί και τα στελέχη του κόμματος.

10. Είδα πόσο σημαντικό εργαλείο για τον διανοούμενο ήταν η συνηθισμένη προστυχιά.

11. Ότι ο λαός διακρίνει τους προϊσταμένους από τη δύναμη του χτυπήματός τους, από το πάθος τους να ξυλοκοπούν.

12. Ο ξυλοδαρμός ως ακαταμάχητο επιχείρημα (μέθοδος Νο 3)

13. Έμαθα την αλήθεια για την προετοιμασία μυστικών δικών από τους καλύτερους τεχνίτες αυτών των υποθέσεων.

14. Κατάλαβα γιατί στη φυλακή μαθαίνουν τα πολιτικά νέα (συλλήψεις κλπ) νωρίτερα από εκείνους που είναι ελεύθεροι.

15. Έμαθα ότι ο απόπατος της φυλακής (και του στρατοπέδου» δεν είναι ποτέ «απόπατος».

16. Κατάλαβα ότι μπορεί να ζεις οργισμένος.

17. Κατάλαβα ότι μπορείς να ζεις απαθής.

18. Κατάλαβα γιατί ο άνθρωπος δε ζει με ελπίδες – δεν υπάρχουν ελπίδες όταν είσαι κρατούμενος – εκεί δεν παίζουν ρόλο οι ελπίδες, αλλά το ένστικτο, η αυτοσυντήρηση – ίδια αρχή με την οποία ζουν το δέντρο, ο βράχος, το ζώο.

19. Είμαι υπερήφανος που αποφάσισαν από την αρχή, από το 1937, ότι ποτέ δεν θα γίνω επικεφαλής συνεργείου, αν είναι η βούληση μου να οδηγήσει στο θάνατο έναν άλλον άνθρωπο – αν η βούληση μου υπηρετήσει την διεύθυνση, καταπιέζοντας άλλους ανθρώπους – κρατούμενους όπως κι εγώ.

20. Τόσο οι σωματικές όσο και οι ψυχικές μου δυνάμεις αποδείχτηκαν ισχυρότερες απ’ ότι πίστευα – σ’ αυτή τη μεγάλη δοκιμασία, και είμαι υπερήφανος που ποτέ δεν πρόδωσα κανένα, κανείς δεν βρήκε τον θάνατο εξαιτίας μου, κανείς δεν τιμωρήθηκε με επιπλέον ποινή εξαιτίας μου, δεν κατέδωσα ποτέ κανέναν.

21. Είμαι υπερήφανος που δεν υπέβαλα καμία αίτηση μέχρι το 1955[1]

22. Είδα επί τόπου την επονομαζόμενη «Αμνηστία του Μπέρια» – ήταν ενδιαφέρον.

23. Είδα ότι οι γυναίκες είναι πολύ πιο αξιοπρεπείς και έτοιμες για θυσίες από τους άντρες – στην Κολιμά δεν υπήρξαν περιπτώσεις όπου άντρες ήρθαν να επισκεφτούν τις συζύγους τους. Γυναίκες όμως ήρθαν πάρα πολλές να επισκεφτούν τους συζύγους τους.

24. Είδα εκπληκτικές οικογένειας του Βορρά (ελεύθερους και πρώην κρατούμενους) με επιστολές «προς τους νόμιμους συζύγους» κλπ.

25. Είδα τους «πρώτους Ροκφέλερ», τους παράνομους εκατομμυριούχους, άκουσα τις εξομολογήσεις τους.

26. Είδα κρατούμενους, καθώς επίσης και πολυάριθμες «αποικίες» «Δ», «Ε», κλπ, «Μπερλάγκ».

27. Κατάλαβα ότι μπορείς να πετύχεις πάρα πολλά – νοσοκομείο, μεταγωγή, – αλλά θα έπρεπε να θέσεις σε κίνδυνο της ζωή σου λόγω των ξυλοδαρμών, της παγωμένης απομόνωσης.

28. Είδα την παγωμένη απομόνωση, σκαλισμένη σε ένα βράχο και πέρασα εκεί πολλές νύχτες.

29. Το πάθος της εξουσίας για την ατιμώρητη δολοφονία είναι μεγάλο – από υψηλούς αξιωματούχους μέχρι τους απλούς στρατιώτες – με το τουφέκι.

30. Την ακατανίκητη ροπή του Ρώσου για την κατάδοση, τις καταγγελίες.

31. Έμαθα ότι τον κόσμο πρέπει να τον χωρίζεις όχι σε καλούς και κακούς ανθρώπους, αλλά σε δειλούς και μη δειλούς. Το 95% των δειλών με την παραμικρή απειλή είναι ικανοί να διαπράξουν κάθε είδους προστυχιές, προστυχιές που οδηγούν άλλους ανθρώπους στο θάνατο.

32. Είμαι πεπεισμένος ότι το στρατόπεδο είναι ένα αρνητικό σχολείο, δεν είναι αδύνατον να περάσεις έστω και μια ώρα εκεί δίχως να διαφθαρείς. Ποτέ σε κανέναν τίποτα θετικό το στρατόπεδο δεν έδωσε και δεν μπορούσε να δώσει. Σε όλους, κρατούμενους και ελεύθερους στο στρατόπεδο επιδρά ως παράγον διαφθοράς.

33. Κάθε περιοχή είχε τα δικά της στρατόπεδα, τα δικά της εργοτάξια. Εκατομμύρια, δεκάδες εκατομμύρια κρατούμενοι.

34. Οι διώξεις δεν αφορούσαν μόνο την κορυφή, αλλά κάθε κοινωνικό στρώμα – σε κάθε χωριό, σε κάθε εργοστάσιο, σε κάθε οικογένεια υπήρξαν είτε συγγενείς, είτε γνωστοί που έγιναν θύματα των διώξεων.

35. Ως καλύτερη εποχή της ζωής μου θεωρώ τους μήνες που πέρασα στο κελί της φυλακής Μπουτίρσκαγια, όπου κατόρθωσα να στηρίξω ψυχολογικά αδύναμους ανθρώπους και όπου όλοι μιλούσαν ελεύθερα.

36. Έμαθα να «σχεδιάζω» τη ζωή μόνο για την επόμενη ημέρα και όχι παραπάνω.

37. Κατάλαβα ότι οι κλέφτες δεν είναι άνθρωποι.

38. Ότι στο στρατόπεδο δεν υπάρχουν εγκληματίες, ότι εκεί βρίσκονται άνθρωποι, οι οποίοι ήταν δίπλα σου (και θα είναι και αύριο), οι οποίοι βρέθηκαν έξω από τη γραμμή και όχι εκείνοι που παραβίασαν τη νομιμότητα.

39. Κατάλαβα πόσο παράξενο πράγμα είναι η αυταρέσκεια του πιτσιρικά, του νέου: καλύτερα να κλέψει παρά να ζητήσει. Ο κομπασμός και το αίσθημα αυτό είναι που οδηγούν τους πιτσιρικάδες στον πάτο.

40. Οι γυναίκες δεν έπαιξαν μεγάλο ρόλο στη ζωή μου – η αιτία γι’ αυτό είναι το στρατόπεδο.

41. Ότι η γνώση των ανθρώπων είναι άχρηστη γιατί δεν μπορώ να αλλάξω τη συμπεριφορά μου έναντι οποιουδήποτε άθλιου.

42. Οι τελευταίοι στις γραμμές, τους οποίους όλοι μισούν – και οι φρουροί και οι σύντροφοι – είναι εκείνοι που καθυστερούν, που είναι άρρωστοι και αδύναμοι, που δεν μπορούν να δραπετεύσουν μέσα στην παγωνιά.

43. Κατάλαβα τι θα πει εξουσία και θα πει άνθρωπος που κρατάει όπλο στα χέρια του.

44. Ότι τα όρια έχουν μπερδευτεί και αυτό είναι το βασικότερο χαρακτηριστικό του στρατοπέδου.

45. Ότι το να βρεθείς από τη θέση του κρατούμενου στη θέση του ελεύθερου είναι πολύ δύσκολο, σχεδόν αδύνατο, δίχως μακροχρόνια απόσβεση.

46. Ότι ο συγγραφέας πρέπει να είναι αλλοδαπός – στα ζητήματα που περιγράφει, ενώ αν γνωρίζει καλά το υλικό του τότε θα γράψει έτσι που κανείς δεν θα το καταλαβαίνει.

[1] το 1965 ο Σαλάβοφ υπέβαλε αίτηση για την αποκατάστασή του

Σημείωση του μεταφραστή*

Ο θάνατος του ποιητή

ως καθρέφτης της ρωσικής επανάστασης

ή

πως ο αιώνας μας απαλλάχθηκε από τον αυτόπτη μάρτυρα.

 

Ο άνθρωπος είναι τέτοιος όπως τον έφτιαξε ο Θεός,

μερικές φορές όμως είναι χειρότερος

Θερβάντες

Η Ρωσία είναι ένας άλλος κόσμος

έχει τους δικούς του νόμους,

τους οποίους η Ευρώπη

αγνοεί παντελώς

Ν. Β. Γκόγκολ

 

Έχοντας βγάλει από το σκότος

το πνεύμα της καταστροφής δεν είναι έντιμο να λες:

αυτό δεν το κάναμε εμείς, αλλά εκείνοι.

Ο μπολσεβικισμός είναι

το μοιραίο αποτέλεσμα της δράσης της ρωσικής διανόησης

στις πανεπιστημιακές έδρες, στις εφημερίδες, στην παρανομία.

Αλεξάντερ Μπλοκ

 

Στην αληθινή τραγωδία δεν πεθαίνει ο ήρωας,

αλλά ο χορός . . .

Ιωσήφ Μπρόνσκι

 

Όλα μου τα διηγήματα ουρλιάζουν

Β. Τ. Σαλάμοφ

Μια σχισμή στο παραπέτασμα του ζόφου. Η κραυγή του αυτόπτη μάρτυρα. Ο Γολγοθάς  της αιχμαλωσίας. Η ελπίδα μιας ελάχιστης ζωής. Τα κουρέλια του είναι και οι αδυσώπητες παρενέργειες του ολοκληρωτισμού.

«Οι νύχτες της Κολιμά» – μοναδικό πεδίο αναφοράς και μαρτυρολόγιο των θυμάτων μιας εξουσίας που δε δίστασε να αιματοκυλήσει τον ίδιο της τον λαό εν ονόματι «του φωτεινού κι ευτυχισμένου μέλλοντος». Μια εξουσία που μετέτρεψε τον πολίτη σε σκλάβο, σε «ομιλών εργαλείο», σε σάρκα, οστά και αίμα, πάνω στα οποία χτίστηκαν λεωφόροι, διώρυγες και άλλα «επιτεύγματα» της «σοσιαλιστικής εργασίας».

 

«Οι νύχτες της Κολιμά» – η ακτή του μηδενός, γεμάτη ερείπια που αχνίζουν ακόμη αίμα, πόνο, κραυγές, θάνατο. Μια ζοφερή αντήχηση στη χροιά ενός εξανθηματικού κόκκινου, όχι του κόκκινου της επανάστασης, μα του κόκκινου του αίματος των αθώων, των θυμάτων.

«Οι νύχτες της Κολιμά», δεν είναι μια εξ αποστάσεως μελέτη του θανάτου αλλά ο μείζων οιωνός του επικείμενου θανάτου, του θανάτου του ανθρωπισμού, του ανθρώπου, της ανθρωπότητας, αλλά, και εν τέλει, του μασκοφορεμένου δήμιου.

Βαρλαάμ Σαλάμοφ – ο αυτόπτης μάρτυρας μιας εκ των μεγαλυτέρων τραγωδιών που βίωσε ο άνθρωπος.

 

Βαρλαάμ Σαλάμοφ – ο χρονικογράφος του θανάτου, των στρατοπέδων συγκέντρωσης, του στρατηγείου της απάνθρωπης εξουσίας του σταλινισμού.

 

Βαρλαάμ Σαλάμοφ – ο ποιητής, ο θάνατος του οποίου ήταν ο καθρέφτης της ρωσικής επανάστασης.

 

Βαρλαάμ Σαλάμοφ – ο Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι του 20ου αιώνα, ο άνθρωπος που γύρισε «Από το σπίτι των πεθαμένων».

*Μετάφραση από τα ρωσικά  Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης ©samizdatproject.blogspot.gr

Ο Βαρλαάμ Τίχονοβιτς Σαλάμοφ γεννήθηκε στις 18 Ιουνίου (5 Ιουλίου με το παλιό ημερολόγιο) στην επαρχιακή πόλη της βόρειας Ρωσίας, τη Βολογκντά το 1907, η οποία βρισκόταν στην ίδια απόσταση τόσο από την Μόσχα όσο και από την Πετρούπολη, τις δύο πρωτεύουσες της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, της εποχής εκείνης.

Ο πατέρας του συγγραφέα, Τίχον Νικολάγιεβιτς, ιερέας, ήταν ο επιφανής παράγων της πόλης, γιατί όχι μόνο ιερουργούσε στην εκκλησία, αλλά είχε και έντονη κοινωνική δράση, υποστήριζε τις σχέσεις με τους εξόριστους επαναστάτες, έβγαζε πύρινους λόγους κατά του κινήματος των Μελανών Εκατονταρχιών, έδινε την δική του προσωπική μάχη για την εκπαίδευση του απλού λαού, για την μύησή του στις γνώσεις και τον πολιτισμό.

Επί έντεκα σχεδόν χρόνια έζησε στην Αλάσκα ως ορθόδοξος ιεραπόστολος, ήταν άνθρωπος με ευρωπαϊκή κουλτούρα, με ανοιχτούς ορίζοντες της σκέψης του, πράγμα, που όπως ήταν φυσικό, του προκαλούσε διάφορα προβλήματα.

O κόσμος της νιότης, της ποίησης και των ελπίδων για τον Βαρλαάμ Σαλάμοφ καταστράφηκε τόσο εύκολα, όσο και ο τεράστιος δικέφαλος αετός που αποκαθηλώθηκε από το αέτωμα του Γυμνασίου Αρρένων της Βολογκντά, στο οποίο φοίτησε ο συγγραφέας από το 1914 έως το 1918. Το 1923 ο Βαρλάμ Σαλάμοφ ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην δευτεροβάθμια τεχνική σχολή.

Το 1924 θα εγκαταλείψει για πάντα «την πόλη της νιότης του», το σπίτι όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε. Το 1926 ο Σαλάμοφ γίνεται δεκτός στη σχολή Σοβιετικού Δικαίου του Πανεπιστημίου της Μόσχας.

Ο Βαρλαάμ Σαλάμοφ συμμετείχε ενεργά στα γεγονότα του 1927, 1928 και 1929 στην πλευρά της Αντιπολίτευσης. Στις 19 Φεβρουαρίου 1929 συλλαμβάνεται επειδή μοίραζε με προκηρύξεις την “Τελευταία διαθήκη του Β. Ι. Λένιν”.

Ο Βαρλαάμ Σαλάμοφ καταδικάζεται σε τριετή εγκλεισμό σε στρατόπεδο καταναγκαστικών έργων και με ειδικό τμήμα μεταγωγών στάλθηκε στο στρατόπεδο Βισέρα, στην βόρεια περιοχή της οροσειράς των Ουραλίων Ορών.

Στις 12 Ιανουαρίου 1937 ο Βαρλάμ Σαλάμοφ “ως πρώην οπαδός της Αντιπολίτευσης” συλλαμβάνεται και πάλι και καταδικάζεται “για αντεπαναστατική τροτσκιστική δράση” σε πενταετή φυλάκιση σε στρατόπεδα καταναγκαστικών έργων ιδιαίτερα βαριάς χειρονακτικής εργασίας.

Το 1943 του επιβάλλεται νέα ποινή για αντισοβιετική προπαγάνδα: είχε αποκαλέσει τον Ιβάν Μπούνιν, ο οποίος είχε διαφύγει στο εξωτερικό “μεγάλο Ρώσο κλασσικό συγγραφέα”. Η γνωριμία του με τους γιατρούς του στρατοπέδου αποδείχτηκε σωτήρια για τον συγγραφέα.

Χάρη στη βοήθειά τους, σπούδασε στη σχολή νοσηλευτών και εργάστηκε στο κεντρικό νοσοκομείο των κρατουμένων μέχρι την απελευθέρωσή του από το στρατόπεδο.

Επέστρεψε στη Μόσχα το 1952 αλλά οι αρχές δεν του χορήγησαν άδεια παραμονής και έτσι υποχρεώθηκε να επιστρέψει στην περιοχή Καλίνιν όπου εργάστηκε ως υπάλληλος σε εργοστάσιο παραγωγής τύρφης.

Ο Βαρλαάμ Σαλάμοφ αποκαταστάθηκε ως θύμα των διώξεων της σταλινικής τρομοκρατίας το 1954. Στη συνέχεια η μοναχική του ζωή ήταν αφιερωμένη στη συγγραφή.

Η μοίρα δεν ήταν καλή με τον Σαλάμοφ. “Οι νύχτες της Κολιμά” δεν δημοσιεύτηκαν όσο ζούσε.

Ελάχιστα ποιήματα του δημοσιεύτηκαν σε ορισμένα λογοτεχνικά περιοδικά. Το καθεστώς δεν μπορούσε να τον συγχωρήσει. Ήταν ένας ενοχλητικός αυτόπτης μάρτυς. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, μισότυφλος, κωφός, χτυπημένος από τη νόσο του Πάρσκισον, τα πέρασε σε ίδρυμα αναπήρων της Ένωσης Σοβιετικών Συγγραφέων, απομονωμένος από τον υπόλοιπο κόσμο και ανυπεράσπιστος απέναντι στην απάνθρωπη σοβιετική κατασταλτική ψυχιατρική, η οποία με γνωματεύσεις ειδικών ιατρικών επιτροπών τον κρατούσε όμηρο.

Ελάχιστοι άνθρωποι τον επισκέπτονταν τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Κυρίως νέα παιδιά, φοιτητές και λογοτέχνες που προσπαθούσαν να απαλύνουν τον πόνο του Βαρλάμ Σαλάμοφ. Πεθαίνει το 1982.