Πρώτη ημέρα της άνοιξης η σημερινή κι έχει οριστεί ως ημέρα της ποίησης. Οπότε γίνονται εκδηλώσεις, αφιερώματα, ειδικές προσφορές κ.ο.κ.

Ads

Μια κοινωνία survivor αναζητά κάπου-κάπου μια ανακουφιστική νότα ποιητικού ρομαντισμού. Σε καλοδουλεμένες μικρές δόσεις για να μην αποχτηθούν συνήθειες. Η τηλεόραση έχει κι αυτή την ευαισθησία της. Και το αναίσθητο κράτος δικαιούται μια φορά στα τόσα να επιδεικνύεται λεπταίσθητο. Ακόμα και η ΕΡΤ έχει χώρο, μεταξύ της εκπομπής των Ενόπλων Δυνάμεων και της προβολής του κυβερνητικού παιγνίου, για μερικές σταγόνες ποιητικού λόγου. Την αναγκαία δροσιά σε καύσωνα «διαπραγματεύσεων».  

Θα πεις, έστω και λίγο, έστω κι έτσι κάτι είναι κι αυτό. Αλλά ακριβώς εδώ βρίσκεται το πρόβλημα. Στο «έστω κι έτσι». Όπου περιορίζεις την απαίτησή σου στο ελάχιστο. Εκείνο που σου απονέμουν, με προσποίηση γενναιοδωρίας. Γιατί το λίγο δεν είναι «κάτι». Είναι κάτι σχεδόν τίποτα. Μερικές φορές λιγότερο από τίποτα. Είναι η στάχτη για να μη βλέπεις. Είναι ένα πρόσχημα για να μη προσέξεις. Είναι μια υπόθεση για να μην διατυπώσεις βεβαιότητες. Είναι που σου χρωστάνε και σε πείθουν να πληρώσεις.

Οπότε το όχημα της ημέρας ας το σύρουμε με την απαιτούμενη ευγένεια προς την άνοιξη και προς την ποίηση ταυτοχρόνως, με τον τρόπο που θα υποδεικνύει το σύμπαν και όχι το κάτι, το όλον και όχι το μέρος. Την ποίηση ως ζωή κι όχι ως σπάραγμά της.

Ads

Μ’ ένα ποίημα κι εμείς, που δεν θυμόμαστε την ποίηση ως επέτειο, του Μιχάλη Κατσαρού, από την ποιητική συλλογή του 1953 «Κατά Σαδδουκαίων»:

Στο νεκρό δάσος

Στο νεκρό δάσος των λέξεων προχωράω.
Ανάβω τα χλομά φανάρια στους δρόμους
    προσπαθώ ν’ αναστήσω.
Τα ονόματα που πυρπόλησαν τις καρδιές
     σε μυστικές συνεδριάσεις
τα ονόματα που οδήγησαν
      όλα δολοφονούνται.
Τώρα κυκλοφορούν σε ανάκτορα ξένοι
ντύνονται επίσημα στις δεξιώσεις
σε διπλωματικά συνέδρια ανταλλάσσονται
     χειραψίες
φριχτά υπομνήματα
παρευρίσκονται στις γιορτές υποκλίνονται –
Τώρα πεθαίνουν.

Ω Ρόζα Λούξεμπουργκ, Λένιν, ποιητές.
Ω Τέλμαν Τάνεφ
παγωμένοι σε επίσημες αίθουσες
δαφνοστεφείς ήρωες
μυθικά πρόσωπα
    ελάτε.

Οι εξουσίες σήμερα χαϊδεύονται σαν  
     ερωτιάρες γάτες πάνω στις στέγες μας
οι πρόεδροι ανταλλάσσουν επισκέψεις
οι πατριάρχες πάλι ενθρονίζονται
κάτω από τα νόμιμα κάδρα σας
      μας περιπαίζουν.
Εγώ έχω μέσα στη θύμησή μου
την ώρα που ανέβαινε το πλήθος στις σκάλες
      με τη φωτιά κρατώντας τη μεγάλη ταμπέλα
Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ
Έχω στη θύμησή μου την ατμομηχανη που έφερε
τη νύχτα τον Λένιν
τον έξαλλο Μαγιακόφσκι που πυροβολούσε
      τους υπουργούς
τους φοιτητές αγκαλιασμένους με τους χωριάτες.

Πως βγήκανε πάλι απ’ τη φωτιά
ο Κος Διευθυντής
ο διπλωματικός ακόλουθος
ο Κος πρέσβης;
Και τώρα τι πρέπει να γίνει
      σ’ αυτό το νεκροταφείο των ονομάτων
σ’ αυτό το νεκροταφείο των λέξεων;

Πως θα ξαναβαφτίσουμε τις πυρκαγιές
ελευθερία, ισότητα, Σοβιέτ, εξουσία;

Το κείμενο είναι του Θανάση Σκαμνάκη και δημοσιεύθηκε στο Kommon.gr