Σε μια δύσκολη εποχή επιλέξαμε να αγωνιστούμε με τις λέξεις και με τα συναισθήματα, δείχνοντας με τον πλέον εμφατικό τρόπο δείχνοντας ότι μόνο η ποίηση μπορεί σε χαλεπούς καιρούς να σταθεί απέναντι από τα προβλήματα (ψυχικά και κοινωνικά) των ανθρώπων. Εξάλλου, η ποίηση είναι ο δρόμος που να μας απομακρύνει από την καταβαράθρωση του σύγχρονου πολιτισμού, από τον εκμαυλισμό της τηλεοπτικής γλώσσας, την υποδούλωση της ουσίας στην αποσάρθρωση. Ο Ευριπίδης το αντιλήφθηκε πολύ παλαιότερα. Εμείς καλούμαστε σήμερα να κάνουμε ξανά διάκριση ανάμεσα στο είναι και το φαίνεσθαι. Και κάποιοι ποιητές το επιτυγχάνουν πολύ καλά.

Ads

Σε αυτή την κατηγορία των ποιητών εντάσσεται και ο Σπύρος Κατηφόρης, του οποίου πρόσφατα κυκλοφόρησε η δεύτερη ποιητική συλλογή με τον τίτλο «Ομίχλη από φωνές» (bookstars, 2014). Η πρώτη του ποιητική εμφάνιση ήταν με τη συλλογή «Στο θόρυβο της μνήμης» (bookstars, 2013).

Πιο ώριμος έρχεται με μία νέα μεταμοντέρνα συλλογή την οποία διαπνέει ένα συναίσθημα μελαγχολίας. Η μοναξιά και η απογοήτευση συνδέονται με το υπαρξιακό στοιχείο. Οι αναμνήσεις, η αναπόδραστη καθημερινότητα και οι αυταπάτες συνθέτουν ένα ιδιότυπο μωσαϊκό λυρικής απόγνωσης. Η φωτιά αγγίζει τη μνήμη, ο έρωτας και το καλοκαίρι αντιτάσσονται στη θάλασσα, η ζωή ξεθωριάζει μέσα στη σκληρότητα των καιρών.

Η φωτιά (έμμεσα ή άμεσα) είναι μια θεματική που συγκινεί τον ποιητή. Λίγες φορές η φωτιά έχει αξιοποιηθεί τόσο πολύ σε ποιητικές συλλογές. Γίνεται το σύμβολο της διαρκούς διάλυσης, της ανάμνησης της αγάπης, της μοναξιάς, της ασυγκράτητης ποιητικής κίνησης. Την ίδια στιγμή και ως μία αλληγορία των διαλεκτικών στοιχείων της φύσης, το υγρό στοιχείο έχει αδιάκοπη παρουσία. Εκφράζει τη διαρκή κίνηση των πραγμάτων που εκθέτουν τον καθηλωμένο άνθρωπο, εκείνον που βλέπει να χάνονται όσα προσπαθεί μέσα στα παλιρροϊκά κύματα της ζωής.

Ads

Η ποιητική του Κατηφόρη είναι μεταμοντέρνα. Διακρίνεται από ένα πνεύμα ήπιου σουρεαλισμού. Ωστόσο, ο στίχος δεν είναι κρυπτικός. Ο υπερρεαλισμός -πέρα από την υπερβατική εικονοπλασία- μεταφέρει τα κυρίαρχα συναισθήματα ως στιχουργικός αγωγός. Άλλωστε, στη μεταμοντέρνα ποίηση είναι συνήθεις οι εξωπραγματικές εικόνες, με σαφές και συγκεκριμένο αλληγορικό, αλλά εύληπτο- νόημα.

Στο πρώτο μέρος είναι εμφανείς οι σαχτουρικές επιρροές, χωρίς όμως τον “παραλογισμό” που κρύβει ο στίχος του Σαχτούρη. Ο Κατηφόρης εγκαταλείπει το φετιχιστικό συμβολισμό του παλαιότερου ποιητή όπως και την ακατάληπτη στιχουργική.

Οι βασικές του εικόνες βρίσκονται σε μια αλληλουχία που τις καθιστούν ερμηνεύσιμες, παρά την όποια μεταφορική τους διάσταση. Ουσιαστικά -πέρα από την πολύχρωμη και ολοζώντανη εικονοπλασία- λειτουργεί ως αντίδραση στην προηγούμενη -μοντέρνα- ποίηση.

Είναι η ποίηση στην εποχή του καταιγισμού ασύνδετων εικόνων και πληροφοριών, που καλείται να συνδέσει ο δέκτης. Ο μεταμοντέρνος υπερρεαλισμός συνδέεται με την τηλεοπτική εικόνα. Γιατί στην ουσία αυτό που μένει στο τηλεθεατή είναι έναν συνονθύλευμα -ασυνάρτητων- μνημονικών εικόνων που όμως εύκολα ερμηνεύονται.

Στο δεύτερο μέρος της συλλογής διακρίνονται επιρροές από το Λειβαδίτη. Ωστόσο, οι συνθέσεις τούτες, μακροσκελείς ολιγόστιχες, ενίοτε ολιγόλεξες ενσωματώνουν το μεταμοντέρνο υπαρξιακό πειραματισμό με την μεταπολεμική ποιητική παράδοση. Ο ποιητής εντάσσεται στη λεγόμενη “γενιά της κρίσης“. Εντούτοις εκλείπουν οι εμφανείς συλλογικές αναφορές. Κυριαρχεί το υπαρξιακό στοιχείο και λανθάνουσες κοινωνικές προσεγγίσεις. Τούτες εντοπίζονται κυρίως στη μεταμοντέρνα πλαστική της στιχουργίας του.

Στο πρώτο μέρος οι συνθέσεις του μοιάζουν με θρυμματισμένα συναισθήματα. Ο στίχος του θραυσματικός τοποθετείται φαινομενικά ακατάστατα. Ωστόσο, μέσα στη -σουρεαλιστικής επιρροής- “ακατάστατη” αυτή τοποθέτηση των λέξεων, δίνεται μεγαλύτερη έμφαση σε νοήματα που αλλιώς θα προσπερνούσε ο αναγνώστης. Απομονωμένα ημιστίχια ισορροπούν με το βάρος του συναισθήματος που γεννούν, αστοίχιστες λέξεις διαχέουν άπλετο συναίσθημα. Στο δεύτερο μέρος ο στίχος του είναι μεγαλύτερος, γίνεται πιο πεζολογικός, λυρικότερος και αποφθεγματικός, με σαφείς τις λειβαδίτικες επιρροές. Ο υπαρξιακός πυρήνας διατηρείται, γίνεται πιο ατομοκεντρικός, πιο “περιθωριακός”. Μοιάζουν με σημειώματα, με ρητορικές διατυπώσεις απέναντι σε έναν καθρέφτη ή μια παραμυθική ερωμένη.

Η γλώσσα του λιτή και απότομη, σχεδόν ωμή. Τα λίγα επίθετα ενισχύουν την εμφατικότητα εντείνοντας τη σουρεαλιστική εικονοπλασία. Κυριαρχούν τα ουσιαστικά και τα επιρρήματα. Ακόμα και η χρήση του ρήματος είναι περιορισμένη, δίνοντας χώρο αντί για την ενέργεια στο συναίσθημα της ψυχικής ακινησίας, της μοναξιάς, της απομόνωσης. Τα σημεία στίξης είναι ανύπαρκτα συμπλέκοντας τα νοήματα των στίχων κι εντείνοντας την υπερρεαλιστική διάθεση.

Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80, όταν ο Βαγενάς αρνούνταν τη μεταμοντέρνα ποίηση ως όψιμη μοντερνιστική, έχουν περάσει δύο δεκαετίες. Στο διάστημα αυτό η ποίηση προσαρμόστηκε στα νέα κελεύσματα, στις νέες κοινωνικές συνθήκες που έφερε η -άναρχη- ηλεκτρονική πληροφόρηση. Αυτή ακριβώς την πολυπλοκότητα εικόνων και λέξεων μέσα από με βαθιά λυρική διάθεση εκφράζει και η ποίηση του Κατηφόρη σε υπαρξιακή διάσταση. Αρνείται όχι μόνο το παρελθόν, αλλά και το παρόν. Οι αναμνήσεις συνοδεύουν το τώρα που καρκινοβατεί ανάμεσα στο καταπιεσμένο όνειρο και την απογοήτευση.

ομίχλη από φωνές | ποιητής: Σπύρος Κατηφόρης | εκδόσεις: bookstars

Το βιβλίο

“Κατεβάστε” τη νέα ποιητική συλλογή του Δήμου Χλωπτσιούδη, «κατάστιχα» από την cosmotebooks ή από το myebooks.gr