“Κοιτούσαμε πάντα αλλού. Κοιτούσαμε πάντα προς τα έξω. Κι όταν κοιτάς πάντα προς τα έξω, ξεχνάς το βασικό σου πυρήνα. Σταματάς να τον καλλιεργείς, σταματά να σε ενδιαφέρει, και γίνεσαι ένας ξένος…” Η ηθοποιός Γωγώ Μπρέμπου, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη και το tvxs.gr, με αφορμή την θεατρική παράσταση “Η Καύση” (μια μαύρη κωμωδία για έναν κόσμο… υπό διάλυση), περιστρεφόμενη γύρω από την ερώτηση “Ποιές αιτίες μας έφεραν ως εδώ, και κυρίως τί πρέπει να κάνουμε;”.

Ads

Κρ.Π.: Πώς αποφάσισες να συμμετέχεις σ’ αυτή την παράσταση;
 
Γ.Μπρ.: Πάντα για μια παράσταση υπάρχει κάποια αφορμή. Μπορεί να είναι οι συνεργάτες για παράδειγμα. Αλλά συνήθως για μένα είναι το κείμενο. Διάβασα, λοιπόν, ένα κείμενο το οποίο ήταν πολύ ενδιαφέρον, με προβληματισμούς που με αφορούν και μάλιστα στο σήμερα. Γιατί αυτό που πραγματεύεται η ιστορία του, είναι μια αλληγορία πάνω στο σήμερα και στις σχέσεις.
 
Κρ.Π.: Δηλαδή;
 
Γ.Μπρ.: Βλέπουμε μια παρέα πέντε ανθρώπων που βρίσκονται κλεισμένοι σε ένα σπίτι την ίδια στιγμή που καίγεται όλη η Αθήνα και έχει πεθάνει ένας δικός τους άνθρωπος.

Σιγά σιγά στο έργο, αποκαλύπτεται τι είδους σχέση έχει ο καθένας με τον εκλιπόντα κάτι που γίνεται και η αφορμή για να αποκαλυφθούν οι πραγματικές σχέσεις μεταξύ τους, και τέλος, για το πώς τοποθετείται ο καθένας απέναντι στην ίδια του τη ζωή.
 
Κυρίως βλέπουμε την τοποθέτηση που έχει ο κάθε ήρωας απέναντι σε αυτό, που είναι το απόλυτο… και που δεν το διαπραγματεύονται.

Η παράσταση έχει και κωμικά στοιχεία, γιατί είναι κωμικό να βλέπεις ανθρώπους αμήχανους, που ενώ είναι μορφωμένοι, γιατί όλοι οι ήρωες είναι σύγχρονοι, χωρίς να είναι γραφικοί ή χωρίς μόρφωση, και παρόλα αυτά, κανείς δεν μπορεί να κάνει κάτι πρακτικό γι’ αυτό που συμβαίνει. Κι αυτό, τελικά, είναι πολύ αστείο.

Ads

Και είναι κάτι που συμβαίνει συχνά στη ζωή μας σήμερα. Στα πολύ απόλυτα θέματα δεν αντιδρούμε. Και νομίζω, ότι για να φτάσει στο γενικό, αυτή η κρίση που ζούμε και βιώνουμε, έχει αρχίσει από το προσωπικό!

Έχει αρχίσει από τις σχέσεις των ανθρώπων που είναι πολύ στο κενό… Και είναι φοβερό να σκεφτείς, για παράδειγμα, τις πάρα πολύ προσωπικές σχέσεις, με τα παιδιά μας, ή οι ερωτικές μας σχέσεις…
 
Κρ.Π.: Η σχέση τη με τον εαυτό μας;
 
Γ.Μπρ.: Ή σχέση με τον εαυτό μας… που είναι η πιο προσωπική μας σχέση. Δηλαδή, δεν είναι τολμηρό να πω, ότι η κρίση πριν εμφανιστεί στην Ελλάδα, ήταν κατ’ αρχήν προσωπική κρίση όλων μας!
 
Κρ.Π.: Συν αυτό που είπες, μόλις, ποιές άλλες αιτίες, μας έφεραν πιστεύεις ως… εδώ;
 
Γ.Μπρ.: Νομίζω, ότι είναι ένα σύνολο αιτιών. Ως λαός χάσαμε την ταυτότητά μας. Αυτό ήταν πολύ φανερό, από τη μεταπολίτευση και μετά, τα τελευταία 20 – 25 χρόνια. Κοιτούσαμε πάντα αλλού. Κοιτούσαμε πάντα προς τα έξω.

Κι όταν κοιτάς πάντα προς τα έξω, ξεχνάς το βασικό σου πυρήνα. Σταματάς να τον καλλιεργείς, σταματά να σε ενδιαφέρει, και γίνεσαι ένας ξένος… Δεν μπορεί να σου αποδώσει κάτι αν δεν το φροντίσεις.

Το να κοιτάς συνέχεια προς τα έξω και να μην κοιτάς προς τα μέσα, μόνο κακά μπορεί να επιφέρει. Δεν μπορεί να κάνει κάτι καλό. Δηλαδή, σταματάς να δημιουργείς, σταματάς να αντιστέκεσαι, σταματάς να διεκδικείς. Αν δεν έχεις βάσεις, τι να διεκδικήσεις;

Αυτό που μου είχε κάνει εντύπωση τα τελευταία χρόνια, είναι πόσο ενδοτικοί είμαστε στην εξωτερική μας πολιτική σε σχέση και με τον πολιτισμό. Θυμάσαι όλα αυτά τα γελοία δημοσιεύμετα με την Αφροδίτη της Μήλου, ή τα σχόλιά μας, ότι:. «είναι χαζό», ή «είναι γελοίο»;

Ξέρεις, δεν είναι χαζό, ούτε γελοίο να λοιδορεί κάποιος την πολιτιστική κληρονομιά ενός λαού και να μην υπάρχουν επίσημες δημόσιες απαντήσεις.
Όλο αυτό που είχε γίνει τότε με τα μήντια του εξωτερικού, δεν ήταν τυχαίο. Το ότι χτύπησαν, δηλαδή, τον πολιτισμό μας.

Νομίζω ότι είναι κάτι που δημιουργεί στους άλλους αίσθημα κατωτερότητας. Γιατί οι άνθρωποι πια, δεν θαυμάζουν την ομορφιά. Επειδή έχει την έννοια του ανεξήγητου και του άφατου, προσπαθούν να ερμηνεύσουν, να κατασκευάσουν, να αναλύσουν, αλλά υπάρχουν και πράγματα απόλυτα, τα οποία πρέπει να δεχόμαστε και να πιστεύουμε σ’ αυτά, επειδή είναι απόλυτα!

Είναι πολύ σύνθετη η έννοια της πίστης. Και η «Καύση» διαπραγματεύεται αυτή την έννοια της πίστης.

Μην ξεχνάμε ότι όλα περιστρέφονται γύρω από έναν νεκρό, για τον οποίο υπάρχει η πρόφαση να διαφωνούν όλοι ιδεολογικά για το πώς θα ταφεί, ώστε… να είναι πιο ελεύθερος! Κι επίσης, φοβούνται να πονέσουν…

Αλλά το έργο, ακόμα κι αν φαίνεται περίεργο, τελειώνει με ένα πολύ αισιόδοξο μήνυμα. Με το μήνυμα της πίστης. Όχι της πίστης σ’ αυτό που γνωρίζουμε, αλλά της πίστης σ’ αυτό που δεν θα μάθουμε…

Η πίστη, λοιπόν, σε κάτι που δεν θα μάθεις, σου δημιουργεί κατ’ αρχήν αίσθηση σεβασμού, και μία διάθεση για έρευνα και δημιουργία με πιο ωραία πνοή. Όχι δημιουργία ανάλυσης ή σύνθεσης, αλλά δημιουργία ποίησης!

Η παράσταση, λοιπόν, δείχνει την αμηχανία των ηρώων να βιώσουν αυτό το απόλυτο. Αλλά όλη αυτή η διαδικασία, τους κάνει με κάποιον τρόπο να ξεκλειδώσουν τον πραγματικό εαυτό που κουβαλάει ο καθένας.

Κρ.Π.: Τί πιστεύεις ότι πρέπει να κάνουμε απέναντι στην σημερινή κατάσταση;
 
Γ.Μπρ.: Πιστεύω ότι πρέπει να δουλέψουμε πάρα πολύ σκληρά και πρέπει να μη χάσουμε την αξιοπρέπειά μας. Είναι πολύ εύκολο να χάσεις την αξιοπρέπειά σου, όταν ξαφνικά είσαι υπόλογος, χρωστάς, και θεωρείσαι ο χαμένος λαός της υπόθεσης.

Αυτό όμως, δεν πρέπει να συμβεί σε καμία περίπτωση. Η αξιοπρέπεια δεν μεταφράζεται σε χρήματα. Είναι η δοτικότητα στους άλλους, είναι η συμπόνια, είναι ότι δεν αγοράζονται όλα με λεφτά, ότι δεν εξηγούνται όλα, αλλά πρέπει να ‘μαστε δυνατοί απέναντι σ’ αυτά που συμβαίνουν, κι αυτό είναι που προχωράει τα πράγματα.

Δεν χρειάζεται να αισθανόμαστε ότι χάσαμε τη μπάλα. Είναι ένα παιχνίδι αυτό το οποίο συμβαίνει και πρέπει να είμαστε πάρα πολύ καλοί παίχτες σ’ αυτό το παιχνίδι.
 
Οι περισσότεροι άνθρωποι που συναναστρέφομαι είτε κάνουμε την ίδια δουλειά, είτε όχι, πραγματικά έχουν εξαντλήσει το περιθώριο υπομονής και επιμονής στο να κυνηγάνε να δημιουργήσουν, να φτιάξουνε κάτι, ότι κι αν είναι αυτό. Και αυτό μου δίνει πάρα πολύ μεγάλη χαρά και πάρα πολύ μεγάλη αισιοδοξία.

Η κατάσταση, λοιπόν, είναι αυτή που είναι, και το ζήτημα είναι ότι θα πρέπει να την αλλάξουμε. Ο τρόπος που αλλάζεις κάτι, δεν είναι πάντα πολύ δυναμικός. Μπορεί να ‘ναι και πιο ήσυχος, και πιο εργατικός, μπορεί να ‘ναι και πιο… ο καθένας για τους άλλους που ο ίδιος γνωρίζει, μπορεί να ‘ναι και πιο εθελοντικός. Υπάρχουν χίλιοι δυο τρόποι. Οι οποίοι για μένα, είναι πάρα πολύ σημαντικοί.

Μην ξεχνάμε, επίσης, ότι είμαστε στην αρχή της τρίτης χιλιετίας της ανθρωπότητας, όπως την ξέρουμε. Δηλαδή, αν είναι δυνατόν να μην συνέβαινε και τίποτα! Υπάρχει ένα σύστημα που έχει καταρρεύσει. Εντελώς, έχει καταρρεύσει. Δεν υπάρχει πια αυτό το σύστημα, το λεγόμενο καπιταλιστικό. Πνέει τα λοίσθια. Και εισπράττουμε τώρα εμείς όλα αυτά τα απόνερα, τα οποία είναι, βεβαίως, αβάσταχτα!

Είναι τεράστια η εκμετάλλευση που έχει γίνει στην Ελλάδα. Δεν χρειάζεται να το αναφέρω εγώ. Το ξέρουμε όλοι μας. Έχει γίνει εκμετάλλευση όλων των νότιων χωρών της Ευρώπης. Επίσης, ότι είχαμε μια πολιτική τόσα χρόνια που ήταν ανοργάνωτη, και απολύτως ενδοτική. Αυτή είναι η αλήθεια.

Τώρα τι θα γίνει! Ποιες νέες δυνάμεις μπορούν να αναδειχθούν, οι οποίες θα είναι υγιείς, θα έχουν πραγματική δύναμη και θα κάνουν τον κόσμο να ξανα-ασχοληθεί με την πολιτική, καθώς υπήρξε και μία 15ετία, τουλάχιστον, απαξίωσης της πολιτικής ζωής.

Όταν έχεις απαξιώσει τόσο πολύ ένα σύστημα πολιτικό, που λέγεται δημοκρατία, δεν μπορείς ξαφνικά, να περιμένεις από αυτό το σύστημα να σου αποδώσει κάτι, και θα είσαι έρμαιο των αποφάσεων άλλων.

Όμως, για να είσαι ώριμος πολίτης, χρειάζεται να έχεις και τριβή με την πολιτική σκηνή αλλά να έχεις και πραγματική καλλιέργεια και παιδεία. Τα οποία, εδώ στην Ελλάδα, είναι οι τομείς που χτυπιούνται περισσότερο από παντού.

Δεν είναι δυνατόν τα σχολεία να είναι έτσι, η υγεία να είναι έτσι. Τα κοινωνικά αγαθά, να είναι είδος πολυτελείας!
 
Η ένδεια μιας κοινωνίας, πραγματικά αρχίζει, όταν αυτά τα δύο απειλούνται και δεν παρέχονται πλέον.
Για την Παιδεία χρόνια το λένε, ότι θα κάνουν το ένα ή το άλλο, αλλά δεν έχουν γίνει καθόλου σημαντικά βήματα.

Όταν άρχισε η Υγεία να καταρρέει… και δεν θα πω ψέματα, ήμουν περήφανη που είχαμε κάποτε τόσο καλό δημόσιο σύστημα Υγείας. Γιατί είχαμε. Γιατί αν πας στην Αμερική και κάνεις ένα ράμμα σε βάζουν να πληρώσεις δεν ξέρω πόσα δολάρια… Αλλά εδώ, έμπαινες σ’ ένα νοσοκομείο, δεν σου έπαιρναν τίποτα, και σε φροντίζανε.

Τώρα, το ότι υπήρχαν συμφέροντα και τελικά όλο αυτό βρώμισε, φταίμε.

Κρ.Π.: Για τη διαφθορά μιλάς;
 
Γ.Μπρ.: Για τη διαφθορά. Και τι αυστηρότητα υπήρχε απέναντι σ’ αυτήν; Δεν ξέρω. Νομίζω ότι είμαστε ένας λαός, ο οποίος είναι αυστηρός σε κάποια θέματα που θεωρούνται ακόμα ταμπού, και σ’ εκείνα τα θέματα τα οποία είναι πραγματικά σημαντικά, είμαστε «δε βαριέσαι αδερφάκι μου!».

Αυτό σήμερα, θέλει οργάνωση, θέλει διεκδίκηση, προβληματισμό, και θέλει να φτιάξουμε κάτι από την αρχή. Δεν μπορούμε να μείνουμε καθηλωμένοι σε ένα τραύμα.

Και επίσης, δεν πιστεύω στην οργή. Η οργή φέρνει οργή, η βία φέρνει βία, και το μίσος φέρνει μίσος.

Χρειάζεται μία διαφορετική διεκδίκηση των πραγμάτων. Μια δυναμική διεκδίκηση, αλλά όχι οργή.

Κρ.Π.: Οι ήρωες του έργου, όταν έρχονται σε επαφή με τον εαυτό τους, πώς αντιδρούν σε σχέση με το ότι καίγεται όλη η Αθήνα;
 
Γ.Μπρ.: Βρίσκονται σε ένα σπίτι «κεκλεισμένων των θυρών», είναι απομονωμένοι σ’ αυτό το σπίτι, και ο κόσμος απ’ έξω προσπαθεί να τους ανοίξει την πόρτα, ακούγονται βόμβες, ελικόπτερα, μαίνονται πυρκαγιές, αλλά εκείνοι είναι απορροφημένοι από το… κλειστό σύστημα των σχέσεών τους. Όπου στο τέλος ο κόσμος εισβάλλει απ’ έξω με ένα πολύ δυναμικό τρόπο!
 
Κρ.Π.: Οπότε, γίνεται αυτό που λέμε: Όταν δεν πάει ο Μωάμεθ στο βουνό, πάει το βουνό στον Μωάμεθ…
 
Γ.Μπρ.: Ναι. Έτσι.
 
Κρ.Π.: Ποιό είναι σημαντικότερο για σένα από την εμπειρία που έχεις μέχρι στιγμής σ’ αυτήν την παράσταση;
 
Γ.Μπρ.: Το κοινό στο τέλος, στην υπόκλιση, στο χειροκρότημα, μας κοιτάζει πολλές φορές με μία ήσυχη κατανόηση…
 
Κρ.Π.: Σα να ταυτίζεται…
 
Γ.Μπρ.: Ναι. Νομίζω ότι αυτό είναι. Κι αυτό μου δίνει πολύ μεγάλη ικανοποίηση.
 
Κρ.Π.: Και ο τίτλος, δηλαδή «Η Καύση», εκτός από τον προφανή λόγο σε σχέση με την υπόθεση του έργου, έχει και κάποια άλλη σημασία;
 
Γ.Μπρ.: Νομίζω ότι μιλάει για την καύση που συμβαίνει μέσα μας, η οποία όταν δεν εκτονώνεται δυναμικά, όπως είπα πριν, τότε εκρήγνυται.
 
Κρ.Π.: Όταν λες δυναμικά, τί εννοείς;
 
Γ.Μπρ.: Διεκδικητικά.

Εγώ πιστεύω, ότι πάντα πρέπει να φτιάχνουμε κάτι. Να μη χαλάμε, αλλά να φτιάχνουμε κάτι.

Κι όλα αυτά που έλεγα πριν περί δημιουργικότητας, υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι μπορεί να διαλέξουν να μπουν στο σκοτάδι αυτό της μη διαχείρισης, της μη αποδοχής, κλπ., και να μη βγούνε ποτέ, παρόλο που ξέρουμε ότι η πιο σκοτεινή στιγμή είναι πριν την αυγή.
 
Κρ.Π.: Απέναντι σε πράγματα απόλυτα, ή σε αρχέτυπα, ή στις βασικές υπαρξιακές μας αγωνίες, όπως ο θάνατος, η ευθύνη του εαυτού μας, η μοναξιά, και το νόημα της ζωής, αναφέρεται το έργο;  
 
Γ.Μπρ.: Αυτά όλα, μπορεί κάποιος να τα σκεφτεί καθώς βλέπει το έργο, αλλά η παράσταση μιλά κυρίως για τις ανθρώπινες σχέσεις.

Δε μιλάει δηλαδή για τη μοναξιά, με την έννοια ότι είναι άνθρωποι που διερωτούνται γιατί είναι μόνοι ή δεν είναι.

Οι σχέσεις τους όταν αρχίζει το έργο είναι δοσμένες. Είναι το ζευγάρι, ο Βασίλης και η Μαριάννα, ο καλύτερός τους φίλος, και η αδελφή του νεκρού. Έχουν όλοι την ιδιότητά τους. Την απολύουν σιγά σιγά, ερχόμενοι σε επαφή με τον εαυτό τους, μέσω της τριβής της σχέσης με τους άλλους. Ο θάνατος, δηλαδή, είναι η αφορμή.
 
Κρ.Π.: Εσύ, πιστεύεις στο νόημα της ζωής; Ποιό είναι;
 
Γ.Μπρ.: Ν’ αγαπάς. Ν’ αγαπάς τον εαυτό σου, ν’ αγαπάς τους άλλους. Ν’ αγαπάς την ομορφιά, τη δημιουργικότητα. Να θαυμάζεις…

Ο θαυμασμός προχωράει τους ανθρώπους πάρα πολύ, γιατί είναι και ένα ερωτηματικό. Όπως κι ο έρωτας που έχει αυτό το ερωτηματικό… γιατί όταν ερωτεύεσαι, πάντα αναζητάς κάτι, πάντα πας ερωτώμενος.

Δηλαδή, πιστεύω ότι το νόημα της ζωής μας, είναι μία συνέχεια. Μια σκυταλοδρομία. Είναι και εμείς και οι άλλοι, και η σύνθεση και η αντίθεση, και η παράθεση, και ο κανόνας. Είναι τα πάντα.
 
Κρ.Π.: Τί άλλο θα ήθελες να πεις για την παράσταση;
 
Γ.Μπρ.: Ότι έχω πολύ καλούς συνεργάτες, έμπειρους ηθοποιούς, τον Γιώργο Χρανιώτη, τον Νίκο Γεωργάκη, την Ιωάννα Μαυρέα, και τη Βασιλική Τρουφάκου, και κάθε μέρα στη σκηνή προσπαθούμε να φτιάξουμε κάτι για όλους, όχι μόνο για μας. 

Δεν ξέρω αν το έργο ήταν η αφορμή, λόγω του ότι διαπραγματεύεται τις σχέσεις, που με έκανε να θυμηθώ ότι οι σχέσεις είναι κάτι που πρέπει να επιδιώκουμε στη ζωή μας…

Κρ.Π.: Στο τέλος, αυτό που μένει σαν γεύση είναι η μυρωδιά της καύσης; Ή κάτι άλλο;
 
Γ.Μπρ.: Μένει η άνθιση.

Είναι σαν αυτές τις ηφαιστειογενείς περιοχές, που βλέπεις ξαφνικά, πως εκεί που ξέσπασε ένα ηφαίστειο, υπάρχει τώρα μία φοβερή βλάστηση και ανθοφορία… Δεν είναι φοβερό αυτό; Μου είχε κάνει από παιδί εντύπωση…

Υπάρχει και κάτι άλλο που σκέφτομαι πολύ συχνά. Τι μπορώ να κάνω για να βοηθήσω μέσα σ’ αυτή την κατάσταση; Τι στιγμή που βλέπεις ότι τα πράγματα, είναι έτσι όπως είναι στην Ελλάδα… Μπορεί να κάνεις κάτι σε προσωπικό επίπεδο, σ’ ένα βαθμό. Δεν μπορείς να κάνεις πολλά, αλλά σ’ ένα βαθμό μπορείς!

Και λες: Σιγά σιγά, πρέπει, ψύχραιμα, να δω ποια είναι η κατάσταση και να τοποθετούμε κάθε μέρα με ειλικρίνεια απέναντι σε αυτήν. Γιατί έτσι και αρχίσουμε όλοι και λέμε, δεν θα γίνει τίποτα, μιλάμε για έναν λαό ο οποίος θα πρέπει να κλειστεί σε ψυχιατρείο!

Κρ.Π.: Άρα λοιπόν, είπες κάτι ωραίο πριν, να αναρωτιόμαστε «τι να κάνουμε»; 
 
Γ.Μπρ.: Ναι. Τι να κάνουμε.

Και αναρωτιέμαι μερικές φορές. Όταν ζούσαμε τις παχιές αγελάδες, υπήρχε καμία διεκδίκηση; Όχι. Αυτό, δεν θα το πω βόλεμα, ή καναπέ. Αλλά θα πω, πως όταν υπάρχει ευμάρεια, τότε οργανώνουμε το σύστημα, ώστε να αντέξει, όταν αποδυναμωθεί. Οπότε, βρίσκω υποκριτικό κάποιοι άνθρωποι σήμερα να φωνάζουν, και να μην κάνουν κάτι.
 
Κρ.Π.: Να φωνάζουν, μόνο, δηλαδή;
 
Γ.Μπρ.: Ναι. Να φωνάζουν μόνο.

Γιατί υπάρχουν άλλοι, οι οποίοι πραγματικά δεν έχουν τίποτα, έχουν χάσει τα πάντα και προσπαθούν να κάνουν κάτι. Και δεν ξέρω, κάποια στιγμή θα αναγκαστώ να γράψω φεμινιστικό μανιφέστο…. Γιατί, αναρωτιέμαι: Είναι δυνατόν να είσαι μάνα στην Ελλάδα, σήμερα; Πραγματικά, δεν γίνονται αυτά τα πράγματα!

Λοιπόν, υπάρχουν πάρα πολλά προβλήματα, που πρέπει να αναρωτιόμαστε: Τι να κάνω εγώ γι αυτό; και τι να κάνουμε εμείς γι αυτό; Καθένας μόνος του, και όλοι μαζί.

Η οποιαδήποτε κοινωνική διεκδίκηση, χρειάζεται συσπείρωση. Αλλά το θέμα είναι να υπάρξει υγιής συσπείρωση. Και ξέρουμε πως το να είσαι μέρος μιας ομάδας, είναι εντελώς δύσκολο. Το να μη χάνεις την ατομικότητά σου, και να μπορείς συγχρόνως να αλλάζεις τους ρόλους. Αυτά, για το μέσο έλληνα, που είμαστε ένας σχετικά ανώριμος λαός, είναι πολύ δύσκολα. Δεν ξέρω αν συμφωνεις…  

Κρ.Π.: Ένας λαός που κυρίως μιμείται εδώ και δεκαετίες, δεν μπορεί να είναι ώριμος. Κι όταν δεν δημιουργεί κυρίως κάτι αυθεντικό.

Γ.Μπρ.: Η αυθεντικότητα δεν θα μπορούσε να μη χαθεί, εφόσον εδώ και δεκαετίες είμαστε αποκομμένοι από το παρελθόν μας. Αν πηγαίναμε στην πηγή, όμως, δεν θα διψούσαμε!-


Info1
«H Καύση», μαύρη κωμωδία του Στράτου Τζίτζη

Ο Στράτος Τζίτζης, μετά το Σώσε Με και το 45m2, παρουσιάζει το πρώτο του θεατρικό έργο, μια μαύρη κωμωδία για έναν κόσμο… υπό διάλυση:  «Η Καύση αποτελεί μια «κρυφή» αλληγορία πάνω στη σημερινή κρίση αξιών. Με αφορμή μια οριακή κατάσταση -τη διαχείριση ενός θανάτου- και με αρκετό χιούμορ, ερχόμαστε αντιμέτωποι με τον «μεταπολιτευτικό» μας εαυτό στις διάφορες εκδοχές του, όπως αντιπροσωπεύονται από τα πέντε πρόσωπα του έργου και… το νεκρό»
 
Κείμενο – σκηνοθεσία: Στράτος Τζίτζης, Σκηνικά – κοστούμια: Μαγδαληνή Αυγερινού, Φωτισμοί: Κωστής Γκίκας, Μουσική: Last Drive, Φωτογραφίες: Νύσος Βασιλόπουλος, Καλλιτεχνική σύμβουλος: Ισμήνη Καριωτάκη , Βοηθοί σκηνοθέτη: Ελένη Σταμουλακάτου, Εύα Οικονόμου-Βαμβακά. Ερμηνεύουν: Γωγώ Μπρέμπου, Γιώργος Χρανιώτης, Νίκος Γεωργάκης, Ιωάννα Μαυρέα, Βασιλική Τρουφάκου

Olvio, Ιερά Οδός 67 και Φαλαισία 7, 11855 Γκάζι, 2103414118, Κυριακή, Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη: 21.15


Info2

«Έγκλημα στα παρασκήνια», αστυνομικό του Γιάννη Μαρή

Σκηνοθεσία – Διασκευή: Κ. Μπερδέκα, Ερμηνεύουν: Γ. Βουβάκης, Ερρ. Λίτσης, Μ. Μπαϊρακτάρη, Γ. Μπρέμπου. Σκην.-κοστ.: Ν. Αναγνωστόπουλος. Φωτ.: Τάσος Παλαιορούτας.

Από Μηχανής Θέατρο, Ακαδήμου 13, (πίσω από το ΙΚΑ της Πειραιώς),, Μεταξουργείο, Τηλ.: 2105231131. Παρασκευή και Σάββατο: 21.30, Κυριακή: 18.00.