Η Αρκτική διαθέτει τεράστια κοιτάσματα ορυκτού πλούτου, καθώς και δυνατότητες ανάπτυξης της στρατιωτικής δύναμης των γειτονικών κρατών. Επίσης, λόγω κλιματικής αλλαγής, με το λιώσιμο των πάγων θα ανοίξει ένας νέος θαλάσσιος δρόμος. Κατά συνέπεια, η γεωπολιτική σημασία του νέου δρόμου του μεταξιού βρίσκεται αρκετά ψηλά στην πολιτική ατζέντα των χωρών του βορρά, αλλά και όχι μόνο.

Ads

 
Για τις χώρες που βρίσκονται κοντά στην Αρκτική, όπως είναι η Ρωσία, οι Η.Π.Α ο Καναδάς, η Νορβηγία και η Δανία, η κατοχή αυτού του πλούτου εγγυάται ένα μέλλον οικονομικής ευημερίας.
 
Οι ηγέτες των κρατών αυτών έχουν πλέον επιδοθεί σε μάχες για την κατάκτηση του παγωμένου «άγνωστου», σε αγώνες ταχύτητας για το ποιός θα προλάβει να καρφώσει πρώτος την σημαία του στον πλούσιο βυθό.
 
Ωστόσο, για να γίνει αυτό χωρίς να προκύψουν «θερμά» επεισόδια, το κάθε κράτος πρέπει να εδραιώσει την επιχειρηματική αλλά και την στρατιωτική του θέση και δύναμη στην ευρύτερη επικράτεια.       
 
Σύμφωνα με τις τελευταίες περιβαλλοντικές μελέτες λόγω της κλιματικής αλλαγής, η θαλάσσια οδός της Αρκτικής θα είναι πλόιμη το αργότερο μέχρι τα μισά του αιώνα, αποτελώντας έναν δρόμο πολύ συντομότερο για τα πλοία που ταξιδεύουν από την Ασία στην Ευρώπη, σε αντίθεση με την πιο μακρινή, αλλά και πιο «επικίνδυνη» διαδρομή μέσω της διώρυγας του Σουέζ.
 
Ήδη ο αριθμός των πλοίων που διασχίζει την Αρκτική έχει αυξηθεί σημαντικά, καθώς το 2010 οι διαχειριστές του Βόρειου Θαλάσσιου Περάσματος έδωσαν άδεια σε 4 πλοία να διασχίσουν την παγωμένη θάλασσα. Το 2012 ο αριθμός αυξήθηκε στα 46, ενώ νωρίτερα αυτό τον μήνα 270 πλοία εξουσιοδοτήθηκαν να διασχίσουν την Αρκτική. 
 
image

Για την Ρωσία η Αρκτική αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες πηγές πλούτου, η οποία ταυτοχρόνως είναι εύκολα εκμεταλλεύσιμη, εφ’ όσον είναι η μόνη οδός ναυσιπλοΐας, που βρίσκεται εξ’ ολοκλήρου εντός εθνικών υδάτων και χρησιμοποιείται για εσωτερικές θαλάσσιες διαδρομές.
 
Όπως δήλωσε ο Βλαντίμιρ Εβσεγεφ, διευθυντής του Κέντρου Κοινωνικών και Πολιτικών Σπουδών, στην Φωνή της Ρωσίας, «δεδομένου ότι έχουν εξαντληθεί οι πρώτες ύλες που βρίσκονται στο ηπειρωτικό τμήμα της Ρωσίας, η χώρα αναγκάζεται να εξερευνήσει άλλες περιοχές, όπου υπάρχουν εκμεταλλεύσιμες πηγές ενέργειας, όπως είναι το φυσικό αέριο. Επιπλέον λαμβάνοντας υπ’ όψιν την υπερθέρμανση του πλανήτη που πρόκειται να κάνει προσπελάσιμη την περιοχή καθώς και την απουσία πειρατών, η ζώνη της Αρκτικής τοποθετείται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της Ρωσίας, εφόσον προσφέρει πιθανότητες ανάπτυξης». 
 
Ωστόσο απρόβλεπτες παράμετροι μπορούν να εμποδίσουν αυτή την ανάπτυξη, όπως είναι πιθανές οι συγκρούσεις με χώρες που συνορεύουν με την Αρκτική και έχουν αντικρουόμενα συμφέροντα.
 
Όπως είπε ο Κονσταντίν Σίβκοβ, πρώτος αντιπρόεδρος της ρωσικής Ακαδημίας Γεωπολιτικών Προβλημάτων, στο ίδιο μέσο, «οι υπόλοιπες χώρες έχουν βλέψεις για την περιοχή που όλο ένα και αυξάνονται. Άλλωστε οι Η.Π.Α έχουν αναγγείλει ότι η Ρωσία δεν έχει το δικαίωμα να διεκδικεί την εκμετάλλευση της περιοχής μονομερώς. Γιαυτό το λόγο η Ρωσία θα κληθεί να προασπίσει τα συμφέροντα της όχι μόνο μέσω της πολιτικής και διπλωματικής οδού αλλά χρησιμοποιώντας και στρατιωτικές και στρατηγικές μεθόδους. Η διπλωματία είναι αποτελεσματική μόνο αν υποστηρίζεται από τη οικονομική και στρατιωτική δύναμη του κράτους».    
 
Ήδη η Μόσχα έχει μπει σε εμπόλεμη κατάσταση για το κρίσιμο σταυροδρόμι του πλανήτη. Προσπαθώντας να εξαλείψει τους κινδύνους που απειλούν την επικράτησή της στους πάγους, το Κρεμλίνο σχεδιάζει την αναβάθμιση της δομής των στρατιωτικών, οικονομικών και τεχνικών προμηθειών των ενόπλων δυνάμεων.
 
Στο ίδιο σχέδιο, οι ρωσικές αρχές ανέλαβαν την επαναλειτουργία των αεροδρομίων του χωριού Tiksi και του νησιού Kotelny, ενώ τον επόμενο χρόνο θα διεξαχθούν διεργασίες για την αποκατάσταση του βορειότερου αεροδρομίου που βρίσκεται στο νησί Graham Bell.
 
Το ενδιαφέρον όμως δεν προέρχεται μόνο από τις χώρες που βρέχονται από τον αρκτικό ωκεανό. Η Κίνα έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για να μην μείνουν στην «απ’ έξω».
 
Ειδικότερα, τον Απρίλιο το Πεκίνο υπέγραψε μια συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών με την Ισλανδία και τον Μάιο έκανε αίτηση στο Αρκτικό Συμβούλιο, για το καθεστώς του επιτηρητή, κάτι που εν τέλει πέτυχε.
 
Στη συνέχεια η μεγαλύτερη κινέζικη κρατική ναυτιλιακή εταιρεία έχει αποστείλει ένα φορτηγό πλοίο στο Ρότερνταμ μέσω της θάλασσας της Αρκτικής, πάνω από τη Ρωσία, που έφτασε στον προορισμό του στις 11 Σεπτεμβρίου.  
 
Το ενδιαφέρον δεν είναι μόνο κρατικό. Η Shell αν και μετά την διαρροή πετρελαίου στη Βόρεια Θάλασσα, που αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες οικολογικές καταστροφές των τελευταίων ετών, είχε σταματήσει τη δραστηριότητα του στην Αρκτική, τώρα σύμφωνα με το FuelFix, σκοπεύει να επιστρέψει στην περιοχή, σε περιορισμένη κλίμακα μέσα στο 2014.
 
image

«Η εταιρεία θα υποβάλει σύντομα ένα ευρύ σχέδιο γεώτρησης στη Chukchi Sea με τις ομοσπονδιακές ρυθμιστικές αρχές στο Υπουργείο Εσωτερικών. Ωστόσο δεν θα επιδιώξει εξόρυξη πετρελαίου μέσα στο 2014, στην Θάλασσα Μποφόρ, όπου βρισκόταν το Kulluk πέρσι», γράφει το FuelFix. Από τη άλλη πλευρά, ένας εκπρόσωπος της εταιρείας, υπογράμμισε ότι η Shell, δεν σκοπεύει να επιστρέψει στην Αρκτική ακόμα. Σημειώνεται, βέβαια, ότι η Shell έχει επενδύσει 5 δις δολάρια στα σχέδιά της για την Αρκτική.
 
«H Shell έχει κριθεί ακατάλληλη να δραστηριοποιηθεί στην περιοχή της Αρκτικής, που φημίζεται για την απαράμιλλη ομορφιά της. Τον Απρίλη υπέγραψε συμφωνία με τον ρωσικό κολοσσό Gazprom, ο οποίος είναι μια από τις πιο αναξιόπιστες εταιρείες εξόρυξης πετρελαίου. Η Shell δεν έχει πλέον επιλογές και διακινδυνεύει την φήμη της με συνεργασίες που άλλες εταιρείες θεώρησαν ιδιαίτερα ριψοκίνδυνες», σχολίασε σχετικά ο Μπεν Άιλιφ, μέλος της Greenpeace.

Ads