«Υπάρχει άραγε εξουσία , είπε ο πρώτος τυφλός. Δεν φαντάζομαι, αλλά και να υπάρχει, θα είναι μια εξουσία τυφλών που θέλουν να κυβερνούν τυφλούς, σαν να λέμε το τίποτα θέλει να οργανώσει το τίποτα»[…]

Ads

Αναπνέουμε το ίδιο σκοτάδι κι όμως ο καθένας αλλιώς παραπατά, άλλα βήματα βρε αδερφέ και καλά κάνει, αλλά γιατί τόσο εξόφθαλμα να στερούμαστε προσανατολισμού.

Γιατί να έχουμε προσανατολισμό θα με ρωτήσετε και καλά θα κάνετε. Έτσι για αλλαγή, να πούμε ότι η βάρκα θα πάει παρακάτω, που σηκωθήκαμε όλοι όρθιοι και κινούμαστε σε πορείες αντίθετες και πώς να κάνει δουλειά ο βαρκάρης κι αυτός τυφλός είναι ο έρμος.

Και δε μιλώ για πρωθυπουργό στο όνομα του βαρκάρη,γιατί ο βαρκάρης ξέρει τουλάχιστον ένα κουπί να το πιάνει, με αυτό βγάζει το ψωμί του, μ’αυτό και την κυρά του.

Ads

Ας ξεκουνάγαμε τη βάρκα , έστω δύο λεύγες παρακεί, να αλλάξουμε νερά και παραστάσεις, να κατουρήσουμε κι αλλού κι ας επιστρέψουμε μετά πίσω στο μόλο, ούτως ή άλλως το σκοινί μας βγήκε λίγο , βάρκα κι αυτή με περιλαίμιο σκύλου, σαν και αυτούς που οδηγούν κάποιους τυφλούς.

Σε μια χώρα – συγχωρέστε μου τη λέξη για άλλη μια φορά – όπου οι τυφλοί πολλαπλασιάζονται όσο δίνονται συντάξεις αναπηρίας και κατορθώνουν οι τυφλοί να ‘χουν δυο μάτια αετίσια κάθε που στέκονται ουρά να την τσεπώσουν, χάθηκε να τσοντάρουμε να πάρουμε και λίγο σκοινί παραπάνω για τη βάρκα;

***
Ζοζέ Σαραμάγκου – Περί τυφλότητος ,  εκδόσεις Καστανιώτης

Γιος κι εγγονός ακτημόνων αγροτών, ο Ζοζέ Σαραμάγκου γεννήθηκε στο χωριό Αζινιάγκα, στην επαρχία Ριμπατέζου, στις 16 Νοεμβρίου του 1922. Παρακολούθησε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (γενική και τεχνική), την οποία όμως, για οικονομικούς λόγους, δεν μπόρεσε να συνεχίσει. Η πρώτη του δουλειά ήταν σιδηρουργός, ενώ κατόπιν άσκησε διάφορα επαγγέλματα: σχεδιαστής, υπάλληλος υγείας και κοινωνικής πρόνοιας, μεταφραστής, εκδότης, συγγραφέας, δημοσιογράφος. Δημοσίευσε το πρώτο του βιβλίο, ένα μυθιστόρημα (Γη της αμαρτίας), το 1947, ενώ ακολούθησε μεγάλο διάστημα χωρίς άλλες δημοσιεύσεις, ως το 1966.

Εργάστηκε για δώδεκα χρόνια σε εκδοτικό οίκο, στη λογοτεχνική διεύθυνση και τη διεύθυνση παραγωγής. Το 1972 και 1973 συμμετείχε στη σύνταξη της εφημερίδας Diário de Lisboa, όπου υπήρξε πολιτικός σχολιαστής, ενώ ταυτόχρονα συντόνιζε για ένα χρόνο το πολιτιστικό ένθετο της ίδιας εφημερίδας. Έλαβε μέρος στην πρώτη διεύθυνση της Πορτογαλικής Ένωσης Συγγραφέων και υπήρξε πρόεδρος της Γενικής Συνέλευσης της Πορτογαλικής Κοινωνίας Συγγραφέων την περίοδο 1987-1994. Από το Φεβρουάριο του 1993, εκνευρισμένος με την Εκκλησία της Πορτογαλίας, εγκατέλειψε την πατρίδα του και αποφάσισε να ζει στο νησί Λανθαρότε, του αρχιπελάγους των Καναρίων, στην Ισπανία. Το 1998 του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας. Πέθανε το 2010.

Πηγή: culturanimi