«Τι παιδεία θέλουμε;». Ο πανεπιστημιακός, Τάκης Πολίτης απαντά στην Αναστασία Καλαφάτη. Μιλάει για την «επίθεση στο δημόσιο πανεπιστήμιου» που είναι «καλά σχεδιασμένη» πριν από την κρίση, την άνοδο της Χρυσής Αυγής αλλά και το αντιφασιστικό κίνημα.

Ads

 
Τι σημαίνει η λέξη «Παιδεία»;
 
Ως Παιδεία θεωρείται το αποτέλεσμα της νοητικής και ψυχικής καλλιέργειας ενός ατόμου, με άλλα λόγια, το σύνολο των γνωστικών, πνευματικών, συναισθηματικών, κοινωνικών αρχών, αξιών, στάσεων και σχημάτων που το κάθε άτομο οικοδομεί. Ο όρος «Παιδεία» συχνά συγχέεται με τον όρο «Εκπαίδευση». Η εκπαίδευση είναι η διαδικασία μέσω της οποίας οικοδομείται η Παιδεία, χωρίς όμως να σημαίνει ότι η Παιδεία αποτελεί αποκλειστικά και μόνο αποτέλεσμα της Εκπαίδευσης, δηλ. του εκπαιδευτικού συστήματος. Στην μαθητική ηλικία, η παιδεία συνιστά κυρίως απόρροια της επίδρασης του εκπαιδευτικού συστήματος, όμως σε σημαντικό βαθμό συνδιαμορφώνεται και από ερεθίσματα και προσλαμβάνουσες που προέρχονται από το οικογενειακό και το ευρύτερο κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον. Η παιδεία είναι δυναμική, με την έννοια ότι συνεχίζει να διαμορφώνεται και μετά την αποφοίτηση από την όποια τελευταία βαθμίδα εκπαίδευσης, συνεχίζει να οικοδομείται σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ατόμου.
 
Θεωρείτε πως το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα στοχεύει ουσιαστικά στην Παιδεία;
 
Καταρχάς θεωρώ ότι ο όρος παιδεία δεν έχει για όλους μας το ίδιο περιεχόμενο, είναι μια έννοια ιδεολογικά χρωματισμένη και λόγω αυτού νοηματοδοτείται διαφορετικά από τον καθένα μας ανάλογα με την ιδεολογικοφιλοσοφική του αφετηρία. Αν και υπάρχει μια ευρεία συναίνεση επί της αρχής ότι κάθε εκπαιδευτικό σύστημα οφείλει να επιτελεί έργο σε δύο άξονες, τον γνωστικό και τον κοινωνικό, συντελώντας έτσι στην συγκρότηση της παιδείας των εκπαιδευόμενων, αντίθετα, σε ό,τι αφορά στο περιεχόμενο που περιλαμβάνουν και στις αρχές που διέπουν τους δύο αυτούς άξονες, υπάρχουν σοβαρές διαστάσεις. Οπότε θα έλεγα ότι δεν υφίσταται ένα συλλογικά αποδεκτό περιεχόμενο του όρου «Παιδεία» και συνήθως το ερώτημα στο οποίο καλούμαστε να απαντήσουμε είναι «Τι παιδεία θέλουμε».
 
Εσείς πώς απαντάτε στο ερώτημα «Τι παιδεία θέλουμε»;
 
Παιδεία και κοινωνία είναι δύο έννοιες που βρίσκονται σε αλληλεπίδραση. Κατά τη γνώμη μου το ερώτημα «τι παιδεία θέλουμε;» δεν μπορεί να απαντηθεί αν δεν απαντηθεί προηγούμενα το ερώτημα «τι κοινωνία θέλουμε;». Ζώντας σε μια καπιταλιστική κοινωνία είναι οξύμωρο να περιμένουμε από το εκπαιδευτικό της σύστημα να διδάσκει –με τρόπο έμπρακτο και πειστικό και όχι ως μια γενική ανθρωπιστική διακήρυξη- για παράδειγμα, την μη εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Και αυτό γιατί κάθε εκπαιδευτικό σύστημα, αυτό που κατά βάση καλείται να υπηρετήσει είναι η αναπαραγωγή του ίδιου του κοινωνικού συστήματος μέσα στο οποίο λειτουργεί. Μπορεί να αφήνονται μεν κάποια περιθώρια για να εκφραστούν «αιρετικές» απόψεις, το σύστημα όμως φροντίζει παράλληλα οι απόψεις αυτές να βρίσκονται υπό τον έλεγχό του και χρησιμοποιεί ακριβώς αυτήν την επιτηρούμενη δυνατότητα έκφρασής τους ως «απόδειξη» πλήρους ελευθερίας. Οι αιρετικές αυτές απόψεις μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να δημιουργούν ρωγμές, να λειτουργούν προπαρασκευαστικά, δεν επαρκούν όμως για τη μετάβαση από ένα κοινωνικό σύστημα σε κάποιο άλλο. Από αυτή την άποψη η Παιδεία την οποία θέλω, έτσι όπως εγώ εννοιοδοτώ τον όρο, είναι αυτή που θα αντιπαλεύει το κυρίαρχο καπιταλιστικό σύστημα και θα στοχεύει στη δημιουργία μιας άλλης κοινωνίας χωρίς εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους, χωρίς διακρίσεις και αδικίες, μιας κοινωνίας χειραφετημένης, με αυτοοργάνωση και αμεσοδημοκρατικές λειτουργίες.
 
Το δημόσιο πανεπιστήμιο βάλλεται συστηματικά τα τελευταία χρόνια, αποκομμένο από διεθνείς βιβλιοθήκες, χωρίς νέους/ες καθηγητές/τριες και τώρα χωρίς τους αναγκαίους διοικητικούς υπαλλήλους. Πόσο αισιόδοξο μπορεί να είναι το μέλλον των πανεπιστημίων της χώρας;
 
Η επίθεση στο δημόσιο Πανεπιστήμιο δεν ξεκίνησε με την «έλευση» της οικονομικής κρίσης. Είναι σχεδιασμένη σε ευρωπαϊκό επίπεδο από τα τέλη της δεκαετίας του ’90, με την συνθήκη της Μπολόνια, και αποσκοπεί σε μια τριάδα τουλάχιστον στόχων: 1. στη δραστική συμπίεση του χώρου της δημόσιας και δωρεάν τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με περιορισμό του κρατικού κόστους και με παράλληλη όρθωση ταξικών φραγμών στη μόρφωση, 2. στην πριμοδότηση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, με τις κατάλληλες εθνικές νομοθετικές αλλαγές και την υιοθέτηση σχετικών ντιρεκτίβων της ΕΕ, προς την κατεύθυνση της δημιουργίας «ιδιωτικών πανεπιστημίων» και 3. στον ασφυκτικό εναγκαλισμό της όποιας εναπομένουσας δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την αγορά, ώστε να μπορεί η τελευταία, με στοιχειώδη οικονομικά ανταλλάγματα, να καθοδηγεί το ερευνητικό έργο μέσα στα πανεπιστήμια προς τις περιοχές ενδιαφέροντος της, αρκετές φορές προδιαγράφοντας και τα επιθυμητά για αυτήν ερευνητικά αποτελέσματα.
 
Η επίθεση ενάντια στο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο είναι καλά σχεδιασμένη και βασισμένη σε μια τακτική που επανειλημμένα έχει χρησιμοποιηθεί διεθνώς. Στην αρχή, εφαρμόζεται η συνειδητή υπονόμευσή του, αφού η ίδια η πολιτεία δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που έχει απέναντι στα Πανεπιστήμια, όπως είναι ο επαρκής προϋπολογισμός, το διδακτικό και διοικητικό προσωπικό, οι υποδομές, η φοιτητική μέριμνα. Στη συνέχεια η πολιτεία ασκεί κριτική προς τα Πανεπιστήμια και τους πανεπιστημιακούς δασκάλους για τα προβλήματα που ακριβώς η δική της πολιτική δημιούργησε. Τα προβλήματα είναι όντως υπαρκτά, όμως ως φταίχτης, με την συμβολή των κυρίαρχων ΜΜΕ, κατηγορούνται τα ίδια τα Πανεπιστήμια. Έτσι επικοινωνιακά το έδαφος είναι ήδη έτοιμο για να γίνει και το τελευταίο βήμα: η εκχώρησή τους στην ιδιωτική πρωτοβουλία ή το κλείσιμό τους. Το μέλλον των Πανεπιστημίων της χώρας είναι εξαιρετικά δυσοίωνο. Ένα μέρος των πανεπιστημιακών Τμημάτων θα κλείσει, εφαρμόζοντας την δέσμευση του 1ου μνημονίου που προβλέπει μείωση κατά 30% του χώρου της Παιδείας και το υπόλοιπο μέρος θα συνεχίσει να λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια μεταλλασσόμενο σε κάτι που δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε πριν από λίγα χρόνια, σε κάτι που δεν θα έχει καμία σχέση με το Πανεπιστήμιο ως χώρο ελεύθερης έρευνας, διδασκαλίας και διακίνησης ιδεών.
 
Θεωρείτε πως οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των δασκάλων, πανεπιστημιακών και μη, έπραξαν και πράττουν τα δέοντα για τα συνεχόμενα χτυπήματα που δέχεται η εκπαίδευση τα τελευταία χρόνια;
 
Τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των εκπαιδευτικών, αλλά όλων των εργαζομένων, αλλά και συνολικά τα κοινωνικά κινήματα, δεν κατάφεραν να δώσουν μια απάντηση που να αντιστοιχεί στα πρωτοφανή αντιλαϊκά μέτρα που στα πλαίσια των μνημονίων εφαρμόζουν οι πρόθυμες ελληνικές κυβερνήσεις.
 
Πώς εξηγείτε αυτήν την ανεπαρκή αντίδραση;
 
Οι λόγοι κατά την άποψή μου είναι αρκετοί. Πρώτα από όλα η σφοδρότητα της επίθεσης που έχει σοκάρει την ελληνική κοινωνία, είναι γνωστό εξ άλλου το πόνημα της Naomi Klein που περιγράφει αναλυτικά τις υποτονικές κοινωνικές αντιδράσεις σε παρόμοιες σφοδρές επεμβάσεις μηχανισμών «διάσωσης». Έπειτα, στην μεταπολιτευτική Ελλάδα, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε την συστηματική καλλιέργεια του «εγώ» έναντι του «εμείς», πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα την -σε πολύ μεγάλο βαθμό- απαξίωση της συλλογικής συνείδησης και δράσης.
 
Οι ίδιες οι συνδικαλιστικές παρατάξεις, αλλά και τα πολιτικά κόμματα στα οποία αναφέρονται, δεν έχουν ευθύνες;
 
Βεβαίως και έχουν. Ο προσχηματικός και ταυτόχρονα αναποτελεσματικός συνδικαλισμός που συστηματικά ασκείτο –και που σε πολλές περιπτώσεις εξακολουθεί να ασκείται ακόμα και σήμερα- με ευθύνη των παρατάξεων που πρόσκεινται στα μέχρι χτες κόμματα εξουσίας ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, δηλ. ο κυβερνητικός και ο εργοδοτικός συνδικαλισμός, επέδρασε αρνητικά σε σημαντική μερίδα εργαζομένων απαξιώνοντας τη συνδικαλιστική οργάνωση και δράση στα μάτια τους. Από την άλλη μεριά, οι ατελέσφορες – τουλάχιστον μέχρι σήμερα – συνδικαλιστικές αντιδράσεις νομίζω ότι οφείλονται και στην ατολμία των παρατάξεων που πρόσκεινται στα κόμματα της κοινοβουλευτικής αριστεράς, να αντιπαρατεθούν με αποφασιστικότητα στην επίθεση, ξεφεύγοντας από αγκυλώσεις περί «νομιμότητας», φτάνοντας κάποιες φορές οι συνδικαλιστικές ηγεσίες να υστερούν σημαντικά σε μαχητικότητα σε σχέση με τη βάση, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την μη υλοποίηση της, με πρωτοφανή συμμετοχή και υψηλότατα ποσοστά αποφασισθείσας, απεργίας της ΟΛΜΕ κατά τις πανελλαδικές εξετάσεις τον Ιούνη του 2013.
 
Έχετε αισθανθεί ως πανεπιστημιακός δάσκαλος να διώκεστε για τις απόψεις σας;
 
Εντός του Πανεπιστημίου μου όχι. Αλλά βρέθηκα στο εδώλιο του κατηγορουμένου, με αυτεπάγγελτη παρέμβαση εισαγγελέα, για συνδικαλιστική δράση, ουσιαστικά λοιπόν για απόψεις μου που τις υλοποιούσα.
 
Η οικονομική κρίση έφερε άνοδο της Χρυσής Αυγής. Ήταν ζήτημα απόγνωσης;
 
Είναι σωστή η άποψη πως η οικονομική κρίση λειτουργεί ως θερμοκήπιο για την ανάπτυξη του φασισμού. Είναι όμως λάθος ο ισχυρισμός πως η οικονομική κρίση αναπόφευκτα επιφέρει την αύξηση του φασιστικού φαινομένου. Παραδείγματα χωρών που οι κοινωνίες τους δεινοπάθησαν κάτω από οικονομική κρίση χωρίς ταυτόχρονα να υπάρξει ανάπτυξη του φασιστικού φαινομένου έχουμε πολλά. Ενδεικτικά θα αναφέρω την Αργεντινή κατά την προηγούμενη δεκαετία, αλλά και τις σύγχρονες περιπτώσεις της Ισπανίας, Πορτογαλίας και Ιρλανδίας.
 
Που οφείλεται η άνοδος της Χρυσής Αυγής;
 
Οι απαντήσεις σε κοινωνικά ερωτήματα, όπως αυτό της αύξησης της επιρροής της Χρυσής Αυγής, είναι κατά τη γνώμη μου σύνθετες και όχι μονοσήμαντες. Τμήματα των υποστηρικτών της Χρυσής Αυγής έλκονται από το αντιμνημονιακό της λόγο και από το δήθεν αντισυστημικό χαρακτήρα της. Δεν παρατηρούν όμως ότι ο αντιμνημονιακός της λόγος παραμένει μόνο λόγος; Πότε η Χρυσή Αυγή κάλεσε σε αντιμνημονιακή συγκέντρωση διαμαρτυρίας, σε αντιμνημονιακή πορεία; Ποτέ! Οι οπαδοί της μπορούν να μας πουν ποια ακριβώς κομμάτια του συστήματος είναι αυτά που «μάχεται» η Χρυσή Αυγή; Μήπως τους εφοπλιστές, που οι βουλευτές της ψήφισαν υπέρ των φοροαπαλλαγών τους; Μήπως τους τραπεζίτες, που οι βουλευτές της ψήφισαν επίσης υπέρ του ξεπουλήματος του υγιούς τμήματος της Αγροτικής Τράπεζας στην Τράπεζα Πειραιώς του Σάλλα, με αποτέλεσμα χιλιάδες αγρότες να κινδυνεύουν να χάσουν τα υποθηκευμένα  στην Αγροτική χωράφια τους; Δεν υπάρχει απολύτως καμία έμπρακτη αντίδραση της Χρυσής Αυγής απέναντι στο σύστημα, το αντίθετο μάλιστα, η Χρυσή Αυγή αποτελεί μέρος του συστήματος! Αυτό που βλέπουμε είναι οι συμμορίες της Χρυσής Αυγής να κτυπάνε, να μαχαιρώνουν και να δολοφονούν μετανάστες, ρομά, αντιφασίστες, αριστερούς, αναρχικούς. Αυτοί είναι το σύστημα που υποτίθεται ότι μάχεται η Χρυσή Αυγή;
 
Επομένως, η άνοδος της Χρυσής Αυγής δεν ήταν ζήτημα αποδοχής ιδεών φασισμού και ρατσισμού;
 
Δεν πρέπει ούτε να παραβλέπουμε, ούτε να διστάζουμε να πούμε ότι εδώ και κάτι λιγότερο από ένα αιώνα, στην Ελλάδα πάντα υπήρχε ένα κομμάτι της κοινωνίας που όχι μόνο υιοθετούσε φασιστικές, ρατσιστικές, εθνικιστικές, αντικομμουνιστικές και αντισημιτικές απόψεις, αλλά και χρησιμοποιούσε τη βία ως εργαλείο επιβολής αυτών των απόψεων. Από την οργάνωση 3 Έψιλον, όπως λεγόταν χαρακτηριστικά η πρώτη ελληνική φασιστική οργάνωση «Εθνική Ένωσις Ελλάς» που εμφανίστηκε στη Θεσσαλονίκη το 1927, την Εθνική Οργάνωση Νεολαίας του Μεταξά το ‘36, τους ταγματασφαλίτες, τις συμμορίες του Σούρλα στη Θεσσαλία και του Μαγγανά στη Μεσσηνία, την οργάνωση «Χ» του Γεωργίου Γρίβα, όλοι τους συνεργάτες των Γερμανών στην κατοχή, μέχρι το παρακράτος της δολοφονίας Λαμπράκη, τη χούντα των συνταγματαρχών, την ΕΠΕΝ των πρώτων χρόνων της μεταπολίτευσης και την Χρυσή Αυγή σήμερα, όλα αυτά τα μορφώματα αποτελούν κρίκους στην ίδια αλυσίδα του φασιστικού φαινομένου στην Ελλάδα. Ένα κομμάτι λοιπόν των ψηφοφόρων, και κυρίως των μελών της Χρυσής Αυγής, πολύ ενσυνείδητα και ξεκάθαρα αυτόν ακριβώς τον νεοναζιστικό, φασιστικό και ρατσιστικό χαρακτήρα της οργάνωσης ενστερνίζονται και για αυτό ακριβώς την υποστηρίζει.
 
Τι είναι επομένως οι ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής;
 
Είναι αλήθεια ότι στις εκλογές του Μάη και του Ιούνη του 2012 ένα κομμάτι των ψηφοφόρων της πράγματι δεν γνώριζε τι ψήφιζε. Και ακριβώς στο σημείο αυτό από τη μια μεριά είναι εξόφθαλμα φανερή η τραγική έλλειψη παιδείας ενός σημαντικού κομματιού της ελληνικής κοινωνίας και από την άλλη αναδεικνύεται η εξαιρετική σημασία της παιδείας για την αντιμετώπιση και του φασιστικού φαινομένου. Σήμερα όμως, και ειδικά μετά από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και τα όσα είδαν το φως της δημοσιότητας σχετικά με τους συλληφθέντες χρυσαυγίτες, κανείς πλέον δεν δικαιούται να μην γνωρίζει τι πραγματικά είναι η Χρυσή Αυγή. Ένα κράμα νεοναζιστών που υμνούν τον Χίτλερ, πλαισιωμένοι από φουσκωτούς των γυμναστηρίων, μπράβους και νονούς της νύχτας. Κοντολογίς, όσοι σήμερα εξακολουθούν να υποστηρίζουν τη Χρυσή Αυγή είναι είτε πνευματικά απαίδευτοι και πολιτικά ηλίθιοι, είτε φασιστικά και νεοναζιστικά καθάρματα.
 
Θεωρείτε ότι η σύλληψη των μελών της Χρυσής Αυγής θα οδηγήσει στην εξάλειψή της;
 
Από την επομένη κιόλας των συλλήψεων των βουλευτών και των μελών της Χρυσής Αυγής φάνηκε καθαρά ότι η κυβερνητική πρωτοβουλία ήταν και εξόφθαλμα ιδιοτελής και αντικειμενικά ημιτελής. Ο κρατικός «αντιφασισμός» ξεφούσκωσε πολύ γρήγορα. Η μη προφυλάκιση σωρείας στελεχών της εγκληματικής οργάνωσης δεν αφήνει άλλα περιθώρια ερμηνείας: το αστικό σύστημα, κυβέρνηση, αστυνομία και δικαιοσύνη, ούτε πραγματικά θέλει, γιατί του είναι χρήσιμη, ούτε ολοκληρωμένα μπορεί, γιατί αποτελεί μέρος του, να διαλύσει τη Χρυσή Αυγή. Όχι, οι συλλήψεις αυτές δεν αρκούν για να οδηγήσουν στην εξάλειψη της Χρυσής Αυγής.
 
Ποιος είναι ο ρόλος της Αριστεράς απέναντι στον φασιστικό παροξυσμό;
 
Η στάση της ευρύτερης Αριστεράς απέναντι στη φασιστική πρόκληση όλη την προηγούμενη περίοδο δεν με ικανοποιεί, αφού φάνηκε πολιτικά διστακτική και με χαμηλά αγωνιστικά αντανακλαστικά. Θέλω να πιστεύω ότι μετά τις τελευταίες εξελίξεις θα κινητοποιηθεί, θα ριζοσπαστικοποιηθεί, θα υποστηρίξει ενεργά -χωρίς να επιχειρήσει να το οικειοποιηθεί- το αντιφασιστικό κίνημα, το μόνο που μπορεί να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτή τη μάχη με τους φασίστες.
 
Ποιος είναι ο κρίσιμος παράγοντας για την αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής; 
 
Αναμφισβήτητα το μαζικό μαχητικό αντιφασιστικό κίνημα. Η αντιμετώπιση των φασιστών είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να την αφήσουμε εξ ολοκλήρου στην κυβερνητική πρωτοβουλία, στην «αμερόληπτη» δικαιοσύνη και στην «δημοκρατική» ελληνική αστυνομία. Το κίνημα στο δρόμο πρέπει να δώσει τη δική του απάντηση. Μόνο ένα μαχητικό αντιφασιστικό κίνημα μπορεί να ξαναβάλει τους φασίστες στις τρύπες τους. Η ιστορία του παγκόσμιου αντιφασιστικού κινήματος μας δείχνει ότι για το αποτελεσματικό χτύπημα του φασισμού χρειάζονται μεν, αλλά δεν επαρκούν δε, οι ανακοινώσεις καταγγελίας, οι αναλύσεις και τα λογικά επιχειρήματα, η αντιπληροφόρηση, η έλλειψη ελεύθερου χώρου δράσης των φασιστών στις γειτονιές, στα σχολεία, στους χώρους δουλειάς. Χρειάζεται απαραίτητα να αντιμετωπιστούν και στο δρόμο.
 
Αναφέρεστε σε ένα αντιφασιστικό κίνημα που θα περιλαμβάνει όλες τις πολιτικές δυνάμεις του λεγόμενου συνταγματικού τόξου;

Όχι βέβαια! Απέναντι στον όψιμο κυβερνητικό «αντιφασισμό» η οριοθέτησή του αντιφασιστικού κινήματος πρέπει να είναι ξεκάθαρη. Στο αντιφασιστικό κίνημα δεν χωράνε όλοι οι πολιτικοί χώροι. Και αυτό γιατί απλούστατα το αντιφασιστικό κίνημα δεν μπορεί να συμπεριλαμβάνει εκείνους τους πολιτικούς χώρους που με την πολιτική τους συνεχίζουν να οδηγούν κοινωνικά στρώματα στην φτωχοποίηση και στην εξαθλίωση, εκείνους δηλαδή που εξακολουθούν να προσφέρουν εύφορο έδαφος για την αύξηση της επιρροής της εγκληματικής συμμορίας της Χρυσής Αυγής.
 
Μπορεί το αντιφασιστικό κίνημα να είναι αποτελεσματικό;
 
Για να μπορέσει το αντιφασιστικό κίνημα να αποδειχθεί αποτελεσματικό, αφενός μεν απαιτούνται σταθερά μαχητικά αντανακλαστικά ώστε να μην επιτρέπεται στους φασίστες να εμφανίζονται στο δρόμο, αφετέρου δε απαιτείται η μεγαλύτερη δυνατή συμπόρευση και ο συντονισμός δράσης όλων των πολιτικών ρευμάτων της Αριστεράς και του αντιεξουσιαστικού χώρου. Μόνο ένα πλατύ, μαχητικό και αποφασισμένο αντιφασιστικό κίνημα, παίρνοντας την υπόθεση στα χέρια του, μπορεί να διαλύσει τους δολοφόνους νεοναζί.
 
Αρθρώνει σαφή αντιφασιστικό και αντιρατσιστικό λόγο η εκπαίδευση σήμερα;
 
Μπορώ πολύ πιο εύκολα να απαντήσω καταφατικά αναφερόμενος στους εκπαιδευτικούς της τάξης στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, αλλά δεν μπορώ με την ίδια ευκολία να απαντήσω καταφατικά και για τη διοίκηση της εκπαίδευσης. Να θυμηθούμε την παραπομπή, από τη Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, σε ΕΔΕ νηπιαγωγού στη Λευκάδα επειδή καρφίτσωσε στο ταμπλό της τάξης της όλες τις σημαίες, ανάμεσά τους και η αλβανική, που έφτιαξαν οι μικροί μαθητές της. Ας θυμηθούμε επίσης την απαγόρευση, από το διευθυντή του σχολείου, τραγουδιού με αναφορά στον Άρη Βελουχιώτη σε σχολική γιορτή στον Πύργο Ηλείας. Η συγκρότηση πρωτοβουλιών είτε σε πανελλαδικό επίπεδο αναφοράς, όπως είναι το Αντιφασιστικό Μέτωπο Παιδείας, είτε σε τοπικό, όπως είναι η Αντιφασιστική Επιτροπή Εκπαιδευτικών Θεσσαλονίκης, αποτελούν σημαντικές και απαραίτητες ενέργειες.
 
Ποιο είναι το αποτύπωμα της τελευταίας εμπειρίας σας με το Στόλο της Ελευθερίας στη Γάζα;
 
Αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο θέμα που εκτιμώ πως θα αδικηθεί αν ανοιχτεί στα περιορισμένα χρονικά πλαίσια αυτής της συζήτησης. Θα σας πω μόνο τούτο: η εμπλοκή μου γενικά με το παλαιστινιακό ζήτημα και όχι ειδικά με το Στόλο της Ελευθερίας, μου επανακαθόρισε, ή αν θέλετε μου σταθεροποίησε μια ιεράρχηση αξιών που μέχρι τότε την υιοθετούσα μεν σε θεωρητικό επίπεδο, αλλά η βιωματική της έλλειψη την καθιστούσε επισφαλή. Υπέρτατη αξία στην προσωπική κλίμακα αξιών μου είναι πλέον η αξιοπρέπεια και όχι η ανθρώπινη ζωή.
 
Είστε αισιόδοξος για το μέλλον;
 
Όσο συνεχίζεται η τρέχουσα μνημονιακή πολιτική βεβαίως και όχι. Το ζητούμενο είναι πώς η πολιτική αυτή θα ανατραπεί. Τα μηνύματα, τουλάχιστον όπως τα διαβάζω εγώ, δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά. Η ελληνική κοινωνία που στο πολύ μεγάλο μέρος της πλήττεται βάρβαρα από αυτήν την πολιτική, δεν φαίνεται –τουλάχιστον ακόμα- έτοιμη να αντιδράσει αποτελεσματικά. Ο φόβος, η προσπάθεια εξεύρεσης ατομικής λύσης, η λογική της ανάθεσης, το αίσθημα ηττοπάθειας κυριαρχούν σε μεγάλα κοινωνικά κομμάτια. Το σίγουρο είναι ότι η πολιτική αυτή δεν μπορεί να ανατραπεί για ένα μόνο κοινωνικό κομμάτι ενώ θα συνεχίσει να σαρώνει τα υπόλοιπα. Το ζητούμενο όμως είναι να επιτευχθεί μια πρώτη, εξαιρετικά σημαντική για τη συνέχεια νίκη, να δημιουργηθεί εκείνο το πρώτο ρήγμα που θα έχει σαν αποτέλεσμα την κατάρρευση ολόκληρου του μνημονιακού σχεδιασμού. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει «από τα πάνω», δεν μπορεί να έλθει ως δώρο εξ ουρανού. Θα πρέπει να κινητοποιηθούν οι «από τα κάτω», αποφασιστικά και μαζικά, όπως συμβαίνει από τις αρχές Σεπτεμβρίου με τους διοικητικούς των Πανεπιστημίων. Οι «πληβείοι» των Πανεπιστημίων μέχρι σήμερα (σ.σ. 19/11/2013) αντέχουν, μάχονται για όλους μας, τη στιγμή που οι περισσότεροι Σύλλογοι των «διανοούμενων» μελών ΔΕΠ, με λαμπρή εξαίρεση 3-4 Συλλόγους, δυστυχώς ασχολούνται με business as usual…

* Ο Τάκης Πολίτης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Ads