Ο Σαχτούρης εντάσσεται στην πρώτη μεταπολεμική γενιά, που διαδέχθηκε τους νεωτερικούς ποιητές του μεσοπολέμου. Το 1943 γνωρίστηκε με τον Νίκο Εγγονόπουλο, μια συνάντηση που στάθηκε καθοριστική για τον ποιητή Σαχτούρη. Τα εικαστικά στοιχεία στην ποίησή του είναι κυρίαρχα. Ομολογεί ο ίδιος: »Η ζωγραφική με βοήθησε πολύ στην ποίησή μου. Ορισμένα ποίηματά μου βγήκαν από οράματα ζωγράφων που είχα δει, και από εικόνες εν γένει. Αλλά αγαπώ και τη ζωγραφική σαν ζωγραφική. Αν δεν ήμουν ποιητής, θα ήθελα να είμαι ζωγράφος. Αυτά που ζωγραφίζω εγώ είναι ποιήματα, δεν είναι ζωγραφιές(….) Πολλές πικρίες ξεπέρασα με την εκτόνωση που κάνω γράφοντας αυτά τα ποιήματα». Του Δήμου Χλωπτσιούδη

Ads

Η εποχή που έζησε είναι ολόκληρος ο Κ΄ αιώνας: βίωσε την τραγική διάψευση της μικρασιατικής καταστροφής, τους σφαγιασμούς του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, της Κατοχής και του Εμφυλίου, τον ψυχρό πόλεμο και τις διεκδικήσεις ή τις διαψεύσεις για έναν δικαιότερο κόσμο. «Οι άνθρωποι εδώ γενήκαν ένα με την πέτρα», και αλλού «Η ποίησή μου είναι μια συνεχής αυτοβιογραφία. Μοιάζει – και πρέπει να διαβάζεται – σαν ένα είδος υποσυνείδητου ημερολογίου της ζωής μου ως σήμερα», λέει χαρακτηριστικά. Στην αρχή τουλάχιστον της μακρόχρονης πορείας του κατακρίθηκε από πολλούς, ειδικά από τους ποιητές της γενιάς του ’30.

Υιοθετεί μία ρεαλιστική απεικόνιση της καθημερινής πραγματικότητας. Ωστόσο, παραμένει αντιηρωικός ποιητής, εκφραστής και απολογητής της κατακερματισμένης και καθημαγμένης ανθρώπινης ύπαρξης. Ο διαρκής στοχασμός του πάνω στην έννοια της οδύνης, ως βαθύτερη ουσία και μοίρα της ανθρώπινης ύπαρξης, οδήγησε σε μια λιτή και ξεκάθαρη χαρτογράφηση του εσωτερικού πόνου του σύγχρονου ανθρώπου.

Απορρίπτει την παραδοσιακή γραφή και στρέφεται στον συμβολισμό και τον υπερρεαλισμό. Οικοδομεί το έργο του με εφιαλτικές εικόνες και σύμβολα, που πλησιάζουν περισσότερο τον εξπρεσιονισμό.

Ads

Αξίζει να σημειώσουμε ότι υπερτονίζει το παράλογο, ενώ από τον Υπερρεαλισμό από τον οποίον ξεκίνησε, κρατά την τολμηρή φαντασία και την παραίσθηση. Δεν αφομοιώθηκε στον υπερρεαλισμό και θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι ξέφυγε από αυτόν αποκτώντας μια καθαρά προσωπική φωνή. Έχει μάλιστα ειπωθεί πως ο κόσμος των ποιημάτων του είναι κλειστός, κρυπτικός, ατομικός (εξ’ ου και η δυσκολία άμεσης πρόσληψής τους) με ευαίσθητες κεραίες που συλλαμβάνουν τα μηνύματα της εποχής του. Μπορεί, λοιπόν, με ευκολία να χαρακτηριστεί ως ένας ποιητής του παραλόγου και του συμβολισμού.

Στη νέα στήλη μας για την Παιδεία, παρουσιάζουμε απόψεις για τον πολιτισμό και την εκπαίδευση καθώς και προτάσεις εναλλακτικής διδασκαλίας στα σχολεία. Μπορείτε να μας στείλετε γνώμες και προτάσεις σας, στο [email protected]

Το σαχτουρικό παράλογο δίνεται μέσω παραμορφωτικών έγχρωμων σχημάτων, με την αμφίδρομη κίνηση με αναιρετικό χαρακτήρα, μέσω ασύμβατης συνύπαρξη λέξεων που αναιρούν κάθε λογική λεκτική αναμονή, με αφύσικους μετασχηματισμούς που ανατρέπουν ακόμη και τη συμπαντική τάξη και με την εφιαλτική συνύπαρξη παιδικής αθωότητας με σκηνές φρίκης.
Η σταθερή δομή της ποίησής του αποτελείται από μια ιστορία–μήνυμα, τη «σκηνική» διάρθρωση και την «ιδεοπλαστική» εικόνα. Μικρά ποιήματα που ακολουθούν το σχήμα: εμπειρική αφορμή, μετασχηματισμός της εμπειρίας σε ποιητική φαντασίωση και ολοκλήρωση, τελική παραγωγή της ποιητικής εμπειρίας. Έτσι προκύπτουν τα σταθερά δομικά στοιχεία της ποίησής του: μια ιστορία-μήνυμα, σκηνική διάρθρωση, ιδεοπλαστική εικόνα (εικόνα/ζωγραφιά, που εκφράζει μια ιδέα).

Η χρήση συμβόλων που προέρχονται από τη φύση και την τεχνική, τους ανθρώπους, τα ζώα και τις μηχανές. Δίνονται παραμορφωμένα σε ένα σκηνικό χάους, φρίκης, απόγνωσης και βουβής διαμαρτυρίας. Διακρίνουμε μία χρήση κοινών μοτίβων, όπως το αίμα, τα παιδιά, το φεγγάρι, το μαχαίρι και σταθερά θέματα όπως τα φυτά, τα πουλιά, τα ζώα, ο ουρανός και τα άστρα, ενώ πάντα εντοπίζεται ένα έναρθρο ουσιαστικό στον τίτλο του ποιήματος.

Είναι ποιητής του ατομικού άγχους, αλλά μέσα στο έργο του είναι διάσπαρτος ο απόηχος του άγχους μιας ολόκληρης εποχής. Όμως, η ποίησή του δεν είναι απαισιόδοξη («πάντα θα ‘χουμε ανάγκη από ουρανό»).

Ποίηση εικονιστική, εικαστικά στοιχεία στην ποίησή του (μορφικά θυμίζει την κυβιστική ζωγραφική: σχήματα παραμορφωμένα, δυνατά χρώματα, αιφνιδιαστικοί συνδυασμοί).

Χρησιμοποίει ευρέως χρώματα με μία λιτότητα, κρυπτικότητα και αντιλυρισμό.  Εικόνες με αντιθετική συναρμογή και μεταφορική λειτουργία. Είναι φανερή η αγάπη του προς τη ζωγραφική και ορατές οι επιδράσεις του εξπρεσιονισμού. Ο ίδιος είχε χαρακτηρίσει την ποίησή του «ζωγραφισμένη» και είχε τονίσει ότι τα χρώματα είναι καθοριστικά για την ποίησή του, ιδιαίτερα το κόκκινο και το μαύρο. («το μαύρο και το κόκκινο του αίματος, το χρώμα της ζωής και των ημερών μου»).

Η γλώσσα του είναι απλή, ελλειπτική, λιτή, τραγική, σκυθρωπή και σοβαρή. Λεξιλόγιο λιτό, συνήθως έναρθρο προσηγορικό ουσιαστικό στον τίτλο του ποιήματος. Ο ποιητής τους συνήθως είναι αγέλαστος, πονεμένος, αηδιασμένος, έντρομος, κατεχόμενος από οράματα εφιαλτικά, λόγω των τραγικών βιωμάτων του, και γι αυτό ακριβώς νοσταλγός ενός χώρου υψηλότερου και καθαρότερου.

Για τον ποιητή ο μεταπολεμικός τεχνολογικός πολιτισμός προξένησε στον άνθρωπο ψυχική και πνευματική αλλοτρίωση, προκαλώντας κρίση και παρακμή των ουσιαστικών αξιών και νοημάτων της ανθρώπινης ζωής. Ο Σαχτούρης δεν μπόρεσε ποτέ να ανεχθεί τις κατεστημένες λογικές συμβάσεις, τα ευδαιμονικά μοντέλα προόδου και τις υποκριτικές ηθικές επιταγές που συνόδευσαν το μοντέρνο πολιτισμό. Αντιμετώπισε τον πολιτισμό της εποχής του ως ένα εφιαλτικό, σκοτεινό, απειλητικό και καταπιεστικό για τις πνευματικές αξίες της ανθρώπινης ζωής περιβάλλον, που του προκαλούσε οδύνη, δέος, ανησυχία, άγχος και αγωνία.

Ο Σαχτούρης, αν και βρίσκεται στον αντίποδα του πραγματικού σύγχρονου κόσμου του, δεν επιδιώκει την ανατροπή του, ούτε χρησιμοποιεί μια ενεργή επιθετικότητα. Ο αμυντικός του λόγος δεν ενδίδει στην ευκολία των κραυγαλέων καταγγελιών. Εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι να βγάλει το σπαραγμό μπροστά στην κρίση του μοντέρνου πολιτισμού. Στην ποίηση του Σαχτούρη οι δύο κόσμοι δε διαλέγονται, αλλά ούτε συγκρούονται. Μένουν χωριστοί και ακέραιοι ως δύο διαφορετικά συστήματα ζωής, συγκροτώντας ένα ενιαίο ποιητικό κοσμικό σύνολο για τον ποιητή.

Έζησε σε ταραγμένες εποχές οι οποίες διαμόρφωσαν καθοριστικά την ποιητική του. Η ποίησή του δεν είναι ελληνολατρική, δεν είναι μαχητικά κοινωνική, δεν είναι ερωτική, ούτε ευχάριστη ή ακόμα και εύληπτη. Πρόκειται για ποίηση που εκφράζει τα κοινωνικά αδιέξοδα, την τραυματισμένη συνείδηση και την πνευματική αποτελμάτωση. Είναι πικρή, σκληρή, με μία δυσδιάκριτη ελπίδα για το μέλλον. Κυριαρχεί το παράλογο.

Οι δραματικές καταστάσεις δίνονται με επιλεγμένες λέξεις και εικόνες, μεταδίδουν φρίκη, κομματιασμένο κόσμο και πληγωμένη συνείδηση. Τα μοτίβα του (πουλιά, ζώα, ουρανός, ψωμί, ζητιάνα κλπ) επανέρχονται σε κάθε ποιητική συλλογή. Καταλύει την απόσταση ανάμεσα στη γη στον ουρανό, οι μορφές του ανεβοκατεβαίνουν από τη ζωή στο θάνατο και το αντίστροφο ως εκφάνσεις του ίδιου πράγματος. Το ύφος του κινείται ανάμεσα στην οικειότητα και την ανοικειότητα, ξαφνιάζοντας τον αναγνώστη με την παραμορφωτική διάσταση των ποιητικών υλικών από τα οποία αναδεικνύεται η τραγική μοίρα του ανθρώπου ως πάσχοντος όντος, χωρίς καρυωτακική απαισιοδοξία. Η δικαιοσύνη και η λύτρωση αναζητούνται στον ουρανό.

Ο Σαχτούρης με την ποίησή του αναζητά την αλήθεια, την αυθεντική ζωή, την απελευθέρωση από «πάθη και παθήματα» ανάμεσα στον ουρανό και τη γη και δίνει την εντύπωση ότι ως κλόουν μετεωρίζει και μετεωρίζεται αναζητώντας το νόημα της ύπαρξης.

Οι εικόνες του παρουσιάζονται ως στοιχεία της καθημερινότητας, του γήινου και πραγματικού κόσμου, που επεκτείνονται στον ουράνιο και φανταστικό κόσμο δημιουργώντας το ποιητικό φαινόμενο.

Η σκηνοθετική τεχνική του συγκροτεί ένα σκηνικό μεταμορφώσεων όπου κυριαρχούν το τοτεμικό στοιχείο, οι αρχετυπικές μορφές, τα πλάσματα της παιδικής παραμυθικής φαντασίας και το παράλογο, τα οποία με τη σειρά τους αποκαλύπτουν το ζοφερό βιωματικό κόσμο του Σαχτούρη, που αναζητά την ελπίδα σε έναν άλλο χώρο καθαρό, τον ουράνιο. Έτσι, ο κομματιασμένος του κόσμος είναι το βάθος και το πλάτος ενός επώδυνου βιώματος που μετέτρεψε την παιδική και εφηβική ηλικία σε εφιαλτικό βίωμα.

Γενικότερα ο Σαχτούρης από τον υπαρξισμό αντλεί την αγωνία για τη ζωή και τη θέση του ποιητή σε έναν κόσμο εφιαλτικό. Παρόλες τις παραπάνω επιδράσεις, η ποιητική φυσιογνωμία του Σαχτούρη είναι ξεχωριστή και έχει κατακτήσει το δικό του προσωπικό ποιητικό χώρο. Απορρίπτει την αντίληψη ότι τα ποιήματά του είναι απαισιόδοξα και είχε πει ότι αυτά «μοιάζουν με μάσκες αφρικανικές, που ξορκίζουν το κακό και το θάνατο».

Πηγή: tovivlio.net