«Γνωρίζουμε τον κόσμο αλλάζοντάς τον αλλά για να τον αλλάξουμε πρέπει να τον γνωρίζουμε όσο βαθύτερα γίνεται». Ο Ευτύχης Μπιτσάκης αντιστασιακός, τρεις φορές φοιτητής, πανεπιστημιακός δάσκαλος και ερευνητής μιλάει στην Αναστασία Καλαφάτη για την παιδεία, τη φυσική, τον Αριστοτέλη και την επανάσταση. 

Ads

 
1. Τρεις φορές φοιτητής, πανεπιστημιακός δάσκαλος, ερευνητής.
 
Το τι θα κάνει κανείς ή το τι θα γίνει εξαρτάται από ένα σύνολο παραγόντων. Πρώτα η ιδιοσυγκρασία, η οποία καθορίζεται από τη στιγμή της σύλληψης στη μήτρα της μάνας, τις συνθήκες στη διάρκεια των εννέα μηνών,τις συνθήκες του φυσικού, οικογενειακού και του  κοινωνικού περιβάλλοντος. Αλλά η ιδιοσυκρασία και ιδιαίτερα ο ψυχισμός καθορίζονται και από το σύνολο των αξιών τις οποίες εσωτερικεύει το άτομο. Ιδιοσυγκρασία και συνθήκες σε διαλεκτική σχέση αλληλεπίδρασης, είναι δυνατόν να καθορίσουν το νόημα της ζωής και κατά συνέπεια τους στόχους του ατόμου, το οποίο είναι γενετικά δυνάμει κοινωνικό ον, αλλά γίνεται ενεργεία πολίτης με τη συνέργεια του συνόλου και των παραγόντων που αναφέραμε.

Ως προς την περίπτωσή μου, όπως αναφέρετε, υπήρξα τρεις φορές πανεπιστημιακός δάσκαλος κι ερευνητής. Γιατί τρεις φορές; Γεννήθηκα και μεγάλωσα σ’ ένα ωραίο, ορεινό χωριό της Κρήτης. Σε μια κοινωνία με κυρίαρχη ιδεολογία τον πατριωτισμό και τον χριστιανισμό, στην οποία επίσης επεβίωνε, ως οργανικό στοιχείο, η ανιμιστική αντίληψη για τον κόσμο (νεράιδες, φαντάσματα, δαίμονες, βρυκόλακες, όλο το σύμπαν των φανταστικών όντων με τα οποία είχε οικίσει τον κόσμο ο πρωτόγονος  άνθρωπος).

Πρώτα, λοιπόν, θαυμασμός για το μεγαλείο της φύσης και ταυτόχρονα τα κοινά σε όλους μας ερωτηματικά για το νόημα της ζωής. Ταυτόχρονα θρησκεία και πατριωτισμός. Ήξερα οτι θα σπούδαζα. Όμως τι; Εδώ επεμβαίνει το «τυχαίον»: ο εξωτερικός παράγων. Δηλαδή η μάχη της Κρήτης, η κατοχή κι η Αντίσταση. Θυμάμαι τα αεροπλάνα που πυροβολούσαν τα χωριά μας, τους Γερμανούς, το κάψιμο των χωριών και τις εκτελέσεις, ατομικές κι ομαδικές. Το αίσθημα της σκλαβιάς και της ταπείνωσης, εκτέλεση επτά ανδρών από την ευρύτερη οικογένειά μου. Ήταν φυσικό να θέσω, όπως και άλλοι, το ερώτημα: Ο Θεός είναι άδικος και κακός ή ανύπαρκτος; Έκανα κι εγώ λοιπόν την αφελή θεοδικία μου: ο Θεός είναι ανύπαρκτος, είναι δημιούργημα δικό μας. Αλλά οι αμφιβολίες παρέμεναν. Και τότε ήλθε το ΕΑΜ και η ΕΠΟΝ (1943). Επονίτης (1943). Μέλος του ΚΚΕ (1944). Τα δύο αυτά γεγονότα, μαζί με πλήθος άλλων γεγονότων και καταστάσεων, καθόρισαν την πορεία μου ή τη  βιογραφία μου, με τη φιλοσοφική έννοια του όρου.

Ads

Συγκεκριμένα, τα νέα δεδομένα καθόρισαν την αρνητική απάντηση στο θέμα τοου Θεού. Συνέπεια: το ανιμιστικό μου σύμπαν εξαρθρώθηκε, στοιχεία του όμως παρέμειναν, μεταλλαγμένα ως στοιχεία του κοινωνικού βίου. Το σύμπαν αυτό, αποκαθαρμένο  από τη μεταφυσική, παρέμεινε ως θαυμαστό και άξιο γιια ανάμνηση, στο βάθος του ψυχισμού μου.

Απαλλαγή από την ελπίδα και τον φόβο του Θεού. Από τον φόβο της κόλασης. Παρέμεινε η αγάπη για τη φύση. Το αριστοτελικό «θαυμάζειν». Τα βουνά, τη φύση τη δημιουργημένη από τον άνθρωπο, τη θάλασσα, τις νύχτες με τους έναστρους ουρανούς( που όπως λέει ο Καντ γέμιζε θαυμασμό την ψυχή του) .  Στροφή λοιπόν προς τις φυσικές επιστήμες που εκτός από το «θαυμάζειν» θα αποτελούσαν θεμέλιο της σοσιαλιστικής κοινωνίας . Επίσης από την οικογένεια και την κοινωνία, αλλά και από ιδιοσυγκρασία, εργατικότητα, κοινωνικότητα και εντιμότητα.

Αποτέλεσμα; Γοητεύτηκα από τη χημεία. Από το θαυμαστό παιχνίδι των ατόμων και των μορίων. Έδωσα εξετάσεις στο Χημικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τώρα ανοίγονταν μπροστά μου ένας καινούριος κόσμος. Αλλά οι συναισθηματικοί μου δεσμοί με την αγροτική κοινότητα δεν κόπηκαν (και δεν κόπηκαν ούτε μετά από 65 χρόνια). Λοιπόν φοιτητής Χημείας. Μαθηματικά κι εργαστήρια  Χημείας και Φυσικής. Στην πορεία κατάλαβα ότι αυτό που με γοήτευε περισσότερο ήταν η Φυσική, αυτή καθεαυτή, και σύμφωνη με τις λανθάνουσες ακόμη φιλοσοφικές αναζητήσεις μου. Και τότε (1947) δημοσιεύτηκε το βιβλίο του Νίκου Κιτσίκη, πρωην Πρύτανη του Πολυτεχνείου, αντιστασιακού και μαρξιστή, Η Φιλοσοφία της Νεώτερης Φυσικής. Το βιβλίο αυτό μου αποκάλυψε έναν καινούριο κόσμο. Αποφάσισα λοιπόν να μεταγραφώ στο Φυσικό, χάνοντας έναν χρόνο σπουδών.

Εδώ έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη ζωή μου το παιχνίδι της αναγκαιότητας και του τυχαίου. Είχα αποφασίσει να γίνω φυσικός. Αντί για αυτό βρέθηκα στα Βούρλα, μετά στα Γιούρα υπότροφος επί 7,5 χρόνια στα ιδρύματα του κράτους των δοσιλόγων. Τώρα είχε πια αρχίσει μια άλλη ζωή για μένα, με καθοριστική συνέπεια για το μέλλον.
 
2. Είναι η παιδεία  ένας χώρος κατεξοχήν ουτοπικός;
 
Η παιδεία και κατά συνέπεια η επιστήμη είναι εξ ορισμού, μια ατέρμονη προσπάθεια (προσπαθεια χωρίς τέλος- Αλτουσέρ) για γνώση και αλλαγή του κόσμου. Τόσο η παιδεία όσο και η επιστήμη ως κοινωνική πρακτική ίναι, κατ’ αρχήν ρεαλιστικές. Η παιδεία αποτελεί έναν κοινωνικά οργανωμένο δημόσιο χώρο, ο οποίος υπηρετεί μια κοινωνία (παραγωγή, διοίκηση, ιδεολογία, κτλ). Μ’ αυτήν την έννοια, το περιεχόμενο της παιδείας είναι κοινωνικά (ταξικά) καθορισμένο. Αλλά ο κοινωνικός χαρακτήρας δεν αποκλείει το ουτοπικό στοιχείο, όταν αντιστοιχεί στην ιδεολογία ως συντήρηση ή της αλλαγής μιας κοινωνίας. Επίσης, η επιστημονική γνώση και έρευνα, βασικό στοιχείο της παιδείας, όψη της παιδείας, σχετίζεται οργανικά με την επιστήμη. Εδώ λοιπόν το ουτοπικό στοιχείο είναι βασικό: αναζήτηση των νόμων της φύσης, ανάδειξη αυτού που είναι κρυμμένο σε φανερό, απόπειρα ουτοπικών αναζητήσεων ή αντιλήψεων για τη φύση. Το ουτοπικό στοιχείο υπάρχει και στις κοινωνικές επιστήμες ως αναζήτηση μιας κοινωνίας που δεν υπάρχει ακόμα, αλλα που θα μπορούσε να υπάρξει ως υπέρβαση από το δυνάμει στο ενεργεία.  Ακόμη ως συγκρότηση μιας αντιδραστικής ουτοπίας, όπως η ουτοπία του νεοναζιστικού Ράιχ και της κυριαρχίας της Αρείας Φυλής, ή όπως η ουτοπική αλαζονία των ΗΠΑ που είναι προορισμένες από τον Θεό να κυριαρχήσουν και να εκπολιτίσουν τον κόσμο. (Όπως είναι γνωστό ο Μπους συνομιλούσε με τον Θεό όταν βομβάρδιζε και κατέστρεφε το Ιράκ). 
 
4. Το θαυμάζειν του Αριστοτέλη αποτελεί στόχο για τη σημερινή εκπαιδευτική πολιτική;
 
Το αριστοτελικό θαυμάζειν και η απορία μπροστά στο Σύμπαν, στον εδώ τόπο και στην ανθρώπινη ύπαρξη είναι φυσιολογική κατάσταση του ανθρώπινου όντος. Ειδικά έντονο είναι στην παιδική και στην νεανική ηλικία, καθώς οι αντινομίες της ζωής και γενικά η γκρίζα κοινωνική πραγματικότητα κάνουν να ατονεί αυτό το θαυμαστό ξάφνιασμα της ψυχής. Ο καταμερισμός εργασίας και η αποκοπή των μεγαλουπόλεων από τη φύση έχουν ως συνέπεια την ατροφία το θαυμασμού μπροστά στη φύση και στον κόσμο. Η ανθρωπιστική παιδεία θα μπορούσε να διεγείρει αυτή την αναγεννητική μέθεξη. Αλλά η παιδεία μας γίνεται όλο και πιο τεχνοκρατική και πεζή. Υπηρετεί όλο και περισσότερο την κεφαλαιοκρατική παραγωγή. Γίνεται όλο και περισσότερο εξειδικευμένη. Αντί για να αναπτύσει τις δυνάμει δυνατότητες ενός ολοκληρωμένου ατόμου, δηλαδή την τάση του θαυμάζειν, της ονειροπόλησης, την αγάπη για τις τέχνες, τη φιλοσοφία και την επιστήμη, για τη γνώση, παράγει όλο και περισσότερα μονοδιάστατα όντα, ακρωτηριασμένα από τη χαρά της δημιουργίας και της γνώσης.
 
5. Το 1965 πετύχατε μια τριετή υποτροφία της Γαλλικής Κυβέρνησης για μεταπτυχιακές σπουδές Θεωρητικής Φυσικής, δηλαδή σπουδές σε μια μη κερδοφόρα για πολλούς επιστήμη. Ποιος ο ρόλος μιας τέτοιας επιστήμης στη σημερινή αγοραία κοινωνία;
 
Το 1965 πήρα επιτέλους διααβατηριο και φύγαμε για το Παρίσι. Με 15 χρόνια καθυστέρηση τόλμησα να επιχειρήσω αυτό που αντιστοιχούσε στις βαθύτερες επιθυμίες μου. Στο Ινστιτούτο Πουανκαρέ, με θαυμαστούς δασκάλους, και με πρώτο και καλύτερο τον Αχιλλέα Παπαπέτρου, άρχισα να επικοινωνώ με τον θαυμαστό κόσμο της μικροφυσικής, της κοσμολογίας και τον κόσμο της πυρηνικής φυσικής. Βέβαια είχα χάσει 15 χρόνια και η απόπειρα μου φαινόταν αφελής και ουτοπική.΄Αλλά η αγάπη για το άγνωστο, το λυτρωτικό θαυμάζειν, δεν είχε απονεκρωθεί. Το ίδιο ίσχυε  και για το πείσμα και την εργατικότητα.Είναι γεγονός πως δεν είχα διαλέξει καμία κερδοφόρα επιστήμη, όπως η πρώτη μου αγάπη, η χημεία.

Αλλά η ζωή μπορεί να είναι πάνω από τον υλικό κόσμο. Εξάλλου  η φυσική και η  χημεία μεταμόρφωσαν την κοινωνία μας προς το καλύτερο και προς το χειρότερο. Ειδικά η χημεία και η  πυρηνική φυσική είναι ένοχες (γίνονται ένοχες εξαιτίας της χρήσης τους  για την ενδεχόμενη αυτοκαταστροφή της ανθρωπότητας.Το τραγικό σύνθημα της Ρόζας «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» πρέπει σήμερα να αντικατασταθει  από το «παγκόσμια κομμουνιστική κοινωνία ή αυτοκαταστροφή». Κατά τον Μαρξ, μια ανταγωνιστική αντίθεση, όπως η αντίθεση αστικής τάξης και προλεταριάτουμπορεί να λυθεί ή με την καταστροφή του ενός πόλου (της αστικής τάξης) ή και των δυο. Η ευθύνη των επιστημόνων σήμερα αποκτά νέο περιεχόμενο.
 
6. Κατά τη γνώμη σας, ποιο είναι σήμερα το κεντρικό φιλοσοφικό ερώτημα;
 
Το κεντρικό ερώτημα της φιλοσοφίας από την εποχή των προσωκρατικών  ιδρυτών του φιλοσοφικού λόγου, και μέχρι σήμερα, είναι οι  σχέσεις ύλης και πνεύματος. Δηλαδή το ερώτημα που αφορά την προτεραιότητα, οντολογική και χρονική, της ύλης ή του πνεύματος. Οι ιδεαλιστικές φιλοσοφίες θεμελιώνουν την οντολογία τους στην προτεραιότητα κάποιας πνευματικής αρχής.  Οι υλιστές, το αντίθετο. Όπως λέει ο Γκράμσι και όπως αποδεικνύουν οι σημερινές επιστήμες, το πνεύμα δεν υπάρχει στην απαρχή του κοσμικού γίγνεσθαι. Το πνεύμα είναι δυνατότητα της ύλης, η οποία έχει φτάσει χάρη στον αυτοδυναμισμό της σ’ ένα υψηλό επίπεδο αυτο-οράνωσης, προϋπόθεση και συνέπεια μιας κοινωνικής ζωής. Για τον διαλεκτικό υλισμό, το οντολογικό ερώτημα συνδέεται διαλεκτικά με το γνωσιοθεωρητικό. Γνωρίζουμε τον κόσμο αλλάζοντάς τον και τον αλλάζουμε όσο βαθύτερα τον γνωρίζουμε. Ο θετικισμός, και ιδιαίτερα οι νεώτερες μορφές  του υποστήριξαν ότι το οντολογικό ερώτημαστερείται νοήματος. Γενικότερα, κατα το ρεύμα αυτό, οι φιλοσοφικές προτάσεις στερούνται νοήματος επειδή δεν είναι επαληθεύσιμες. Οι μεταμοντέρνοι, με τη σειρά τους,  απορρίπτουν όλες τις μεγάλες αφηγήσεις, μαζί και τη φιλοσοφία.  Αλλά τόσο η ξηρότητα και η πενία του θετικισμού, όσο και το χάος των μεταμοντέρνων, είναι προϊόντα των αντινομιών, της κρίσης και του ατομισμού της εποχής μας. Το οντολογικό ερώτημα εγκαταβιώνει στα βάθη του ψυχισμού του νοήμονος ανθρώπινου όντος και αναδύεται στο επίπεδο  της συνείδησης ως ερώτημα, σε εποχές κρίσης, αλλά και ανθρώπινης ευδαιμονίας. Το οντολογικό ερώτημα θα συνοδεύει τους ανθρώπους όσο θα υπάρχει ανθρωπότητα.
 
7. Σε εκπαιδευτικό και όχι μόνο επίπεδο, εντός κι εκτός Ελλάδας, ανακύπτει συχνά η σχέση θρησκείας κι επιστήμης. Ακόμα και στα σχολικά εγχειρίδια αναπαράγεται η θεωρία του ευφυούς σχεδιασμού. Γιατί αποτελεί ακόμα διακύβευμα η παραδοχή μιας επιστημονικά αποδεδειγμένης άποψης;
 
Ο Θεός και οι θεοι των Αρχαίων είναι ανθρώπινα δημιουργήματα. Φανταστικά όντα, απάντηση στα ερωτήματα του ανθρώπου και στις δυσκολίες της ζωής. Πρώτος ερμήνευσε με αυτόν τον τρόπο τη γένεση των θεών ο Ξενοφάνης. Ακολούθησαν ο Μαρξ και πολλοί άλλοι. Ο Νίτσε και πολλοί άλλοι κήρυξαν το «αθάνατο» των θεών. Αλλά οι θεοί ζούν ανάμεσά μας ως καταφύγιο, ελπίδα, τιμωροί και εξουσιαστές. Σε εποχή κοινωνικών κρίσεων εμφανίζονται σωτήριακές θρησκείες όπως ο Ορφισμός σε μας και ο Χριστιανισμός.

 Σήμερα η επιστήμη θεμελιώνει μια κοσμοαντίληψη υλιστική και διαλεκτική. Ιδιαίτερα ο δαρβινισμός και οι σύγχρονες επιστήμες θεμελιώνουν την ψυχοσωματική ενότητα του ανθρώπου, επιβεβαιώνοντας τις φιλοσοφικές διαισθήσεις των  Προσωκρατικών  και ιδιαίτερα των Ατομικών φιλοσόφων. Ακόμα και ο Πάπας παραδέχτηκε ότι ο Δαρβινισμός είναι περισσότερο από επιστημονική υπόθεση, υποστηρίζοντας , παράταύτα, τη μεταφυσική αντίληψη για την ψυχή (αντίληψη των Πυθαγορείων, του Πλάτωνα και του χριστιανισμού). Γιατί λοιπόν ο «ευφυής» σχεδιασμός διδάσκεται ακόμα στα σχολεία, δηλαδή η άποψη ότι το σύμπαν δημιουργήθηκε από έναν μεγάλο Αρχιτέκτονα ή Γεωμέτρη;

Η εξήγηση είναι εύκολη. Η θρησκεία κατά τον Μαρξ είναι καταφύγιο για το αλλοτριωμένο ανθρώπινο όν. Είναι ένας φανταστικός κόσμος, μεταφυσικό καταφύγιο,  απατηλό φως παρηγοριάς. Ταυτόχρονα είναι το όπιο του λαού. Ο καπιταλισμός έχει αγγίξει τα ιστορικά του όρια. Σε εποχές δυστυχίας και ανασφάλειας όπως η δική μας, οι άνθρωποι αναζητούν καταφύγια. Έναν κόσμο πέρα από την κοιλάδα των δακρύων. Ο καπιταλισμός εκμεταλλεύεται αυτή την ανάγκη.
 
8. Μπορεί η εκπαίδευση να είναι πολιτικά και ιδεολογικά ουδέτερη;
 
Η δημόσια παιδεία οργανώνεται από το κράτος. Αλλά και η ιδιωτική δεσμεύεται από αντίστοιχους κανόνες. H  κυρίαρχη ιδεολογία μιας κοινωνίας είναι η ιδεολογία της κυρίαρχης τάξης. Η παιδεία συνεπώς, ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους, δεν μπορεί να είναι  ουδέτερη. Παράγει, διδάσκει κι επιβάλει την κυρίαρχη ιδεολογία. Βέβαια, οι φυσικές επιστήμες δεν είναι ταξικές. Η κατανόηση όμως και η εφαρμογή τους καθορίζοονται από την κυρίαρχη ιδεολογία και από τις ανάγκες του κεφαλαιοκρατικού τρόπου  παραγωγής. Όμως, οι προηγούμενοι καθορισμοί δεν είναι απόλυτοι. Δεν επιβάλλονται με κάποια μηχανιστική νομοτέλεια. Η παιδεία είναι πεδίο ταξικής πάλης. Γι’ αυτό και σε αντίθεση με τον ταξικά καθορισμένο  χαρακτήρα της γίνεται, λιγότερο ή περισσότερο,  παράγων διαφωτισμού χάρη στους αγώνες των εκπαιδευτικών, των εκπαιδευομένων και  των προοδευτικών δυνάμεων της κοινωνίας.
 
9. Το τελευταίο διάστημα τίθεται εμφατικά το ζήτημα της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου με την παράλληλη δραματική αλλαγή των συνθηκών εργασίας των εκπαιδευτικών. Ποια είναι η θέση ενός σημερινού δασκάλου απέναντι στην κατάσταση που βιώνει;
 
Αξιολόγηση των εκπαιδευτικών! Αλλά ποιος θα αξιολογήσει τους αξιολογητές; Τι ξέρει ο Έλληνας ή ακόμα περισσότερο ο ξένος από τη ζωή των πανεπιστημίων στα οποία δεν ανήκει; Και με ξένη γλώσσα, ο φωτισμένος  ξένος θα επικοινωνήσει με το σύνολο των συντελεστών του Πανεπιστημίου; Και σε πόσο χρόνο θα γνωρίσει και θα αξιολογήσει; Η πρόσκληση ξένων αξιολογητών, επιστημόνων αναγνωρισμένου κύρους ή διαπλεκόμενων μετριοτήτων είναι ένδειξη της εγχώριας κρατικής και κομματικής δουλοπρέπειας και του κληρονομημένου ραγιαδισμού. Αξιολόγηση πρέπει να γίνεται!

Αλλά με ποια κριτήρια και από ποιους; Με κριτήρια ποιοτικά κι όχι μόνο ποσοτικά και από το σύνολο των εκπαιδευτικών του κάθε ιδρύματος και από τον κάθε τομέα του πανεπιστημίου. Μια τέτοια αξιολόγηση δεν θα είναι κατ’ ανάγκην απολύτως αντικειμενική. Αλλά είναι η μόνη επιτρεπτή.

Ως προς τους εκπαιδευτικούς, αντί η κυβέρνηση να απολύει με αόριστα, αδιαφανή κριτήρια, θα έπρεπε, αν δεν ήταν κυβέρνηση εντολοδόχων, να βελτιώσει την οικονομική κατάσταση των λειτουργών της παιδείας, να εφαρμόσει στην πράξη το δικαίωμα της ελεύθερης διακίνησης των ιδέων και να εκσυγχρονίσει με αντικειμενικά κριτήρια τη «διδακτέα ύλη».
 
10. Ο δρόμος της επανάστασης περνά από την εκπαίδευση;
 
Ο δρόμος της επανάστασης περνά και από την εκπαίδευση. Γνωρίζουμε τον κόσμο για να τον αλλάξουμε και τον γνωρίζουμε αλλάζοντάς τον. Η ρήση αυτή του μαρξισμού προσδιορίζει γενικά τη σχέση της παιδείας και της γνώσης με την επανάσταση. Γενικά! Ειδικά, το σχολείο αναπαράγει και αναπτύσσει την αστική αντίληψη για τον κόσμο. Αλλά τόσο οι εκπαιδευτικοί, όσο και οι εκπαιδευόμενοι δεν υπάρχουν έξω από την κοινωνία.  Είναι πολίτες που βιώνουν την κοινωνική πραγματικότητα: τις υπάρχουσες καταστάσεις, τις αντιθέσεις του κοινωνικού σχηματισμού, τις λανθάνουσες δυνατότητες του και τα ιδεολογικά ρεύματα που τον διαποτίζουν. Εν τέλει, το σχολείο είναι κι αυτό πεδίο ταξικής πάλης. Μ’ αυτή την έννοια, μετέχει στο κοινωνικό γίγνεσθαι και στην κυοφορούμενη, ενδεχομένως, κοινωνική επανάσταση.

Αλλά το σχολείο δεν θα είναι ο οργανωτής και η πρωτοπορία του κοινωνικού μετασχηματισμού. Πρωτεύον κι αναγκαίος είναι ο ρόλος των κομμάτων, των συνδικάτων, των κοινωνικών, ιδεολογικών και άλλων κινημάτων.

Κατά συνέπεια, αναγκαίος όρος για την επανάσταση είναι η κατάκτηση ως ιδεολογικής ηγεμονίας της εργατικής τάξης και των συμμαχικών υποτελών τάξεων και στρωμάτων της κοινωνίας. Τα κόμματα, η εκπαίδευση, οι εκπαιδευτικοί, οι διανοούμενοι και οι καλλιτέχνες μπορούν να παίξουν τον ρόλο των εκπαιδευτών, των δυνάμειεπανασταστικών δυνάμεων. Αλλά και οι εκπαιδευτές πρέπει να εκπαιδευτούν που σημαίνει ελεύθερη ανταλλαγή απόψεων, ειδικά ελεύθερη κριτική, οργανική σχέση διανόησης και εργατικής τάξης. Κόμμα, οργανωτής συλλογικής μάχης για ιδεολογική ηγεμονία, κόμμα που θα οργανώνει και θα διδάσκει αλλά και θα διδάσκεται από τη σοφία του λαού, από τη γνώση των οργανικών διανοουμένων και ευρύτερα της προοδευτικής διανόησης.