Περίπου το ένα τρίτο των καρκίνων θα μπορούσε να προληφθεί με αλλαγές στον τρόπο ζωής. Αριθμητικά αυτό είναι περίπου ένα εκατομμύριο κρούσματα καρκίνου στην Ευρώπη κάθε χρόνο. Μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύτηκε στην Ευρωπαϊκή Επιθεώρηση για τον Καρκίνο, δείχνει ότι πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να μην γνωρίζουν τους παράγοντες κινδύνου, παρά τα τεράστια ποσά που δαπανώνται στις εκστρατείες δημόσιας υγείας. 

Ads

Σύμφωνα με τους Σάμιουελ Σμιθ, ερευνητή του καρκίνου στο Πανεπιστήμιο του Λιντς και Λιόν Σάχαμπ, καθηγητή στην ψυχολογία της υγείας στο UCL, που έκαναν την έρευνα, μια σημαντική μειονότητα του κοινού δεν κατανοεί τη σημασία των παραγόντων κινδύνου, είτε έχει αβάσιμες πεποιθήσεις σχετικά με πιθανά αίτια, όπως για παράδειγμα τη χρήση κινητών τηλεφώνων ή την ύπαρξη σε κοντινή απόσταση εναέριων γραμμών μεταφορών ηλεκτρικής ενέργειας. 

Όπως τονίζουν σε άρθρο τους, στο The Conversation, οι Σμιθ και Σάχαμπ, οι άνθρωποι χρειάζονται μια ακριβή εικόνα των κινδύνων που προκαλούν καρκίνο ώστε να μπορούν να λάβουν τεκμηριωμένες αποφάσεις για να μπορούν να προστατεύσουν την υγεία τους. Η στρατηγική της δημόσιας υγείας κατά του καρκίνου θα έπρεπε να έχει στο επίκεντρο την ενθάρρυνση των ανθρώπων να αποφεύγουν ή να ελαχιστοποιούν τους κινδύνους. Αυτό υπονομεύεται αν υπάρχει σύγχυση σχετικά με τους παράγοντες που προκαλούν καρκίνο. 

image

Ads

Η εν λόγω μελέτη που έγινε σε 1.300 ενήλικους υποστηρίζει ότι υπάρχουν υψηλά επίπεδα παρερμηνείας σχετικά με τους παράγοντες που προκαλούν καρκίνο. Χρησιμοποιώντας τα δεδομένα που συλλέχθηκαν από την έρευνα που έγινε στο Ηνωμένο Βασίλειο για τις πεποιθήσεις για τον καρκίνο, το 2016, οι δυο ερευνητές προσπάθησαν να δουν σε ποιο βαθμό οι άνθρωποι κατανοούν τις αιτίες της ασθένειας και να εντοπίσουν αν ορισμένες ομάδες είχαν πιο ανακριβή εικόνα σε σχέση με άλλες. 

Τα αποτελέσματα της μελέτης εκπλήσσουν, σύμφωνα με τους ερευνητές. Συνολικά, λιγότερες από τις μισές ερωτήσεις που τέθηκαν για τους παράγοντες που προκαλούν καρκίνο απαντήθηκαν σωστά. Μερικοί ερωτηθέντες είχαν καλή κατανόηση των γνωστών παραγόντων κινδύνου, ωστόσο, τα άτομα με μεγαλύτερη γνώση επί του θέματος είχαν επίσης περισσότερες πιθανότητες να υποστηρίξουν και εσφαλμένες υποθέσεις. 

Οι ερευνητές δεν κατάφεραν να καταλήξουν σε ένα συμπέρασμα σχετικά με το γιατί συμβαίνει αυτό, ωστόσο, υποστηρίζουν ότι υποδηλώνει μια «υπερευαισθησία» στους παράγοντες κινδύνου: οι άνθρωποι αισθάνονταν κινδύνους που δεν υπήρχαν. Αυτό υποδηλώνει ότι οι άνθρωποι δεν καταφέρνουν να φιλτράρουν μηνύματα υγείας που διαδίδονται μέσω των μέσων ενημέρωσης και των social media. 

Οι συμμετέχοντες στην έρευνα γενικά δυσκολεύτηκαν στον εντοπισμό παραγόντων κινδύνου που υποστηρίζονται από επιστημονικά στοιχεία. Τέσσερις στους δέκα δεν γνώριζαν ότι το υπερβολικό βάρος συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου. Ένα αντίστοιχο ποσοστό δεν γνώριζε τους κινδύνους ενός ηλιακού εγκαύματος. Και σχεδόν τρεις στους τέσσερις ερωτηθέντες (71%) δεν συνειδητοποίησαν ότι ο ιός HPV που εξαπλώνεται με τη σεξουαλική επαφή συνδέεται με ορισμένους τύπους καρκίνου, όπως ο στοματικός και ο πρωκτικός. 

Σύμφωνα με τους δυο ερευνητές, ακόμη πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι κάποιοι, όχι μόνο δεν γνώριζαν τους καθιερωμένους κινδύνους, αλλά είχαν πεποιθήσεις για τις αιτίες που προκαλούν καρκίνο που δεν στηρίζονται στην επιστήμη. Σχεδόν οι μισοί από τους ερωτηθέντες πίστευαν ότι το στρες είναι ένας παράγοντας και το ένα τέταρτο κατηγορούσε τα κινητά τηλέφωνα. Ένας στους πέντε πίστευε ότι η χρήση του φούρνου μικροκυμάτων ήταν παράγοντας κινδύνου.

Η μελέτη θέτει ερωτήματα σχετικά με τις πηγές ενημέρωσης των ανθρώπων, τονίζουν οι Σμιθ και Σάχαμπ. Η επιστήμη αναπτύσσει μια όλο και πιο περίπλοκη εικόνα των παραγόντων που συμβάλλουν στην εμφάνιση καρκίνου. Καθώς στο πεδίο της επιστήμης υπάρχει πρόοδος είναι απίθανο η ενημέρωση της κοινής γνώμης να συμβαδίζει με αυτή. Σύμφωνα με την έρευνα συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού είναι πιο πιθανό να έχουν μικρότερη κατανόηση των κινδύνων του καρκίνου. Τα μηνύματα για την υγεία πρέπει να είναι προσβάσιμα και κατανοητά για όλους στην κοινωνία. Αυτό είναι το κλειδί για την αντιμετώπιση των ανισοτήτων στην επικοινωνία. 

Οι δυο ερευνητές υποστηρίζουν ότι η μελέτη τους είναι ιδιαιτέρως διαφωτιστική σήμερα που οι περισσότεροι άνθρωποι λαμβάνουν τις ειδήσεις που διαβάζουν από τα social media και μερικές φορές από αναξιόπιστες πηγές – πρόκειται για τις λεγόμενες ψευδείς ειδήσεις. Είναι, σύμφωνα με τους ίδιους πολύ σημαντικό να παρακολουθήσουν τις αλλαγές στις πεποιθήσεις των ανθρώπων σχετικά με τα αίτια που προκαλούν καρκίνο και τις αλλαγές στον τρόπο ζωής τους. Τα αποτελέσματα, σημειώνουν, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως σημείο αναφοράς για την κατανόηση από το κοινό των παραγόντων κινδύνου για τον καρκίνο με βάση τις οποίες μπορούν να μετρηθούν και οι μελλοντικές αλλαγές.