Σε στρατηγικό και ενεργειακό κόμβο της Ευρασίας φιλοδοξεί να εξελιχθεί η Τουρκία, αναβαθμίζοντας ακόμη περισσότερο τη γεωστρατηγική και οικονομική της σημασία. Ένα ακόμη καθοριστικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση έγινε τη Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2018 με τα εγκαίνια του θαλάσσιου τμήματος του, πολλά υποσχόμενου, αγωγού φυσικού αερίου TurkStream, από τον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν και τον Ρώσο ομόλογό του Βλαντιμίρ Πούτιν.

Ads

Με συνολικό μήκος 1060 χιλιόμετρα (910 χλμ. υποθαλάσσια) ο αγωγός TurkStream μεταφέρει ρώσικο φυσικό αέριο από τα τεράστια κοιτάσματα της βόρειας Κασπίας και της Σιβηρίας μέσω του ρωσικού λιμανιού της Anapa στις βορειανατολικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας στο τουρκικό λιμάνι του Kiyikoy στις ακτές της ανατολικής Θράκης στη νοτιοδυτική Μαύρη Θάλασσα. Από εκεί ο TurkStream, που συναποτελείται από δύο “δίδυμους αγωγούς” που έχουν μέγιστη χωρητικότητα 31,5 δισ. κυβικών μέτρων φυσικού αερίου ανά έτος, θα διακλαδιστεί. Ένα τμήμα του, χωρητικότητας 15,75 δισ. κυβικών μέτρων, θα κατευθυνθεί προς την Κωνσταντινούπολη και την εγχώρια αγορά της Τουρκίας, η οικονομία της οποίας έχει μεγάλες και αυξανόμενες ανάγκες κατανάλωσης φυσικού αερίου (μόνο κατά το 2017 καταγράφηκε στην Τουρκία αύξηση της ζήτησης αερίου της τάξης του 20% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά!). Το δεύτερο τμήμα του, χωρητικότητας επίσης 15,75 δισ. κ. μ. αερίου, θα κατευθυνθεί στην πόλη Luleburgaz στην καρδιά της ευρωπαϊκού τμήματος της Τουρκίας.

Από εκεί ο βασικός σχεδιασμός είναι να κατευθυνθεί προς τα τουρκο-ελληνικά σύνορα στον ποταμό Έβρο και κοντά στην Αλεξανδρούπολη ώστε να εφοδιάζει τις αγορές της νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Ιταλίας. Στο σημείο αυτό εμπλέκεται και η Ελλάδα, η οποία επίσης καθίσταται ενεργειακός κόμβος της Ευρώπης. Μέσω της Ελλάδας, η οποία επίσης θα προμηθεύεται ρωσικό αέριο, ο αγωγός αυτός θα διακλαδιστεί επίσης σε δύο τμήματα. Το ένα θα διασχίσει τη βόρεια Ελλάδα και μέσω ενός υποθαλάσσιου αγωγού στο Ιόνιο πέλαγος Interconnector Greece-Italy (Poseidon) θα μπορεί να μεταφέρει αέριο στην Ιταλία. Το άλλο, μέσω της κεντρικής Μακεδονίας, θα κατευθυνθεί βόρεια μέσω ενός άλλου αγωγού, που ονομάζεται Tesla Pipeline, και θα μεταφέρει αέριο στο διαμετακομιστικό κέντρο αερίου της Αυστρίας, διασχίζοντας την π.Γ.Δ.Μ., τη Σερβία και την Ουγγαρία. Επίσης σχεδιάζεται ένα τμήμα της ποσότητας του ρωσικού αερίου να μεταφερθεί βορεοανατολικά στη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και να καταλήξει στην Ουγγαρία, χωρίς ακόμη να καθοριστεί η τελική διαδρομή, η οποία εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Σε κάθε περίπτωση με τον αγωγό αυτό, που προβλέπεται να τεθεί σε λειτουργία στα τέλη του 2019, η Τουρκία, και δευτερευόντως η Ελλάδα, θα καταστεί ενεργειακός κόμβος της Ευρώπης και η δεύτερη μεγαλύτερη χώρα-πελάτη για το ρωσικό αέριο μετά τη Γερμανία, η οποία και εφοδιάζεται ήδη με ρωσικό αέριο από δύο υποθαλλάσιους αγωγούς στη Βαλτική θάλασσα (NordStream 1 και 2).

Με την κατασκευή και λειτουργία του TurkStream (επιπλέον του BlueStream, που μεταφέρει εδώ και μια δεκαετία ρωσικό αέριο στο τουρκικό λιμάνι της Σινώπης στις ακτές της Μ. Θάλασσας) παρακάμπτεται εντελώς η Ουκρανία, η οποία είναι και ο μεγάλος χαμένος της υπόθεσης. Στην ουσία η Τουρκία υποκαθιστά σχεδόν απόλυτα το ρόλο της Ουκρανίας ως διαμετακομιστικός κόμβος μεταφοράς ρωσικού φυσικού αερίου στις αγορές της Ευρώπης. Και φυσικά θα αποκομίσει τεράστια οικονομικά και γεωπολιτικά οφέλη, όπως επισήμανε και ο πρόεδρος Πούτιν λέγοντας πως  η ενεργειακή σύνδεση Ρωσίας-Τουρκίας “θα επηρεάσει αναμφίβολα τη γεωπολιτική θέση της Τουρκικής Δημοκρατίας”. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό σε μια περίοδο που η τουρκική οικονομία κλυδωνίζεται, ενώ η χώρα απομονώνεται και απομακρύνεται από τον Ευρωατλαντικό άξονα.

Ads

Η περιθωριοποίηση τους φέρνει πιο κοντά

Οι ρωσοτουρκικές σχέσεις ήταν πάντοτε ταραχώδεις, πέρασαν από πολλές αναταράξεις, με τις περιόδους ηρεμίας και συνεργασίας να είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Ως γνωστόν η πίεση που άσκησε η, σοβιετική τότε, Ρωσία, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, για την προσάρτηση των Στενών και των βορειοανατολικών τουρκικών επαρχιών του Καρς και του Αρδαχάν, ήταν και ο βασικότερος λόγος που ώθησε την Τουρκία να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και να συνδέσει τη μοίρα της με  τον Ευρωατλαντικό άξονα. 

Ωστόσο, πέρα από τις κατά καιρούς εντάσεις στις τουρκορωσικές σχέσεις, το γεγονός ότι η Ε.Ε., παρά τη διεύρυνσή της προς ανατολάς, έχει θέσει την Τουρκία και τη Ρωσία στο περιθώριο, αποτελεί σημαντικό παράγοντα που συμβάλλει αυτές οι δύο, περιφερειακές ως προς την Ευρώπη αλλά κεντρικές ως προς την Ευρασία, μεγάλες χώρες να προσεγγίσουν η μία την άλλη και να αναπτύξουν στενότερες σχέσεις. “Αυτή η σχέση περιθωριοποίησης είναι ικανή να δώσει άλλες διαστάσεις στις τουρκορωσικές σχέσεις. Η προσέγγιση αυτή είναι ικανή να επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό τις ευρασιατικές ισορροπίες”, είχε επισημάνει εύστοχα ο πρώην υπουργός εξωτερικών της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου στο βιβλίο του Το Στρατηγικό Βάθος (σελ.369.).

Τόσο η Ρωσία του Πούτιν, όσο και η Τουρκία του Ερντογάν -και οι δύο σήμερα περιθωριοποιημένες σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό από τη Δύση- έχουν καταστήσει σαφές πως πρωταρχικός τους στόχος δεν είναι οι δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, οι ελευθερίες και τα δικαιώματα των πολιτών τους, ώστε να “κουμπώσουν” με το αξιακό σύστημα της Δύσης, αλλά η ανάκτηση της απολεσθείσας ισχύος τους. Η μεν Μόσχα εκείνης που είχε επί Σοβιετικής Ένωσης, η δε Άγκυρα εκείνης της εποχής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, λειτουργώντας έτσι  δυνάμεις αναθεωρητισμού και αποσταθεροποίησης στην περιφέρεια τους. Και οι δύο χώρες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν μετα-αυτοκρατορικές ευρασιατικές δυνάμεις σε αναζήτηση νέου ρόλου, έπειτα από την ανασυγκρότηση των δυνάμεων τους και την ανάκτηση τμήματος του χαμένου δυναμισμού τους.

Η ενεργειακή τους συνεργασία, ως επιστέγασμα της “διαρκώς εξελισσόμενης, πολύπλευρης διμερούς συνεργασίας”, όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο Τ. Ερντογάν, θα επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τις ευρασιατικές ισορροπίες, λειτουργώντας αντίρροπα ως προς την έλξη που ασκεί ο Ευρωατλανικός άξονας, ο οποίος δεν είναι πλέον τόσο ισχυρός και ενωμένος, όσο ήταν κατά τη δεκαετία του 1990που η Δύση θριάμβευε έναντι όλων. Και αυτή είναι μια εξέλιξη που δεν πρέπει να παραβλέψουμε καθώς θα επηρεάσει πολυεπίπεδα και την γεωπολιτική της Ελλάδας.