Σε ένα κτίριο στην 54η οδό, μεταξύ της 8ης Λεωφόρου και του Μπρόντγουεϊ στο κάτω Μανχάταν της Νέας Υόρκης, άνοιξε το 1977 τις πύλες το Studio 54, ένα κλαμπ, το οποίο κατάφερε στους μόλις 33 μήνες της λειτουργίας του να καταστεί θρυλικό, όχι μόνο ως ο απόλυτος προορισμός νυχτερινής διασκέδασης της εποχής, όχι μόνο ως ένα από τα πλέον επικερδή ανοίγματα στον χώρο, κερδίζοντας 7 εκατομμύρια δολάρια μόνο το πρώτο χρόνο λειτουργίας του, αλλά και ως κέντρο της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας της Ανατολικής Ακτής των ΗΠΑ, με επικεφαλής τον «αρχιερέα» της Ποπ – Αρτ, Αντί Γουόρχολ.

Ads

Το κλαμπ θα μετατρεπόταν αργότερα σε  θέατρο, αλλά τα ξέφρενα πάρτι του στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και στις αρχές της δεκαετίας του ’80 θα αποτυπωθούν για πάντα στην μνήμη όσων τα έζησαν, για τις άγριες νύχτες, τους υψηλούς θαμώνες και τα απίστευτα πλήθη που συνέρρεαν.

Ένα πρόσφατο ντοκιμαντέρ επιχειρεί να μεταφέρει από την οθόνη το άρωμα μιας ολόκληρης εποχής. «Ο κόσμος είχε κουραστεί να είναι σοβαρός» λέει ένας τακτικός θαμώνας του Studio 54, στο ντοκιμαντέρ για το διαβόητο νάιτ κλαμπ της Νέας Υόρκης. Ήταν το επίκεντρο του ηδονισμού τη δεκαετία του 1970, στη μετά το Γουοτεργκέιτ εποχή. Μαγνήτης για τους σταρ, χώρος για ανέμελο σεξ, βουνά η κοκαΐνη. Ένα άντρο υπερβολών που έβαζε τους δικούς του κανόνες και «καθαγίαζε» τους εξοστρακισμένους από την κοινωνία, τους «αλλόκοτους», δίπλα στις μυθικές υπάρξεις.

Ads

Η ντισκοτέκ ήταν το μέρος της Νέας Υόρκης όπου οι περιθωριοποιημένοι συγχρωτίζονταν με τους πλούσιους και τους διάσημους. Το «οικόσημο» του Studio 54 – αν μπορούσε ποτέ να υπάρξει ποτέ οικόσημο σε αυτό το κλαμπ – έλεγε ότι τα χρήματα δεν μετράνε, αυτό που μετράει είναι η προσωπικότητα, η εμφάνιση, το στιλ και, πάνω, απ’ όλα ο ενθουσιασμός για ζωή.

Το κατώφλι του Studio 54 πέρασαν πλήθος διασημότητες! Ο Τρούμαν Καπότε, που ανέβαινε να χορέψει με ρόμπα και παντόφλες. Ο Μικ Τζάγκερ και ο Κιθ Ρίτσαρντς, που έμπαιναν δωρεάν (οι υπόλοιποι Stones πλήρωναν…). Ο Άντι Γουόρχολ βεβαίως, φυσικά, η Λάιζα Μινέλι, η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, η Ντέμπι Χάρι, η Γκρέις Τζόουνς, ο Μάικλ Τζάκσον, ο Κάλβιν Κλάιν, ο Έλτον Τζον, ο Φρέντι Μέρκιουρι, ο Λου Ριντ, ο Αλ Πατσίνο, η Σερ, ο Ντέιβιντ Μπόουι, ο Σαλβαδόρ Νταλί, η Τζάκι Κένεντι…

Υπό την καθοδήγηση του κυνηγού ταλέντων και καλλιτεχνικού παραγωγού Billy Amato (Smith), οι καλλιτέχνες στο Studio 54 κατά τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του συμπεριλάμβαναν τους Γκρέις Τζόουνς, Ντόνα Σάμερ, Στίβι Γουόντερ, Τζέιμς Μπράουν κ.ά.

Γυρίσματα με μηχανή που ελάχιστοι έχουν δει, παρέλαση των «beautiful people» εκείνης της Νέας Υόρκης, συνεντεύξεις έξω από τα δόντια με τον Ίαν Σράγκερ, τον ένα εκ των ιδρυτών του κλαμπ (ο άλλος, ο φανταχτερός Στιβ Ράμπελ πέθανε το 1989), όλα αυτά είναι στο ντοκιμαντέρ του Ματ Τιρνάουερ.

Το κτίριο προοριζόταν εξαρχής να στεγάσει λειτουργίες ψυχαγωγίας, διασκέδασης και καλλιτεχνικής αναζήτησης. Χτίστηκε για να φιλοξενήσει το θέατρο «Όπερα Gallo», το 1927, άλλαξε ονόματα αρκετές φορές, στέγασε το ραδιόφωνο του CBS και την τηλεόραση «Studio 52».

Διασημότητες και καθημερινοί άνθρωποι

Οι ιδρυτές του κλαμπ προσπάθησαν να «ενσωματώσουν» αυτή τη μακρά ιστορία στο όραμά τους. Ξόδεψαν εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια σε επαγγελματικό φωτισμό και κράτησαν πολλά από τα παλιά τηλεοπτικά πλατό και τις θεατρικές σκηνές, δημιουργώντας έτσι ένα μοναδικό χορευτικό κλαμπ.

Στο Studio 54, το σεξ, οι διασημότητες και η περίφημη ανοιχτή, ελεύθερη χρήση ναρκωτικών λειτούργησαν παράλληλα για να δημιουργήσουν μια ηδονική «παιδική χαρά» που δεν έχει επαναληφθεί έκτοτε.

Όμως ακόμη και οι πλούσιοι, οι διάσημοι και οι ταλαντούχοι δεν είχαν εξασφαλισμένη θέση μέσα στο κλαμπ. Ο Γουόρεν Μπίτι και ο Ρόμπερτ Ντιβάλ για παράδειγμα, έφαγαν «πόρτα» την πρώτη φορά που επιχείρησαν να περάσουν.

«Η διαδικασία επιλογής δεν είχε απολύτως τίποτα να κάνει με τον πλούτο, τη φυλή, τη θρησκεία, ή το χρώμα» λέει ο Σράγκερ. «Υπήρχε μια αίσθηση ή μια ατμόσφαιρα ότι εδώ είναι το πάρτι, ότι θα κάνουμε το βράδυ μεγάλο, δεν θα είμαστε νεκρό βάρος».

Το 1980 οι Σράγκερ και Ράμπελ, μετά τη δίωξή τους για φοροδιαφυγή, έκλεισαν το κλαμπ και το πούλησαν στον Μαρκ Φλάισμαν, ο οποίος το άνοιξε ξανά και το κράτησε μέχρι το 1984. Η ειρωνεία της υπόθεσης είναι πως οι ίδιοι οι ιδρυτές του τράβηξαν την προσοχή των φορολογικών αρχών πάνω τους, ανακοινώνοντας με έπαρση, όχι μόνο τα εκατομμύρια δολάρια κέρδους, αλλά και σχολιάζοντάς τα ως εξής: «Μόνο η Μαφία βγάζει περισσότερα λεφτά»…

Το κλείσιμο – και κυριολεκτικά – του πρώτου ιστορικού κύκλου του κλαμπ τον Φεβρουάριο του 1980, έγινε, φυσικά, με ένα αποχαιρετιστήριο πάρτι, στο οποίο η Νταϊάνα Ρος τραγούδησε προσωπικά για τους Σράγκερ και Ράμπελ. Διασημότητες όπως ο Ράιαν Ο’ Νιλ, η Φάρα Φόσετ, ο Ρίτσαρντ Γκιρ, ο Τζακ Νίκολσον και ο Σιλβέστερ Σταλόνε συμμετείχαν στο πάρτι εκείνης της βραδιάς.

Την επομένη, οι Σράγκερ και Ράμπελ δήλωσαν ένοχοι για φοροδιαφυγή στον δικαστή και πέρασαν τους επόμενους 13 μήνες στην φυλακή.

Από το Νοέμβριο του 1998 λειτουργεί ως θεατρικός χώρος διατηρώντας το ιστορικό του όνομα Studio 54, ενώ και σήμερα λειτουργεί εκεί ένα κλαμπ, καθώς και εστιατόριο.

Η πολιτισμική επιρροή του Studio 54 είναι ανεξίτηλη. Στα τέλη της δεκαετίας του ’70 ήταν ένα από τα πιο γνωστά νυχτερινά κέντρα διασκέδασης στον κόσμο και διαδραμάτισε καταλυτικό ρόλο στην ανάπτυξη της μουσικής ντίσκο και της κουλτούρας των κλαμπ γενικότερα. Αμέτρητες εκδοχές του, περισσότερο ή λιγότερο πετυχημένες, κατέκλυσαν τις ΗΠΑ και γρήγορα πέρασαν στην Ευρώπη.

Έργα τέχνης, η βιομηχανία της ψυχαγωγίας και των μέσων ενημέρωσης αναφέρονται ή συνδέονται με το κλαμπ μέσω, κυρίως, της επιρροής του στην αισθητική και στην αντίληψη του τρόπου με τον οποίο ο σύγχρονος δυτικός άνθρωπος αντιλαμβάνεται τα όρια – ή την ανυπαρξία τους – της κουλτούρας της δημιουργίας και του ελεύθερου χρόνου, του σεξ και της απελπισμένης αναζήτησης «νησίδων» προσωπικής ανεξαρτησίας.

«40 χρόνια αργότερα, οι άνθρωποι δεν έχουν πάψει να συνεχίζουν να μιλούν για το Woodstock όπως και για το Studio», λέει ο Σράγκερ. «Άνθρωποι που δεν είχαν γεννηθεί ακόμη τότε, μιλούν γι’ αυτά». Ακόμα, ο ίδιος δεν πιστεύει ότι ο θρύλος του κλαμπ θα εξασθενίσει. «Υπάρχει ένα είδος ανθρώπινου ιδεώδους, που αναζητά την απόλυτη ελευθερία», λέει. «Οι άνθρωποι λένε, “δεν θα μπορέσετε ποτέ να αναδημιουργήσετε το Studio”. Σωστά, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορείτε να δημιουργήσετε την κουλτούρα που συνεχώς ζυμωνόταν εκεί. Είμαστε ακόμα άνθρωποι. Ακόμα μας αρέσει αυτό».