Τα τελευταία χρόνια – διόλου τυχαία και για λόγους απολύτως κοινωνικούς – παρατηρείται μια έντονη αύξηση στον αριθμό των ανθρώπων που αντιμετωπίζουν ψυχικές διαταραχές. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και τα επίσημα δηλωμένα στοιχεία 450 εκατομμύρια άνθρωποι υποφέρουν από ψυχικές διαταραχές ανά τον κόσμο, ενώ μόνο στην Ελλάδα το 4,7% του πληθυσμού πάσχει από κατάθλιψη.

Ads

Ο δρόμος προς τη ψυχοθεραπεία είναι συχνά δύσκολος και μη ικανοποιητικός, με τη διαθεσιμότητα, το κόστος και την προσαρμογή, το ταμπού του στίγματος συχνά να εμποδίζουν τους ανθρώπους να λάβουν τη φροντίδα που χρειάζονται.

Μια νέα τάση από τη Silicon Valley στρέφεται στην τεχνολογία για να αλλάξει αυτή τη συνθήκη, χρησιμοποιώντας αλγόριθμους και αυτοματισμούς προκειμένου να σταματήσει ή να διευκολυνθεί η «επίπονη» εξεύρεση του σωστού θεραπευτή. Έτσι, η φροντίδα ψυχικής υγείας μετακινείται από κλινικές και νοσοκομεία στα τηλέφωνά μας, καθώς οι γκουρού της τεχνολογίας και οι νευροεπιστήμονες της Silicon Valley χτίζουν ένα λογισμικό για την ενίσχυση μιας επιτυχημένης σχέσης ανάμεσα στον άνθρωπο και τη ψυχική υγεία του, ή καλύτερα του ψυχοθεραπευτή του. Ταυτόχρονα η ταχύτητα με την οποία γίνεται αυτή η μετατόπιση προκαλεί τόση ανησυχία όσο και ο ενθουσιασμός για τις δυνατότητες της τεχνολογίας.

Η βιομηχανία ψυχικής υγείας και η τεχνολογία που τη συνοδεύει

Ads

Η αγορά φυσικά για τα λογισμικά συμπεριφοράς και ψυχικής υγείας έσπευσε, και σύμφωνα με την MarketWatch, ανερχόταν σε 1,32 δισ. δολάρια το 2017 και αναμένεται να υπερδιπλασιαστεί.

Όπως αναφέρει και το ρεπορτάζ του Guardian, εκατοντάδες εφαρμογές στα smartphones, αυτήν τη στιγμή, υπόσχονται ανακούφιση σε χρόνο μηδέν από το άγχος και την κατάθλιψη, μέσω τεχνικών ευαισθητοποίησης, διαλογισμού και παρακολούθησης διάθεσης – όλες προσβάσιμες με την παλάμη του χεριού μας, παρακάπτοντας το λαβύρινθο της διαδικασίας εξεύρεσης θεραπευτή. Πολλές από τις πιο δημοφιλείς εφαρμογές ψυχικής υγείας υπόσχονται τη βελτίωση της καθημερινής ευεξίας και φυσικής κατάστασης, χωρίς επαφή κι επικοινωνία με έναν θεραπευτή – όπως οι Calm (καθοδηγούμενος διαλογισμός), Fabulous (εντοπισμός συνήθειας και ρύθμιση στόχων), Feel (καταγραφή συναισθημάτων και παροχή συμβουλών), Pillow (ανιχνευτής ύπνου) – και άλλες προσφέρουν μια ψηφιακή εναλλακτική λύση στην προσωπική εμπειρία συμβουλευτικής. Έχετε μια κακή μέρα; Μπορείτε να κάνετε μια online θεραπευτική συνεδρία, βασισμένη σε ερωτηματολόγιο και δοσμένη σε κείμενο ή να καλέσετε από το τηλέφωνό σας και να μιλήσετε με ένα chatbot που τροφοδοτείται από τεχνητή νοημοσύνη.

Στο «Reflect» για παράδειγμα, οι πελάτες συμπληρώνουν ένα ερωτηματολόγιο που συλλέγει και συγκρίνει τα δεδομένα που απαιτούνται για την πρόβλεψη μιας ισχυρής θεραπευτικής «συμμαχίας» ή καλής χημείας μεταξύ πελάτη-θεραπευόμενου και θεραπευτή. Τα αποτελέσματα τροφοδοτούνται σε έναν αλγόριθμο που χαρτογραφεί τις απαντήσεις των πελατών σε ένα πλούσιο σε δεδομένα κατάλογο θεραπευτών και παράγει αυτοματοποιημένες συστάσεις για τρεις πιθανούς θεραπευτές, οι οποίοι εξετάζονται από έναν άνθρωπο προτού αποσταλούν στον πελάτη. Σύμφωνα με τους σχεδιαστές του λογισμικού η «συμμαχία» αυτή που προκύπει από το ερωτηματολόγιο είναι ο ισχυρότερος προγνωστικός παράγοντας της επιτυχίας στη θεραπεία.

Η «Two Chairs» που ίδρυσε το 2016 ο Alex Katz και τώρα διαθέτει πέντε κλινικές στη Silicon Valley ακολουθεί μια παρόμοια προσέγγιση. Οι χρήστες συμπληρώνουν ένα ερωτηματολόγιο στο διαδίκτυο, ακολουθούμενο από μια προσωπική συνάντηση 45 λεπτών με έναν θεράποντα συμβούλων. Τα δεδομένα εισάγονται στο λογισμικό της εταιρείας, το οποίο δημιουργεί ένα σύνολο θεραπευτών. Η συλλογή δεδομένων συνεχίζεται καθ ‘όλη τη διάρκεια της θεραπείας. Οι θεράποντες, που σε αυτήν την περίπτωση είναι το λιγότερο δύο και μπορεί να αλλάζουν, χρησιμοποιούν έναν πίνακα ελέγχου γεμάτο από στοιχεία αναφοράς των πελατών για να βεβαιωθούν ότι είναι στο σωστό δρόμο. Οι πελάτες λαμβάνουν αυτοματοποιημένα, κείμενα μετά από συνεδρίες με ερωτήσεις όπως «Πόσο καλά νιώθεις» και απαντούν σε μια κλίμακα από ένα έως πέντε. Τα σχόλιά τους πηγαίνουν κατευθείαν στους θεραπευτές τους. Σημειωτέον, η κάθε συνεδρία κοστίζει 180 δολάρια.

image

Ένας πίνακας ελέγχου για τη διάγνωση

Φανταστείτε τον κλινικό ιατρό και τον ασθενή να έχουν έναν πίνακα στα χέρια τους που δείχνει τις καθημερινές διακυμάνσεις των μετρήσεων της συμπεριφοράς, της φυσιολογίας και της εγκεφαλικής λειτουργίας του ασθενούς, με αλγόριθμους μηχανικής μάθησης που επισημαίνουν ανησυχητικές τάσεις ή πρώιμα συμπτώματα που υποδεικνύουν αντίδραση σε μια θεραπεία.

Όπως υποστηρίζει ο Amit Etkin, επίκουρος καθηγητής Ψυχιατρικής και Συμπεριφορικών Επιστημών στο πανεπιστήμιο Stanford, γράφοντας στο world economic forum.org, μόνο με καλύτερη αντικειμενική μέτρηση μπορούμε να ελπίζουμε να βελτιώσουμε την ικανότητά μας να διαχειριστούμε τις ψυχικές ασθένειες. Αυτή η αλλαγή στον τρόπο που χαρακτηρίζουμε τα άτομα με σκοπό την καλύτερη διάγνωση και θεραπεία -συχνά αποκαλούμενη «ψηφιακή φαινοτυπία»– είναι μια συναρπαστική και ταχέως αναπτυσσόμενη περιοχή τόσο των ακαδημαϊκών όσο και των βιομηχανικών ερευνητικών προσπαθειών. Αυτή η προσέγγιση μπορεί επίσης να μας βοηθήσει να προσεγγίσουμε το σημαντικό ποσοστό των ανθρώπων σε ολόκληρο τον κόσμο με ψυχιατρικά προβλήματα που δεν αναζητούν ποτέ θεραπεία εξαιτίας εμποδίων πρόσβασης, στίγματος ή άλλων λόγων.

Η πρόοδος στον τομέα της ψηφιακής φαινοτυπίας έχει προέλθει από δύο πηγές. Η μία είναι τεχνολογική. Η πανταχού παρούσα τεχνολογία των smartphones έχει δημιουργήσει την ικανότητα παθητικής σύλληψης ενός χειμάρρου δεδομένων σχετικά με την καθημερινή συμπεριφορά. Δεδομένου του πόση από τη ζωή μας περνάμε με smartphones, η καθημερινή μας «ψηφιακή εξάτμιση» είναι μια πλούσια πηγή πληροφοριών. Ακόμη και ο τρόπος με τον οποίο αλληλεπιδράμε με το ίδιο το smartphone, συμπεριλαμβανομένων παραγόντων όπως η ταχύτητα πληκτρολόγησης, τα λάθη και οι χρόνοι απόκρισης, μπορούν να αναπροσαρμόσουν τις βασικές γνωσιακές ικανότητες με συνεχή και παθητικό τρόπο.

Υπάρχει παρομοίως μία αύξηση των καταναλωτικών συσκευών, όπως τα έξυπνα ρολόγια και οι οθόνες δραστηριότητας, που μπορούν να παρέχουν συμπληρωματικά δεδομένα σχετικά με τη φυσιολογία. Οι σχετικές τεχνολογίες εξελίσσονται επίσης ταχέως, συμπεριλαμβανομένης της μέτρησης της ηλεκτρικής δραστηριότητας του εγκεφάλου με σχετικά μη παρεμβατικούς τρόπους. Αναπύσσοντα, για παράδειγμα, «έξυπνα μαξιλάρια» που μπορούν να μετρήσουν την ποιότητα του ύπνου μας, μια δραστηριότητα που αντιπροσωπεύει το μοναδικό μεγαλύτερο μέρος της ημέρας μας.

Οι ερευνητές εξάγουν ακόμα και σημαντικούς συμπεριφορικούς δείκτες κατά την καθημερινή οδήγηση, καθώς τα αυτοκίνητα μπορούν να αποτελέσουν καλά ελεγχόμενα περιβάλλοντα μέτρησης. Η χρήση κάποιου συνδυασμού αυτών των προσεγγίσεων θα μπορούσε να αποκαλύψει εν εξελίξει διακυμάνσεις της διάθεσης, της γνωστικής λειτουργίας, της πιθανότητας υποτροπής φαρμάκων, της εμφάνισης ψυχωτικού επεισοδίου και αμέτρητων άλλων κρίσιμων πτυχών της ψυχικής υγείας.

Η δεύτερη πηγή προόδου, υπό το πρίσμα της ευρύτητας των ψηφιακών μας αποτυπωμάτων στην καθημερινή ζωή, είναι η ταχεία πρόοδος στη μηχανική μάθηση, η οποία έχει ήδη φέρει επανάσταση σε πολλές πτυχές της βιομηχανίας της τεχνολογίας. Κάθε χρόνο αυξάνεται η ισχύς και η ευελιξία αυτών των αλγορίθμων. Οι εξελίξεις στη μηχανική μάθηση, όπως αυτές για την αναγνώριση οπτικών αντικειμένων σε εικόνες, έχουν προέλθει από τη διαθεσιμότητα μεγάλων ποσοτήτων καλά δομημένων δεδομένων.

Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι τώρα να εξάγουνε τις πιο σημαντικές ενδείξεις για κάθε άτομο. Σε αντίθεση με άλλες αγορές – τη διαφήμιση, για παράδειγμα – όπου οι αλγόριθμοι μηχανικής μάθησης μπορούν να βελτιώσουν συνολικά τα αποτελέσματα, στην ιατρική η πρόκληση είναι να καταλήξουνε σε σταθερά συμπεράσματα για μεμονωμένους ασθενείς. Κάτι τέτοιο απαιτεί σαφώς μεγάλη εμπιστοσύνη στην παραγωγή των αλγορίθμων.

Οι «ψευδείς υποσχέσεις» της τεχνολογίας

Παρά τους λόγους για ενθουσιασμό, η ψηφιακή φαινοτυπία έχει παραμείνει μέχρι στιγμής στο επίπεδο απόδειξης της έννοιας. Ακόμα περιμένουνε την πρώτη επιτυχημένη μεγάλης κλίμακας εφαρμογή της με απτά οφέλη για την υγεία. Η τελική επιτυχία τηε ψηφιακής φαινοτυπίας, και ιδιαίτερα η αποδοχή της από τους ασθενείς, θα απαιτήσει επίσης την αντιμετώπιση θεμελιωδών προκλήσεων γύρω από την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων, καθώς ορισμένα από αυτά τα δεδομένα ενδέχεται να αντανακλούν τα ψηφιακά αποτυπώματα της προσωπικής και ιδιωτικής εμπειρίας.

Παρόλα αυτά, το τόξο της ψηφιακής φαινοτυπίας δείχνει σαφώς τη σημασία της για το μέλλον της ψυχιατρικής, καθώς και για την συμπεριφορική υγεία γενικότερα. Αυτό είναι σημαντικό, εξαιτίας του γεγονότος ότι στην ψυχιατρική ελάχιστα έχουν αλλάξει τις τελευταίες δεκαετίες και τώρα αναπτύσσονται ραγδαία τεχνολογικές πλατφόρμες, όπως η φαινοτυπία.

Κατά ειρωνικό τρόπο, ενώ η εισαγωγή των ψηφιακών φαινοτύπων ως συμπλήρωμα των παραδοσιακών υποκειμενικών περιγραφών του ατόμου θα συνεπάγεται σημαντική διατάραξη της παραδοσιακής λήψης κλινικών αποφάσεων και των ροών εργασίας, είναι η ίδια η πανταχού παρούσα τεχνολογία των κινητών τηλεφώνων, από την οποία αυτές οι προσπάθειες πηγάζουν, που κάνει αυτήν τη διατάραξη να μοιάζει αναπόφευκτη.

Η Anja Schmitz, κλινική ψυχολόγος υποστηρίζει ότι χωρίς τη στενή συμμετοχή θεραπευτών που γνωρίζουν τις βέλτιστες πρακτικές, τα οφέλη γρήγορα μειώνονται. «Δεν υπάρχει αντικατάσταση της προσωπικής σύνδεσης. Υπάρχουν πολλές ψευδείς υποσχέσεις εκεί έξω» δηλώνει.

Πολλοί θεραπευτές εκφράζουν σοβαρές επιφυλάξεις σχετικά με την έκρηξη της Silicon Valley στον τομέα τους, ιδίως τη μετάβαση σε εργαλεία ψηφιακής χρήσης των οποίων η αποτελεσματικότητα δεν έχει μελετηθεί σοβαρά. Οι έρευνες, όπως υποστηρίζουν, δείχνουν ότι οι αλληλεπιδράσεις πρόσωπο με πρόσωπο ενθαρρύνουν την ευαισθησία, την οικειότητα και την ενσυναίσθηση μεταξύ των θεραπευόμενων και των θεραπευτών – κάτι που γνωρίζουμε ότι είναι βασικές ανθρώπινες εμπειρίες που η τεχνολογία δεν μπορεί να προσφέρει, ώστε να διευκολύνει τη θεραπευτική αλλαγή.