Σε αυτή την όχθη του ποταμού, τα ξυπόλητα πρησμένα πόδια τους πατούν στο Μπαγκλαντές.  Από την άλλη πλευρά του ποταμού Naf είναι η Μιανμάρ. Αυτές είναι οι πιο «τυχερές» από τις γυναίκες Rohingya που κατόρθωσαν να επιβιώσουν  από τη σφαγή, τον βιασμό και τη φωτιά.

Ads

Όσο “τυχερές” μπορεί να είναι κάποιες γυναίκες που έχασαν τους δικούς τους, άντρες και παιδιά, που ζουν σε στρατόπεδα προσφύγων και που ξυπνούν τις νύχτες από τον ίδιο εφιάλτη, αυτόν του βιασμού και της σφαγής των παιδιών τους. Τους τελευταίους δύο μήνες, περισσότεροι από 600.000 Rohingya έχουν εκδιωθεί με τη βία από τον τόπο τους, τα σπίτια τους κάηκαν, άντρες και γυναικόπαιδα σφαγιάστηκαν, κορίτσια υπέστησαν βιασμούς και ανείπωτες φρικαλεότητες.

Ποτέ δεν ήταν αποδεκτοί. Μολονότι ζούσαν για αιώνες στη Μιανμάρ, από το 1982 και πλέον, οι μουσουλμάνοι Rohingya δεν θεωρούνταν πολίτες του [Βουδιστικού] κράτους. Δεν είχαν δικαίωμα στη μόρφωση, ούτε σε ιατρική περίθαλψη  για να αναφέρουμε ένα-δύο μόνο από τα δικαιώματά τους που καταπατούνταν. Από τις 25 Αυγούστου όμως, αυτή η μικρή μουσουλμανική εθνοτική ομάδα ζει αυτό που ο ΟΗΕ στα χαρτιά περιγράφει ως: εθνοκάθαρση. Στην πράξη αυτή η λέξη είναι πολύ πιο φρικτή από όσο ακούγεται. Οι μαρτυρίες γυναικών που γλίτωσαν εξηγούν ακριβώς πώς γίνεται η εθνοκάθαρση αυτή.

Επιζήσασες αλλά… ζωντανές–νεκρές

image

Ads

Αυτή είναι η ιστορία της Noor και της μητέρας της, Dilbar Begum, που επέζησαν από τη σφαγή στο χωριό τους Tula Toli, με βαθιές χαρακιές στο σώμα κι ακόμα βαθύτερες στην ψυχή. “Πρώτα, ο στρατός της Μιανμάρ χώρισε τις γυναίκες και τα κορίτσια από τους άντρες και τα αγόρια. Έπειτα, σκότωσαν τους άντρες και τα αγόρια” θυμάται η Dilbar. “Τους είδα να σκοτώνουν τον άντρα και τον γιο μου. Ούρλιαζα.”

Οι στρατιώτες της Μιανμάρ οδήγησαν τις γυναίκες και τα κορίτσια μέσα σε καλύβες για να βιαστούν. Η Dilbar βρέθηκε σε μια καλύβα μαζί με τη 10χρονη κόρη της Noor, τη δίχρονη κόρη της Rozia και τον ακόμη μικρότερο γιο της, τον Muhammad Kashel.

“Μου άρπαξαν το μωρό μου και του έκοψαν τον λαιμό” λέει με τρεμάμενη φωνή η Dilbar. Έπειτα, έκοψαν και το λαιμό της Rozia. Όλα μπροστα στα μάτια της 10χρονης Noor. Αμέσως μετά,  η Noor θυμάται μια ματσέτα να πέφτει στο κεφάλι της και τη μάνα της να στριγκλίζει.Τίποτα άλλο. Είχε χάσει πια τις αισθήσεις της.

Η Dilbar λέει ότι οι στρατιώτες τράβηξαν ένα σκουλαρίκι από το αυτί της κόβοντας μαζί και τον λοβό κι αμέσως μετά την βίασαν ανάμεσα στα πτώματα των παιδιών της.  “Ο ένας στρατιώτης με κρατούσε κι ο άλλος με βίαζε.” Όταν τέλειωσαν, μου ριξαν μια με τη ματσέτα στο κεφάλι και με άφησαν εκεί, περνώντας με για νεκρή. Στη συνέχεια, έβαλαν φωτιά στην καλύβα.

Την ξύπνησαν – λέει – η φωτιά κι ο καπνός. Έψαξε τα σώματα των παιδιών της και είδε ότι η Noor ανάσαινε ακόμη. Άρπαξε το κορίτσι κι έτρεξε προς το δάσος.  Ζαλισμένες, τραυματισμένες, καταταλαιπωρημένες, διέσχιζαν τρέχοντας το δάσος για δύο μέρες μέχρι να φτάσουν στα σύνορα με το Μπαγκλαντές. imageΟ βιασμός κι ο τρόμος, είναι κοινά στις διηγήσεις όλων των γυναικών. Μαζί με τις μαζικές εκτελέσεις συζύγων και γιων και την πυρπόληση του χωριού. Ένα ακόμη κοινό είναι η ανάμνηση των παιδιών τους που δολοφονήθηκαν άγρια.

Αυτή είναι η ιστορία της Hasina Begum, 21 ετών και της ενός έτους κορούλας της Suhaifa. [Begum δεν είναι επώνυμο αλλά μια συνηθισμένη τιμητική προσφώνηση για τις γυναίκες].

Οι στρατιώτες κράτησαν την Hasina και τις υπόλοιπες γυναίκες του χωριού με την απειλή όπλου, όσο τα στρατεύματα εκτελούσαν σωρηδόν του άντρες και τα αγόρια,  περιέλουζαν τα πτώματα με βενζίνη και τους έβαζαν φωτιά. Έπειτα, οι στρατιώτες έσπρωξαν τις γυναίκες μέσα στις καλύβες, σε ομάδες των πέντε.

“Προσπαθούσα να κρύψω το μωρό μου  μέσα στο μαντίλι μου αλλά το ποδαράκι της βγήκε έξω και το είδαν” θυμάται η Hasina, η φωνή της σπάει, τα χείλη της αρχίζουν να τρέμουν. “Άρπαξαν το μωρό μου από το ποδαράκι και το πέταξαν ζωντανό στη φωτιά.”

Η Hasina λέει ότι κατέρρευσε ουρλιάζοντας. Οι στρατιώτες άρχισαν να την χτυπούν, την έσυραν μέσα στην καλύβα μαζί με την κουνιάδα της, Asma Begum. Τις έγδυσαν και τις δύο και τις βίασαν. Τελικά, έκλεισαν την πόρτα κι έβαλαν φωτιά στην καλύβα. 

Καθώς κομμάτια από τη φλεγόμενη σκεπή έπεφταν πάνω στα γυμνά τους σώματα, η Asma κατάφερε να κάνει μια τρύπα στην καλύβα και έτρεξαν έξω ολόγυμνες. Κυλίστηκαν στη λάσπη για να μαλακώσουν λίγο τον πόνο από τα εγκαύματα και την επομένη τελικά, βρέθηκαν έξω από το σπίτι κάποιου Rohingya και ικέτευσαν για ένα ρούχο ίσα-ίσα για  να καλύψουν τη γύμνια τους. Μετά από τρεις μέρες περπάτημα, η Hasina και η Asma έφτασαν στο Μπαγκλαντές. Η Hasina υποφέρει ακόμη από τις πληγές, περισσότερο όμως την πονάει το κενό που της άφησε η δολοφονία του παιδιού της. Δεν μπορεί να κοιμηθεί. “Όποτε κλείνω τα μάτια μου, αναζητώ το παιδί μου και ξυπνάω ουρλιάζοντας”.

Βιασμοί με σύστημα και μέθοδο

Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συγκέντρωσε τις μαρτυρίες 52 γυναικών και κοριτσιών Rohingya , ανάμεσά τους 29 θύματα βιασμού από 19 διαφορετικές περιοχές. Πρόσθεσε  τα συμπεράσματα 17 ανεξάρτητων παρατηρητών από ανθρωπιστικές οργανώσεις και  τα πορίσματα εκπροσώπων του Υπουργείου Υγείας του Μπαγκλαντές. Τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής αποκαλύπτουν συστηματική χρήση του βιασμού με μέθοδο. Όλοι ανεξαιρέτως οι βιαστές ήταν στρατιωτικοί. Σε όλες τις περιπτώσεις εκτός από μία, ο βιασμός ήταν ομαδικός από τουλάχιστον τρεις βιαστές, σε πολλές περιπτώσεις από ομάδα πέντε ή και περισσότερων  στρατιωτών. Όλοι οι βιαστές μετά τον βιασμό, πυρπολούσαν την καλύβα με τις θύματά τους μέσα.

Η Pramila Patten, εκπρόσωπος των Ηνωμένων Εθνών που ειδικεύεται στη σεξουαλική βία, επισκέφτηκε για τρεις ημέρες τα στρατόπεδα φιλοξενίας των προσφύγων, μίλησε με τις γυναίκες-θύματα βιασμού και αποφάνθηκε ότι αυτό που ζουν σήμερα οι Rohingya δεν είναι εθνοκάθαρση.  “Ο βιασμός είναι μια πράξη και ένα όπλο που χαρακτηρίζει τη γενοκτονία” δήλωσε στο Reuters. “Η εκτεταμένη απειλή και η χρήση της σεξουαλικής βίας ήταν το όπλο για εξαναγκαστική μετακίνηση σε τεράστια κλίμακα και ένα υπολογισμένο εργαλείο τρόμου που αποσκοπούσε στην εξολόθρευση και απομάκρυνση του λαού των Rohingya.”  Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων πάντως κατηγόρησε τη Μιανμάρ για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας στην περιοχή Rakhine και κάλεσε το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να επέμβει επιβάλλοντας κυρώσεις στην κυβέρνηση της χώρας.

Σε όλο τον κόσμο πυκνώνουν οι φωνές ότι η Μιανμάρ έχει ξεπεράσει κάθε όριο. Κι ενώ στα διεθνή Μέσα συζητιέται ανοιχτά αν οι Rohingya ζουν εθνοκάθαρση ή γενοκτονία, η Πρόεδρος της χώρας Aung San Suu Kyi – πρώην ακτιβίστρια και κάτοχος Νόμπελ Ειρήνης [της απονεμήθηκε το 1991] – υποστηρίζει ότι οι βιασμοί είναι fake[!] και καταγγέλλει τα διεθνή Μέσα ότι έχουν δημιουργήσει ένα παγόβουνο παραπληροφόρησης υποστηρίζοντας τους «τρομοκράτες» όπως αποκαλεί συλλήβδην  τους Rohingya. Ύστερα από τις δηλώσεις, ίσως γυρίζει κατάκοπη στο σπίτι της , ίσως ρίχνει και μια καθησυχαστική ματιά στο Νόμπελ της πριν πέσει για ύπνο. Οι γυναίκες στην άλλη όχθη του ποταμού πάλι, δεν  μπορούν πια να κοιμηθούν από τους εφιάλτες.

Οι μαρτυρίες των γυναικών προέρχονται από το άρθρο του Nicholas Kristof  στο The New York Times. Οι φωτογραφίες είναι του Tomas Munita για το The New York Times.