Οι Αλαουίτες ή Νουσαϊρι της Συρίας ήταν παραδοσιακά μια ορεσίβια κοινότητα και μάλιστα αρκετά περιθωριακή, καθώς ζούσε σχετικά απομονωμένη και μακριά από τις πόλεις π.χ. η άτυπη “πρωτεύουσα” της περιοχής τους, η Λατάκια, είχε ως το 1920 κατοίκους κυρίως Σουνίτες και Χριστιανούς. Ήταν κυνηγημένοι επί αιώνες και γι’ αυτό κατέφυγαν στα βουνά, ενώ οι Σουνίτες εξαπέλυαν κατά περιόδους διάφορες τιμωρητικές εκστρατείες εναντίον τους, “φυτεύοντας” μάλιστα πολλά τζαμιά στις περιοχές τους, που ωστόσο έμεναν πάντα άδεια, διότι οι ντόπιοι δεν τα χρησιμοποιούσαν παρά μόνον οι επισκέπτες.

Ads

Ωστόσο άρχισαν να βγαίνουν από το περιθώριο και να αναρριχώνται στην εξουσία μετά την πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την ανεξαρτησία της Συρίας αρχικά υπό Γαλλική Εντολή. Οι Γάλλοι, που ακολουθούν το δόγμα του διαίρει και βασίλευε, τους χρησιμοποίησαν εξ αρχής ως στρατιώτες για να προστατεύσουν την επικυριαρχία τους απέναντι στη μονίμως εξεγερμένη Σουνιτική πλειονότητα, που παραδοσιακά καταπίεζε τους Αλαουίτες. Οι Γάλλοι τους υποσχέθηκαν μάλιστα και ανεξάρτητο Αλαουιτικό κρατίδιο στα πλαίσια μιας μεγάλης ομοσπονδιακής Συρίας που σχεδίαζαν.

Πράγματι η ιστορική περιοχή της Λατάκιας, όπου ζουν κυρίως οι Αλαουίτες, από την 5η Δεκεμβρίου 1924 και για κάποια χρόνια αποτέλεσε αυτόνομη περιοχή, με έκταση 4.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα περίπου και μεγάλη ακτογραμμή, στα πλαίσια της Συρίας που βρισκόταν τότε υπό Γαλλική Εντολή. Η αλήθεια είναι πως πολλοί Αλαουίτες έτρεφαν εκείνη την εποχή την ελπίδα της ενσωμάτωσης τους σ’ έναν “Μεγάλο Λίβανο”, κάτι που τελικά δεν έγινε εφικτό.

Τον Ιούνιο του 1936, έξι Αλαουίτες προύχοντες απευθύνουν στον Λέον Μπλουμ, πρόεδρο του υπουργικού συμβουλίου της τότε γαλλικής κυβέρνησης, μια επιστολή με την οποία δηλώνουν πως “οι Αλαουίτες αρνούνται να προσαρτηθούν στη Συρία, της οποίας το θρήσκευμα είναι το Σουνιτικό Ισλάμ” και πως “σύμφωνα με το Ισλάμ, οι Αλαουίτες είναι άπιστοι. Το μίσος κι ο φανατισμός βρίσκεται στην καρδιά των Αράβων για ό,τι δεν είναι ισλαμικό, και κατά συνέπεια το τέλος της Γαλλικής Αρμοστείας θα εκθέσει τις θρησκευτικές μειονότητες στο θάνατο και την καταστροφή”. Ανάμεσα στους προσυπογράφοντες αυτής της επιστολής βρίσκουμε και τον Αλή Σουλειμάν αλ Άσσαντ, πατέρα του Χαβέζ –πρόεδρος από το 1971 μέχρι το 2000- και παππού του σημερινού Μπασάρ αλ Άσσαντ.

Ads

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα πολλοί Αλαουίτες να επιλέξουν ως επάγγελμα το Στρατό και να κάνουν σταδιοδρομία ως στρατιωτικοί, σχηματίζοντας μάλιστα ένα είδος “συνωμοτικής αδελφότητας” στους κόλπους του Συριακού Στρατού. Όταν δημιουργήθηκε το κόμμα Μπάαθ πολλοί Αλαουίτες στρατιωτικοί, όπως άλλωστε και πολλοί Σύριοι Χριστιανοί, εντάχθηκαν στις τάξεις του. Την ίδια περίοδο, και ειδικά μεταξύ του 1948 και 1963, η παραδοσιακή ελίτ της χώρας έχανε τη δύναμη της εξαιτίας κυρίως λόγω των συγκρούσεων μεταξύ των Σουνιτών για τη νομή της εξουσίας, ενώ οι Αλαουίτες συνέχιζαν να είναι ενωμένοι.

To 1970, αφού το κόμμα Μπάαθ (ένα αραβικό σοσιαλιστικό κόμμα με εκσυγχρονιστικές και εθνικιστικές τάσεις και σύνθημα το “Ενότητα, Ελευθερία, Σοσιαλισμός”) κατέλαβε την εξουσία (αρχής γεννομένης από το πραξικόπημα του 1963), ο Αλαουίτης στρατηγός Χαφέζ αλ Άσαντ, γεννημένος στο αλαουίτικο χωριό Καρντάχα της βορειοδυτικής Συρίας, κατάφερε το 1971 να γίνει ισόβιος πρόεδρος της Συρίας μέχρι το θάνατο του το 2000, οπότε και τον διαδέχθηκε ο γιος του Μπασάρ αλ Άσαντ. Για τους Σουνίτες της Συρίας και ειδικά για τη Μουσουλμανική Αδελφότητα ο Αλαουίτης Σύριος δικτάτορας Άσαντ (το όνομα του οποίου σημαίνει “Λιοντάρι” στα αραβικά) ήταν ένας “εχθρός του Αλλάχ” κι εξαρχής κήρυξαν ανένδοτο πόλεμο εναντίον του, αλλά όμως δεν κατάφεραν να τον εκδιώξουν. Ο Αμερικανός συγγραφέας Ρόμπερτ Κάπλαν παρομοίασε τη μετεωρική άνοδο στην εξουσία του Αλαουίτη Άσαντ με το “ένας Ανέγγιχτος να γίνει Μαχαραγιάς στην Ινδία ή ένας Εβραίος να γίνει Τσάρος στη Ρωσία -ένα απροσδόκητο σοκ για τη Σουνιτική πλειονότητα της Συρίας που μονοπωλούσε επί αιώνες την εξουσία στη χώρα”. Το πραξικόπημα που έφερε το κόμμα Μπάαθ και τρεις γενιές των Αλαουιτών Άσαντ στην εξουσία το 1963, έφερε ταυτόχρονα στο πολιτικό και θρησκευτικό προσκήνιο και την νομή της εξουσίας την πλέον καθυστερημένη, φτωχή θεολογικά, περιφρονημένη, και κοινωνικά εξοστρακισμένη μειονότητα της Συρίας, μετατρέποντάς την έτσι στην κυρίαρχη ελίτ της Δαμασκού, κάτι που προκάλεσε ακόμη περισσότερη έχθρα εκ μέρους των Σουνιτών. Και πράγματι, μια δεκαετία αφού ο Άσαντ ανέβηκε στην εξουσία, οι Αλαουίτες ανέλαβαν τα περισσότερα ανώτατα αξιώματα στο στρατό και στις υπηρεσίες ασφαλείας καθώς και όλες τις νευραλγικές θέσεις στην κρατική μηχανή της Συρίας.

Το 1973 εκδίδεται από τον Λιβανέζο σεΐχη Μουσά Σάντρ  μια νέα φάτβα, που ήταν πολύ σημαντική για την ενίσχυση των Αλαουιτών, καθώς τους αναγνωρίζει για πρώτη φορά ως μουσουλμάνους σε αντάλλαγμα να υποστηρίξουν τη Σιιτική μειονότητα στο Λίβανο. Έτσι οι Αλαουίτες αναγνωρίζονται επίσημα ως ανορθόδοξος κλάδος του Σιιτισμού κι αποκτούν προστασία κι εκ μέρους του Ιράν. Τα αποτελέσματα αυτής της “σιιτικοποίησης” των Αλαουιτών ή Νουσαϊρι ήταν πενιχρά: τα πέντε αλαουιτικά τεμένη που έχτισε ο Χαφέζ αλ Άσσαντ στη γενέτειρα του Καρντάχα, παρέμειναν άδεια, ενώ οι Σουνίτες εξακολουθούσαν να τους βλέπουν αν όχι ως “απίστους”, τουλάχιστον ως “ψευδο-μουσουλμάνους”…

image

Συνέταιροι ή όμηροι του Καθεστώτος Άσαντ; 

Από τότε που ξεκίνησε ο εμφύλιος πόλεμος της Συρίας οι Αλαουίτες πληρώνουν βαρύ τίμημα και φορτίο αίματος για τη στήριξη τους προς το καθεστώς Άσαντ. Συχνά οι πόλεις τους, όπως η Λατάκια, και οι περιοχές τους γίνονται στόχοι τρομοκρατικών επιθέσεων και βομβιστών αυτοκτονίας με δεκάδες κάθε φορά θύματα. “Κανένας δε χαμογελά πλέον στη Λατάκια. Σχεδόν κάθε οικογένεια έχει χάσει τουλάχιστον ένα μέλος της. Οι Άγγελοι του Θανάτου εργάζονται καλά”, είπε κυνικά ο Μωχάμεντ, ένας Αλαουίτης ταξιτζής από τη Λατάκια.

Περίπου 250.000 Αλαουίτες άνδρες (πάνω από το 10% του πληθυσμού της κοινότητας τους) είναι σε ηλικία στράτευσης και θεωρούνται μάχιμοι και οι περισσότεροι υπηρετούν ήδη σε μάχιμες μονάδες του Συριακού Στράτου, που πρόσκειται στον Άσαντ, πληρώνοντας καθημερινά και το ανάλογο τμήμα σε απώλειες. Σύμφωνα με πηγές Δυτικών διπλωματών σχεδόν το ένα τρίτο των Αλαουιτών, που υπηρέτησαν στο Συριακό Στρατό από το 2011 ως σήμερα, είναι νεκροί και ακόμη περισσότεροι οι τραυματίες. Οι Τζιχαντιστές μάλιστα τους θεωρούν “απίστους” κι έτσι στόχους άμεσης προτεραιότητας. Γι’ αυτό, αν τους συλλάβουν αιχμάλωτους, τους εκτελούν άμεσα, μαζικά και για παραδειγματισμό δημοσιεύοντας επιδεικτικά σχετικές εικόνες φρίκης στο διαδίκτυο. “Καθημερινά τουλάχιστον 30 άνδρες γυρνούν από το μέτωπο μέσα σε φέρετρα. Στην αρχή του πολέμου οι θάνατοί τους γιορτάζονταν με μεγαλοπρεπείς κηδείες. Πλέον θάβονται σιωπηλά και μεταφέρονται στο νεκροταφείο στις καρότσες των φορτηγών”, είπε στην εφημερίδα Telegraph ένας Αλαουίτης με το ψευδώνυμο Αμάρ (για να προστατεύσει την οικογένεια του). Γι’ αυτό και πολλά χωριά στους λόφους γύρω από τη Λατάκια έχουν αδειάσει από νεαρούς άνδρες, ενώ οι περισσότερες γυναίκες είναι μαυροφορεμένες, θρηνώντας για τους χαμένους άνδρες, αδελφούς ή παιδιά τους. Πάντως η κρατική τηλεόραση της Συρίας αποφεύγει πλέον συστηματικά να μεταδίδει ειδήσεις και εικόνες από κηδείες Αλαουϊτών στρατιωτών που σκοτώθηκαν στα πεδία των μαχών (μόνο κατά το 2014 ο Συριακός Στρατός είχε 22.000 νεκρούς, σημαντικό τμήμα των οποίων ήταν Αλαουίτες). Αντίθετα μεταδίδει συχνά τις κηδείες των Σουνιτών στρατιωτών, που υπηρετούσαν στο Συριακό Στρατό και σκοτώθηκαν πολεμώντας τους Τζιχαντιστές, προκειμένου έτσι να αυξηθεί η υποστήριξη του καθεστώτος από την αραβική Σουνιτική πλειοψηφία.

Η ειρωνεία πάντως είναι πως στις μάχες ενάντια στους Τζιχαντιστές και στους Σουνίτες αντάρτες της αντιπολίτευσης (Αλ Νούσρα κ.α.) το καθεστώς Άσαντ αποφεύγει να στέλνει στην πρώτη γραμμή τους Σουνίτες στρατιώτες, που υπηρετούν στο Συριακό Στρατό διότι δεν τους εμπιστεύεται, ενώ στέλνει σχεδόν πάντα τους Αλαουίτες ή τους Χριστιανούς στρατιώτες του (υπάρχουν και περίπου 40.000 Σύριοι ορθόδοξοι μαχητές που πολεμούν μαζί με τον Συριακό Στρατό) με αποτέλεσμα οι απώλειες ανάμεσα τους να είναι δυσανάλογα μεγαλύτερες. Αυτές οι απώλειες είναι και ο σοβαρότερος λόγος που σημαντικό τμήμα των Αλαουιτών, και ειδικά οι μητέρες των στρατιωτών που σκοτώθηκαν στον πόλεμο, να μη εμπιστεύονται πλέον το καθεστώς του Άσαντ, ενώ σε πολλά ορεινά χωριά τους κάνουν και αυτοσχέδια μπλόκα ώστε να μην έρθουν οι Στρατολόγοι του Άσαντ και πάρουν τα παιδιά τους που είναι σε ηλικία στράτευσης λέγοντας: “Ας υπηρετήσουν πρώτα τα παιδιά του Άσαντ στο μέτωπο και μετά να σας δώσουμε εμείς τα παιδιά μας”.

Από την άλλη όμως οι Αλαουίτες γνωρίζουν καλά πως αν καταρρεύσει ο Άσαντ τότε και πάλι αυτοί θα πληρώσουν και το μεγαλύτερο τίμημα, καθώς οι Σουνίτες θα θελήσουν να τους εκδικηθούν, ίσως ακόμη και να τους εκτοπίσουν μαζικά από τις πατρογονικές τους εστίες. Έχουν πολλά να χάσουν αν αλλάξουν στρατόπεδο και σταματήσουν να υποστηρίζουν τον Άσαντ, που κατάφερε να ενσταλάξει τον φόβο για να τους δέσει με τα δικά του συμφέροντα. Ήταν χωρικοί, περιθωριακοί και κατατρεγμένοι και τους έφερε στην εξουσία. Τους μεταχειρίστηκε ως εργαλεία, αμείβοντάς τους  με ψίχουλα και τους τοποθέτησε σε νευραλγικές θέσεις στην αστυνομία και στον στρατό. Το καθεστώς του Ασαντ τους χρησιμοποίησε για να διχάσει τις διάφορες κοινότητες της Συρίας και γι’ αυτό θα είναι και τα εξιλαστήρια θύματα σε περίπτωση κατάρρευσης του, γι’ αυτό έχουν κάθε συμφέρον να παραμείνει το καθεστώς στη θέση του. Δεν είναι παράξενο λοιπόν που οι Αλαουίτες αποτελούν και την πιο συμπαγή βάση στήριξης του συριακού καθεστώτος.

image

Προς ανεξάρτητο Αλαουϊτικο κράτος;

Πεπεισμένοι ότι η εξέγερση και ο πόλεμος στη Συρία απειλεί την ίδια τους την ύπαρξη, οι Αλαουίτες υποστηρίζουν έτσι όλο και πιο φανατικά το καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ και τον Συριακό Στρατό. Αυτός, ενώ στην αρχή ήταν σε υποχώρηση σχεδόν παντού, χάρη στη στρατιωτική συνδρομή της Ρωσίας, του Ιράν (από τους Ιρανούς Φρουρούς της Επανάστασης ή Pasdaran) και της Σιιτικής Χεζμπολάχ του Λιβάνου, που είναι σύμμαχοι του Άσαντ από το 1982, άρχισε από τα μέσα του 2015 να ανακτά τα περισσότερα χαμένα εδάφη, να πολιορκεί ασφυκτικά καν να καταλαμβάνει το ερειπωμένο πλέον Χαλέπι, που ελέγχεται από “μετριοπαθείς” αντιπολιτευόμενους αντάρτες της Αλ Νούσρα, κι αντεπιτίθεται, σε συμμαχία με τους Κούρδους του βορρά, σε όλα τα μέτωπα κατά του λεγόμενου “Ισλαμικού Χαλιφάτου’ (ISIS), απειλώντας ακόμη και την ίδια την “πρωτεύουσα” του, και σφηκοφωλιά των Τζιχαντιστών της Συρίας, την Αλ Ράκα.

“Έχουμε τη θέληση, και την έχουν έντονα οι πολίτες και ο συριακός στρατός. Ο στρατός είναι αποφασισμένος να απελευθερώσει όλες τις περιοχές. Αντίστοιχα, η βοήθεια της Ρωσίας έχει υπάρξει ουσιαστική και αποτελεσματική για να επιτευχθεί αυτό το αποτέλεσμα. Έχουμε επίσης βοήθεια από τους φίλους μας, το Ιράν και την Χεζμπολάχ του Λιβάνου. Η συμβολή τους υπήρξε ουσιαστική στο πεδίο της μάχης”, δήλωσε ο Άσαντ σε συνέντευξή του σε ρωσικά μέσα ενημέρωσης μετά το πέρας των ρωσικών αεροπορικών βομβαρδισμών. Ο ίδιος εμφανίζεται αποφασισμένος να απελευθερώσει “κάθε σπιθαμή συριακού εδάφους από τους τρομοκράτες”, αν και χωρίς τους συμμάχους του (Ρωσία, Ιράν, Χεζμπολάχ) και φυσικά δίχως τη συγκατάθεση των ΗΠΑ και της Δύσης δεν μπορεί να κατορθώσει κάτι τέτοιο.

Τι μέλλει γενέσθαι λοιπόν στη Συρία και ποιο θα είναι το μέλλον των ΑλαουΊτών; Όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοικτά, καθώς τίποτε ακόμη δε φαίνεται προδιαγεγραμμένο από τις υπάρχουσες εξελίξεις.
Το πρώτο σενάριο είναι ο συριακός εμφύλιος πόλεμος να συνεχιστεί επί πολλά χρόνια ακόμη, ίσως και δεκαετίες, και να εξελιχθεί σ’ ένα τέλμα ώστε όλες οι πλευρές θα εξουθενωθούν και να αναγκαστούν να συνθηκολογήσουν. Σ’ αυτή την περίπτωση, αν και ο χάρτης δεν θα αλλάξει σημαντικά, εντούτοις η πλειοψηφία των κατοίκων της χώρας θα αναγκαστούν να την εγκαταλείψουν ως πρόσφυγες.

Το δεύτερο σενάριο είναι να νικήσει ολοκληρωτικά ο Άσαντ, και ο Συριακός Στρατός με τους συμμάχους του να ανακαταλάβουν όλη τη χώρα. Σ’ αυτή την περίπτωση οι Τζιχαντιστές θα εκτελεστούν, θα φυλακιστούν και θα εξοριστούν, ενώ ένα σημαντικό τμήμα της Σουνιτικής πλειοψηφίας, που τους υποστήριζε, θα εξαναγκαστεί να εγκαταλείψει τη χώρα. Ο χάρτης της Συρίας δεν θα αλλάξει, εκτός από την παροχή ευρείας αυτονομίας που θα δοθεί στις κουρδικές περιοχές του βορρά, καθώς οι Κούρδοι έχουν εξελιχθεί σε συμμάχους του Άσαντ και φαίνεται πως τους έχει υποσχεθεί καθεστώς αυτονομίας.

Το τρίτο σενάριο -και το λιγότερο πιθανόν κατά τη γνώμη μου- είναι το καθεστώς Άσαντ να εγκαταλειφθεί από τους συμμάχους του, αλλά κι από τη στήριξη των Αλαουιτών, να καταρρεύσει κι έτσι η συριακή αντιπολίτευση με την Αλ Νούσρα και κυρίως με τους Τζιχαντιστές του ISIS να αναδειχθούν σε νικητές του πολέμου και να καταλάβουν ολόκληρη τη χώρα. Σ’ αυτή την περίπτωση θα ακολουθήσει καθεστώς τρόμου και χάους, μαζικών εκτελέσεων, εθνικών εκκαθαρίσεων και εκτοπισμών, και θα απειληθεί η ίδια η συνέχιση της ύπαρξης στα πατρογονικά τους εδάφη των Αλαουϊτών και των άλλων εθνικο-θρησκευτικών μειονοτήτων της Συρίας, ειδικά των Χριστιανών.

Το τέταρτο σενάριο είναι να ηττηθούν οι Τζιχαντιστές με τη βοήθεια και της Δύσης και ταυτόχρονα να εξαναγκαστεί ο Άσαντ σε παραίτηση και  αναχώρηση από τη χώρα (η Ρωσία πιθανόν να του παρέχει άσυλο) και ταυτόχρονα να πραγματοποιηθούν υπό την επίβλεψη του ΟΗΕ δημοκρατικές εκλογές και να συγκροτηθεί μια νέα βουλή, στην οποία θα εκπροσωπούνται όλες οι μειονότητες της χώρας, κι ένα νέο Σύνταγμα που θα παρέχει ίσα δικαιώματα κι ελευθερία προς όλους.

Το πέμπτο σενάριο, που είναι παραλλαγή του προηγούμενου, προβλέπει ταυτόχρονα με την αποχώρηση του Άσαντ από την εξουσία και τη διενέργεια δημοκρατικών εκλογών, την διοικητική ανασυγκρότηση της χώρας σε μορφή ομοσπονδίας ή ακόμη και χαλαρής συνομοσπονδίας, στα πλαίσια της οποίας θα συγκροτηθεί ένα αλαουιτικό κρατίδιο ή πολιτεία στις μεσογειακές ακτές, ένα κουρδικό κρατίδιο στο βορρά, ένα των Δρούζων στο νότο και δύο Σουνιτικά κρατίδια (το ένα με πρωτεύουσα τη Δαμασκό και το άλλο με πρωτεύουσα το Χαλέπι). Επίσης θα προβλέπει και τη συγκρότηση χριστιανικών καντονιών στα πλαίσια των επιμέρους πολιτειών, σε περιοχές που πλειοψηφούν οι Χριστιανοί.

Τέλος, το έβδομο σενάριο, είναι η κανονική διάσπαση της χώρας σε τρία ή και περισσότερα τμήματα, που θα μετατραπούν στη συνέχεια σε ανεξάρτητα κράτη. Ήδη οι Κούρδοι στο βορρά έχουν σηκώσει τη σημαία της ανεξαρτησίας. Το ίδιο προβλέπεται να κάνουν και οι Αλαουίτες των μεσογειακών παραλιών, ενώ οι Δρούζοι ίσως εξετάσουν το ενδεχόμενο να προσαρτηθούν στην Ιορδανία, ως αυτόνομη περιοχή. Σ’ αυτή την περίπτωση οι Σουνιτικές περιοχές της Συρίας θα αποτελέσουν ένα ανεξάρτητο κράτος της  Συρίας με πρωτεύουσα τη Δαμασκό, που θα κυβερνάται από μετριοπαθείς φυλοδυτικούς Σουνίτες.

Ο επίλογος της ιστορίας αυτής της παράξενης μουσουλμανικής αίρεσης ή καλύτερα θρησκείας των Αλαουϊτών ίσως τελικά κλείσει με τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου, καθαρά αλαουιτικού κράτους ή πολιτείας στις μεσογειακές ακτές και όρη της Συρίας, κλείνοντας έτσι μια ιστορική εκκρεμότητα που χρονολογείται από το 1930. Το κράτος αυτό, απέναντι ακριβώς από τις ανατολικές ακτές της Κύπρου, θα έχει πληθυσμό περί τα τρία εκατομμύρια κατοίκους (75% Αλαουϊτες, 10% Σουνίτες, 15% Χριστιανοί κ.α.), θα έχει έκταση περίπου 10.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα (και μια ΑΟΖ που θα συνορεύει μ’ εκείνη της Κύπρου), πρωτεύουσα τη Λατάκια και θα βρίσκεται αναμφίβολα κάτω από την προστασία της Ρωσίας καθώς διατηρεί ναυτική βάση στο λιμάνι της Ταρτούς, αλλά και του Ιράν και θα έχει ένα καθεστώς που θα χαρακτηρίζεται κοσμικό για τα μουσουλμανικά δεδομένα, μοιάζοντας έτσι μ’ έναν δεύτερο Λίβανο, χωρίς ωστόσο την πανσπερμία των εθνικο-θρησκευτικών μειονοτήτων που έχει η Χώρα του Κέδρου. Σε κάθε περίπτωση ο δρόμος των Αλαουίτών θα συνεχίσει να είναι μοναχικός, αλλά όχι και τόσο απομονωμένος όσο στο παρελθόν καθώς η μικρή τους χώρα θα μπορεί κάλλιστα να εξελιχθεί σε χώρα-γέφυρα μεταξύ Ευρώπης-Ασίας, Ανατολής-Δύσης και σε μια πύλη μεταξύ Μουσουλμανικού και Χριστιανικού κόσμου.

* O Γιώργος Στάμκος ([email protected]) είναι συγγραφέας και δημιουργός του Ζενίθ. Το τελευταίο του βιβλίο έχει τίτλο Η Σκιά των Βογόμιλων