Ο Τραμπ ισχυρίζεται ότι «όλες οι επιλογές βρίσκονται στο τραπέζι» για την αντιμετώπιση της Βόρειας Κορέας και των πυρηνικών της. Από την στρατιωτική επέμβαση και τις πιέσεις στην Κίνα να διακόψει τις οικονομικές της σχέσεις με την Πιονγκγιανγκ έως τις άμεσες διαπραγματεύσεις του ίδιου του Αμερικανού Προέδρου με τον Κιμ Γιονγκ Ουν. Είναι όμως δυνατές αυτές οι επιλογές; Και ποιες συνέπειες θα μπορούσαν να έχουν; 

Ads

Το «The Atlantic» σε μια ανάλυσή του εξετάζει τις στρατιωτικές επιλογές και την κατάληξη που θα μπορούσαν να έχουν τα σενάρια πολέμου μεταξύ ΗΠΑ και Βόρειας Κορέας, ενώ οι δυο χώρες βρίσκονται σε μια ψυχροπολεμική κατάσταση με εκατέρωθεν απειλές. Την ίδια στιγμή που η διεθνής κοινότητα προτρέπει σε ψυχραιμία και αυτοσυγκράτηση. 

Η «κόκκινη γραμμή» του Τραμπ 

Ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε πρόσφατα στον Τζον Ντίκερσον του CBS ότι ο Κιμ Γιονγκ Ουν θα αναπτύξει ένα καλύτερο πυραυλικό σύστημα για «το μικρό αλλά αυξανόμενο απόθεμα πυρηνικών όπλων που διαθέτει». «Κι αν συμβεί αυτό», πρόσθεσε ο Τραμπ, «δεν μπορούμε να το επιτρέψουμε». 

Ads

Τώρα εκατομμύρια ζωές μπορεί να εξαρτώνται από το τι εννοεί ο Ντόναλντ Τραμπ με τη λέξη «αυτό». Πίσω από την φαινομενικά αντιφατική δήλωση του Τραμπ βρίσκεται μια ασαφής υπόδειξη που θα μπορούσε να ωθήσει τη μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη του πλανήτη εναντίον μιας αναδυόμενης πυρηνικής δύναμης. Στην περίπτωση αυτή θα μπορούσε ενδεχομένως να τραβήξει μαζί της, την Κίνα, την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα σε μια από τις πιο ασταθείς συγκρούσεις στη ζωντανή μνήμη. 

Την επόμενη ακριβώς ημέρα, στο Fox News, ο σύμβουλος του Τραμπ για την εθνική ασφάλεια έδωσε μια απάντηση σε αυτή την ερώτηση. «Δεν είναι αποδεκτό να αποκτήσει η Βόρεια Κορέα τα μέσα για να χτυπήσει τις ΗΠΑ με πυρηνικά όπλα», δήλωσε ο Χέρμπερτ Ρέιμοντ ΜακΜάστερ, αναφερόμενος σ’ ένα σενάριο που, σύμφωνα με πολλούς ειδικούς, θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα κατά τη διάρκεια της θητείας του Τραμπ. 

Την περασμένη Κυριακή, η Βόρεια Κορέα προέβη σε σημαντική πρόοδο προς τον στόχο αυτό δοκιμάζοντας έναν πύραυλο που μπορεί να φτάσει έως τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις των ΗΠΑ στο νησί του Γκουάμ – και αν πιστέψει κανείς την Πιονγκγιανγκ – οπλισμένος με μια πυρηνική κεφαλή. 

Ο δημοσιογράφος του Fox News Κρις Γουάλας μετέφερε την ανησυχία που οι περισσότεροι θέτουν όταν αναλογίζονται τους πιθανούς κινδύνους μιας αμερικανικής στρατιωτικής επιχείρησης εναντίον της χώρας του Κιμ Γιονγκ Ουν: Οι Βορειοκορεάτες θα μπορούσαν να βομβαρδίσουν τη Νότια Κορέα από τις μονάδες πυροβολικού που βρίσκονται στην περιοχή Κέσονγκ κοντά στην κορεάτικη αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη. Η περιοχή αυτή δεν βρίσκεται πολύ μακριά από την πρωτεύουσα της Σεούλ που είναι μια μητρόπολη 25 εκατομμυρίων ανθρώπων. 

«Αυτό που ο πρόεδρος έχει πρώτα απ’ όλα στο μυαλό του είναι να προστατεύσει τον αμερικανικό λαό» είπε ο ΜακΜάστερ. Αυτό που δεν είπε είναι τι σημαίνει αυτό για τη Νότια Κορέα. «Αν θέλαμε να κάνουμε ένα προληπτικό χτύπημα ενάντια στο πυρηνικό και το πυραυλικό τους πρόγραμμα μιλάμε για ανθρώπινη καταστροφή, έτσι δεν είναι;» ρώτησε ο Γουάλας για να του απαντήσει το ΜακΜάστερ: «Λοιπόν, ναι». 

Τι θα σήμαινε μια στρατιωτική επιλογή; 

Μια στρατιωτική επιλογή βέβαια δεν είναι απαραίτητο να περιλαμβάνει τέτοιου είδους χτυπήματα. Θα μπορούσε να σημαίνει την ανάπτυξη στρατού και όπλων για την αποτροπή της Βόρειας Κορέας από τη χρήση όπλων μαζικής καταστροφής, όπως οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί της έπραξαν για να αποθαρρύνουν τους αντιπάλους τους κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. 

Ένα τέτοιο σχέδιο μπορεί να περιλαμβάνει την ενίσχυση των αμυντικών πυραυλικών όπλων, όπως έγινε με το σύστημα THAAD στη Νότια Κορέα, το οποίο η κυβέρνηση Τραμπ εγκατέστησε άμεσα όταν αυξήθηκε η ένταση με τη Βόρεια Κορέα. Μπορεί να περιλαμβάνει ακόμη και την «επανεισαγωγή πυρηνικών όπλων» στην Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα για να σταλεί μήνυμα ότι οι ΗΠΑ είναι αποφασισμένες να αποτρέψουν πλήρως κάθε επίθεση της Βόρειας Κορέας. 

Κι αν η στρατηγική της αποτροπής αποτύχει θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια άμεση και συντριπτική απάντηση, «όπως όταν οι ΗΠΑ ανέπτυξαν πυραύλους στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου», σύμφωνα με τον Γουάλας Γκρέγκσον, συνταξιούχο στρατηγό που υπηρέτησε ως βοηθός του υπουργού Άμυνας για θέματα ασφαλείας σε Ασία και Ειρηνικό στην κυβέρνηση Ομπάμα. 

Αλλά η κυβέρνηση του Τραμπ φαίνεται ότι δεν έχει αποκλείσει ένα «προληπτικό χτύπημα» παρόμοιο με εκείνο που έκανε η κυβέρνηση Μπους στο Ιράκ – που χτύπησε πρώτος για να εξουδετερώσει μια απειλή που θα μπορούσε να αναπτυχθεί στο μέλλον, σύμφωνα με τον Βαν Τζάκσον του Πανεπιστημίου Βικτόρια στο Γουέλινγκτον. 

Όπως το βλέπει ο Τζάκσον, τα προληπτικά χτυπήματα κατά της Βόρειας Κορέας θα μπορούσαν να έχουν τρεις μορφές: 

1) Η επιλογή διά θαλάσσης: Στην περίπτωση αυτή οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να εκτοξεύσουν πυραύλους Τόμαχοκ από πλοία ή υποβρύχια του πολεμικού τους ναυτικού. Αυτή είναι η λιγότερο επικίνδυνη επιλογή, δεδομένου ότι δεν περιλαμβάνει διέλευση από το βορειοκορεάτικο έδαφος και θα μοιάζει με τα χτυπήματα του Τραμπ κατά του Συριακού Στρατού μετά τις καταγγελίες για τη χρήση χημικών όπλων από το καθεστώς Άσαντ. Ωστόσο, εδώ δεν υπάρχει καμιά εγγύηση ότι η Βόρεια Κορέα θα απέχει από τα αντίποινα. 

2) Η εναέρια επιλογή: Στην περίπτωση αυτή οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να διεξάγουν αεροπορικές επιδρομές με βομβαρδιστικά stealth ή μαχητικά αεροσκάφη. Μια τέτοια προσέγγιση θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια στρατιωτική κλιμάκωση περισσότερο από την πρώτη επιλογή. Η κυβέρνηση της Βόρειας Κορέας γνωρίζει ότι τα βομβαρδιστικά των ΗΠΑ είναι ικανά να μεταφέρουν πυρηνικά όπλα και η Αμερική θα έπρεπε να υπερκεράσει την αεροπορική άμυνα της Πιονγκγιανγκ για να μπορέσει να αναπτύξει με επιτυχία ορισμένα τέτοια αεροσκάφη. Ακόμη κι αν μια τέτοια επιχείρηση των ΗΠΑ είναι περιορισμένη, η Βόρεια Κορέα ενδέχεται να μην την ερμηνεύσει ως τέτοια. 

3) Η επιλογή της υψηλής τεχνολογίας: Στην περίπτωση αυτή οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να ρίξουν με ένα βομβαρδιστικό ένα πολύ ισχυρό όπλο (Massive Ordnance Penetrator), μια βόμβα που δεν χρησιμοποιείται ποτέ σε μάχες αλλά στοχεύει δύσκολους στόχους, όπως για παράδειγμα οι υπόγειες πυρηνικές εγκαταστάσεις. Επίσης οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν άλλες νέες τεχνολογίες, όπως ηλεκτρομαγνητικά πυροβολικά όπλα που αναπτύσσονται πάνω σε πολεμικά πλοία. Η χρήση αυτών των όπλων θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα προηγούμενο που θα έβρισκε μίμηση από τις άλλες χώρες ενώ δεν είναι σαφές αν τα όπλα αυτά θα ήταν πιο αποτελεσματικά από τα παλαιότερης τεχνολογίας. 

Ανάλογα με τα στρατιωτικά όπλα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και το είδος των χτυπημάτων η κυβέρνηση Τραμπ θα μπορούσε να πετύχει διάφορους στόχους, μεταξύ των οποίων: 

1) Εγκαταστάσεις παραγωγής και αποθήκευσης πυρηνικών υλικών και πυρηνικών όπλων

2) Εγκαταστάσεις παραγωγής και αποθήκευσης πυραύλων

3) Εκτοξευτές πυραύλων και συγκεκριμένα τον αναπτυσσόμενο στόλο από κινητές πλατφόρμες της Βόρειας Κορέας

4) Θύρες για υποβρύχια ικανά να εκτοξεύουν βλήματα

5) Θέσεις πυροβολικού κοντά στην αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για αντίποινα εναντίον των ΗΠΑ. 

Δεδομένου ότι οι στόχοι αυτοί είναι διασκορπισμένοι σε ολόκληρη τη χώρα και συχνά είναι κρυμμένα είτε υπόγεια, είτε υποθαλάσσια, τα χτυπήματα των ΗΠΑ δεν θα μπορούσαν να εξαλείψουν το πυρηνικό πρόγραμμα τη χώρας, σύμφωνα με τον Βίκτωρ Τσα, εμπειρογνώμονα ειδικό για την Κορέα που υπηρετούσε στην κυβέρνηση Τζορζ Μπους όταν η Βόρεια Κορέα έκανε δοκιμές στα πρώτα της πυρηνικά όπλα. Στην καλύτερη περίπτωση, θα καθυστερούσαν – για αρκετά χρόνια – το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας, υποστηρίζει.  

Ο Ντάριλ Πρες, ερευνητής πυρηνικής αποτροπής στο Ντάρτμουθ Κόλετζ, υποστηρίζει ότι η ικανότητα των ΗΠΑ να βλάψει σοβαρά το πρόγραμμα της Βόρειας Κορέας δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Ωστόσο, τονίζει ότι αυτή η ικανότητα είναι κατάλληλη για την περίπτωση που ξεσπάσει ένας πόλεμος μεταξύ Βόρειας και Νότιας Κορέας ή για την περίπτωση που η Βόρεια Κορέα χρησιμοποιήσει ή απειλήσει να χρησιμοποιήσει άμεσα πυρηνικά όπλα. Κι όχι, ως προληπτικό μέσο. 

«Αν ξεσπούσε ένας συμβατικός πόλεμος στην κορεατική χερσόνησο και χιλιάδες άνθρωποι πέθαιναν, ίσως θα ήταν πολύτιμο οι ΗΠΑ να καταστρέψουν τα πυρηνικά όπλα της Βόρειας Κορέας αλλά και το πυραυλικό της σύστημα», λέει ο Πρες. Ένας συμβατικός πόλεμος θα μπορούσε να ενθαρρύνει τους Βορειοκορεάτες να χρησιμοποιήσουν πυρηνικά όπλα, καθώς οι Αμερικανοί και οι Νοτιοκορεάτες έχουν ισχυρότερο στρατό και θα θριάμβευαν σε μια κανονική σύγκρουση. Η κατάταξη των στρατιωτικών δυνάμεων το 2017 φέρνει τις ΗΠΑ στην 1η θέση και τη Νότια Κορέα στην 11η, ενώ η Βόρεια Κορέα βρίσκεται στην 23η θέση.

 «Αν η πυρηνική κλιμάκωση από πλευράς Βόρειας Κορέας ήταν πιθανή, ακόμη και μια κατά 90% ή 95% επιτυχής επίθεση στα πυραυλικά της συστήματα θα ήταν μια μεγάλη νίκη, επειδή κάθε όπλο που καταστρέφεται είναι ένα όπλο που δεν θα χρησιμοποιηθεί ενάντια στη Νότια Κορέα ή την Ιαπωνία». Αλλά σε περίπτωση απουσίας πολέμου, τονίζει ο Πρες, κάθε όπλο που καταστρέφεται δεν είναι απαραιτήτως μια νίκη: «Σε καιρό ειρήνης… ακόμη και σε μεγάλο βαθμό επιτυχή χτυπήματα κατά του πυρηνικού προγράμματος της Βόρειας Κορέας ή του συμβατικού πυροβολικού της δεν θα μπορούσαν να εξαλείψουν την ικανότητα της χώρας να δημιουργήσει μεγάλες καταστροφές στη Νότια Κορέα και ενδεχομένως και στην Ιαπωνία. «Καταστρέψτε το 90% των όπλων της Βόρειας Κορέας κι εσείς και οι σύμμαχοί σας θα πρέπει να αντιμετωπίσετε το υπόλοιπο 10%», υποστηρίζει.  

Πώς θα ανταποκριθεί η Βόρεια Κορέα;

Ο Κιμ Γιονγκ Ουν όπως και ο πατέρας του Κιμ Γιονγκ ΙΙ, δείχνει να βλέπει τα πυρηνικά όπλα ως τον πιο αξιόπιστο τρόπο για να αποτρέψει μια ξένη επίθεση. «Το καθεστώς του 
Σαντάμ Χουσεΐν στο Ιράκ και το καθεστώς του Καντάφι στη Λιβύη δεν θα μπορούσαν να αποφύγουν την καταστροφή αφού εγκατέλειψαν τα πυρηνικά τους προγράμματα με δική τους πρωτοβουλία», έγραφε το Κορεατικό Κεντρικό Πρακτορείο Ειδήσεων, το 2016.

Με αυτό το δεδομένο, ο Πρες υποστηρίζει ότι η ηγεσία της Βόρειας Κορέας θα μπορούσε να ερμηνεύσει κάθε επίθεση των ΗΠΑ στην πυρηνική τους υποδομή ως προοίμιο για εισβολή ή ανατροπή της κυβέρνησης ακόμη κι αν οι ΗΠΑ επιμένουν διαφορετικά. Για να αναγκαστούν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους να αποσυρθούν, οι Βορειοκορεάτες θα μπορούσαν να προχωρήσουν σε συμβατικές επιθέσεις προς τη Σεούλ και τις αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις σε Ιαπωνία και Νότια Κορέα, να χτυπήσουν με χημικά όπλα αυτούς τους στόχους ή και να κάνουν χρήση των εναπομείναντων πυρηνικών τους όπλων. Σύμφωνα με τον Πρες, δεν είναι ακόμη σαφές αν η Βόρεια Κορέα έχει τη δυνατότητα να τοποθετήσει μια πυρηνική κεφαλή σε έναν πύραυλο που μπορεί να φτάσει στην Ιαπωνία ή τη Νότια Κορέα, αν και πολλοί ειδικοί υποψιάζονται ότι μπορεί. 

Φυσικά οποιαδήποτε τέτοια ενέργεια από τη Βόρεια Κορέα θα μπορούσε να προκαλέσει μια τεράστια στρατιωτική επίθεση από τις ΗΠΑ και τη Νότια Κορέα στην κυβέρνηση του Κιμ. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Πρες, ο περιορισμός των πυρηνικών όπλων ώστε να οδηγηθούν οι αντίπαλοι σε κατάπαυση του πυρός ήταν στην πραγματικότητα μέρος της στρατηγικής του ΝΑΤΟ κατά των μεγαλύτερων συμβατικών δυνάμεων των χωρών του Συμφώνου της Βαρσοβίας κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. 

«Οι πολιτικοί επιστήμονες γενικά υποστηρίζουν ότι αν έχετε μόνο έναν μικρό αριθμό πυρηνικών όπλων για να μπορέσετε να αντλήσετε κάποιο πολιτικό όφελος από αυτά, πρέπει να είστε σε θέση να τα χρησιμοποιήσετε νωρίς σε μια σύγκρουση», υποστηρίζει ο Τζάκσον. Όπως τονίζει στις δεκαετίες του ’80 και του ’90, η εικόνα που στοίχειωνε όσους σχεδίαζαν στρατιωτικές συγκρούσεις με τη Βόρεια Κορέα ήταν αυτή του βορειοκορεατικού πυροβολικού να χτυπά τη Σεούλ. Η εικόνα αυτή παραμένει και σήμερα, όπως επιβεβαιώνει η συνέντευξη του ΜακΜάστερ στον Κρις Γουάλας. Αλλά είναι ξεπερασμένη και μη ρεαλιστική αφού η Βόρεια Κορέα δεν θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο για μεγάλο χρονικό διάστημα πριν αντιμετωπίσει δηλαδή μια μαζική αντεπίθεση. 

Ο Τζάκσον ισχυρίζεται ότι κατά την κατασκευή του πυρηνικού της οπλοστασίου η Βόρεια Κορέα επεκτείνει την κλιμάκωση ενώ παράλληλα απελευθερώνει χώρους για στρατιωτικούς ελιγμούς που θα μπορούσαν να απομακρύνουν το τέλος της διακυβέρνησης των Κιμ. Σύμφωνα με τον ίδιο, η Βόρεια Κορέα για παράδειγμα θα μπορούσε να ανταποκριθεί στα χτυπήματα των ΗΠΑ ξεκινώντας με ρίψεις πυρηνικών πυραύλων στο νοτιοκορεατικό λιμάνι του Μπουσάν καθιστώντας πιο δύσκολο για την Αμερική να αναπτύξει δυνάμεις στην περιοχή. Ταυτόχρονα θα μπορούσε να απειλήσει να επιτεθεί στη Σεούλ ή να χρησιμοποιήσει πυραύλους με πυρηνικά ενάντια στη Νότια Κορέα ή την Ιαπωνία, αν οι ΗΠΑ απαντούσαν στην επίθεση στο Μπουσάν. «Έχουν τη δυνατότητα να ρισκάρουν ενώ επιτίθενται με τρόπους που ποτέ πριν δεν θα μπορούσαν». Ο Πρες μαζί με τον Κέιρ Λίμπερ έγραψαν σε άρθρο για το Foreign Affairs, το 2013, ότι «το κλειδί για έναν εξαναγκασμό είναι ο όμηρος που είναι ακόμη ζωντανός».  

Από τη δεκαετία του ’60, η «θεωρία της νίκης» της βορειοκορεατικής στρατιωτικής δύναμης – «πιστεύουν ότι η στρατιωτική δύναμη μπορεί να επιτύχει πολιτικούς στόχους, εξαναγκασμούς και να ελέγξει την κλιμάκωση καταστάσεων» – ήταν «πολύ επιθετική», λέει ο Τζάκσον. Η ηγεσία της Βόρειας Κορέας φαίνεται να πιστεύει ότι πρέπει να χρησιμοποιεί μικρής κλίμακας βία για να επιτύχει υψηλού επιπέδου αποτροπή βίας και ότι πρέπει να επιδεικνύει αντανακλαστικά όταν δέχεται επίθεση. 

Φέρνει ως παράδειγμα την πιο επιθετική πράξη της Βόρειας Κορέας εναντίον των ΗΠΑ από τον κορεατικό πόλεμο: Αφού η Βόρεια Κορέα έπληξε ένα αμερικανικό κατασκοπευτικό αεροπλάνο το 1969, σκοτώνοντας ολόκληρο το πλήρωμα – 31 Αμερικανών, ο υπουργός Εξωτερικών της Βόρειας Κορέας αναφέρθηκε σε αυτή σε μια συνομιλία που είχε με τον πρεσβευτή της Σοβιετικής Ρωσίας στη Βόρειο Κορέα. 

«Αν ο εχθρός μας επιτεθεί με όπλα εμείς ανταποκρινόμαστε με όπλα. Αν μας επιτεθεί με το πυροβολικό, εμείς θα επιτεθούμε επίσης με το πυροβολικό», εξήγησε τότε ο Πακ Σέονγκ Σέολ. «Αν οι Αμερικανοί καταλάβουν ότι υπάρχει ένας αδύναμος εχθρός μπροστά τους, θα ξεκινήσουν αμέσως έναν πόλεμο. Αν, ωστόσο, διαπιστώσουν ότι υπάρχει ένας ισχυρός εταίρος μπροστά τους, αυτό θα καθυστερήσει την έναρξη του πολέμου».

Σύμφωνα με τον Τζάκσον, ενώ η αμερικανική κυβέρνηση αποκρίθηκε με χαρακτηριστική αυτοσυγκράτηση στις προκλήσεις της Βόρειας Κορέας, οι ηγέτες του στρατού – οι οποίοι υπό την κυβέρνηση του Τραμπ κυριαρχούν στην πολιτική εθνικής ασφάλειας με έναν τρόπο που δεν έκαναν επί Ομπάμα – έχουν αναπτύξει μια παρόμοια επιθετική «θεωρία νίκης». «Πιστεύουν ότι η στρατιωτική δύναμη έχει πολιτική αξία. Ότι πρέπει να κλιμακώσεις για να μπορέσεις να αποκλιμακώσεις κι ότι μπορείς να ‘αγοράσεις’ μια γενική αποτροπή μέσα από σκόπιμη τριβή με τον αντίπαλό σου. Όταν συγκρούονται δυο επιθετικές θεωρίες νίκης, κι όταν κάθε μία από τις δυο ανήκει σε μια χώρα με φοβερές στρατιωτικές δυνατότητες είναι πολύ εύκολος ο εγκλωβισμός σε ένα σπιράλ συγκρούσεων». 

«Είναι αλήθεια ότι οι δικτατορίες όπως η Βόρεια Κορέα έχουν πρωταρχικό στόχο να επιβιώσουν», λέει ο Τσα. «Θα μπορούσατε λοιπόν να επιχειρήσετε ένα χτύπημα εναντίον των πυρηνικών τους εγκαταστάσεων υπό την απειλή, ότι αν αντισταθούν, θα εξαλείψετε το καθεστώς; Θα καθόταν τότε ήσυχος ένας ορθολογικός δικτάτορας; Πιθανώς. Αλλά αυτό είναι ένα μεγάλο ρίσκο για να το πάρει κανείς. Πόσο μεγάλο; Ένας δεύτερος πόλεμος της Κορέας θα μπορούσε να προκαλέσει ‘εκατομμύρια θύματα’», προσθέτει. 

Ένα θεωρητικό σενάριο πολέμου

Ο Σαμ Γκάρντινερ, συνταξιούχος συνταγματάρχης της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ, διεξάγει «πολεμικά παιχνίδια», που συμπεριλαμβάνουν συγκρούσεις στην Κορέα τα τελευταία 25 χρόνια, διδάσκοντας συνταγματάρχες και υπολοχαγούς στο Εθνικό Πολεμικό Κολέγιο. 

Σε ένα «παιχνίδι πολέμου» που διοργάνωσε το «The Atlantic» το 2005, ένα χρόνο πριν η Βόρεια Κορέα κάνει την πρώτη δοκιμή πυρηνικών όπλων, οι ειδικοί εμπειρογνώμονες προέβλεπαν ότι σε περίπτωση εχθροπραξιών με τις ΗΠΑ και τη Νότια Κορέα, η Βόρεια Κορέα θα στρεφόταν στο χημικό της οπλοστάσιο που είναι ένα από τα μεγαλύτερα στον κόσμο. Η προκύπτουσα σύγκρουση, σύμφωνα με τους ίδιους, θα μπορούσε να καταλήξει στον θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων Νοτιοκορεατών και Αμερικανών. Ο Γκάρντινερ, τώρα πιστεύει ότι η εκτίμηση ήταν υποβαθμισμένη, με δεδομένα τα όσα μάθαμε τα τελευταία χρόνια από τις θανατηφόρες επιθέσεις με χημικά όπλα στη Συρία. 

Ο Γκάρντινερ έγραψε ένα δοκίμιο για το πως μπορεί να έμοιαζε ένας πόλεμος στην κορεατική χερσόνησο. Στο σενάριό του, η Βόρεια Κορέα διεξάγει μια δοκιμή βαλλιστικών πυραύλων και την έκτη της πυρηνική δοκιμή την ίδια ημέρα, προτρέποντας την κυβέρνηση του Τραμπ να ανταποκριθεί στην πρόκληση, χτυπώντας με 20 πυραύλους Τόμαχοκ το πυρηνικό συγκρότημα της Βόρειας Κορέας στο Γιονγκμπιον. 

«Ο Λευκός Οίκος θα ήθελε αυτό να είναι μια περιορισμένη απάντηση με σαφές μήνυμα», γράφει ο Γκάρντινερ. «Οι ΗΠΑ στόχευσαν το πυρηνικό πρόγραμμα της Βόρειας Κορέας κι όχι τα πυρηνικά της όπλα. Το πυρηνικό ερευνητικό κέντρο χτυπήθηκε με πέντε όπλα στους εξής στόχους: στο εργαστήριο ραδιοχημείας, στο κτίριο 500 κοντά στο εργαστήριο και στην μονάδα παραγωγής καυσίμων. Η στόχευση έγινε προσεκτικά για να αποφευχθεί ο πυρηνικός ερευνητικός αντιδραστήρας, ο πειραματικός αντιδραστήρας καθώς και ο πυρηνικός ηλεκτροπαραγωγικός σταθμός». 

Ο Γκάρντινερ οραματίζεται πανικό στη Σεούλ καθώς οι πολίτες εκκενώνουν την πόλη και μια 48ωρη έλλειψη αντίδρασης από την Βόρεια Κορέα, η οποία εισάγει κρυφά χιλιάδες στρατιώτες ειδικών επιχειρήσεων στη Νότια Κορέα με μικρά σκάφη και αεροσκάφη και κρυφές σήραγγες κάτω από την αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη. Οι στρατιώτες τελικά εμφανίζονται και χτυπούν αμερικανικές και νοτιοκορεατικές αεροπορικές βάσεις στη Νότια Κορέα με συμβατικά όπλα και αέριο σαρίν, απάγοντας παράλληλα Αμερικανούς, Ιάπωνες και Νοτιοκορεάτες αξιωματούχους. Η Σεούλ σύντομα δέχεται επίθεση. Τα βορειοκορεάτικα στρατεύματα κινούνται από εδάφους καθώς οι ΗΠΑ και η Νότια Κορέα ξεκινούν μια μαζική στρατιωτική εκστρατεία εναντίον της Βόρειας Κορέας, με στόχο την ανατροπή του καθεστώτος Κιμ και την κατοχή της μισής χερσονήσου εντός 60 ημερών. «Είμαστε λιγότερο από 24 ώρες στη μάχη», γράφει ο Γκάρντινερ. «Το ιατρικό σύστημα στη Σεούλ βρίσκεται σε κρίση. Ορισμένες εκτιμήσεις δίνουν πάνω από ένα εκατομμύριο θύματα από συμβατικά πυρά και χημικά. Θα χρειαστεί αρκετός χρόνος για να ξέρουμε πραγματικά». 

Τι πραγματικά θέλουν οι ΗΠΑ;

Ένα από τα μαθήματα που ο Γκάρντινερ έμαθε από τα «πολεμικά παιχνίδια» είναι, σύμφωνα με τον ίδιο το εξής: «Αν δεν ξέρετε ποιος είναι ο στόχος σας, δεν είναι δυνατό να κάνετε τη σωστή στρατιωτική επιλογή για να τον πετύχετε». Κι αυτή τη στιγμή δεν είναι σίγουρος για το τι θέλει ο Τραμπ για τη Βόρεια Κορέα. 

Ο ΜακΜάστερ και ο αντιπρόεδρος Μάικ Πενς είπαν ότι ο στόχος των ΗΠΑ είναι ανά απαλλαγεί από τα πυρηνικά όπλα στην κορεατική χερσόνησο, όμως ο Τραμπ και ο υπουργός Άμυνας Τζέιμς Μάτις τόνισαν ότι η Βόρεια Κορέα δεν συμπεριφέρεται «σαν να υπάρχει κάποια συμπεριφορά που εμείς θα περιμέναμε να ακολουθήσει», αντί της παραίτησης από τα πυρηνικά όπλα. Με αυτά τα αντιφατικά μηνύματα, ο Κιμ Γιονγκ Ουν δεν θα μπορούσε να γνωρίζει απαραίτητα πως να αποφύγει μια στρατιωτική σύγκρουση με τις ΗΠΑ ακόμη κι αν το ήθελε. Αυτό μας γυρίζει πίσω στο τι σημαίνει όταν ο Τραμπ λέει ότι «δεν μπορούμε να επιτρέψουμε αυτό να συμβεί». 

«Έχω χάσει την ελπίδα ότι η Βόρεια Κορέα θα αποπυρηνικοποιηθεί εθελοντικά», δηλώνει ο Γκρέγκσον. Και προσθέτει ότι πρέπει να τεθεί το ερώτημα: «Θα έχουμε ποτέ αποπυρηνικοποίηση χωρίς αλλαγή καθεστώτος; Εάν όχι, τι είμαστε εμείς και οι σύμμαχοί μας, η Νότια Κορέα, η Ιαπωνία και το Βιετνάμ προετοιμασμένοι να κάνουμε;»

Ακόμη κι αν η διοίκηση του Τραμπ είχε συγκεκριμένο στόχο, η αποστολή αυτή θα μπορούσε να εξελιχθεί σε πόλεμο. «Στα περισσότερα ‘πολεμικά παιχνίδια’ από τη στιγμή που υπάρχει ανταλλαγή πυρών που προκαλεί σοβαρές απώλειες στο Νότο, ο στόχος της Νότιας Κορέας και των Αμερικανών αλλάζει κι αρχίζουν να σκέφτονται: ‘Πρέπει να υπάρξει αλλαγή καθεστώτος;’», λέει ο Γκάρντινερ. «Ας πούμε ότι 10.000 Αμερικανοί σκοτώνονται σε ένα συμβατικό χτύπημα από τη Βόρειο Κορέα. Η πίεση του αμερικανικού λαού θα ήταν: ‘Ήρθε η ώρα να εξαλειφθεί αυτός ο τύπος’. Οι απώλειες σας αναγκάζουν να χάσετε τον έλεγχο της κατάστασης». 

Επομένως, σύμφωνα με τον Γκάρντινερ, αξίζει να αναρωτηθεί κανείς αν τα θετικά ενός στρατιωτικού χτυπήματος αξίζουν τα αρνητικά. «Είναι μια Βόρεια Κορέα με πυρηνικά όπλα – που μπορούν να φτάσουν τις ΗΠΑ – πραγματικά η απειλή που η κυβέρνηση υπονοεί ότι είναι;», αναρωτιέται ο Γκάρντινερ. «Δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι μια Βόρεια Κορέα με πυρηνικά όπλα δεν είναι σταθερή – ή τουλάχιστον το ίδιο σταθερή όσο μια Βόρεια Κορέα με χημικά όπλα, βιολογικά όπλα, βαλλιστικούς πυραύλους και βαρύ πυροβολικό, όπως ήταν τις τελευταίες δεκαετίες». 

Πως τελείωσαν όμως τα «πολεμικά παιχνίδια» στην Κορέα; «Έληξαν μετά από 60 έως 100 ημέρες σύγκρουσης κατά τις οποίες οι ΗΠΑ και η Νότια Κορέα άρχισαν να επιτίθενται κατά της πρωτεύουσας της Βόρειας Κορέας της Πιονγκγιανγκ», λέει ο Γκάρντινερ. «Τελικά τα στρατεύματα των ΗΠΑ καταλαμβάνουν τη Βόρεια Κορέα, δεν γνωρίζουν που βρίσκονται τα πυρηνικά όπλα και είναι ξαφνικά υπεύθυνες για έναν πληθυσμό που λιμοκτονεί. Κάνετε ένα βήμα πίσω και σκέφτεστε: ‘Θεέ μου, τι κάναμε;’».