Ο Βλαντίμιρ Πούτιν είναι ένας «ριζικά ορθολογικός» ηγέτης που ποντάρει στο ότι οι δυτικές χώρες θα κουραστούν να στηρίζουν την Ουκρανία και θα συμφωνήσουν σε ένα τέλος της σύγκρουσης με διαπραγματεύσεις που θα είναι ευνοϊκό για τη Ρωσία, δήλωσε ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας, Φρανσουά Ολάντ, στο Politico.

Ads

Ο Ολάντ, ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος από το 2012 έως το 2017, έχει πολλές προσωπικές εμπειρίες με τον Πούτιν. Ηγήθηκε των διαπραγματεύσεων με τον Ρώσο ηγέτη, μαζί με την πρώην καγκελάριο της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ, στο πλαίσιο του λεγόμενου «Σχήματος της Νορμανδίας» το 2014, αφού η Μόσχα προσάρτησε την Κριμαία από την Ουκρανία και υποστήριξε τους φιλορώσους αυτονομιστές στην περιοχή του Ντονμπάς.

Αλλά αυτές οι προσπάθειες διαλόγου αποδείχθηκαν άκαρπες, εκθέτοντας τον Πούτιν ως έναν ηγέτη που καταλαβαίνει μόνο τη δύναμη και θέτοντας υπό αμφισβήτηση όλες τις μεταγενέστερες προσπάθειες συνομιλιών – συμπεριλαμβανομένης μιας αμφιλεγόμενης ατομικής προσπάθειας υπό την ηγεσία του σημερινού Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, δήλωσε ο Ολάντ στη συνέντευξή του.

Ενόψει της συμπλήρωσης ενός έτους από την πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, στις 24 Φεβρουαρίου, ο Ολάντ πρόσθεσε ότι ο Πούτιν θα επιδιώξει «να εδραιώσει τα κέρδη του για να σταθεροποιήσει τη σύγκρουση, ελπίζοντας ότι η κοινή γνώμη θα κουραστεί και ότι οι Ευρωπαίοι θα φοβηθούν την κλιμάκωση, προκειμένου να αναδείξει σε αυτό το στάδιο την προοπτική μιας διαπραγμάτευσης».

Ads

Αλλά σε αντίθεση με την εποχή που ήταν στην εξουσία και το Παρίσι και το Βερολίνο ηγούνταν των συνομιλιών με τον Πούτιν, αυτή τη φορά η δουλειά της διαμεσολάβησης είναι πιθανό να πέσει στην Τουρκία ή την Κίνα – «κάτι που δεν θα είναι καθησυχαστικό για κανέναν», δήλωσε ο Ολάντ.

Ο Μακρόν, ο οποίος υπηρέτησε ως υπουργός Οικονομίας του Ολάντ προτού εγκαταλείψει την κυβέρνησή του και διεκδικήσει τη γαλλική προεδρία το 2017, έχει δοκιμάσει τις δικές του δυνάμεις στη διπλωματία με τη Ρωσία, πραγματοποιώντας πολυάριθμες κατ’ ιδίαν συνομιλίες με τον Πούτιν τόσο πριν, όσο και μετά την εισβολή στην Ουκρανία.

Όμως οι επαφές αυτές δεν έφεραν σαφή αποτελέσματα, προκαλώντας επικρίσεις από την Ουκρανία και τους Ανατολικοευρωπαίους, οι οποίοι αντέδρασαν στη δήλωση Μακρόν ότι η Ρωσία θα απαιτήσει «εγγυήσεις ασφαλείας» μετά το τέλος του πολέμου.

Ο Ολάντ απέφυγε να επικρίνει τον διάδοχό του σχετικά με τη διπλωματική προσέγγιση του Ρώσου προέδρου. Ήταν λογικό να μιλήσει με τον Πούτιν πριν από την εισβολή για να «του στερήσει οποιαδήποτε επιχειρήματα ή προσχήματα», είπε. Αλλά μετά από μια «σύντομη περίοδο αβεβαιότητας» μετά την εισβολή, «το ζήτημα [σχετικά με τη χρησιμότητα του διαλόγου] δυστυχώς διευθετήθηκε».

«Η απογοήτευση για την ηγεσία της Γαλλίας και της Γερμανίας -ή την έλλειψή της- κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία, έχει ενισχύσει τα επιχειρήματα ότι η ισχύς στην Ευρώπη μετακινείται προς τα ανατολικά, στα χέρια χωρών όπως η Πολωνία, η οποία ήταν η πιο ειλικρινής στην υποστήριξη της Ουκρανίας» σημειώνει το Politico.

Αλλά ο Ολάντ δεν πείστηκε, υποστηρίζοντας ότι οι βόρειες και ανατολικές χώρες ποντάρουν στις Ηνωμένες Πολιτείες με δική τους ευθύνη. «Αυτές οι χώρες, ουσιαστικά οι Βαλτικές και οι σκανδιναβικές, είναι ουσιαστικά δεμένες με τις ΗΠΑ. Βλέπουν την αμερικανική προστασία ως ασπίδα», εκτίμησε.

«Μέχρι σήμερα», συνέχισε, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν επέδειξε «υποδειγματική αλληλεγγύη και ανταποκρίθηκε άριστα στο ρόλο του στη διατλαντική συμμαχία». «Αλλά αύριο, με έναν διαφορετικό Αμερικανό πρόεδρο και ένα πιο απομονωτικό Κογκρέσο, ή τουλάχιστον λιγότερο πρόθυμο για δαπάνες, θα έχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες την ίδια στάση;» διερωτήθηκε.

«Πρέπει να πείσουμε τους εταίρους μας ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση αφορά αρχές και πολιτικές αξίες. Δεν πρέπει να παρεκκλίνουμε από αυτές, αλλά η εταιρική σχέση μπορεί επίσης να προσφέρει πολύτιμες, και στέρεες, εγγυήσεις ασφαλείας», πρόσθεσε ο Ολάντ.

Ο Ολάντ ήταν ένας από τους πιο αντιδημοφιλείς προέδρους της Γαλλίας κατά τη διάρκεια της θητείας του, με ποσοστά αποδοχής σε χαμηλά μονοψήφια ποσοστά. Όμως πλέον είναι ο δεύτερος πιο δημοφιλής πολιτικός της χώρας, μετά τον πρώην πρωθυπουργό Εντουάρ Φιλίπ, πέντε θέσεις μπροστά από τον Μακρόν – σε συμφωνία με την παροιμία ότι οι Γάλλοι προτιμούν τους ηγέτες τους όταν βρίσκονται με εκτός αξιώματος.

Η θητεία του Ολάντα χαρακτηρίζεται από τις κρίσεις που κλήθηκε να διαχειριστεί. Εκτός από την αποτυχημένη διπλωματία για την Ουκρανία, ο Ολάντ ηγήθηκε της αντίδρασης της Γαλλίας σε μια σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων, προήδρευσε με τη Μέρκελ της κρίσης δημόσιου χρέους της Ευρώπης και αντιμετώπισε μαζικές διαδηλώσεις στους δρόμους κατά των εργασιακών μεταρρυθμίσεων.

Σε αυτό το τελευταίο σημείο, ο Μακρόν αισθάνεται τώρα λίγη από τη ένταση που αντιμετώπισε ο Ολάντ κατά τους τελευταίους μήνες της προεδρίας του. Περισσότεροι από ένα εκατομμύριο Γάλλοι πολίτες συμμετείχαν σε πορείες κατά της σχεδιαζόμενης μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος και προγραμματίζονται περαιτέρω απεργίες. Ο Ολάντ επέκρινε τα σχέδια μεταρρύθμισης, τα οποία θα αυξήσουν την ηλικία συνταξιοδότησης στα 64 έτη, ως κακοσχεδιασμένα.

«Μήπως ο πρόεδρος επέλεξε τη σωστή στιγμή; Δεδομένης της διαδοχής των κρίσεων και με αυξημένο πληθωρισμό, οι Γάλλοι θέλουν να καθησυχαστούν. Πρότεινε η κυβέρνηση τη σωστή μεταρρύθμιση; Ούτε εγώ το νομίζω – θεωρείται άδικη και βάναυση», δήλωσε ο Ολάντ. «Αλλά τώρα που έχει τεθεί σε κίνηση μια κοινοβουλευτική διαδικασία, η εκτελεστική εξουσία θα πρέπει να βρει έναν συμβιβασμό ή να πάρει το ρίσκο να φτάσει μέχρι τέλους και να αυξήσει το επίπεδο της οργής».

Μια αξιοσημείωτη διαφορά μεταξύ αυτού και του Μακρόν είναι η ποιότητα της γαλλογερμανικής σχέσης. Ενώ ο Ολάντ και η Μέρκελ φρόντισαν να επιδείξουν μια μορφή πολιτικής φιλίας, οι δύο πλευρές έχουν έρθει σε ξεκάθαρη αντιπαράθεση υπό τον Μακρόν.

«Σε αυτές τις στιγμές που όλα επαναπροσδιορίζονται, το γαλλογερμανικό ζεύγος είναι ο απαραίτητος πυρήνας που εξασφαλίζει τη συνοχή της ΕΕ. Αλλά πρέπει να επαναπροσδιορίσει τις συνεισφορές και των δύο μερών και να θέσει νέους στόχους – συμπεριλαμβανομένης της ευρωπαϊκής άμυνας», δήλωσε ο Ολάντ.

«Το θέμα δεν είναι να βλέπουμε ο ένας τον άλλον πιο συχνά ή να μιλάμε πιο ξεκάθαρα, αλλά να λαμβάνουμε υπόψη τη νέα κατάσταση, διότι αν δεν γίνει αυτή η δουλειά, και αν δεν είναι ασφαλές αυτό το πολιτικό θεμέλιο, και αν οι παρεξηγήσεις επιμένουν, δεν θα έχουμε μόνο μια διμερή διαφωνία μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας, αλλά μια καθηλωμένη Ευρωπαϊκή Ένωση», είπε, προσθέτοντας ότι «ελπίζει» ότι η πρόσφατη γαλλογερμανική σύνοδος κορυφής «ξεκαθάρισε τις παρεξηγήσεις».