Κάθε μέρα τα παιδιά στην επαρχία Σαλαχεντίν, στο Χαλέπι, συναντιούνται στην παιδική χαρά. Παίζουν «πόλεμο», την ίδια στιγμή που ο πραγματικός πόλεμος μαίνεται μόλις λίγα μέτρα πιο πέρα.

Ads

Ο 13χρονος Majid σέρνει έναν τεράστιο μπλε κουβά στο μαραμένο χορτάρι, τόσο γεμάτο  που μετά βίας μπορεί να τον τραβήξει. «Τι κάνεις εκεί;», τον ρωτάει ο δημοσιογράφος. Ο μικρός σαστισμένος απαντά αμήχανα στο ερώτημα που μόνο ένας ξένος θα μπορούσε να κάνει. «Ποτίζω την μαμά μου», λέει ενώ ρίχνει το νερό σε έναν σωρό από χώμα, που οι λιγοστές πέτρες που τον περιστοιχίζουν σηματοδοτούν ότι πρόκειται για τάφο. «Πρέπει να ποτίζω. Κάποια στιγμή κάτι θα φυτρώσει εδώ σίγουρα», λέει ο μικρός με σταθερή φωνή, καθώς πηγαίνει να γεμίσει ξανά τον κουβά του.

Η μητέρα του Majid πέθανε το καλοκαίρι, αλλά η οικογένεια του δεν είχε χρήματα να της χτίσει έναν κανονικό τάφο, ή έστω να περιφράξει το σημείο στο οποίο την έθαψαν. «Πέθανε από την καρδιά της», λέει αόριστα ο Majid για την μητέρα του που ήταν περίπου 35 χρονών. Κανένας στο Χαλέπι δε ρωτάει στα αλήθεια πια γιατί πέθανε κάποιος. Ο μικρός σέρνει για τρίτη φορά τον κουβά του προς τον τάφο, σαν να προσπαθεί να εξιλεωθεί για κάτι για το οποίο δε φέρει ευθύνη, σαν να προσπαθεί να σημειώσει μια μικρή νίκη ενάντια στο θάνατο.

Ύστερα, επιστρέφει στα άλλα παιδιά που παίζουν παραδίπλα στην άμμο. Η παιδική χαρά έχει κάτι κούνιες, μία τσουλήθρα κι ένα μικρό σκάμμα. Είναι η τελευταία παιδική χαρά στο Σαλαχεντίν, στην καρδιά του Χαλεπίου.  Κάθε μέρα περίπου 15 παιδιά από τη γειτονιά μαζεύονται εκεί. Τα πιο μικρά γεμίζουν πλαστικά μπουκάλια με άμμο. «Μαγειρεύουμε», φωνάζει η 5χρονη Juju. Τα μεγαλύτερα παίζουν «πόλεμο», κάνουν τραμπάλα, ή διαγωνίζονται για το ποιό θα κατέβει πιο γρήγορα την τσουλήθρα.

Ads

Σε κοντινή απόσταση, ακούγονται πυροβολισμοί. Κατά διαστήματα, εκρήξεις τραντάζουν τα γύρω κτίρια. Αλλά ο Majid, η Juju και τα άλλα παιδιά δε δίνουν σημασία. Όχι γιατί δεν έχουν αίσθηση του κινδύνου, αλλά αντιθέτως γιατί γνωρίζουν πολύ καλά την επικινδυνότητα της κατάστασης. «Όλμος», λέει ο 11χρονος Emad μετά από μία εκκωφαντική έκρηξη. Οι ριπές από τα τανκς ηχούν διαφορετικά συμπληρώνει.

image

Παράξενοι κανόνες επιβίωσης

Τα παιδιά στο Χαλέπι και ειδικά αυτά που παίζουν στην τελευταία παιδική χαρά του Σαλαχεντίν,  έχουν εκπαιδευμένα αυτιά στους ήχουν που συνοδεύουν το θάνατο. Η παική χαρά βρίσκεται στο μέτωπο. Ο επόμενος δρόμος είναι το προπύργιο των καθεστωτικών κι ένα οδόφραγμα έχει χτιστεί στη διασταύρωση δίπλα από την παιδική χαρά. Ο τοίχος τη ςπαιδικής χαράς που βλέπει σε αυτό το κομμάτι της πόλης είναι σαν ένα σύνορο μεταξύ ζωής και θανάτου. Η μυρωδιά των πτωμάτων σε αποσύνθεση πολλές φορές πλανάται στην ατμόσφαιρα.

Στη Συρία οι κανόνες επιβίωσης είναι παράξενοι. Ένας από αυτούς είναι το ότι όσο πιο κοντά είσαι στο μέτωπο τόσο πιο λίγο κινδυνεύεις από τις αυτοσχέδιες βόμβες-βαρέλια, οι οποίς είναι γεμάτες εκρηκτικά και σε περιπτώσεις φτάνουν μέχρι και τον 1 τόννο βάρος. Αυτές οι βόμβες ρίχνονται συνήθως από ελικόπτερα που πετάνε σε ύψος χιλιάδων μέτρων και σκάνε στον αέρα. Τα ελικόπτερα όμως αποφεύγουν να κάνουν τέτοιες ρίψεις σε μέρη όπου κυβερνητικές δυνάμεις και αντάρτες είναι σε απόσταση αναπνοής. Στα σημεία που μόλις ένα οικοδομικό τετράγωνο χωρίζει τις δύο πλευρές αποφεύγεις επίσης και τις οβίδες.

Στο Χαλέπι που κάποτε είχε 2 εκατ. κατοίκους, «βρέχει» θάνατο πιο πολύ από ποτέ. Ο αριθμός των βομβών- βαρελιών έχει διπλασιαστεί από τον Οκτώβριο, την ίδια στιγμή που ο συριακός στρατός είναι στα πρόθυρα για να περικυκλώσει τους αντάρτες στο Χαλέπι.

Στην παιδική χαρά παρολ’αυτά, η κατάσταση φαντάζει παράδοξα φυσιολογική. Μέσα σε αυτό το σκηνικό πολέμου, τα παιδιά κάνουν κούνιες και τσουλήθρα και μία λέξη που χρησιμοποιούν πολύ είναι η «adi», που σημαίνει φυσιολογικό. Το γεγονός ότι παίζουν στην πρώτη γραμμή του μετώπου… φυσιολογικό. Το γεγονός ότι οι νεκροί είναι θαμμένοι δίπλα τους… φυσιολογικό. Το γεγονός ότι οι δικοί τους έχουν εξαφανιστεί ή σκοτωθεί… φυσιολογικό. Ότι τα ίδια έχουν δει τον θάνατο με τα μάτια τους…φυσιολογικό, επίσης.

Ο Emad, ο Majid και ο επίσης 13χρονος φίλος τους Ahmed δεν παίζουν στο σκάμμα πια. «Αυτά είναι για τα μωρά», λένε. «Εμείς παίζουμε στρατό κι αντάρτες», λέει ο Ahmed, που έχει όλη την εφηβεία μπροστά του. Ποτέ δεν βγαίνουν έξω από τα όρια της παιδικής χαράς. «Η μαμά λέει ότι δεν επιτρέπεται», θα πει.

image

Μια παιδική χαρά που συρρικνώνεται

Οι γονείς του τώρα έχουν «θέα» στην παιδική χαρά, από τότε που το κτίριο στο οποίο μένουν βομβαρδίστηκε. Ο τοίχος που ήταν το παράθυρο τους έπεσε. Όπως λέει ο Ahmed, εκείνος και οι φίλοι του παίζουν δίκαια. Κάποιες φορές κερδίζει η μία πλευρά, και κάποιες η άλλη, ανάλογα με το ποιος θα στήσει την καλύτερη ενέδρα. Μόνο ένα από τα παιδιά έχει ένα πλαστικό όπλο. Τα άλλα φτιάχνουν αυτοσχέδια όπλα από ξύλα, πλαστικά σκουπίδια ή σπάγκο.

Χιλιάδες άνθρωποι στο Χαλέπι, ανάμεσα στους οποίους και πολλά παιδιά, έχουν πυροβοληθεί, ανατιναχθεί ή συντριβεί κάτω από τα σπίτια τους που κατέρρευσαν από τους βομβαρδισμούς.  Αλλά για εκείνα τα παιδιά που κατάφεραν κι επιβίωσαν, παιδιά που έχουν ζήσει τον πόλεμο στο σύνολο σχεδόν της ζωής τους,  η κόλαση που τα περιβάλλει έχει γίνει η πεζή πραγματικότητα. Συνεχίζουν να παίζουν. Εδώ τουλάχιστον.

Κάθε εβδομάδα ο ελεύθερος χώρος της παιδικής χαράς συρρικνώνεται. Το κάποτε ειδυλλιακό πάρκο με τα πεύκα, είναι ένας από τους τελευταίους ανοιχτούς χώρους της περιοχής και οι νεκροί που αφήνουν πίσω τους οι μάχες, κάπου πρέπει να θαφτούν. Όταν τα παιδιά δεν παίζουν, ποτίζουν τους τάφους, πολλοί από τους οποίους δεν έχουν ούτε καν μια πινακίδα με το όνομα του νεκρού. Οι μάρτυρες, οι αντάρτες και οι κάτοικοι της περιοχής θάβονται κοντά στην είσοδο της παιδικής χαράς. Πίσω και δεξιά, κοντά στο σημείο που είναι ο τοίχος που χωρίζει την παιδική χαρά από τις γραμμές επίθεσης των καθεστωτικών θάβονται οι απώλειες εκείνων. 

Κάτω από το σκάμμα με την άμμο είναι θαμμένοι τρεις τζιχαντιστές, που αυτο-ανατινάχθηκαν στις αρχές του Ιανουαρίου. «Μπορεί να ήταν και τέσσερις. «Ήταν τόσα πολλά τα διασκορπισμένα μέλη, που ήταν δύσκολο να πεις πόσοι ακριβώς ήταν», θα πει ο Emad. «Δεν τους συμπαθούσαμε τους τζιχαντιστές. Μας χτύπαγαν και μας ανάγκαζαν να πάμε στο τζαμί να προσευχηθούμε, ενώ εμείς θέλαμε να παίξουμε», θα πουν τα παιδιά.

Η άμμος που προσφέρεται για παιχνίδι, βρίσκεται εκεί γιατί αυτοί οι φανατικοί του Ισλαμικού Κράτους προτίμησαν να ανατιναχθούν από το να παραδοθούν στους Σύριους αντάρτες που θα τους οδηγούσαν εκτός πόλης στην αρχή του χρόνου. Μη ξέροντας λοιπόν ποιο μέλος ανήκει σε ποιόν δεν μπορούσαν να τους θάψουν σε κανονικούς τάφους, κι έτσι τα ματωμένα απομεινάρια τους θάφτηκαν κάτω από την άμμο με αποτέλεσμα να φτιαχτεί αυτό το μακάβριο σκάμμα για τα παιδιά της γειτονιάς.

Όλη η ιστορία

«Ποτίζουμε μόνο τους τάφους των μαρτύρων», λένε τα παιδιά. Είναι σημαντική λεπτομέρεια και ο Emad την επαναλαμβάνει πολλές φορές. Όπως ο Majid κουβαλάει τον ένα κουβά μετά τον άλλο στον τάφο της μητέρας του, έτσι και τα άλλα παιδιά φροντίζουν τους τάφους των δικών τους ανθρώπων. Είναι σαν μέσα από αυτή τη στάση τους να ανακτούν μια αίσθηση σταθερότητας μέσα στο χάος που τα περιβάλλει: «Μην ποτίζετε τους τάφους τους». Δεν είναι δικός τους ο πόλεμος. Είναι όμως οι γονείς τους, τα αδέλφια τους και τα ξαδέλφια τους αυτοί που πεθαίνουν εξαιτίας του. Αναπαύονται εδώ, λίγα μόλις μέτρα μακριά από αυτούς που τους δολοφόνησαν. Οι τάφοι των δολοφόνων δεν θα δεχτούν ούτε μια σταγόνα νερό από τα χέρια των παιδιών.

Ο μεγάλος αδελφός του Ahmed πήγε πριν δύο χρόνια να πάρει ψωμί και από τότε δεν έχει γυρίσει. Ο ξάδελφος του πήγε να κουρευτεί και εξαφανίστηκε, όπως και ο αδελφός του Emad. Ο πατέρας του Majid συνελήφθη και δεν γύρισε ποτέ. Θα μπορούσαν να τους ψάξουν. Υπάρχει μία υπηρεσία στο Χαλέπι, όπου συλλέγονται οι φωτογραφίες και τα υπάρχοντα των μη αναγνωρισμένων πτωμάτων. Ένας συνταξιούχος αστυνομικός έχει αναλάβει να κρατάει το αρχείο των νεκρών. Όμως μία τέτοια έρευνα θα κόστιζε χρήματα, χρόνο και ενέργεια, πηγές που είναι πολύτιμες στο Χαλέπι για την επιβίωση.

Πιστεύει άραγε ότι ο αδελφός του μπορεί κάποια μέρα να επιστέψει; Ο Emad νεύει αρνητικά. Έπειτα από μία σύντομη σιωπή, ξεροβήχει. «Ο αδελφός μου έφυγε και δεν γύρισε. Αυτή είναι όλη η ιστορία», λέει.

Στο Χαλέπι δεν είναι ταμπού να μιλάς για αυτά τα ζητήματα. Δεν έχει νόημα όμως να περιμένεις μια απάντηση.

image

«Θέλω τον μπαμπά μου πίσω»

Ο 5χρονος Hassan δεν θέλει να πει γιατί πήραν τον πατέρα του, ούτε αποδέχεται ότι έχει πλέον χαθεί. Ξεσπάει σε κλάματα όταν ένα άλλο αγόρι του λέει «μα είναι νεκρός εδώ και καιρό». Στο άκουσμα αυτών των λέξεων ο Hassan γίνεται έξαλλος, σφίγγει τη γροθιά του και αφήνει το χέρι του να πέσει κάτω παραδομένο. «Θέλω τον μπαμπά μου πίσω»

Την ίδια στιγμή που η παιδική χαρά μετατρέπεται μέρα με τη μέρα στο σύνολο της σχεδόν σε νεκροταφείο, ένα μποστάνι ξεπροβάλλει σε μία άκρη της. Ένας γείτονας φύτεψε τον κήπο την άνοιξη, εξαγριώνοντας την ηγεσία των ανταρτών που έχουν χωροθετήσει την παιδική χαρά ως νεκροταφείο.

«Ήθελαν να φύγω», λέει ο Bakri Mahsoum. «Πότιζα το πάρκο που υπήρχε εδώ επί χρόνια και φρόντιζα τον κήπο κάθε μέρα. Τα κολοκυθάκια, οι ντομάτες και οι μπάμιες είναι για όλους στη γειτονιά», λέει.

Πεθαμένοι και κήποι, τάφοι και κολοκυθάκια, κουβαδάκια στην άμμο πάνω από ανθρώπινα μέλη συνθέτουν το σκηνικό που χαρακτηρίζει το Χαλέπι εδώ και μήνες: απύθμενη παραφροσύνη κάτω από ένα λεπτό πέπλο ομαλότητας.

Ένας πυροβολισμός διακόπτει την κουβέντα. Μια γάτα πηδάει στη σκεπή ενός παραπήγματος που στέκει στην επικίνδυνη πλευρά της παιδικής χαράς, κι ένα αγόρι που είναι καινούριο στην περιοχή μιμείται τη γάτα. Ο κηπουρός του φωνάζει να κατέβει κάτω γιατί είναι επίφοβα εκεί που κάθεται.

Πριν καλά – καλά περάσει ένα λεπτό το περιστατικό περνά για πάντα στη λήθη. Ο Ahmed διηγείται ότι την προηγούμενη μέρα, ο φίλος του ο Samir τραυματίστηκε από σφαίρα στο χέρι, την ώρα που προσπαθούσε να βοηθήσει τον πατέρα του να μεταφέρει έναν τραυματισμένο γείτονα τους έξω από το πεδίο της μάχης.

image

Κάποτε πηγαίνανε σχολείο

Το σχολείο είναι μια μακρινή ανάμνηση που έχει ξεθωριάσει στο παρελθόν. Μέχρι πριν από 2.5 χρόνια τα παιδιά πήγαιναν κανονικά σχολείο παρά τις μάχες. Όταν οι ρουκέτες έκαναν την εμφάνιση τους, τα παιδιά έπρεπε να εξαφανιστούν. Άρχισαν να πηγαίνουν από το ένα κτίριο στο άλλο για να είναι ασφαλή και στο τέλος κατέληξαν να κάνουν μάθημα σε υπόγεια. Σιγά – σιγά όλο και λιγότερα παιδιά έρχονταν στο μάθημα. Οι οικογένειες τους είχαν φύγει, άλλες σκοτώθηκαν ή ήταν απλά πολύ φοβισμένες για να επιτρέψουν στα παιδιά τους να βγουν από το σπίτι.

«Μου λείπει το σχολείο», λέει ο Majid. Πιο πολύ όμως του λείπουν η Nur και η Riim δυο αδελφές, 16 και 17 χρονών αντίστοιχα που τους μάθαιναν Αγγλικά στην παιδική χαρά. Τώρα είναι θαμμένες εκεί, στον πιο ωραίο τάφο της παιδικής χαράς. Έχει μια μαρμάρινη πλάκα στην οποία είναι σκαλισμένα τα ονόματα τους αλλά και των συγγενών τους που σκοτώθηκαν από βόμβα την προηγούμενη άνοιξη. Η μητέρα τους μαζί με μια φίλη της έρχονται κάθε μέρα, κάθονται εκεί και συζητούν για το αν είναι χειρότερο να χάνεις τον σύζυγο ή τα παιδιά σου.

Όταν ο δημοσιογράφος ρωτά τα παιδιά που θα πηγαίνουν να παίξουν όταν η παιδική χαρά θα γεμίσει από τάφους, εκείνα φωνάζουν σχεδόν ομόφωνα ότι απλά θα πάνε κάπου αλλού. Όμως θα επιστρέφουμε εδώ, επιμένει ο Majid και τα υπόλοιπα παιδιά συμφωνούν μαζί του έχοντας ξεχάσει για λίγο κάτι πολύ σημαντικό. «Πρέπει να φέρνω νερό στη μαμά μου», θα πει ο Majid.

Πηγή: spiegel