Η κυβέρνηση Μόντι στην Ιταλία αποφάσισε να φορολογήσει την ακίνητη περιουσία της πανίσχυρης ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας. Ερώτημα για τη φορολόγηση των ακινήτων της εκκλησίας, εγείρει και ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρης Παπαδημούλης. Σε σχετική ερώτησή του, ο κ. Παπαδημούλης επισημαίνει ότι «σε καιρό άγριας λιτότητας… καθίσταται επείγουσα η ανάγκη συνολικού ελέγχου των εμπορικών δραστηριοτήτων των Μονών και των εκκλησιών». 

Ads

 

Όπως μεταδίδουν οι New York Times, η ιταλική κυβέρνηση ενημέρωσε την Κομισιόν ότι σκοπεύει να αλλάξει την νομοθεσία για να διασφαλίσει ότι η εκκλησία πληρώνει φόρο ακίνητης περιουσίας για κτίρια που χρησιμοποιούνται για εμπορικούς σκοπούς.

Όπως σημειώνει η αμερικανική εφημερίδα, η εκκλησία διαθέτει τεράστια περιουσία και τα έσοδα από την φορολόγιση τους εκτιμάται ότι θα ανέρχονται από 600 εκατομμύρια έως 2,2 δις ευρώ ετησίως.

Ads

Εκτενείς είναι και οι αναφορές για την υπόθεση στον ιταλικό Τύπο. Όπως επισημαίνει η Corriere della Sera, οι φορολογικές αρχές θα υπολογίσουν πόσο αναλογικά το φόρο με βάσει το ποσοστό ενός ακινήτου που εξυπηρετεί καθαρά θρησκευτικούς σκοπούς. Αυτό σημαίνει ότι σε κάθε περίπτωση μία Εκκλησία θα εξακολουθεί να εξαιρείται από την καταβολή φόρου, αλλά για παράδειγμα ένα παρεκκλήσι που λειτουργεί εντός ενός ξενώνα θα φορολογηθεί ανάλογα.

Oι New York Times σχολιάζουν ότι η κίνηση της Ρώμης θα μπορούσε να δώσει το παράδειγμα και σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν κρίση χρέους, ιδιαίτερα η Ελλάδα και η Ισπανία, όπου υπάρχει αυξανόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια για τις φοροαπαλλαγές της εκκλησίας.

Η κίνηση Μόντι δείχνει ότι ο τεχνοκράτης πρωθυπουργός είναι σε θέση να αφουγκραστεί την κοινή γνώμη. Αντιμέτωποι με την λιτότητα και την ύφεση, οι Ιταλοί έχουν απηυδήσει με τα προνόμια της εκκλησίας.

Μετά την υπερψήφιση των μέτρων λιτότητας τον περασμένο Δεκέμβριο, 130.000 άνθρωποι υπέγραψαν μια διαδικτυακή επιστολή απαιτώντας από την κυβέρνηση να καταργήσει το αφορολόγητο καθεστώς της εκκλησίας.
 
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δηλώνει θετική απέναντι στην πρόταση του Μάριο Μόντι να εισάγει τροπολογία στο Κοινοβούλιο ώστε να καταβάλλει η Εκκλησιαστική Εκκλησία φόρο για ακίνητα που εξυπηρετούν εμπορικούς σκοπούς.  «Για μία αξιόλογη πρόοδο» έκανε λόγο ο Αμαντέου Αλταφάζ, εκπρόσωπος του επιτρόπου Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων Όλι Ρεν, όπως αναφέρει η εφημερίδα La Repubblica. Ο Μάριο Μόντι είχε στείλει στην Κομισιόν σχετική επιστολή ενημερώνοντας για τις προθέσεις του.

Ερώτηση Παπαδημούλη για τη φορολόγηση της εκκλησίας
 
«Σε καιρό άγριας λιτότητας, δημοσιονομικού εκτροχιασμού και υστέρησης δημοσίων εσόδων, με αφορμή την υπόθεση της Μονής Φιλοθέου αλλά και το σκάνδαλο της Μονής Βατοπεδίου, καθίσταται επείγουσα η ανάγκη συνολικού ελέγχου των εμπορικών δραστηριοτήτων των Μονών και των εκκλησιών» σημειώνει ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρης Παπαδημούλης, σε κείμενο σχετικής ερώτησής του.
 
O βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Παπαδημούλης επαναφέρει την υπόθεση της Μονής Φιλόθεου και ζητά κατάθεση εγγράφων σχετικά με τον συνολικό φορολογικό έλεγχο των εμπορικών δραστηριοτήτων της Μονής Φιλόθεου αλλά και όλων των μονών και των εκκλησιών.
 
Σύμφωνα με την απάντησή του Υπουργού Οικονομικών στις 22-1-2012, στην αρχική ερώτηση του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ για την Μονή Φιλόθεου, διαπιστώθηκαν παραλείψεις, ανολοκλήρωτοι έλεγχοι και ευθύνες: «από την πορισματική έκθεση που υπέβαλε ο αρμόδιος οικονομικός επιθεωρητής προέκυψε ανάγκη περαιτέρω διερεύνησης τόσο ως προς τις ευθύνες των υπαλλήλων, όσο και ως προς την ολοκλήρωση των φορολογικών ελέγχων και αναμένονται πλέον οι αντίστοιχες πορισματικές εκθέσεις.
 
Επειδή όμως παρέμειναν αναπάντητα πέντε από τα έξι συνολικά ερωτήματα της αρχικής ερώτησης του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ ο Δ. Παπαδημούλης επαναφέρει τα αναπάντητα ερωτήματα και ζητά έγγραφα που να τεκμηριώνουν ένα συνολικό έλεγχο των οικονομικών στοιχείων και εμπορικών δραστηριοτήτων των μονών και των εκκλησιών.
 
Ο Δ. Παπαδημούλης σημειώνει τέλος ότι «τα εκτεταμένα φορολογικά προνόμια που απολαμβάνουν μονές και ναοί για την αμιγώς εμπορική τους δραστηριότητα, τα τελευταία χρόνια όχι μόνο δεν καταργήθηκαν αλλά διατηρήθηκαν και ενισχύθηκαν με ευθύνη των κυβερνήσεων τόσο του ΠΑΣΟΚ όσο και της ΝΔ».