Στο δρόμο κατέβασε δεκάδες χιλιάδες Γάλλους το νομοσχέδιο για «την καθολική ασφάλεια», που συζητείται στο γαλλικό κοινοβούλιο και κυρίως το άρθρο 24 που υπερψηφίστηκε την περασμένη Παρασκευή και απαγορεύει σε πολίτες και δημοσιογράφους να δημοσιοποιούν βίντεο και φωτογραφίες αστυνομικών εν ώρα «δράσης» στη διάρκεια διαδηλώσεων.

Ads

Ο παραβάτης του νόμου θα βρίσκεται αντιμέτωπος με ποινή φυλάκισης ενός έτους και πρόστιμο 45.000 ευρώ, ενώ ταυτόχρονα με τον ίδιο νόμο γενικεύεται η βιντεοεπιτήρηση των πολιτών με drones και κινητές κάμερες.

Μάλιστα, παράλληλα και με αφορμή την τρομοκρατική απειλή, η κυβέρνηση Μακρόν προωθεί και την αναθεώρηση του νόμου του 1881, για την ελευθερία του Τύπου, η οποία προβλέπει να ορίζεται ποιος θα προστατεύεται από το νόμο για την ελευθερία του Τύπου και ποιος όχι από το κράτος και όχι από τις δημοσιογραφικές ενώσεις.

Κατά αυτού του «νόμου φονέα των ελευθεριών», όπως χαρακτηρίζουν οι επικριτές το νομοσχέδιο, έχουν ταχθεί εργατικά σωματεία, ομοσπονδίες δημοσιογράφων και οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ το σύνθημα που κυριάρχησε στις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας δηλώνει πως «Θα κατεβάσουμε τα κινητά μας όταν κατεβάσετε τα όπλα».

Ads

Οι υποστηρικτές του νομοσχεδίου επισημαίνουν πως οι αστυνομικοί και οι οικογένειές τους χρειάζονται προστασία από την παρενόχληση, τόσο διαδικτυακά όσο και κατά πρόσωπο, όταν είναι εκτός υπηρεσίας. Οι επικριτές, από την άλλη, του νομοσχεδίου υποστηρίζουν ότι ο νόμος καταπατά την ελευθερία των δημοσιογράφων και των πολιτών να καταγράφουν τα γεγονότα και καθιστά σχεδόν αδύνατο το να λογοδοτούν οι αστυνομικοί για καταχρήσεις όπως την υπέρμετρη χρήση βίας. Παράλληλα τονίζουν πως την ώρα που το γαλλικό κράτος δεν δίνει χρήματα για το δημόσιο σύστημα υγείας εν μέσω πανδημίας, προβλέπει προϋπολογισμό 15 εκατομμυρίων ευρώ για την ενίσχυση της αστυνομίας και την αγορά καμερών που θα ενσωματωθούν στις στολές αστυνομικών.

«Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφεύγει να σχολιάζει νομοσχέδια, όμως είναι αυτονόητο ότι σε αυτή την περίοδο κρίσης είναι πιο σημαντικό από ποτέ οι δημοσιογράφοι να μπορούν να ασκούν το επάγγελμά τους ελεύθερα και με πλήρη ασφάλεια», σχολίασε ο Κρίστιαν Ουίνγκαντ εκπρόσωπος της Κομισιόν. «Όπως πάντα, η Επιτροπή επιφυλάσσεται του δικαιώματός της να εξετάσει την τελική νομοθεσία προκείμενου να επιβεβαιώσει ότι συμμορφώνεται με το ευρωπαϊκό δίκαιο», πρόσθεσε.

Ωστόσο πολλοί είναι αυτοί που με αφορμή το νομοσχέδιο Μακρόν επισημαίνουν πως γενικότερα οι ηγεσίες της Ευρώπης, επιχειρούν να επιβάλουν νόμο «καθολικής ασφάλειας», κι εκφράζουν την ανησυχία τους για την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των πολιτών, περιλαμβανομένης της ελευθερίας της έκφρασης, της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης, του σεβασμού στην ιδιωτικότητα και την πρόσβαση στην ενημέρωση.

image

Η πορεία του Μακρόν

Στις 7 Μαΐου 2017, ένας κεντρώος πρώην επενδυτικός τραπεζίτης, ο Εμανουέλ Μακρόν εξελέγη ο νεότερος πρόεδρος της Γαλλίας στα 39 του χρόνια, γιορτάζοντας τη νίκη του μπροστά στην Πυραμίδα στο Μουσείο του Λούβρου.

Μαζί του γιόρταζε το 66% της χώρας που τον ψήφισαν, αλλά και μεγάλο μέρος της Ευρώπης, που απέπνεε μια συλλογική ανακούφιση δημοκρατίας. Ο Μακρόν είχε νικήσει την ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν, βάζοντας φρένο σε μια αυξανόμενη ακροδεξιά τάση στη Δύση, η οποία είχε υποστεί δύο πολιτικούς σεισμούς – την εκλογή του Προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και το δημοψήφισμα υπέρ του Brexit.

Στο μεγάλο πάρτι στην πλατεία του Μουσείου του Λούβρου, Γάλλοι Μουσουλμάνοι με καταγωγή από τη Βόρεια Αφρική και Σύριοι πρόσφυγες χόρευαν και γιόρταζαν μαζί με ομοφυλόφιλα ζευγάρια και Αφρικανούς μετανάστες, για τον νέο Πρόεδρο Μακρόν, που δήλωνε «Απόψε, κερδίσατε. Η Γαλλία κέρδισε».

Το 2012 ο Μακρόν εγκατέλειψε την τράπεζα Ρότσιλντ για να συμμετάσχει στην κυβέρνηση Ολάντ. Σύντομα ανέλαβε τα ηνία του υπουργείου Οικονομικών.

Ηγήθηκε στο κίνημα «Εμπρός», ένα κίνημα υπέρ της οικονομίας και των επιχειρήσεων με στόχο να αλλάξει τις παραδοσιακές ισορροπίες δεξιάς-αριστεράς στη γαλλική πολιτική σκηνή. Και τα κατάφερε. Το μήνυμά του φαίνεται ότι είχε απήχηση στη γαλλική κοινωνία που τον ανέβασε στην Προεδρία της Γαλλίας.

Λίγες μέρες μετά το εκλογικό αποτέλεσμα, η ακτιβίστρια, συγγραφέας και ιδρύτρια της οργάνωσης Les Indivisibles, Rokhaya Diallo, υποστήριζε στο Al Jazeera στο Παρίσι: «Οι υποστηρικτές της Λεπέν που βρίσκονται σε δυσμενή οικονομική θέση θα γίνουν πιο φτωχοί υπό τον Μακρόν και έχουν περισσότερους λόγους να την υποστηρίξουν . Ο Μακρόν προσπαθεί να διαλύσει τους κοινωνικούς νόμους, τους εργατικούς νόμους. Θα αντιμετωπίσει πολλές διαμαρτυρίες στους δρόμους».

«Κίτρινα Γιλέκα» και μαζικές απεργίες

Ένα χρόνο αφότου έγινε πρόεδρος, σχηματίστηκε το κίνημα «Κίτρινα Γιλέκα», απαιτώντας οικονομική δικαιοσύνη. Οι διαδηλώσεις των «Κίτρινων Γιλέκων» ξεκίνησαν το φθινόπωρο του 2018 ως διαμαρτυρία κατά ενός φόρου στα καύσιμα. Γρήγορα εξελίχθηκαν σε αντικυβερνητικό κίνημα, με μαζικές κινητοποιήσεις όπου κυριαρχούσαν αιτήματα για δικαιοσύνη, αλληλεγγύη, αύξηση των μισθών, πάταξη της διαφθοράς, αλλά και για πολιτική αλλαγή. Τα «Κίτρινα Γιλέκα» ζήτησαν την παραίτηση του Εμανουέλ Μακρόν από την προεδρία της χώρας. Ακολούθησαν πολλές διαδηλώσεις εκατοντάδων χιλιάδων Γάλλων που σημαδεύτηκαν από σοβαρά επεισόδια. Το Παρίσι συχνά μετετράπη σε πεδίο μάχης, με νεκρούς και τραυματίες.

Στο τέλος του 2019, δυόμισι χρόνια μετά την ανάληψη της προεδρίας από τον Μακρόν, ξεκίνησε μια άλλη σειρά διαμαρτυριών ενάντια στο όραμά του αυτήν τη φορά να αναθεωρήσει το συνταξιοδοτικό σύστημα. Απέναντί του είχε το CGT, ένα από τα μεγαλύτερα εργατικά συνδικάτα στη Γαλλία. Η χώρα «παρέλυσε» για περισσότερο από έναν μήνα με μαζικές απεργίες και τους εργαζόμενους σχεδόν σε όλους τους τομείς της εργασίας να βγαίνουν στον δρόμους. Οι διαδηλώσεις οδήγησαν σε νέο γύρο συγκρούσεων με τις δυνάμεις καταστολής και τελικά η γαλλική κυβέρνηση απέσυρε το αμφιλεγόμενο συνταξιοδοτικό νομοσχέδιο.

Τον περασμένο Μάιο ο Εμανουέλ Μακρόν έχασε την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία στην κάτω Βουλή, καθώς επτά βουλευτές αποχώρησαν από το κόμμα του «Δημοκρατία Εμπρός» (La Republique En Marche) LREM για να ενταχθούν σε ένα νέο κόμμα: «Οικολογία, Δημοκρατία, Αλληλεγγύη» (EDS).
Εν τω μεταξύ, η «μεταρρυθμιστική προσπάθεια» του Μακρόν έχει «παγώσει» εξαιτίας της πανδημίας του κορονοϊού, μεταξύ αυτών εκκρεμεί και η μεταρρύθμιση του συστήματος συνταξιοδότησης.

Όμως, η κυβέρνησή του δέχεται έντονες επικρίσεις και σκληρή κριτική για το χειρισμό της πανδημίας. Η γαλλική κυβέρνηση έχει δεχθεί έντονη κριτική για ορισμένα ζητήματα που αφορούν την αντιμετώπιση της πανδημίας, όπως οι ελλείψεις σε απαραίτητο εξοπλισμό και η συχνά αργή ανταπόκριση των υγειονομικών υπηρεσιών σε διάφορα περιστατικά. Μάλιστα, αρκετοί γιατροί και συγγενείς θυμάτων αναφέρουν ότι η κυβέρνηση υπήρξε «εγκληματικά αμελής» στην αντίδραση της απέναντι στον νέο κορονοϊό. Μεγάλος αριθμός προσφυγών έχουν κατατεθεί τους τελευταίους μήνες στο Δικαστήριο της Δημοκρατίας και αφορούν την κυβερνητική διαχείριση της πανδημίας. Η έρευνα για «παράλειψη αντιμετώπισης μιας καταστροφής» ξεκίνησε στις 7 Ιουλίου και ανατέθηκε στην ανακριτική επιτροπή του CJR, η οποία ενεργεί ως ανακριτική αρχή και διεξάγει τις έρευνες.

Ο Ζαν Καστέξ όμως είναι ξεκάθαρος: «Η κατάσταση απαιτεί αντιλαϊκά μέτρα», δηλώνει ο πρωθυπουργός της Γαλλίας στον ραδιοφωνικό σταθμό France 2, επισημαίνοντας ότι δεν τον απασχολεί η δημοτικότητά του.

image

«Πόλεμος» με το Ισλάμ

Τις τελευταίες εβδομάδες, ωστόσο, οι πιο έντονες διαδηλώσεις με στόχο τον Μακρόν έχουν ξεσπάσει πολύ μακριά από τα σύνορα της Ευρώπης, στην Ασία, την Αφρική και τη Μέση Ανατολή.

Εκατοντάδες χιλιάδες Μουσουλμάνοι εναντιώνονται στην κριτική του για το Ισλάμ, την υπεράσπισή του για τις καρικατούρες του Προφήτη Μωάμεθ που τους προσβάλλουν βαθιά και τον θρησκευτικό πόλεμο που έχει ανοίξει με το Ισλάμ, συνδέοντάς το με τη βία.

Η Γαλλία, όπου ζει η μεγαλύτερη κοινότητα μουσουλμάνων στην Ευρώπη, βρίσκεται σε πόλεμο κατά της ισλαμιστικής ιδεολογίας, δήλωσε ο Γάλλος υπουργός Εσωτερικών Ζεράλντ Νταρμαμέν.

Η ένταση ξεκίνησε από τον Σεπτέμβριο όταν το σατιρικό περιοδικό Charlie Hebdo αναδημοσίευσε σκίτσα του προφήτη Μωάμεθ την παραμονή μιας δίκης 14 ατόμων που κατηγορούνται για συμμετοχή στην αιματηρή τρομοκρατική επίθεση εναντίον των γραφείων του το 2015. Λίγες μέρες αργότερα ο Γάλλος δάσκαλος Samuel Paty αποκεφαλίστηκε έξω από το σχολείο του επειδή έδειξε στην τάξη του τα επίμαχα σκίτσα του Μωάμεθ. Η δολοφονία, που πραγματοποιήθηκε από έναν νεαρό Μουσουλμάνο με καταγωγή από την Τσετσενία  προκάλεσε διεθνείς αντιδράσεις. Η κλιμάκωση της έντασης άρχισε να γίνεται μεγαλύτερη όταν ο Μακρόν δήλωσε αποφασισμένος ότι η χώρα του «δεν θα αποσύρει τα σκίτσα», τα οποία προβλήθηκαν σε κυβερνητικά κτίρια κι ενώ οι Γάλλοι Μουσουλμάνοι καταδίκασαν τη φρικτή επίθεση. Μάλιστα οι μουσουλμάνοι που ζουν στη Γαλλία φοβούνται όλο και περισσότερο τη συλλογική τιμωρία καθώς η γλώσσα των στενότερων συναδέλφων του Μακρόν σκληραίνει και μερικές φορές μοιάζει με ακροδεξιά ρητορική.

Στην ομιλία του στις 2 Οκτωβρίου ο Μακρόν έδωσε το περίγραμμα της στρατηγικής του για την αντιμετώπιση του ισλαμισμού. Για τον τίτλο της ομιλίας του επέλεξε ο ίδιος έναν σχετικά πρωτόγνωρο όρο, τον όρο «Séparatisme», που εκφράζει τις αποσχιστικές τάσεις σε μία κοινωνία. Τάσεις που οδηγούν έμμεσα στον κίνδυνο ενός «ισλαμιστικού αυτονομισμού»,  σε σχέση με τον οποίο ο Γάλλος πρόεδρος έδειξε αποφασισμένος να δώσει ένα τέλος. Προβλέπει δε να παρουσιάσει το σχετικό νομοσχέδιο «κατά των αποσχιστικών τάσεων στην κοινωνία» στο υπουργικό Συμβούλιο στις 9 Δεκεμβρίου.

Το νομοσχέδιο επιδιώκει, μεταξύ άλλων, να απαγορεύσει στα τζαμιά να λαμβάνουν ξένη χρηματοδότηση, να περιορίσει την εκπαίδευση στο σπίτι και να αποτρέψει τους ξένους ιμάμηδες να κηρύττουν στα γαλλικά τζαμιά. Όχι μαντίλες, όχι σεξιστικές διακρίσεις σε λεωφορεία ή μαζικά μέσα μεταφοράς. Ο νομάρχης θα έχει το δικαίωμα να κλείνει τις καντίνες όπου επιβάλλεται «θρησκευτικό» μενού ή τις πισίνες όπου δίνονται ειδικά ωράρια για τις γυναίκες.

«Είναι μια ισλαμοδιαστροφή», δήλωσε ο Yasser Louati, υποστηρικτής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών. «Μπορείτε να αποδέχεστε πολλοί ότι το κράτος μπορεί να ασκήσει επιπλέον δυνάμεις εναντίον μιας συγκεκριμένης μειονότητας – Μουσουλμάνοι σήμερα, Εβραίοι χθες. Αλλά μόλις ψηφιστεί ο νόμος, θα ισχύει για όλους. Θα νιώσετε ασφαλείς, αλλά θα είστε οι επόμενοι. Το ερώτημα δεν είναι αν, αλλά πότε».

Για πολλούς αναλυτές, η ομιλία του Μακρόν στις 2 Οκτωβρίου ήταν ένα ακόμη σημάδι ότι ο πρόεδρος και η κυβέρνησή του κοιτάζουν προς την ακροδεξιά σε μια προσπάθεια να διασφαλίσουν τις ψήφους τους το 2022.

Καθώς οι πρόσφατες διαμαρτυρίες κατά της Γαλλίας διογκώθηκαν, ο Μακρόν προχώρησε για λίγο στην άμυνα. Σε συνέντευξή του στο Al Jazeera, είπε ότι κατανοεί τις ανησυχίες των Μουσουλμάνων για τις καρικατούρες, αλλά ήταν υπεύθυνος για την προστασία της ελευθερίας της έκφρασης και επί της ουσίας συνεχίζει την εκστρατεία του.

image

Ο Μακρόν ως διαμεσολαβητής και η Μέση Ανατολή

Μετά τη νίκη του, στην πρώτη σημαντική παρουσίαση του οράματός του για την εξωτερική πολιτική, ο Μακρόν έθεσε αυτό που θα μπορούσε να περιγραφεί ως φιλόδοξο σχέδιο, επιδιώκοντας να αποκαταστήσει τη γαλλική επιρροή. «Η Γαλλία πρέπει να γίνει πάλι μια μεγάλη δύναμη», είπε. «Αυτό είναι αναγκαιότητα».

«Η Δύση έχει χαθεί σε έναν πρόωρο ηθικό παρεμβατισμό στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική τα τελευταία 10 χρόνια. Επιτράπηκε να αναδυθούν αυταρχικά καθεστώτα, Σαουδική Αραβία, Τουρκία, Ρωσία, Ιράν», υποστήριξε μεταξύ άλλων και εξέφρασε την προθυμία της Γαλλίας να ενεργήσει ως διαμεσολαβητής μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας στη συριακή σύγκρουση για την εξεύρεση «βιώσιμης λύσης», καθώς πρότεινε να ηγηθεί μιας διεθνούς ομάδας επαφών για να αναστήσει τις καθυστερημένες ειρηνευτικές συνομιλίες μεταξύ της συριακής κυβέρνησης και των δυνάμεων της αντιπολίτευσης.

Πρότεινε επίσης να ενεργήσει ως μεσολαβητής στην κρίση του Κόλπου, όπου η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Μπαχρέιν και η Αίγυπτος διέκοψαν τους διπλωματικούς και εμπορικούς δεσμούς με το Κατάρ το 2017 και επέβαλαν αποκλεισμό, κατηγορώντας τη Ντόχα ότι υποστηρίζει την τρομοκρατία – κατηγορίες που το Κατάρ έχει αρνηθεί επανειλημμένα.

Αλλά ήταν οι δύο πρόσφατες επισκέψεις του στο Λίβανο, τον Αύγουστο, μετά από μια φονική έκρηξη που άφησε περισσότερους από 200 ανθρώπους νεκρούς και επιδείνωσε μια ήδη επιδεινούμενη οικονομική κατάσταση – που τον έφτασαν στα όρια της γελοιοποίησης, σύμφωνα μe το Al Jazzera.

Εικόνες του Μακρόν που περπατούσε στους κατεστραμμένους δρόμους της Βηρυτού, με τα μανίκια του σηκωμένα και ένα πλήθος Λιβανέζων που τον παρακαλούσαν να τους βοηθήσει, επικρίθηκαν από σχολιαστές και αναλυτές, τόσο εντός όσο και εκτός της Γαλλίας. Στη συνέντευξη τύπου που ακολούθησε, ο Εμανουέλ Μακρόν επιβεβαίωσε, τις αποικιοκρατικές του βλέψεις, όπως πολλοί τον κατηγορούν, δίνοντας και «συμβουλές» στη Χεζμπολάχ. Συγκεκριμένα, δήλωσε ότι «η Γαλλία ποτέ δεν θα εγκαταλείψει το Λίβανο ούτε το λαό του. Όταν η καρδιά του Λίβανου πλήττεται το ίδιο ισχύει και στη Γαλλία» ενώ σχετικά με την προσφυγή στο ΔΝΤ, τόνισε ότι «θα πρέπει να υλοποιηθούν οι απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ώστε να επέλθει η συνεργασία με το Δ.Ν.Τ».

Στη Γαλλία, υπήρχε μια αίσθηση δυσπιστίας βλέποντας τον πρόεδρό τους να πηγαίνει σε μια χώρα στη Μέση Ανατολή που προσφέρει τη βοήθειά του, ενώ παραβλέπει τα εσωτερικά ζητήματα που αντιμετωπίζει η χώρα του.

Η καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ, σύντομα αποχωρεί από την εξουσία. Με τις αυξανόμενες επιρροές της Κίνας, της Ινδίας και άλλων μικρότερων περιφερειακών δυνάμεων, ορισμένοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι ο Μακρόν προσπαθεί να εκμεταλλευτεί μια ευκαιρία.

Ωστόσο, η πολιτική απειρία του Μακρόν – δεν είχε εκλεγεί σε καμία δημόσια θέση πριν κερδίσει τη γαλλική προεδρία – θα αποκαλύψει σύντομα τις ελλείψεις του, εκτιμούν οι αναλυτές.

Όμως, ενώ οι κατηγορίες για νεοαποικιοκρατία στον Λίβανο θα μπορούσαν να θεωρηθούν επιζήμιες, η γαλλική αξιοπιστία στην παγκόσμια σκηνή έχει πληγεί περισσότερο στην περίπτωση της Λιβύης.

Η Γαλλία κατηγορήθηκε ότι έπαιξε «διπλό παιχνίδι», διότι ενώ το Παρίσι έχει δηλώσει ότι υποστηρίζει την ειρηνευτική διαδικασία με τη μεσολάβηση του ΟΗΕ, η σιωπηλή υποστήριξη του Μακρόν στον στρατάρχη Χαλίφα Μπελκασίμ Χαφτάρ ήταν εις βάρος και της Ευρώπης και του ΝΑΤΟ. «Κρυφά, βοηθάμε τον Χαφτάρ και επισήμως υποστηρίζουμε την κυβέρνηση της Τρίπολης», δήλωναν Γάλλοι δημοσιογράφοι.

Τον Απρίλιο του 2022, η Γαλλία θα ψηφίσει ξανά και δεν είναι λίγοι αυτοί που φοβούνται ότι μετά την πολιτική Μακρόν, η Λεπέν θα μπορούσε να πετύχει με τον ίδιο τρόπο που πέτυχε ο Τραμπ το 2017, όταν «άρπαξε» την προεδρία μετά τον Ομπάμα «λόγω των απογοητεύσεων των λαϊκών ανθρώπων».