Μερικές πρόσφατες πρωτοβουλίες σοσιαλδημοκρατών και κεντρώων ηγετών της Δύσης φαίνονται ασυνήθιστα προοδευτικές.  Ξαφνικά, οι εν λόγω ηγέτες, σαν τον απόστολο Παύλο στο δρόμο για τη Δαμασκό, παρουσιάζουν μια απρόσμενη μεταστροφή και αντιτίθενται σε πολιτικές που υποστήριζαν μέχρι χθες.  Βέβαια, η μεταστροφή των ηγετών δεν οφείλεται σε κάποιο όραμα εξ ουρανού, αλλά μάλλον εξηγείται από τις αναμενόμενες εξελίξεις στις χώρες τους.
 

Ads

Οι ξαφνικές μεταστροφές πολιτικής των ηγετών
 
Ένα παράδειγμα έδωσε πρόσφατα ο πρόεδρος Ολάντ στη Γαλλία, οι υποστηρικτές του οποίου ξεκίνησαν ένα νέο πολιτικό κίνημα. Το κίνημα έχει ως κύριο στόχο να πείσει τους απογοητευμένους Γάλλους αριστερούς ψηφοφόρους για τα επιτεύγματα της προεδρίας του Ολάντ.  Το κίνημα ονομάζεται “Hé Oh La Gauche!” (Ξύπνα, Αριστερά) και στοχεύει στην προσέλκυση των αριστερών ψηφοφόρων που είναι πολύ δυσαρεστημένοι με την πολιτική που ακολούθησε ο Ολάντ μέχρι σήμερα.  Ο ίδιος ο Ολάντ συμβάλλει στην παραπάνω προσπάθεια: ενώ για χρόνια ανεχόταν τη Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου TTIP, μεταστράφηκε πρόσφατα σε πολέμιο της, απειλώντας ότι θα χρησιμοποιήσει βέτο για να μην υιοθετηθεί από την ΕΕ.
 
Ένα δεύτερο παράδειγμα έδωσε ο πρόεδρος Ομπάμα, ο οποίος δρομολογεί μέτρα καταστολής της διεθνούς φοροδιαφυγής στις ΗΠΑ, ως αντίδραση στις πρόσφατες αποκαλύψεις των Panama Papers.  Μετά από 8 χρόνια προεδρίας του Ομπάμα, κατά την οποία οι ΗΠΑ εξελίχθηκαν σε φορολογικό παράδεισο για τους πολίτες άλλων κρατών, η αλλαγή πολιτικής του Ομπάμα  δημιουργεί εύλογες αμφιβολίες σχετικά με την ειλικρίνεια των προθέσεων του.
 
Ένα άλλο παράδειγμα προσφέρει το Εργατικό Κόμμα της Βρετανίας, το οποίο υποστηρίζει την παραμονή της χώρας στην ΕΕ, επιχειρηματολογώντας ότι κινδυνεύουν να χαθούν πολλά κεκτημένα δικαιώματα των πολιτών σε περίπτωση εξόδου της χώρας από την ΕΕ.  Η νέα ηγεσία του Κόμματος πιέζεται από την πλειοψηφία των βουλευτών που αποτελούν κατάλοιπο της εποχής του Τόνι Μπλερ, και παραβλέπει το γεγονός ότι η Βρετανία ήταν ένας από τους κύριους πολέμιους των εργατικών και πολιτικών δικαιωμάτων στην ΕΕ, και ότι το Εργατικό Κόμμα, επί αρχηγίας Τόνι Μπλερ, προσπαθούσε να περιορίσει τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Συνθήκης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
 
Όμως, ένα μέρος της βρετανικής αριστεράς μέχρι πρότινος υποστήριζε ότι μια «αριστερή» έξοδος από την ΕΕ θα ήταν ευεργετική: ο συνήθως καλοπροαίρετος σχολιαστής του Guardian, ο Owen Jones, ο οποίος είχε μάλιστα επινοήσει τον όρο Lexit (Left Brexit), άλλαξε γνώμη όταν η νέα ηγεσία του Εργατικού Κόμματος τάχτηκε υπέρ της παραμονής στην ΕΕ.  Επιπλέον, ο Owen Jones σωστά υποστηρίζει ότι οι διαμαρτυρίες του κοινού, όπως αυτές ενάντια στο TTIP, μπορούν να επιφέρουν αλλαγές στην πολιτική.  Αλλά η αλλαγή της στάσης του Ολάντ σχετικά με το TTIP έχει στόχο την παραμονή του στην εξουσία, και δεν οφείλεται σε ξαφνική αναγνώριση ότι η συμφωνία που επί χρόνια ανεχόταν είναι αντιδημοκρατική. 
 
Διαφορετικά ακροατήρια, παρόμοιοι στόχοι
 
Τα παραπάνω παραδείγματα δεν συγκρίνονται άμεσα, αλλά συνδέονται με ένα κοινό παράγοντα: τις επερχόμενες εκλογές στη Γαλλία και στις ΗΠΑ, και την επείγουσα ανάγκη του Εργατικού Κόμματος στην Βρετανία να ανακάμψει στις δημοσκοπήσεις, ιδιαίτερα μετά από τα αποτελέσματα των τοπικών εκλογών της 5ης Μαΐου, τα οποία – παρά τη νίκη των Εργατικών στο Λονδίνο – δείχνουν ότι το Κόμμα δεν θα καταφέρει να κερδίσει τις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2020.
 
Ο σκοπός των «επιθέσεων γοητείας» των παραπάνω κομμάτων φαίνεται να είναι κυρίως ψηφοθηρικός.  Στις ΗΠΑ, η εκλογή της Κλίντον στην προεδρία στις εκλογές που θα γίνουν σε λίγους μήνες θα είναι δύσκολη χωρίς την ψήφο του σημαντικού αριθμού υποστηρικτών του Bernie Sanders.  Η στροφή του Ομπάμα κατά της φοροδιαφυγής μάλλον σκοπεύει να πείσει τους (αριστερούς, για τα αμερικανικά δεδομένα) υποστηρικτές του Sanders ότι το Δημοκρατικό Κόμμα θα ικανοποιήσει τις προσδοκίες τους για μεγαλύτερη διαφάνεια και κοινωνική δικαιοσύνη.  Στη Γαλλία, μια νίκη του Ολάντ στις επερχόμενες εκλογές θα είναι σίγουρα δύσκολη, αλλά οπωσδήποτε ακατόρθωτη χωρίς τους ψήφους των αριστερών, τους οποίους οι Σοσιαλιστές προσπαθούν να «ξυπνήσουν».
 
Αντίθετα, στην Βρετανία οι Εργατικοί μάλλον πιστεύουν ότι με τον Jeremy Corbyn στην ηγεσία του κόμματος, οι ψήφοι των αριστερών είναι εγγυημένοι, και γίνεται άνοιγμα προς τους κεντρώους ψηφοφόρους, μέσω της υποστήριξης της παραμονής της χώρας στην ΕΕ.
 
Υποσχέσεις με ημερομηνία λήξης μετά τις εκλογές
 
Μήπως όμως τα «ανοίγματα» των κομμάτων προς τα αριστερά (ή προς το κέντρο) δεν είναι τίποτε άλλο εκτός από πρόσκαιρα;  Η ιστορία προσφέρει πληθώρα παραδειγμάτων από αθετημένες υποσχέσεις και προοδευτικά μέτρα που ποτέ δεν υλοποιήθηκαν.  Γιατί «στην πολιτική, μια εβδομάδα είναι πολύς καιρός», όπως είχε σχολιάσει ο Βρετανός πρώην πρωθυπουργός Γουίλσον, και τα κόμματα βλέπουν τους ψηφοφόρους τους ως υποστηρικτές με μνήμη χρυσόψαρου, που σύντομα θα ξεχάσουν τις υποσχέσεις που τους έχουν δοθεί.  Ενδείξεις αριστερόστροφης πολιτικής έχουν συνήθως ημερομηνία λήξης λίγους μήνες μετά τις εκλογές, και αυτό που τελικά επιλέγουν οι ψηφοφόροι είναι ποιο κόμμα θα τους επιβάλλει τα επόμενα μέτρα λιτότητας.
 
Παρ’ όλες τις «επιθέσεις γοητείας», οι ψηφοθηρικές τακτικές των εν λόγω κομμάτων φαίνονται καταδικασμένες σε αποτυχία.  Στις ΗΠΑ, τουλάχιστον 33% των υποστηρικτών του Bernie Sanders δεν πρόκειται να ψηφίσει την Κλίντον, η οποία, εάν εκλεγεί, θα το καταφέρει λόγω της στήριξης ρεπουμπλικάνων που απεχθάνονται τον Τραμπ, και όχι λόγω της ψήφου των αριστερών ψηφοφόρων.  Στη Γαλλία, πολλοί αριστεροί θα ψηφίσουν τους Πράσινους ή τους Κομμουνιστές, και ο Ολάντ μάλλον δεν θα εξασφαλίσει την υποψηφιότητα για την προεδρία
 
Στην Βρετανία, οι Εργατικοί αντιμετωπίζουν ένα εκλογικό Γολγοθά, τον οποίο δεν μπορούν να υπερβούν, κυρίως διότι έχουν χάσει την υποστήριξη των Σκοτσέζων ψηφοφόρων.  Το Εργατικό Κόμμα μπορεί να απέκτησε για πρώτη φορά αριστερά ηγεσία, αλλά χωρίς μια συνεπή, σταθερή, και προοδευτική  πολιτική θα παραμείνει δέσμιο στα καπρίτσια των μεγάλων συμφερόντων, όπως έχει εμπεδώσει εξ ιδίας πείρας ο ελληνικός λαός.
 
Τουλάχιστον οι εξελίξεις στις ΗΠΑ και στη Γαλλία δείχνουν ότι αρκετά «χρυσόψαρα» δεν θα τσιμπήσουν το δόλωμα των ανειλικρινών υποσχέσεων, και δεν θα επιλέξουν μια αθλιότητα χωρίς τέλος.