Το Ισλαμικό Κράτος έχει σε μεγάλο βαθμό νικηθεί, αλλά η ειρήνη στη Συρία δεν έχει επιτευχθεί. Αντίθετα, χωρίς κοινό εχθρό πλέον, τα εμπλεκόμενα μέρη επιδιώκουν τώρα να προωθήσουν τα δικά τους συμφέροντα, με το καθένα τους να θέλει ένα κομμάτι της χώρας.

Ads

Στις 7 Φεβρουαρίου έλαβε χώρα μια μάχη κοντά στην πόλη Ντέιρ εζ Ζορ, για τον έλεγχο του πεδίου Conoco, όπου βρίσκεται ένα από τα μεγαλύτερα κοιτάσματα φυσικού αέριου στην ανατολική Συρία. Σύμφωνα με τις πληροφορίες από τα διεθνή πρακτορεία, μια δύναμη περίπου 300 ανδρών, αποτελούμενη από Σύριους στρατιώτες, Ιρακινούς και Αφγανούς πολιτοφύλακες, Ρώσους εθελοντές και μισθοφόρους και υπό ιρανική ηγεσία, επιτέθηκε σε δυνάμεις του λεγόμενου συνασπισμού υπό τις ΗΠΑ, ο οποίος αποτελείται από Κούρδους της Συρίας και Σύριους αντικαθεστωτικούς, οι οποίοι εκδίωξαν το Ισλαμικό Κράτος από την εν λόγω περιοχή τον περασμένο Σεπτέμβριο και έκτοτε την ελέγχουν. Η επίθεση αποκρούστηκε με την καταλυτική παρέμβαση της αμερικανικής αεροπορίας, αφήνοντας πίσω τουλάχιστον 100 επιτιθέμενους μαχητές νεκρούς.

Το «κουβάρι»

Πρόκειται για ένα επεισόδιο που «συνοψίζει» την μεγαλύτερη εικόνα του συριακού χάους, αν και δεν είναι το μοναδικό. Πράγματι, η Συρία έχει γίνει πεδίο μάχης για παγκόσμιες και περιφερειακές δυνάμεις – συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ρωσίας, της Τουρκίας, του Ιράν και του Ισραήλ – που χρησιμοποιούν τη χώρα ως τόπο προώθησης των δικών τους συμφερόντων. Ο κίνδυνος μιας ακούσιας σύγκρουσης είναι εξαιρετικά μεγάλος.

Ads

Τα διάφορα μέρη σε αυτόν τον πόλεμο έχουν, σχεδόν ταυτόχρονα, ξεκινήσει μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεις και επιθέσεις τις τελευταίες εβδομάδες. Ο τουρκικός στρατός εισέβαλε στην Συρία για να επιτεθεί στον κουρδικό θύλακα της Αφρίν, την οποία υπερασπίζουν οι κουρδικές πολιτοφυλακές YPG, οι οποίες εξοπλίστηκαν από τις ΗΠΑ για να πολεμήσουν τον ISIS, αποτελώντας ένα από τα βασικότερα αγκάθια στις σχέσεις μεταξύ Ουάσιγκτον και Αγκυρας. Η ισραηλινή πολεμική αεροπορία ξεκίνησε ένα κύμα αεροπορικών επιδρομών, το οποίο, όπως λέει, κατέστρεψε το ήμισυ του συνόλου των πολεμικών αεροπορικών δυνάμεων της Συρίας, με αφορμή την κατάρριψη ενός μαχητικού της κατά τη διάρκεια μιας «απάντησης», όπως ισχυρίζεται το Ισραήλ, της παραβίασης του ισραηλινού εναέριου χώρου από δυνάμεις του Ιράν που εδρεύουν στην Συρία ως σύμμαχοι του Ασαντ.

Στη συνέχεια, υπήρχε η μυστηριώδης σύγκρουση κοντά στο πεδίο του φυσικού αερίου, η οποία, από ορισμένες δυτικές πηγές, εμφανίστηκε ως η πρώτη θανατηφόρα συνάντηση μεταξύ ρωσικών και αμερικανικών στρατευμάτων μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Το Κρεμλίνο διέψευσε την συμμετοχή στρατευμάτων του στην μάχη και τελικά προέκυψε ότι ανάμεσα στους νεκρούς βρίσκονται όντως Ρώσοι, αλλά εθελοντές και μισθοφόροι.

Η παρέμβαση των ξένων δυνάμεων στη Συρία δεν είναι καθόλου νέα. Αλλά η σημερινή ένταση των συγκρούσεων μεταξύ τους μπορεί σε μεγάλο βαθμό να έχει μόνο μία αιτία: Ο κοινός εχθρός τους, ο ISIS, ηττήθηκε. Οπότε, τώρα μπορούν να ξεκαθαρίσουν τους μεταξύ τους λογαριασμούς για την επιρροή στην περιοχή, τον γεωπολιτικό έλεγχο των ενεργειακών πηγών και των δρόμων μεταφοράς του πετρέλαιου και του φυσικού αερίου.

Εξασφαλίζοντας ένα κομμάτι της Συρίας

Με το ISIS να έχει νικηθεί προκύπτει πλέον ότι εκτός από βάρβαρο και τερατώδες, το «χαλιφάτο» ήταν και ένα πρόσχημα. Ο αγώνας κατά των τζιχαντιστών κάλυπτε την πρόθεση για υπαγωγή των απελευθερωμένων περιοχών στις ξεχωριστές σφαίρες επιρροής των εμπλεκομένων. Ότι θα επέτρεπε σε όλους να εξασφαλίσουν μια «φέτα» της Συρίας.

Ο συνασπισμός κατά του ISIS έφερε στρατεύματα των ΗΠΑ στη χώρα και ισχυροποίησε τους Κούρδους στη βόρεια Συρία. Τώρα οι κούρδοι ελέγχουν το ένα τέταρτο της χώρας και θέλουν να το κρατήσουν έτσι. Η Τουρκία, ωστόσο, θέλει εμποδίσει τους Κούρδους από την διατήρηση του ελέγχου αυτής της επικράτειας. Όταν στρατεύματα του συνασπισμού υπό κουρδική διοίκηση προχώρησαν περισσότερο προς τα νότια, στρατιωτικά ελικόπτερα των ΗΠΑ πέταξαν στην περιοχή γύρω από το Ντέιρ εζ Ζοτ για να αποτρέψουν οποιονδήποτε άλλον να καταλάβει τα πεδία πετρελαίου και φυσικού αερίου εκεί.

Τώρα, οι ΗΠΑ θέλουν να χρησιμοποιήσουν τα ίδια κουρδικά στρατεύματα που εξοπλίστηκαν για την καταπολέμηση του ISIS, ώστε να να εμποδίσουν την επέκταση του Ιράν στην Συρία. Οι Αμερικανοί χρησιμοποιούν τους Κούρδους για να προωθήσουν τα δικά τους συμφέροντα και οι Τούρκοι, εκτός από τους δικούς τους στρατιώτες, χρησιμοποιούν και Σύριους αντικαθεστωτικούς να πολεμήσουν για λογαριασμό τους. Το Ιράν, στο μεταξύ, διαθέτει, εκτός από τον δικό του στρατό και ένα μείγμα Ιρακινών, Αφγανών και Πακιστανών ενόπλων υπό τη διοίκησή του.

Από το 2013, το Ιράν βοηθά με κάθε τρόπο τον ‘Ασαντ να διατηρήσει την εξουσία του, τόσο με στρατό και στρατιωτικούς εκπαιδευτές, όσο και οικονομικά. Μία από αυτές τις πολυεθνικές σιιτικές πολιτοφυλακές συμμετείχε επίσης στην επίθεση στο πεδίο του φυσικού αερίου Conoco.

Σύμφωνα με το Spiegel, στην επίθεση συμμετείχαν και δύο τοπικές φυλετικές πολιτοφυλακές, εκ των οποίων η μία ελέγχεται από έναν ποινικό, τον παραχαράκτη Torki Albo Hamad. Ο Χαμάντ καταζητούνταν στο Κατάρ για φόνο και στην Σαουδική Αραβία για πλαστογράφηση εγγράφων. Στην Συρία ήταν γνωστός ως αρχηγός μιας συμμορίας που λήστευε αυτοκίνητα στις εθνικές οδούς. Το περιοδικό υποστηρίζει, ότι το 2013, η Δαμασκός του πρόσφερε χρήματα και ατιμωρησία αν αυτός και οι άνδρες του έθεταν τις δυνάμεις τους στην υπηρεσία του καθεστώτος.

Στην επίθεση συμμετείχαν και Ρώσοι μισθοφόροι, συμπεριλαμβανομένου ενός 51χρονου Κοζάκου, ο οποίος έβγαλε και μια φωτογραφία πριν την μάχη, με μετάλλιο και υπερυψωμένο σπαθί. Η μονάδα, γνωστή ως «ομάδα Wagner», πολύ πιθανόν να προσλήφθηκε από ομάδα Σύριων επιχειρηματιών.

Περί αιτιών

Αρκετές και διαφορετικές συγκρούσεις διεξάγονται επί του παρόντος στη συριακή επικράτεια και δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η βία θα σταματήσει σύντομα. Η διεθνής κοινότητα ζήτησε λύση μέσω διαπραγματεύσεων, αλλά οι εκκλήσεις δεν ήταν παρά κενές λέξεις.

Το Spiegel, απηχώντας το κυρίαρχο δυτικό αφήγημα για την Συρία, θεωρεί ότι «όλα ξεκίνησαν με τον Άσαντ να προτιμά να καταστρέφει ολόκληρη τη χώρα παρά να εγκαταλείψει την εξουσία». Επειδή όμως ήταν πολύ αδύναμος για έναν ολοκληρωτικό πόλεμο ζήτησε την στήριξη της Συρίας και του Ιράν. Από την άλλη πλευρά, τόσο η Δαμασκός, όσο και η Μόσχα υποστηρίζουν ουσιαστικά, ότι αυτό που εμφανίστηκε ως «εμφύλιος» στην Συρία, δεν ήταν παρά το προκάλυμμα της δυτικής «επέμβασης» στην χώρα.

Σε αυτό που δύσκολα θα διαφωνήσει κάποιος με το γερμανικό περιοδικό είναι πως λέξεις όπως «σύμμαχοι» και «αντίπαλοι» έχουν χάσει εδώ και καιρό το νόημά τους στην Συρία. Η σχέση μεταξύ των Ρώσων, Κούρδων, Ιρανών, Τούρκων και Αμερικανών, μαζί και της Δαμασκού, χαρακτηρίστηκε από εχθρότητα σε ορισμένες περιοχές της Συρίας και συνεργασία σε άλλες.

Μια συμφωνία που δεν τηρήθηκε

Η κλιμάκωση ανατολικά του Ντέιρ εζ Ζορ χρησίμευσε θαυμάσια για να τονίσει αυτές τις μεταβαλλόμενες συμμαχίες, αν και η κατάσταση εξελίχθηκε διαφορετικά από ό,τι είχε προγραμματιστεί. Πράγματι, αρκετές πηγές επιβεβαίωσαν ότι πριν από τις μάχες είχε επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ των, υπό κουρδική διοίκηση, Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF), των Ρώσων και του Ασαντ.

Η συμφωνία προέβλεπε, ότι οι SDF θα αποσύρονταν οικειοθελώς από την περιοχή γύρω από τα πεδία φυσικού αερίου επιτρέποντας στα κυβερνητικά στρατεύματα να τις αντικαταστήσουν. Σε αντάλλαγμα, οι Ρώσοι θα απέκλειαν τον εναέριο χώρο πάνω από την Αφρίν για την τουρκική αεροπορία και οι δυνάμεις του Ασαντ θα επέτρεπαν στις κουρδικές ενισχύσεις να περάσουν από τις ελεγχόμενες από την Δαμασκό περιοχές, προς την μαχόμενη Αφρίν. Με άλλα λόγια, η συμφωνία θα επέτρεπε στον Ασαντ να αποκαταστήσει τον έλεγχο στα ανατολικά, με αντάλλαγμα να βοηθήσει τους Κούρδους στον βορρά, στην μάχη τους ενάντια στους Τούρκους.

Οι τουρκικές αεροπορικές επιδρομές στην Αφρίν σταμάτησαν από τις 4 Φεβρουαρίου, όταν η Μόσχα απέκλεισε τον εναέριο χώρο στους Τούρκους. Η Τουρκία ανέστειλε την επίθεσή της, διότι χωρίς αεροπορικό βομβαρδισμό να προηγείται, ο στρατός δεν θα μπορούσε να τα βγάλει εύκολα πέρα με τις πολύ καλά οχυρωμένες κουρδικές γραμμές. Τις επόμενες ημέρες, ένα κονβόι περίπου 200 λεωφορείων, φορτηγών και άλλων οχημάτων έφθασε από τις ανατολικές κουρδικές περιοχές στην Αφρίν, φορτωμένα με μαχητές, πυρομαχικά και όπλα ιρανικής προέλευσης.

Αλλά όταν ήρθε η ώρα να εφαρμοστεί το δεύτερο μέρος της συμφωνίας που αφορούσε τα πεδία φυσικού αερίου στην ανατολική Συρία, κάτι πήγε στραβά. Ένας ιστότοπος της συριακής αντιπολίτευσης ανέφερε ότι ο στρατός του Ασαντ ετοιμάζεται να καταλάβει την περιοχή του φυσικού αερίου και ισχυρίστηκε ότι οι SDF είχαν ενημερώσει τους Αμερικανούς για την επερχόμενη επίθεση.

Όπως κι έγιναν τα πράγματα, οι ΗΠΑ έστειλαν τα βομβαρδιστικά τους. Τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι εύλογα: Μήπως οι Κούρδοι δεν κατάφεραν να προειδοποιήσουν τους Αμερικανούς για το παζάρι; Ή μήπως το Πεντάγωνο επέλεξε να αγνοήσει τη συμφωνία που είχαν διαπραγματευτεί οι σύμμαχοί του;

Σε κάθε περίπτωση η Μόσχα ήταν προφανώς εξαιρετικά δυσαρεστημένη από τους Κούρδους. Το αποτέλεσμα ήταν, μόλις μία ημέρα μετά την αποτυχημένη προσπάθεια για την κατάληψη του πεδίου φυσικού αερίου, οι Ρώσοι ανέστειλαν τη ζώνη απαγόρευσης πτήσεων πάνω από την Αφρίν, επιτρέποντας στους Τούρκους να ανανεώσουν την επίθεσή της στους Κούρδους και τα στρατεύματα της ‘Αγκυρας να καταλαμβάνουν στην συνέχεια πέντε χωριά. 

Το γεγονός ότι αρκετοί Ρώσοι σκοτώθηκαν από την αμερικανική επιδρομή ολοκλήρωσε το χάος. Αμέσως μετά την επίθεση, οι ΗΠΑ επανειλημμένα επέμεναν ότι είχαν έρθει σε επαφή με τους Ρώσους τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια της επιχείρησης για να αποφύγουν μια σύγκρουση. Η Μόσχα δεν αμφισβήτησε τους ισχυρισμούς. Το ρωσικό υπουργείο Άμυνας εξέδωσε αργότερα μια δήλωση λέγοντας ότι οι μαχητές είχαν προχωρήσει «χωρίς άδεια» από τους στρατιωτικούς. Αλλά επιτέθηκαν εντελώς χωρίς τη γνώση της Μόσχας; Αυτό φαίνεται απίθανο.

Ο καθείς και οι επιθυμίες του

Το γεγονός ότι η σύγκρουση μεταξύ των αντίπαλων δυνάμεων μοιάζει τώρα να ξεσπάει ανοιχτά δεν είναι η μόνη νέα εξέλιξη. Οι δύο σύμμαχοι του καθεστώτος φαίνονται επίσης να διαφωνούν. Η Ρωσία και το Ιράν θέλουν ο Άσαντ να βγει νικητής, αλλά όσο πλησιάζει η στρατιωτική νίκη, χάρη στις ρωσικές αεροπορικές επιδρομές και στις παραστρατιωτικές οργανώσεις του Ιράν, τόσο πιο σαφές είναι ότι οι δύο πλευρές έχουν αντιπαραθέσεις ως προς το τι πρέπει να προκύψει από αυτή τη νίκη.

Η Μόσχα θέλει μια «Pax Russica» και το αντίστοιχο κέρδος της στην εξωτερική πολιτική. Συγκεκριμένα, την αντικατάσταση της Ουάσιγκτον από την Μόσχα, ως του σημαντικότερου παράγοντα στη Μέση Ανατολή. Αλλά για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, η ειρήνη είναι τελικά αναγκαία, διότι η παρατεταμένη βία μπορεί να πάψει να είναι δημοφιλής στην Ρωσία.

Αντίθετα, το Ιράν θέλει διαρκή έλεγχο της Συρίας και μετατροπή της σε προπύργιο στην επέκταση των Σιιτών. Πράγματι, η Τεχεράνη δουλεύει ήδη για την ενσωμάτωση των Σύριων Σουνιτών στο σιιτικό Ισλάμ, μέσω της αγοράς ακινήτων και εργοστασίων. Αυτό μπορεί να μην είναι προς το συμφέρον της Ρωσίας, αλλά χωρίς το Ιράν, ο Ασαντ δεν θα είχε καμία ευκαιρία. Και αυτό θα ήταν το τέλος της ελπίδας της Μόσχας, ότι μια μέρα θα επέλθει ειρήνη στην χώρα υπό την κυριαρχία του Ασαντ.

Το σίγουρο είναι ότι το γεγονός, πως, τουλάχιστον μέχρι τώρα, οι μεγάλες δυνάμεις δεν έχουν προχωρήσει σε ολοκληρωτικό πόλεμο στην Συρία, οφείλεται στην προφανή διαπίστωση ότι λύση του αυτού του «κουβαριού» με όπλα δεν μπορεί να υπάρξει και ότι σε αυτήν την περίπτωση, κανείς δεν πρόκειται να βγει νικητής. Από την άλλη, παραέχουν μαζευτεί πολλά όπλα στην χώρα και ποτέ αυτό δεν οδήγησε σε ήσυχο ύπνο την ανθρωπότητα.