Η γύμνια είναι η πιο αγνή μας κατάσταση μια και έχουμε γεννιόμαστε γυμνοί. Αυτό πιστεύουν οι κάτοικοι του Καπ ντ΄ Αγκντ, γνωστή και ως «πόλη των γυμνών» λόγω της μεγάλης κατασκήνωσης γυμνιστών που δημιουργήθηκε εκεί πριν από 40 χρόνια.

Ads

Μπορεί να φιλοξενήσει ως και 40.000 άτομα και διαθέτει το δικό της λιμάνι με μαρίνα για σκάφη, διαμερίσματα, ξενοδοχείο, καταστήματα, εστιατόρια, μπαρ, κομμωτήρια, ταχυδρομείο και τράπεζα. Και όλα αυτά δίπλα σε μια παραλία μήκους δύο χιλιομέτρων που θεωρείται ο παράδεισος των γυμνιστών όλης της Ευρώπης.

Στο χωριό αυτό, που αποτελεί ένα μέρος του ευρύτερου παραθαλάσσιου θέρετρου, οι γυμνιστές δεν περιορίζονται στις παράλιες, αλλά κυκλοφορούν ελεύθερα στην μικρή, αλλά απολύτως οργανωμένη πόλη.

image

Ads

«Ο μοντερνισμός και η φυσιολατρία συναντώνται στην μεγαλύτερη πόλη γυμνιστών του κόσμου: το Καπ Ντ’ Αγκντ της Γαλλίας όπου το καλοκαίρι συρρέουν περισσότεροι από 40.000 άνθρωποι». Έτσι έτσι αρχίζει το οδοιπορικό του Φιλ Χόουντ, δημοσιογράφου της Guardian, ο οποίος επισκέφτηκε το φυσιολατρικό χωριό, δεχόμενος, για χάρη του ρεπορτάζ, να απεκδυθεί μέχρι και του τελευταίου φύλλου συκής.

Το πρότυπο κι αυτόνομο αυτό χωριό διαθέτει δημόσιες υπηρεσίες, όπως ταχυδρομείο και τράπεζες, κατάστημα οπτικών, κομμωτήριο, ξενοδοχείο, μαγαζιά, εστιατόρια, κέντρα διασκέδασης, μπαρ κι ότι άλλο χρειάζεται ένα θέρετρο: συνολικά 180 επιχειρήσεις λειτουργούν μέσα στη μικρή πόλη, όπου το περίεργο είναι να δεις κάποιον ντυμένο.

image

Γιατί υπάρχουν και τέτοιοι: είναι οι υπάλληλοι των επιχειρήσεων που από κάποιον άγραφο κανόνα έχουν το δικαίωμα να προσέρχονται στις εργασίες τους με ενδύματα –άλλωστε, δεν επέλεξαν οι ίδιοι να διαμένουν μόνιμα εκεί.

Κατά τους θερινούς μήνες, ο πληθυσμός της μικρής πόλης ανεβαίνει στις 40.000 και οι δρόμοι γεμίζουν με γυμνούς ανθρώπους. Κανείς δεν ενοχλείται. Κανείς δεν ντρέπεται. Κανείς δεν φοβάται για κάτι.

Η εγκληματικότητα δε, είναι στο 0%, γιατί, όπως λέει χαριτολογώντας και ένας ιδιοκτήτης μπαρ «αν κάποιος θέλει να κλέψει κάτι, που στην ευχή θα βάλει τα κλοπιμαία; Στον πισινό του;»

Υπάρχουν φυσικά και κάποιοι κανόνες: στην είσοδο του περιφραγμένου χωριού απαγορεύονται ρητά οι φωτογραφικές μηχανές, για λόγους προστασίας των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων των κατοίκων της –ο βρετανός ρεπόρτερ δεν ρώτησε σχετικά με την απαγόρευση ή όχι των smartphones που πλέον βγάζουν… καλύτερες φωτογραφίες.

image
Το Καπ ντ΄ Αγκντ την δεκαετία του ’70

Επίσης, απαγορεύεται η είσοδος σε δημοσιογράφους, για το λόγο αυτό και ο Χόουντ δεν κατάφερε να εξασφαλίσει τις συνεντεύξεις που πιθανώς περίμενε: όλοι σχεδόν οι κάτοικοι αρνήθηκαν το αίτημα του να μιλήσουν κι οι μόνοι που συνεργάστηκαν μαζί του ήταν ο προαναφερθείς ιδιοκτήτης μπαρ και ο διευθυντής της Τουριστικής Υπηρεσίας του χωριού, Κριστιάν Μπεζέ.

«Ο γυμνισμός και η φυσιολατρία είναι μέρος της καθημερινότητας χιλιάδων ανθρώπων, ωστόσο καταλαβαίνουμε πως αυτό μπορεί να είναι κάτι που να ενοχλεί κάποιους άλλους συμπολίτες μας. Γι’ αυτό και υπάρχουν κανόνες», λέει ο Μπεζέ.

Μέσα στο χωριό υπάρχουν παντού πινακίδες που προειδοποιούν για πρόστιμα της τάξεως των 15.000 ευρώ και φυλάκιση ενός έτους για όσους διαπράξουν «σεξουαλικές πράξεις σε δημόσιο χώρο».

Κι αυτή η πινακίδα προσπαθεί να χαλιναγωγήσει, τρόπον τινά, την φαντασία των απανταχού swingers που τα τελευταία χρόνια συρρέουν στην πόλη, πιστεύοντας πως βρήκαν τον επίγειο παράδεισο τους.

Κάπως έτσι, άρχισαν να φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια πολλά νυχτερινά κλαμπ που υπόσχονταν νύχτες ακολασίας μέσα σε ημιφωτισμένα δωμάτια. Δίπλα σε αυτά, αρκετοί Γάλλοι άνοιξαν sex shop με κάθε λογής φετιχιστικά αντικείμενα για τους πιο λάγνους κατοίκους.

Ωστόσο, το μεγαλύτερο πρόβλημα της πόλης δεν είναι ο ολοένα κι αυξανόμενος πληθυσμός των swingers (ανταλλαγή συντρόφων), αλλά η αδιαφορία των αρχών της Καπ Ντ’ Αγκντ.

«Αν περπατήσεις στον παραλιακό πεζόδρομο του Καπ Ντ’ Αγκντ και μετά στους δρόμους του χωριού μας, θα δεις τη διαφορά», επισημαίνει ο Μπεζέ.

«Οι αρχές της πόλης αδιαφορούν για μας. Οι δρόμοι έχουν λακκούβες, τα σκουπίδια δεν μαζεύονται τόσο συχνά όσο δίπλα και οι υπόνομοι έχουν βουλώσει με άμμο», καταλήγει ένας άλλος ιδιοκτήτης επιχείρησης, που επιθυμεί να παραμείνει ανώνυμος.