Η άρνηση του Ντόναλντ Τραμπ επί τρεις ημέρες να καταδικάσει σαφώς την επίθεση του ακροδεξιού εναντίον των αντιφασιστών στο Σάρλτσβιλ, ο οποίος παρέσυρε με το αυτοκίνητό του στο θάνατο την 32χρονη Χέδερ Χέιρ και τραυμάτισε δεκάδες, μπορεί να είναι σοκαριστική αλλά δεν αποτελεί έκπληξη. Αντίθετα συμπίπτει με παλαιότερα σχόλιά του αλλά και την διχαστική του προεκλογική εκστρατεία που έβριθε από μίσος. 

Ads

Η χλιαρή αντίδραση του Τραμπ είναι, όπως σχολιάζει ο Guardian, αναμφισβήτητα το χειρότερο σημείο της προεδρίας του μέχρι τώρα και η κριτική που του ασκείται αναμένεται να κυριαρχήσει το αμέσως επόμενο διάστημα. Υπενθυμίζεται ότι στην πρώτη του δήλωση δεν υπήρξε καμία καταδίκη για το ρατσισμό, καμία καταδίκη για τους οπαδούς της λευκής υπεροχής, καμία καταδίκη για την Κου Κλουξ Κλαν. 

Αντίθετα καταδίκασε τη βία – χρησιμοποιώντας με έμφαση τη φράση – «από πολλές πλευρές», για να εξισώσει ηθικά του νεοναζί με τους αντι-ρατσιστές διαδηλωτές που βγήκαν στους δρόμους για να τους αντιταχθούν. Οι νεοναζί φυσικά έσπευσαν να πανηγυρίσουν. Η «Daily Stormer», μια νεοναζιστική φυλλάδα έγραψε: «Τα σχόλια του Τραμπ ήταν καλά. Δεν μας επιτέθηκε. Είπε να ενωθεί το έθνος. Τίποτα συγκεκριμένο εναντίον μας». 

Την καταδίκη που δεν έκανε ο Τραμπ έσπευσαν πολύ άμεσα να κάνουν άλλα στελέχη των Ρεμπουμπλικανών. Ο αντιπρόεδρος Τζο Μπάιντεν είπε: «Υπάρχει μόνο μια πλευρά. #Charlottesville», ο Κόρι Γκάρντνερ είπε: «ο πρόεδρος πρέπει να πει τα πράγματα με το όνομά τους. Είναι κακό, είναι λευκός εθνικισμός, είναι φανατισμός και είναι απαράδεκτος». 

Ads

Ο Όριν Χατς είπε: «Πρέπει να λέμε το κακό με το όνομα του. Ο αδελφός μου δεν έδωσε τη ζωή του να μάχεται τον Χίτλερ και τις ναζιστικές ιδέες για να τον αμφισβητούν στη χώρα του», ενώ ο Μάρκο Ρούμπιο τόνισε: «Είναι πολύ σημαντικό για το έθνος να ακούσει τον πρόεδρο να λέει τα γεγονότα στο #Charlottesville με το όνομα τους. Είναι μια τρομοκρατική επίθεση από τους λευκούς εθνικιστές». 

Μετά από πάρα πολλές πιέσεις, σκληρή κριτική και 36 ολόκληρες ώρες, ο Λευκός Οίκος έστειλε με email στους δημοσιογράφους, χωρίς να αναφέρεται αποστολέας ούτε ο πρόεδρος, ούτε ο εκπρόσωπος Τύπου, μια ανακοίνωση στην οποία αναγράφεται ότι η πρόταση του Τραμπ, με την οποία καταδίκασε όλες τις μορφές «μίσους, μισαλλοδοξίας και βίας» περιλαμβάνει φυσικά «και τους λευκούς εθνικιστές, την Κου Κλουξ Κλαν, τους Νεοναζί κι όλες τις εξτρεμιστικές ομάδες». 

Μετά από αυτό οι κριτικές ότι ο Τραμπ καλύπτει, ακόμη και στηρίζει τους νεοναζί, τους λευκούς εθνικιστές και την Κου Κλουξ Κλαν, όχι μόνο δεν έπαψαν αλλά συνεχίστηκαν δριμύτερες. Την ίδια ώρα, ο Τραμπ παρέμενε ιδιαίτερα σιωπηλός στο αγαπημένο του twitter. Τελικά αναγκάστηκε να βγει και να καταδικάσει τον «σατανικό ρατσισμό». 

Η στάση του χαρακτηρίζεται συγκλονιστική αλλά δεν προκαλεί έκπληξη. Ο Guardian σημειώνει ότι υπάρχουν ομοιότητες με τον Φεβρουάριο του 2016, όταν σε μια συνέντευξή του στο CNN, ο Τραμπ αρνήθηκε να καταδικάσει την Κου Κλουξ Κλαν ή να απορρίψει την έγκριση προς το πρόσωπό του από τον Ντέιβιντ Ντιουκ, ιδρυτή των «Ιπποτών της Κου Κλουξ Κλαν» στη Λουιζιάνα. Αργότερα υποστήριξε ότι το ακουστικό του ήταν… ελαττωματικό. Ο Ντιουκ από την άλλη πλευρά, δήλωσε το Σάββατο, στο USA Today: «Θα εκπληρώσουμε τις υποσχέσεις του Ντόναλντ Τραμπ. Αυτό πιστεύαμε, γι’ αυτό τον ψηφίσαμε, επειδή είπε ότι θα πάρει πίσω τη χώρα μας». 

Οι νεοναζί και οι ακροδεξιοί της «alt-right» αποτελούν μεγάλο μέρος της βάσης του Τραμπ. Οι επικριτές του σημειώνουν επίσης τα νεύματα, τα νοήματα ακόμη και την ομιλία του στο ρεπουμπλικανικό συνέδριο, με τις γιγάντιες οθόνες και τα λογότυπα που παραπέμπουν σε φασιστική παρωδία. 

Τονίζουν επίσης ότι ο Τραμπ ξεπερνά τον απλό πολιτικό οπορτουνισμό. Έχει ιστορικό. Το 1973, ο ίδιος και ο πατέρας του κατηγορήθηκαν από το τμήμα δικαιοσύνης για φυλετικές διακρίσεις διότι απέκλειαν τους μαύρους ενοικιαστές από το κτίρια που μίσθωναν. 

Το 1989, όταν Αφροαμερικανοί και Λατίνοι έφηβοι κατηγορήθηκαν για επίθεση και βιασμό σε βάρος μιας λευκής γυναίκας στο Central Park της Νέας Υόρκης, ο Τραμπ πλήρωσε ολοσέλιδες διαφημίσεις σε τέσσερις ημερήσιες εφημερίδες ζητώντας την επαναφορά της θανατικής ποινής. Οι πέντε έφηβοι αργότερα απαλλάχθηκαν από τις κατηγορίες μέσω DNA αλλά ο Τραμπ συνέχισε έως πέρσι να επιμένει: «Παραδέχτηκαν ότι ήταν ένοχοι». 

Υπήρξε πρόσφατα ο βασικός υποστηρικτής των «birther», μιας ομάδας που αμφισβητούσε ότι ο Ομπάμα γεννήθηκε στις ΗΠΑ και κατά συνέπεια ότι ήταν νόμιμα πρόεδρος. Έκανε μια διχαστική εκστρατεία, ενδυναμώνοντας τις διαιρέσεις και μιλώντας για «χαμένες πόλεις». Στην κεντρική του ομιλία είχε κάνει λόγο για «αμερικανική σφαγή». 

Ο Λευκός Οίκος εξέδωσε ανακοίνωση για τη Διεθνή Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος, που δεν είχε αναφορά στον αντισημιτισμό και δεν ανέφερε τους Εβραίους. Ο πρώην γραμματέας Τύπου Σον Σπάισερ αναγκάστηκε να ζητήσει συγγνώμη αφού ισχυρίστηκε ότι ο Χίτλερ που σκότωσε εκατομμύρια Εβραίους στους θαλάμους αερίων, δεν χρησιμοποίησε χημικά όπλα. 

Γενικός εισαγγελέας είναι ο Τζεφ Σέσιονς, ο οποίος εδώ και πολύ καιρό αντιμετωπίζει κατηγορίες ρατσισμού. Ο επικεφαλής στρατηγικού σχεδιασμού του Τραμπ είναι ο Στιβ Μπάνον που μόλις πρόσφατα υπερηφανεύτηκε για το Breitbart News: «Είμαστε η πλατφόρμα της alt-right». Ο αναπληρωτής βοηθός του Τραμπ είναι ο Σεμπάστιαν Γκόρκα, ο οποίος έχει πάρει μετάλλιο από μια ουγγρική ομάδα, τα μέλη της οποίας κατηγορούνται ως συνεργάτες των ναζί. 

Οι πράξεις και τα λόγια ενός προέδρου μπορούν να δημιουργήσουν το κλίμα στο οποίο θα ανθίσουν ομάδες, στάσεις και νοοτροπίες. Ο Τραμπ είναι 71 ετών και δεν αλλάξει τώρα. Όπως είπε κάποτε η Μισέλ Ομπάμα: «το να είσαι πρόεδρος δεν αλλάζει το ποιος είσαι, αποκαλύπτει το ποιος είσαι». Απομένει να φανεί αν πολλοί Ρεπουμπλικανοί θα αισθανθούν μια ηθική υποχρέωση ή μια προθυμία να αμφισβητήσουν ποιος είναι, καταλήγει ο Guardian.