Η Ρωσία ψάχνει στα ανατολικά ή στα δυτικά για τη μόνιμη θέση της στην παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων; Η αλήθεια είναι ότι βίσκεται στη μέση της Ευρασίας, ανάμεσα σε δύο συστήματα και δύο σφαίρες επιρροής, και προσπαθεί να ελέγξει και τα δύο. Πώς; Αλλάζοντας τους πόλους των πολιτικών δυνάμεων.

Ads

Η Δύση ισχυρίζεται πως η Ρωσία είναι ένα αδύναμο αυταρχικό καθεστώς που επιδιώκει να αποστρέψει την προσοχή από τα εσωτερικά της προβλήματα, μέσω των εξωτερικών της περιπετειών και ψάχνει τρόπους να εξάγει το αυταρχικό της μοντέλο σχηματίζοντας μια «συμμαχία αυτοκρατοριών» με την Κίνα. Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, η αμφισβήτηση της Δύσης μπορεί να είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος για την ενίσχυση του εσωτερικού πολιτικού συστήματος. Σε κάθε περίπτωση όμως είναι είναι λάθος να εξηγηθεί η εξωτερική τακτική της Ρωσίας μόνο σε αυτή τη βάση, σημειώνει η Le Monde Diplomatique.

Τι επιδιώκει πραγματικά η Ρωσία και ποιος είναι ο ρόλος της επαναπροσέγγισης με την Κίνα; Η βασική της επιδίωξη είναι να γίνει αποδεκτή ως «συν-διαμορφωτής» των διεθνών υποθέσεων, μια φιλοδοξία που δεν πληρώθηκε με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Η Σοβιετική Ένωση και στη συνέχεια η Ρωσία προσπάθησαν να μετατρέψουν αυτό που ονόμασαν «ιστορική Δύση» σε μια «ευρύτερη Δύση» που θα ενσωμάτωνε και τη Μόσχα. Αυτό θα είχε απελευθερώσει την «ιστορική Δύση» από το θεσμικό και ιδεολογικό πλαίσιο του Ατλαντισμού για τον Ψυχρό Πόλεμο και θα καλλιεργούσε μια νέα κουλτούρα πολιτικού διαλόγου και δημιουργικής αλληλεπίδρασης.

Ωστόσο, στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η Δύση είχε ως μόνη επιλογή τη διεύρυνση του υπάρχοντος συστήματος. Λόγω της απουσίας της στρατιωτικής και ιδεολογικής απειλής της Σοβιετικής Ένωσης, η φιλελεύθερη τάξη πραγμάτων μετατράπηκε στο καθολικό δόγμα Μονρόε και πια η σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ κάλυπτε ολόκληρο τον κόσμο, μην αφήνοντας περιθώρια για ένα υποσύνολο ανεξάρτητων δυνάμεων.

Ads

Ένα στρατηγικό τρίγωνο

Ήταν αυτή η οικουμενικότητα στην οποία η Ρωσία αντιτέθηκε, θεωρώντας την εργαλειοποιημένη. Ο  Γεβγκένι Πριμακόφ, ως υπουργός Εξωτερικών και στη συνέχεια πρωθυπουργός, ήταν ο πρώτος σημαντικός ηγέτης που καθιέρωσε τη Ρωσία ως μια ανθεκτική δύναμη. Όταν κατέστη σαφές ότι το ΝΑΤΟ θα συνεχίσει τη διεύρυνσή του και θα προετοιμάσει την παρέμβασή του στο Κοσσυφοπέδιο χωρίς να ληφθούν υπόψη τα συμφέροντα της Ρωσίας, ο Πρικακόφ αναβίωσε την έννοια της πολυπολικότητας και σε μια επίσκεψη στην Ινδία το Δεκέμβριο του 1998 ανέπτυξε την ιδέα ενός αντίβαρου στην αμερικανική μονοπολικότητα. Περιέγραψε την ιδέα μιας συμμαχίας μη ατλαντικών δυνάμεων, ενός στρατηγικού τριγώνου της Ρωσίας, της Ινδίας και της Κίνας, που αργότερα έγινε ο πυρήνας της ένωσης BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και αργότερα Νότια Αφρική). Η πολιτική του ήταν εμπνευσμένη από το δόγμα της ειρηνικής συνύπαρξης του Νικίτα Χρουστσόφ, σύμφωνα με το οποίο διαφορετικά κοινωνικά και πολιτικά συστήματα θα ανταγωνίζονταν, αλλά όχι απαραίτητα όντας σε σύγκρουση.

Στη συνέχεια, όταν ανήλθε την εξουσία ο Βλαντιμιρ Πούτιν το 2000, προσπάθησε να συνδυάσει τον Ατλαντισμό της πρώιμης μετακομμουνιστικής περιόδου με τη στρατηγική του Πριμακόφ. Η δημιουργία του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) το 2001 – στον οποίο συμμετείχαν η Κίνα, το Καζακστάν, το Κιργιστάν, η Ρωσία, το Τατζικιστάν και το Ουζμπεκιστάν, και αργότερα η Ινδία και το Πακιστάν – αποτέλεσε ένα ακόμη βήμα στη δημιουργία ενός μη δυτικού συστήματος συμμαχιών.

Ο Πούτιν επιδίωξε επίσης στενότερους δεσμούς με την Ευρωπαϊκή Ένωση και συζητήθηκε η ένταξη της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ. Μετά τις αμερικανικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Ιράκ, η απόφαση του Τζορτζ Μπους το 2002 για την κατάργηση της συνθήκης ABM του 1972, ο Πούτιν όμως απογοητεύτηκε κι άλλαξε ρότα. Στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου τον Φεβρουάριο του 2007, καταδίκασε σθεναρά τις ΗΠΑ, προειδοποιώντας για έναν«μονοπολικό κόσμο» στον οποίο υπάρχει ένας και μόνο «κυρίαρχος» και σημείωσε ότι «αυτοί που μας κάνουν μαθήματα δημοκρατίας, δεν διδάσκονται από τον εαυτό τους». Τόνισε επίσης τότε πως η Ρωσία «με χίλια χρόνια ιστορίας» δεν χρειάζεται να διδαχθεί για το πώς θα συμπεριφερθεί στις διεθνείς υποθέσεις. Ωστόσο, υπήρχε ακόμα η πεποίθηση ότι οι ατλαντικές δυνάμεις και η Ρωσία θα μπορούσαν να συνεργαστούν σε τομείς κοινού ενδιαφέροντος, ιδίως στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας.

Κάθε προσδοκία όμως κατέρρευσε μετά την επέμβαση στη Λιβύη το 2011 και η κατάρρευση αυτή κορυφώθηκε το 2014 με την αντίδραση σε αυτό που η Ρωσία αντιλαμβανόταν ως την αμεσότερη προσπάθεια της ΕΕ να τραβήξει την Ουκρανία στη σφαίρα επιρροής του Ατλαντικού συστήματος, που προκάλεσε και τη χειρότερη κρίση στην μετά τον Ψυχρό Πόλεμο εποχή.

Κόντρα στο «θέλημα του Θεού»

Η πολυπολικότητα, συνώνυμη με την απόρριψη της ηγεμονίας των ΗΠΑ, παραμένει μια διφορούμενη έννοια, σημειώνει ωστόσο η le Monde Diplomatique. Δεν είναι σαφές εάν πρέπει να επιτευχθεί ως μέρος μιας ενεργούς στρατηγικής για την ενίσχυση της φωνής των πρώην υποδεέστερων δυνάμεων – συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας – ή αν γίνεται μια αντικειμενική πραγματικότητα στο πλαίσιο της εξισορρόπησης της εξουσίας μέσα στο διεθνές σύστημα. Το Σεπτέμβριο του 2013, σε μια σύνοδο του Διεθνούς Ομίλου Valdai Discussion Club (που ιδρύθηκε το 2004 για να φέρει στο ίδιο τραπέζι τους υπεύθυνους για τη χάραξη πολιτικής της Ρωσίας μαζί με δυτικούς ακαδημαϊκούς και δημοσιογράφους), ο Πούτιν καταδίκασε τις «προσπάθειες αναβίωσης ενός τυποποιημένου μοντέλου μονοπολικού κόσμου». «Ένας τέτοιος μονοπολικός, τυποποιημένος κόσμος δεν απαιτεί κυρίαρχα κράτη. Απαιτεί υποτελείς. Από ιστορική άποψη, αυτό σημαίνει την απόρριψη της δικής του ταυτότητας, της δοθείσας από τον Θεό πολυμορφίας του κόσμου», είχε ει τότε χαρακτηριστικά.

Στη συνάντηση του Valdai τον Οκτώβρη του 2016, ο Πούτιν ήλπιζε ότι «ο κόσμος θα γίνει πραγματικά πολυπολικός», ως προϋπόθεση για τη θέσπιση «καθολικά αποδεκτών κοινών κανόνων που εγγυώνται την κυριαρχία και τα συμφέροντα των λαών», και ότι αυτό θα γινόταν κυρίως μέσω του ΟΗΕ.

Ένας καλύτερος όρος για την περιγραφή της φιλοδοξίας της Ρωσίας είναι ο νεορεβιζιονισμός, ο οποίος ισχύει και για την Κίνα, γράφει η Le Monde Diplomatique. Η Ρωσία και η Κίνα δεν επιδιώκουν να εδραιώσουν τις δικές τους σφαίρες επιρροής αλλά να επιβεβαιώσουν εκ νέου την αρχή ότι τα μεμονωμένα κράτη πρέπει να διαμορφώνουν και να διαχειρίζονται τις σχέσεις τους με τις γειτονιές τους (όχι απαραίτητα μέσω της παραδοσιακής προσχώρησης σε ένα μπλοκ), χρησιμοποιώντας τη γλώσσα της κυριαρχίας. Η αντίδραση της Ρωσίας στην Ουκρανία προήλθε από την αντιληπτή απειλή για τα συμφέροντά της και όχι από την επιθυμία να διαχειριστεί τις εσωτερικές υποθέσεις της Ουκρανίας, σύμφωνα με την εφημερίδα.

Αυτό δεν αποτελεί μια αναμόρφωση του μοντέλου της Βεστφαλίας του 17ου και 19ου αιώνα, στο οποίο τα κράτη διατηρούν την κυριαρχία τους και αλληλεπιδρούν όπως οι μπάλες του μπιλιάρδου στην παγκόσμια σκηνή, και ενώνονται με κάποιες άλλες δυνάμεις για να εξισορροπήσουν κάποιες τρίτες. Η ρωσική και κινεζική άποψη της πολυπολικότητας είναι πιο εξελιγμένη. Η κυριαρχία παραμένει η κεντρική αξία, αλλά μετριάζεται από τη δέσμευση για πολυμερείς δεσμούς, με τη δημιουργία νέων θεσμών σε περιφερειακό επίπεδο και με την προάσπιση των πιο καθολικών θεσμών που διαμορφώθηκαν μετά τη συμφωνία του Bretton Woods του 1944, ιδίως του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Η ιδέα είναι να απελευθερωθούν οι πολυμερείς θεσμοί από την υποταγή τους στο αμερικανικό σύστημα, δημιουργώντας ένα πιο πλουραλιστικό διεθνές σύστημα.

Με αυτό τον τρόπο η Ρωσία και η Κίνα αποτελούν τον πυρήνα μιας εκκολαπτόμενης αντι-ηγεμονικής ευθυγράμμισης. Με τη Ρωσία να έχει υποστεί οικονομικές κυρώσεις και την Κίνα να αντιμετωπίζει την αμερικανική στρατιωτική πίεση στον Ειρηνικό, οι ηγέτες των δύο χωρών συναντήθηκαν πέντε φορές το 2017 και τέσσερις το 2018. Όλοι οι Ρώσοι ηγέτες επεδίωξαν διαχρονικά την οικονομική ολοκλήρωση της Ευρασίας, αλλά ο Πούτιν ακολούθησε μια βαθύτερη γεωπολιτική λογική. Η Ευρασιατική Οικονομική Ένωση (EEU) ιδρύθηκε επίσημα την 1η Ιανουαρίου 2015 και αποτελεί σαφή δήλωση ότι η Ρωσία οικοδομεί εναλλακτικά ολοκληρωμένα δίκτυα. Αυτό επιβεβαιώθηκε τον Μάιο του 2015, όταν ο Πούτιν και ο Σι Τζινπίνγκ υπέγραψαν συμφωνία για την εναρμόνιση μεταξύ της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης και της Κίνας για την πρωτοβουλία Belt and Road. Η Ρωσία προωθεί επίσης το πρότζεκτ της Ευρύτερης Ευρασίας, αντικαθιστώντας το σχέδιο της Μεγάλης Ευρώπης (από τη Λισσαβόνα στο Βλαδιβοστόκ), το οποίο προσπάθησε να προωθήσει ο τελευταίος Σοβιετικός ηγέτης Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Το Σχέδιο της Ευρύτερης Ευρασίας περιλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής σε μια μεταβλητή γεωμετρία συνδεδεμένων δικτύων, συμπεριλαμβανομένων των μακροχρόνιων φορέων όπως η Ένωση των Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας (Asean).

Η στρατηγική της «πατρίδας»

Αυτό αντιπροσωπεύει μια κεντρική στρατηγική, μια γεωπολιτική ιδέα που διατυπώθηκε από τον Halford Mackinder (1861-1947) και επανεξετάστηκε από τον αμερικανικό γεωστρατηγό Zbigniew Brzezinski, ο οποίος τοποθετούσε την Ευρασία ως τον γεωγραφικό άξονα του κόσμου, ανάλυση που εύλογα αμφισβητήθηκε από τις μεγάλες δυνάμεις. Ανοίγοντας τη συνάντηση BRICS και SCO στις 9 Ιουλίου του 2015, ο Πούτιν σημείωσε ότι «για εμάς αυτή η ευρασιατική γη δεν είναι σκακιέρα, δεν είναι γεωπολιτικό πεδίο – αυτό είναι το σπίτι μας και όλοι μαζί θέλουμε το σπίτι μας να είναι ήρεμο και εύπορο και να μην είναι τόπος εξτρεμισμού ή προσπάθειας για την προστασία των συμφερόντων του εις βάρος των άλλων».

Ο στόχος του ήταν να διασφαλίσει ότι η Ευρασία δεν θα γίνει μια εύθραυστη ζώνη μεταξύ του διευρυνόμενου Ατλαντικού συστήματος και των ανερχόμενων δυνάμεων της Ασίας, κυρίως της Κίνας. Το 2018 η Κίνα αύξησε τις στρατιωτικές δαπάνες της για 24η συνεχή χρονιά, αν και αυτές εξακολουθούν να αποτελούν μόνο το 40% των αμερικανικών στρατιωτικών δαπανών. Ο στρατιωτικός προϋπολογισμός της Ρωσίας άρχισε να μειώνεται το 2016, αλλά εξακολουθεί να κατέχει την έκτη θέση στον κόσμο. Η Ευρασία είναι παγιδευμένη ανάμεσα στην ακόμα ισχυρή ιστορική Δύση και την αναδυόμενη ευρύτερη Ανατολή, με τη Ρωσία ιδανικά, αλλά επικίνδυνα, τοποθετημένη στη μέση.

Στο μεταξύ, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των ρωσικών και κινεζικών θέσεων. Η Ρωσία δέχεται την αμερικανική στρατιωτική και οικονομική υπεροχή. Σε μια συνάντηση του Διεθνούς Οικονομικού Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης τον Ιούνιο του 2016, ο Πούτιν είπε: «Η Αμερική είναι μια μεγάλη δύναμη, σήμερα. Ίσως η μόνη υπερδύναμη. Το αποδεχόμαστε». Αυτό δεν ισχύει και για την Κίνα όμως, η οποία έχοντας μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στην οικονομική της δύναμη, έχει παρουσιάσει ιδέες, όπως μια «κοινότητα του κοινού πεπρωμένου» που βασίζεται σε διακρατικές σχέσεις win-win. Το γεγονός ότι οι ιδέες αυτές βασίζονται στις τεράστιες επενδύσεις της Κίνας μέσω της πρωτοβουλίας Belt and Road και στη δημιουργία μιας πολυμερούς τράπεζας, υποδηλώνει ότι ίσως πράγματι το Πεκίνο μπορεί να αλλάξει τις ισορροπίες της παγκόσμιας εξουσίας.

Η άτυπη «συμμαχία» μεταξύ Ρωσίας και Κίνας δεν επεκτείνεται αναγκαστικά και σε θέματα ταυτότητας. Ενώ η Ρωσία έχει αποξενωθεί όλο και περισσότερο από το Ατλαντικό σύστημα, ειδικά μετά τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς κατά της Σερβίας το 1999, ποτέ δεν παραιτήθηκε από τη δυτική ταυτότητά της. Τον Σεπτέμβριο του 2013 ο Πούτιν την ώρα που επέκρινε την παρακμή της Δύσης, επιβεβαίωσε ταυτόχρονα… σιωπηρά τη δυτική ταυτότητα της Ρωσίας: «Μπορούμε να δούμε πόσες από τις ευρω-ατλαντικές χώρες απορρίπτουν τις ρίζες τους, συμπεριλαμβανομένων των χριστιανικών αξιών που αποτελούν τη βάση του δυτικού πολιτισμού», δήλωσε με νόημα.

Προς το παρόν, οι πολιτικές δυνάμεις στην Ευρώπη που ισχυρίζονται ότι θέλουν τη Δύση να επιστρέψει σε αυτό το είδος ταυτότητας διαφέρουν όσον αφορά τη στάση τους απέναντι στη Ρωσία. Η Κίνα πάντως υποψιάζεται, και πιθανόν έχει δίκιο, ότι η Ρωσία, υπό τις κατάλληλες συνθήκες, θα επιδιώξει να αναλάβει ηγετικό ρόλο στην επανεμφάνιση της Δύσης. Το που θα βρει αυτό την υποτιθέμενη Ευρύτερη Ευρασία δεν είναι σαφές. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι οι οι πόλοι στην παγκόσμια πολιτική τάξη των πραγμάτων αλλάζουν.